Ξεκινάμε σήμερα το 4ο κεφάλαιο που έχει τίτλο "Ιάσιο" και είναι η δεύτερη συνεδρίαση της Αδελφότητας για την Ελευθερία, το 1562, μετά την ιδρυτική στο Άουγκσπουργκ του 1555. Θα μας πάρει τρεις δημοσιεύσεις αυτό το κεφάλαιο, σήμερα το 4α, την Δευτέρα 15/3 το 4β και την Τρίτη 16/3 το 4γ.
Στο σημερινό (4α) βλέπουμε τι συνέβη στο ενδιάμεσο διάστημα από την 1η συνεδρίαση της Αυγούστας (1555) ως την δεύτερη του Ιασίου (1562) και τους συμμετέχοντες.
************************
ΙΑΣΙΟ, Μοναστήρι της Μπουκκοβίνα |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο
ΙΑΣΙΟ 1562 μΧ
Στο Ιάσιο που προοριζόταν να γίνει η νέα πρωτεύουσα της Μολδαβίας, τον Ιούνιο του 1562 θα γινόταν μια συνάντηση. Ήταν η δεύτερη συνεδρίαση των μελών της Αδελφότητας, επτά χρόνια μετά την ιδρυτική της Αυγούστας. Η μεγάλη αίθουσα του νέου πύργου θα γινόταν μελλοντικά η αίθουσα του θρόνου. Εδώ θα ήταν η έδρα του Ηγεμόνα της Μολδαβίας κι εδώ ο θρόνος του. Η μετακίνηση της πρωτεύουσας από τη Σουτσεάβα στο Ιάσιο ήταν παλιότερο σχέδιο. Το είχε προτείνει ο Ιάκωβος στον ηγεμόνα Αλέξανδρο Λεπουσνεάνου όταν ήταν σύμβουλός του. Τελικά, ήρθαν έτσι τα πράγματα που ο ίδιος ο Ιάκωβος, ως ηγεμόνας πλέον, έκτιζε το νέο παλάτι και τον πύργο. Προς το παρόν όμως, την αίθουσα είχαμε διαρρυθμίσει εμείς, έτσι ώστε φιλοξενήσει την διάσκεψή μας.
Από τον πύργο έλειπαν ακόμα το τείχος και το κεντρικό φρούριο. Θα χρειάζονταν δυο περίπου χρόνια εργασιών για να μπορέσει ο νέος πύργος να κατοικηθεί σαν παλάτι. Εμάς αυτό δεν μας ενοχλούσε καθόλου. Για να διεξαχθεί η συνεδρίασης της Αδελφότητας με άνεση, οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις του ήταν αρκετές. Ο Ιάκωβος, εγώ κι η Αλεξάνδρα βρισκόμασταν εδώ στη Μολδαβία τα τελευταία χρόνια. Μετακινιόμασταν διαρκώς ανάμεσα στην πρωτεύουσα Σουτσεάβα, στο Κοτνάρι και στο Ιάσιο. Στο Κοτνάρι είχε ιδρυθεί και είχε κτιστεί το νέο πανεπιστήμιο της Μολδαβίας. Είχε τον μεγαλεπήβολο τίτλο «Πανεπιστήμιο της Αναγέννησης» κι ήταν το μεγαλύτερο όνειρο του Ιάκωβου. Το Ιάσιο η κοντινή προς το Κοτνάρι πόλη θα ήταν η νέα σύγχρονη πρωτεύουσα του κράτους.
Το όνομα του, Ηγεμόνα πια, Ιάκωβου Ιωάννη Ηρακλείδη συνοδευόταν από ένα τροπάρι τίτλων. «Πρίγκηψ Μολδαβίας, Άρχων Μαρκήσιος Πάρου, Δεσπότης Σάμου και Ιππότης του Ανωτάτου Καίσαρος Κόμης Παλατινός». Δέκα προσκεκλημένοι του είχαν φτάσει ο ένας μετά τον άλλον λίγες μέρες πριν την έναρξη της συνεδρίασης.
Επτά χρόνια μετά την συνάντηση της Αυγούστας, ήταν φυσικό πολλά να έχουν συμβεί στην ζωή όλων. Μαθαίναμε τα νέα τους καθώς έφταναν. Πρώτοι είχαν έρθει από τη Βενετία ο Ιουστίνος Βαρδάτης μαζί με τον λοχαγό του ενετικού στρατού Εμμανουήλ Μορμόρη. Ο Μορμόρης είχε ταξιδέψει μόνος από την Κέρκυρα ως την Βενετία. Ταξίδεψε μαζί με τον Ιουστίνο ως την Σουτσεάβα και το Ιάσιο. Τις μέρες αυτές επιδίδονταν σε ιππικούς αγώνες και κυνήγι απολαμβάνοντας τις προτιμήσεις των ευγενών Βογιάρων. Μάθαιναν τιν βογιάρικες συνήθειες και τους δίδασκαν τις αντίστοιχες των Βενετών αριστοκρατών. Είχαν κερδίσει έτσι την εκτίμηση της ντόπιας αριστοκρατίας. Ιδιαίτερα ο Ιουστίνος είχε γίνει δημοφιλής χάρη στους τρόπους, τον χαρακτήρα, τις δεξιότητές του και την συμπεριφορά του. Είχε εξελιχθεί σε ένα ευγενή Ελληνο-Βενετό που δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τους βασιλιάδες ή τους πρίγκιπες. Η κουλτούρα του, ελεύθερη και πρωτοποριακή, εντυπωσίαζε τους συνομιλητές του. Όμως κι ο Μορμόρης, γενναιόφρων και ριψοκίνδυνος, άρεσε στους Βογιάρους. Ο Ιουστίνος και ο Εμμανουήλ δεν βιάζονταν καθόλου να ξεκινήσει η συνεδρίαση.
Τελευταίος είχε καταφτάσει μόλις χτες, ο Φραγκίσκος, ερχόμενος από το Τριδέντο. Ήταν Κληρικός της Αγίας Έδρας, ο Φραντσέσκο Καστιλιόνι. Είχε μετάσχει στην Μεγάλη Σύνοδο των Καθολικών που αντιμετώπισε σε κοινωνικό και θεολογικό πεδίο την μεταρρύθμιση. Ο Φραγκίσκος, μόλις ήρθε, άρχισε τις επαφές με τους μεταρρυθμιστές που είχε φέρει στη Μολδαβία ο Ιάκωβος. Τους κουβάλησε από τη Γερμανία και τη Δανία για να μπολιάσουν με τον λουθηρανισμό μια κοινωνία ορθόδοξη. Ήθελε να εκπολιτίσει έναν λαό που για να προοδεύσει έπρεπε να ξεπεράσει καθυστέρηση αιώνων. Ο Φραγκίσκος πίστευε πως η προσπάθειά του ήταν μάταιη.
Ο Καστιλιόνης, ο Βαρδάτης κι ο Μορμόρης έμειναν στα ωραία διαρρυθμισμένα δωμάτια του νέου βασιλικού πύργου. Ενδιάμεσα είχαν καταφτάσει η Ελένη Παππά και ο Καισαρείας Μητροφάνης. Ο μητροπολίτης περνούσε τον περισσότερο καιρό του στην Πόλη κι όχι στην Καισάρεια. Οι σχέσεις του με τον τωρινό Πατριάρχη Ιωασάφ, όμως, ήταν κακές. Έφτασαν απ’ την Πόλη ταξιδεύοντας με πλοίο ως τη Κωστάντζα κι από ’κει είχαν συνεχίσει με άμαξες και ποταμόπλοια.
Εκείνος που δεν είχε έρθει στο Ιάσιο ήταν το 13ο μέλος της Αδελφότητας, ο Διονύσιος Γαλατιανός. Ο Μητροφάνης τον είχε μυήσει και ορκίσει αμέσως με την επιστροφή του από την Αυγούστα στην Κωνσταντινούπολη. Ο Διονύσιος κατείχε τότε τον πατριαρχικό θρόνο. Σαν φλογερός ελληνιστής είχε δεχτεί ενθουσιασμένος να μετάσχει στην Αδελφότητα. Δυστυχώς ήταν απρόσεκτος όταν προσπάθησε να μυήσει κάποιους Ρωμιούς στην υπόθεση και το έμαθαν οι αρχές. Μιαν αποφράδα μέρα, στο τέλος μιας λειτουργίας του σε ναό της Κωνσταντινούπολης, τον Ιούλιο του 1556, τον σκότωσαν. Ένας μουσουλμάνος, από τους αποκαλούμενους Πίρηδες(i), όρμησε μέσα στο πλήθος των πιστών και τον μαχαίρωσε.
Ο Διονύσιος έγινε, έτσι, το πρώτο μέλος της οργάνωσης που σκοτωνόταν. Η Ελένη κι ο Μητροφάνης μπόρεσαν εύκολα να διακρίνουν τι είχε παιχτεί πίσω απ’ την δολοφονία. Δεν ήταν μια ανόητη προσπάθεια ενός μισότρελου Πίρη αλλά μια ψυχρή κι αποτρόπαια εκτέλεση. Κάποιοι είχαν θεωρήσει τη δράση του άκρως επικίνδυνη για το σουλτανάτο. Ο Διονύσιος είχε φροντίσει βέβαια να μην μιλήσει σε κανέναν για την Ελένη ή για τον Μητροφάνη κι αυτό τους έσωσε. Μετά από αυτό το αποτρόπαιο και φριχτό γεγονός, όμως, η είσοδος νέων μελών στην οργάνωση έγινε πλέον αδύνατη. Η άγρια δολοφονία του Διονύσιου Β’ συνέβη ένα μόλις χρόνο μετά τη συνάντηση της Αυγούστας. Ο Διονύσιος ήταν ένας φωτισμένος ιεράρχης ενώ ο διάδοχός του Ιωασάφ δεν ήταν καθόλου ελληνολάτρης. Ήταν ήταν αντίθετος με τον Μητροφάνη, ωστόσο ήταν κι αυτός ένας εγγράμματος και λόγιος ιεράρχης. Ήθελε κι αυτός να ανεβάσει το μορφωτικό επίπεδο των χριστιανών.
Ο Μητροφάνης συναντήθηκε με όλους τους ορθόδοξους ιεράρχες της Μολδαβίας. Τον θεωρούσαν ψηλά ιστάμενο στην ιεραρχία με εξουσιοδότηση να τους δώσει λύσεις. Είχαν πολλά παράπονα από τον νέο ηγεμόνα Ηρακλείδη. Ο Μητροφάνης δεν μπορούσε να τους αποκαλύψει τον πραγματικό του ρόλο. Όχι μόνο ενέκρινε απόλυτα όλες τις ενέργειες του Ηρακλείδη, αλλά, βρισκόταν και σε κόντρα με τον Ιωασάφ. Συζητούσε, όμως, πρόθυμα τα προβλήματά τους δρώντας πυροσβεστικά και κατευναστικά.
«Πήρε όλα τα αργυρά αντικείμενα από τις εκκλησίες για να κόψει νομίσματα» του παραπονέθηκαν.
«Κουβάλησε προτεστάντες σοφούς και θεολόγους για να μας γυρίσει τα μυαλά. Πιστεύει ένα δόγμα που αναμειγνύει ορθοδοξία προτεσταντισμό και παγανισμό!» του είπαν.
«Ας έχουμε λίγη υπομονή» απαντούσε ο Μητροφάνης. «Θα συζητήσω μαζί του.»
Ο Μητροφάνης διέμεινε σε μια ορθόδοξη εκκλησία στο Ιάσιο. Η Ελένη φιλοξενήθηκε από την πριγκίπισσα Σβαρόφσκι. Ήταν η σύζυγος του Ιάκωβου κι ο πύργος των Σβαρόφσκι ήταν κάπου έξω από το Ιάσιο. Στο μεταξύ είχαν φτάσει κι ο Ανδρέας Καλλέργης από την Κρήτη μαζί με τον Ιάκωβο Διασσωρίνο. Ο Ηρακλείδης ήθελε τον ανιψιό του εδώ στη συνάντηση αν κι εκείνος είχε πολλά να κάνει στην Κύπρο. Ο Καλλέργης είχε πάει με πλοίο στη μεγαλόνησο για να τον φέρει. Το πλοίο τους έφερε στην Κωνσταντία, όπου ο Δούναβης εκβάλει στη Μαύρη Θάλασσα. Με πλοιάρια διέπλευσαν Δούναβη και Προύθο κι έφτασαν στο Ιάσιο. Σε λίγο έφτασαν στο Ιάσιο κι ο Ιάκωβος Παλαιολόγος με την Μαργαρίτα Κορέση-Γκριμάλντι και την κόρη της Σοφία. Οι δέκα προσκεκλημένοι είχαν μαζευτεί. Πριν ξεκινήσουν διηγούνταν τις ιστορίες τους. Ήταν ενθουσιασμένοι που ξαναβρεθήκαν και πολύ ομιλητικοί.
Ο Ιάκωβος Παλαιολόγος για δυο χρόνια, το 1560 και το ’61, βρισκόταν στην Ισπανία ως δάσκαλός του Δον Χουάν. Του μάθαινε ελληνικά, λατινικά, φυσική και μαθηματικά. Όταν ο Κάρολος, ο φυσικός πατέρας του νεαρού πέθανε, ο Ιερώνυμος έμαθε την κανονική του καταγωγή.
Ήταν ετεροθαλής αδελφός του βασιλιά Φιλίππου Β’(ii). κι είχε ήδη αλλάξει το όνομά του από Ιερώνυμος σε Δον Χουάν. Έκανε παρέα με δυο ανίψια του που ήταν συνομήλικοί του. Ο ένας ήταν ο Δον Κάρλος κι ο άλλος ο Αλέξανδρος Φαρνέζε(iii). Ο ο Δον Κάρλος ήταν γιος του Φίλιππου. Ο Αλέξανδρος ήταν γιος μιας άλλης, ετεροθαλούς επίσης, αδελφής του Φίλιππου και του Δον Χουάν. Οι τρεις, θείος κι ανιψιοί, είχαν φτιάξει μιαν τρελή κι αχώριστη τριάδα που είχε αναστατώσει την Μαδρίτη. Το ’61 ο Φίλιππος, ανακουφισμένος, τους έστειλε στο Πανεπιστήμιο της Αλκαλά. Φυσικά, τα μαθήματα διακόπηκαν.
Ο Παλαιολόγος πρόλαβε να συνδεθεί στενά(iv) με τον νεαρό. Είχαν ταξιδέψει μαζί από τη Μαδρίτη στη Βιέννη όπου ο Δον Χουάν επισκέφτηκε την αυλή του Φερδινάνδου. Στη Βιέννη συνάντησε την Μαργαρίτα και την κόρη της και μαζί οι τρεις τους ταξίδεψαν ως το Ιάσιο. Η Βιέννη ήταν μια πόλη που ασκούσε στην κοντέσα Γκριμάλντι μια γοητεία. Συναντούσε την Μαγδαληνή Ντυμπουά που είχε σχεδόν υιοθετήσει τον Ιερώνυμο και πλέον Δον Χουάν. Τον είχε αναθρέψει σωστά. Είχε ζητήσει από τη Μαργαρίτα έναν αντικαταστάτη του Διασσωρίνου, κι αυτή της είχε στείλει τον Ιάκωβο Παλαιολόγο. Η πρόσκληση του Ιάκωβου είχε βρει τη Μαργαρίτα στη Βιέννη. Περνούσε εκεί την άνοιξη με τις δυο κόρες της. Έφυγε για το Ιάσιο με τον Παλαιολόγο και τη Σοφία που ήταν μια πανέμορφη δεσποινίς εικοσιενός ετών και την οποία ο Ιάκωβος προσκαλούσε επίσης στο Ιάσιο. Η Ιζαμπέλ, πήγε στο Μιλάνο κι είπε στον πατέρα της για το ταξίδι της μητέρας και της αδελφής της.
Η Μαργαρίτα κι η Σοφία έφτασαν στο Ιάσιο και βρήκαν τον πύργο των Σβαρόφσκι να αναμένει να τους φιλοξενήσει. Η Μαργαρίτα έμαθε πως ο Ιάκωβος είχε ερωτευτεί με την πρώτη ματιά την Χριστίνα. Ζήλεψε λίγο, όπως ήταν φυσικό, αλλά είδε αμέσως πόσο σπουδαία γυναίκα ήταν η Χριστίνα . Ήταν κόρο του Πολωνού φίλου κι υποστηρικτή του Μάρτιν Σβαρόφσκι. Το ειδύλλιο, κεραυνοβόλο κι αμοιβαίο, κατέληξε σύντομα σε γάμο. Η Χριστίνα τον ερωτεύτηκε για την εμφάνιση και τον αλύγιστο χαρακτήρα του. Εντυπωσιάστηκε κι απ’ την καλλιέργεια, την ενεργητικότητα και τον περιπετειώδη χαρακτήρα του.
Μαζί με τα καλά αποδέχτηκε και τις μανίες του, τους φίλους του κι ολόκληρη την προηγούμενη ζωή του. Δεν την πείραξε που το παρελθόν του περιείχε έρωτες. Ήξερε πως όλα αυτά είχαν πλέον μετατραπεί σε ισχυρές φιλίες. Η Ελένη, η Μαργαρίτα αλλά κι η Ρωξάνδρα ήταν άνθρωποι δικοί του και κοντινοί του όπως οι φίλοι του. Για την Ρωξάνδρα γνώριζε την αλήθεια, ότι δηλαδή ήταν η Αλεξάνδρα Μπότση, ερωμένη του κάποτε κι όχι ξαδέλφη του. Η Μαργαρίτα, η Σοφία κι ο Ιάκωβος Παλαιολόγος έγιναν δικοί της ανθρώπους λες και τους γνώριζε από παλιά. Στον πύργο της φιλοξενούσε και την Αλεξάνδρα-Ρωξάνδρα και την Ελένη Παπά. Συγκατοικούσαν οι τέσσερις μεγάλοι έρωτες του Ιάκωβου, οι τρεις πρώην και η μία νυν. Η καθαρή στάση του απέτρεπε κάθε καχυποψία. Μεταξύ τους δεν είχαν μυστικά και αντιζηλίες. Οι παλιές σχέσεις δεν εμπόδισαν τις τέσσερις γυναίκες να γίνουν φίλες και να αλληλοεκτιμώνται. Υποστήριζαν όλες τους με θέρμη το όνειρό του.
Ο Ηρακλείδης είχε κάνει μαθήματα κι ήξερε την Σοφία και την Ιζαμπέλ. Ήταν ευτυχής με την παρουσία των δύο Γκριμάλντι στο Ιάσιο. Εκτίμησε πολύ την πρώην μαθήτριά του, που είχε γίνει αξιόλογη νεαρή γυναίκα. Δεν δίστασε να μυήσει την Σοφία στα μυστικά της Αδελφότητας και να την χρίσει πρόωρα μέλος. Δεν είχε αφήσει ποτέ κανένα υπονοούμενο για τη σχέση του με την μητέρα της όμως αυτό δεν κοίμιζε την Σοφία. Η νεαρή ήταν έξυπνη κι είχε τσαγανό παρά την μικρή της ηλικία. Εκείνες τις μέρες έμαθα από την Μαργαρίτα για τον διάλογο που είχε με την κόρη της. Η Μαργαρίτα ήταν εμφανώς αιφνιδιασμένη κι είχε έρθει σε δύσκολη θέση με αυτά που είχε ακούσει και είχε πει.
«Μητέρα, πόσο καλά γνώρισες τον Ιάκωβο στην Χίο;» την είχε ρωτήσει η Σοφία.
«Αρκετά καλά, κορίτσι μου. Όμως, γιατί με ρωτάς;»
«Έχω μια απορία. Την είχα από καιρό αλλά ήμουν πολύ μικρή για να μπορώ να διατυπώνω τέτοια ερωτήματα.»
«Απορία; Ποια είναι αυτή γλυκιά μου;»
Η Μαργαρίτα έδειχνε πρόθυμη να δώσει εξηγήσεις που πίστευε πως θα αφορούσαν την Αδελφότητα.
«Πως τα κατάφερες να μην τον ερωτευτείς, μητέρα; Ή μήπως τον ερωτεύτηκες;»
Η Μαργαρίτα έμεινε άναυδη, κεραυνοβολημένη. Φυσικά κατάλαβε ότι η κόρη της μιλούσε για τον Ιάκωβο.
«Είναι τόσο πνευματώδης» συνέχισε η νεαρή Σοφία. «Κι είναι όμορφος άντρας, δυνατός, σοφός. Απορώ πραγματικά με σένα, μητέρα, πως μπόρεσες να τού αντισταθείς;»
Η Μαργαρίτα συνέχισε να ακούει αμίλητη.
«Γιατί, βέβαια, τότε δεν γνώριζες καν τον πατέρα μας. Ο Ιάκωβος θα ήταν ο καλύτερος άντρας που είχες συναντήσει ποτέ σου! Πως μπόρεσες να αποφύγεις τα δίχτυα ενός τέτοιου ανθρώπου, μητέρα;»
«Μα, ήμασταν μικροί. Ήμασταν τότε στη Χίο» ψέλλισε η Μαργαρίτα.
Δεν απέφυγε το κοκκίνισμα στα μάγουλα και μια φλόγα στα μάτια της. Δεν υπήρχε πια τίποτε κρυφό ανάμεσά τους.
«Στην ίδια πόλη, με την ελευθερία που επικρατούσε...»
«Τι θα πει αυτό, κορίτσι μου;»
«Μην κοκκινίζεις, μητέρα» είπε η Σοφία. «Καλά λοιπόν το κατάλαβα. Ήσουν ερωτευμένη! Χαίρομαι γι αυτό! Αλήθεια στο λέω, χαίρομαι που ήσουν τόσο ευαίσθητη και μπόρεσες να ερωτευτείς! Κι εκείνος; Ανταποκρίθηκε;»
Η Μαργαρίτα είχε πλέον χάσει το παιχνίδι, η κόρη της κατηύθυνε την κουβέντα.
«Σε αγαπούσε; Θα ήσουν μια θεά, μητέρα»
«Ε, με συμπαθούσε» είπε η Μαργαρίτα κομπιάζοντας.
Ευχόταν να μην είχε ανοίξει αυτή η κουβέντα ποτέ.
«Σε είχε ερωτευτεί; Στο έδειξε ποτέ του;»
«Τι ρωτάς αγάπη μου;» διαμαρτυρήθηκε η Μαργαρίτα. «Μόνο μια αμοιβαία συμπάθεια ήταν.»
Η νεαρή διαισθανόταν πως οι δυο τους είχαν ζήσει κάτι μεγάλο. Η Μαργαρίτα ένιωθε πως θα την κατάπινε η γη.
«Αγάπη μου, δεν πρέπει να σκαλίζεις τέτοια θέματα.»
«Με τρελαίνει η σκέψη» είπε η Σοφία πειράζοντάς την.
«Όμως δεν είναι δίκαιο όλο αυτό που συζητάμε, ούτε για μένα ούτε για τον πατέρα σου! Ας σταματήσουμε.»
Όπως παραδέχτηκε αργότερα η Μαργαρίτα είχε βρει τον μάστορά της απ’ την ίδια της την κόρη. Όπως έπαιζε εκείνη κάποτε με τα συναισθήματα των άλλων, έτσι τώρα η κόρη της έπαιζε με τα δικά της συναισθήματα. Την τρόμαζε περισσότερο που έβλεπε την κόρη της να τρέφει υπερβολικό θαυμασμό για τον Ιάκωβο. Λίγο απείχε αυτός ο θαυμασμός από το πάθος.
«Ας την σταματήσουμε εδώ αυτή την κουβέντα» της είχε ζητήσει η Μαργαρίτα.
«Πες μου, τότε, περισσότερα για την Αδελφότητά σας» ζήτησε η νεαρή για να αλλάξουν θέμα.
Έτσι κατάφερε η Μαργαρίτα να τερματίσει ετούτη την συζήτηση, την εξαιρετικά άβολη κι αποκαλυπτική. Ήταν πια καλοκαίρι κι η Μολδαβική γη ήταν όμορφη, γεμάτη μυρωδιές. Ο πύργος ήταν καινούριος και η φύση τριγύρω υπέροχη. Μάνα και κόρη συνέχισαν την κουβέντα τους ήρεμα. Δεν έθιξαν άλλα την παλιά ιστορία που ήταν έτσι κι αλλιώς παρελθόν.
«Πάμε μια βόλτα έξω μωρό μου, στον καθαρό αέρα. Ας περπατήσουμε λίγο» πρότεινε η Μαργαρίτα
Η Μαργαρίτα μύριζε τα αρώματα, ένιωθε την γλυκιά ατμόσφαιρα κι έβλεπε τα θαυμάσια χρώματα. Ανασκάλευε τις γλυκές κι απαγορευμένες αναμνήσεις της. Η Σοφία περπατούσε μαζί της κι αισθανόταν πως η μητέρα της βρισκόταν μισή εδώ και μισή αλλού. Δεν προσπάθησε καθόλου να την επαναφέρει στο σήμερα. Εξ άλλου κι εκείνη είχε πράγματα και εικόνες, πιθανώς εξ ίσου ερωτικές, να συνδυάσει με ό,τι έβλεπε, μύριζε κι άκουγε. Ο περίπατος δυο γυναικών κι ενός φαντάσματος που προχωρούσε ανάμεσά τους συνεχίστηκε ώσπου κουράστηκαν.
«Αρκετά ανέχτηκες τόση ώρα τις φλυαρίες μου, μωρό μου» είπε η Μαργαρίτα και την αποχαιρέτησε.
«Φλυαρίας; Δεν είπες τίποτε που δεν ήξερα. Όμως ο περίπατος ήταν υπέροχος.»
«Να ξεχάσεις όλα όσα είπαμε για τον Ιάκωβο και την Χίο» της ζήτησε η Μαργαρίτα.
«Ναι μητέρα. Συγνώμη αν σε έφερα σε δύσκολη θέση.»
«Θέλω να ανταποκριθείς στην Αδελφότητα» της ζήτησε η Μαργαρίτα. «Πρέπει να δώσουμε πολλά όλοι μας.»
«Ναι μητέρα, εντάξει. Το έχω σκεφτεί και πιστεύω ότι θα είμαι χρήσιμη» της είπε η Σοφία χαμογελώντας.
Το Ιάσιο κι η Σουτσεάβα ήταν δυο πόλεις γεμάτες ζωή εδώ και οκτώ μήνες περίπου, από τότε που ο νέος ηγεμόνας Ιωάννης Ηρακλείδης, δηλαδή ο δικός μας Ιάκωβος Βασιλικός, είχε αναλάβει τα ηνία της χώρας. Τα πράγματα είχαν έρθει τα πάνω κάτω. Η ζωή των Μολδαβών, με εξαίρεση τον ορθόδοξο κλήρο και τους Βογιάρους, είχε βελτιωθεί. Είχε πέσει χρήμα στην αγορά, η οικονομία κινήθηκε χάρη στον χρυσό των εκκλησιών και των γαιοκτημόνων κι οι μεταρρυθμίσεις συνεχίζονταν. Το νέο πανεπιστήμιο είχε σοφούς διαπρεπείς Γερμανούς όπως ο Ιωάννης Σόμμερς και ο Γκασπάρ Πευκήρος να το διευθύνουν, μια μεγάλη βιβλιοθήκη είχε δημιουργηθεί στο Ιάσιο, η θρησκευτική μεταρρύθμιση εδραιωνόταν και έργα που θα ευνοούσαν τα φτωχότερα στρώματα είχαν ξεκινήσει. Ένας κοσμοπολίτικος αέρας διαπερνούσε τις δυο πόλεις αλλά και ολόκληρη τη χώρα.
Ένας Ηρακλείδης ευτυχής, νικητής, γεμάτος ελπίδες, έκανε την έναρξη της δεύτερης συνάντησης της Αδελφότητας. Ήμασταν δώδεκα γνωστά μέλη και δύο νέα που επρόκειτο να εγκριθούν, την Σοφία και την Χριστίνα. Για την Χριστίνα είχε ετοιμάσει τροποποιήσεις στο καταστατικό της «Αδελφότητας». Θα μπορούσαν να γίνονται μέλη της και άνθρωποι που θα μας βοηθήσαν χωρίς να είναι Έλληνες ως προς το γένος. Έκανε μια μακροσκελή αναφορά στον Διονύσιο Β’ και καλωσόρισε τη Σοφία και τη Χριστίνα στη Αδελφότητα. Προχωρήσαμε στα θέματά μας. Πρώτα ο απολογισμός όσων είχαν μεσολαβήσει από τη συνάντηση του 1555 μέχρι τώρα.
Παραπομπές:
i Πίρης είναι ο περιπλανώμενος μουσουλμάνος αφιερωμένος στον Προφήτη κάτι αντίστοιχο με τον «τρελό» καλόγερο του χριστιανισμού.
ii Ο Φίλιππος Β’ της Ισπανίας (1527-1598) ήταν από το 1556 βασιλιάς της Ισπανίας διαδεχθείς τον πατέρα του Κάρολο Ε’. Ήταν επίσης βασιλιάς Νάπολης και Σικελίας και ηγεμών των επαρχιών των Κάτω Χωρών,
iii Η μητέρα του Αλεσσάντρο Φαρνέζε ήταν η Μαργαρίτα της Αυστρίας η οποία ήταν επίσης νόθο παιδί του Κάρολου Ε’.
iv [ΣΣ: Οι αναφορές στο παρόν βιβλίο στις σχέσεις του Δον Χουάν με τον Παλαιολόγο αλλά και άλλους (όπως και οι διάλογοι) εξυπηρετούν τις ανάγκες του μύθου και δεν αποτελούν πραγματικά περιστατικά, είναι όμως σύμφωνες με τον χαρακτήρα και την εν γένει δράση τους]
************************
Την Δευτέρα 15/3 η συνέχεια των δημοσιεύσεων με το δεύτερο μέρος (4β) της συνεδρίασης του Ιασίου.