Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

29 "ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΑΝ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ" συνέχεια 29η

Τελειώνει κι η δεύτερη μέρα από τις τρεις που συγκλόνισαν την Αθήνα.

Αύριο ο Δημήτριος Φαληρέας φεύγει και θέλει μαζί του την Δάφνη, ο Δημήτριος Αντιγονίδης εισέρχεται θριαμβευτής, κι η ιστορία μας συνεχίζεται με τις προσπάθειες να αποκαλυφθούν οι ορφικοί και να σωθούν ο Ιάσων και η Δάφνη.

****************************************


 (Τέλος του απογεύματος της 10ης Ιουνίου)

 

Ο Αντιγονίδης είχε άγχος. Αναμφισβήτητος θριαμβευτής στα όπλα, ήθελε να νικήσει και τις καρδιές των Αθηναίων. Θαύμαζε την πόλη, αθηναϊκή ήταν η μόρφωσή του, Αθηναίοι κι αυτοί που τον είχαν διδάξει. Απ' τη δόξα της Αθήνας αντλούσε δύναμη και κύρος ο πολιτισμός του βασιλείου του πατέρα του. Από τον νέο ελληνικό κόσμο που είχε ξεπηδήσει μετά τον Αλέξανδρο, αυτός εδώ ο Δημήτριος ήταν το πιο ωραίο φρούτο. Έπαιρνε πάνω του το περισσότερο φως. Συγκέντρωνε σε μια συσκευασία Ελλάδα κι ανατολή, μακεδονισμό κι ελληνισμό. Εδώ πια ένιωθε να έχει φτάσει στην κορφή του κόσμου, κοντά στους θεούς, στα παλάτια τους στον Όλυμπο. Απολάμβανε με τρόπο μεθυστικό την κάθε του στιγμή κι ένιωθε ευτυχής με όλα όσα του συνέβαιναν.

Ο Δημήτριος λάτρευε τη φήμη του νικητή στα πεδία των μαχών αλλά ήθελε να δοξαστεί σαν αναμορφωτής του κόσμου. Ο χτεσινός θρίαμβός του ήταν μια μοναδική κι ανεπανάληπτη νίκη. Οι οπλίτες Αθηναίοι πέταξαν τις ασπίδες και σήκωσαν τα χέρια κραυγάζοντας κι ονομάζοντάς τον «ελευθερωτή». Όμως τις εξετάσεις θα τις έδινε στο Άστυ, στη Βασίλειο Στοά και στην Πνύκα. Εκεί ήθελε να γοητεύσει τους Αθηναίους. Όχι με προσφορές, ξυλείας ή αποικιών αλλά με τη λογική και την πειθώ. Ύστερα θα ζητούσε τη βοήθειά τους. Τους ήθελε για να πολιορκήσει τη Μουνιχία. Τους χρειαζόταν για να ελευθερώσει και τους Μεγαρίτες. Του είχαν ζητήσει κι αυτοί βοήθεια για να απαλλαγούν απ’ τον Κάσσανδρο.

«Να τονίσεις, Δημήτριε, ότι δεν θα γίνουν από κανέναν πράξεις αντεκδίκησης» του θύμισε ο Αριστόδημος.

«Να είσαι εγκρατής. Ο Δημοχάρης κι ο Στρατοκλής θα συναγωνίζονται ποιος θα σου κάνει την μεγαλύτερη τιμή. Ο ένας θα σε ονομάσει "σωτήρα" κι ο άλλος "θεό". Εσύ, σκέψου τι από όλα θα δεχτείς».

«Λέω να τα δεχτώ όλα» είπε ο Δημήτριος. «Γιατί να αρνηθώ τις τιμές; Θα πω όχι στις αντεκδικήσεις».

«Δεν είναι μόνο για σένα οι τιμές, Δημήτριε. Τα ίδια ετοιμάζουν και για τον πατέρα σου. Μιλούν για Αντίγονο και Δημήτριο, θεούς και σωτήρες των Αθηνών!»

«Γνωρίζουν πόσο μεγάλη αδυναμία τού έχω. Το κάνουν ακόμα πιο δύσκολο να αρνηθώ» είπε ο Δημήτριος.

«Δημήτριε, έμαθα ότι ο Φαληρέας αναχώρησε από το Άστυ. Μάλλον στην Μουνιχία βρίσκεται» είπε ο Πολεμίων.

«Ας πάει όπου θέλει. Αφού μας άδειασε το Άστυ θα δούμε εκεί τους πρυτάνεις».

«Στην Πνύκα θα είναι αρκετοί» είπε ο Πολεμίων.

«Είναι αργά, όσοι μένουν μακριά θα έχουν επιστρέψει στα σπίτια τους» είπε Αριστόδημος.

«Θα τους ήθελα όλους στην ομιλία» είπε ο Δημήτριος.

Σκεφτόταν να αναβάλει την πρώτη του εμφάνιση στους Αθηναίους, όχι γιατί φοβόταν ή κόμπιαζε. Θα ήταν μεγάλος ο θρίαμβος αν είχε εξαλειφθεί κι η φρουρά της Μουνιχίας.

«Σκέφτεσαι την αναβολή;» τον ρώτησε ο Αριστόδημος.

«Ναι, ίσως είναι πιο σώφρον. Ας μη με δουν ακόμη. Στο κάτω-κάτω έτσι θα ανυπομονούν και θα με θέλουν όλο και πιο πολύ» είπε ο Δημήτριος γελώντας.

Ένιωθε πολύ σίγουρος για τον εαυτό του. Πάντα ήταν τυχερός στα γεγονότα της ζωής του. Ήταν ακόμη πιο τυχερός που είχε φανεί άξιος του πατέρα του κι εύκολος κατακτητής των Αθηνών. Πάντοτε ένιωθε πως ένα μέρος της καλοτυχίας του έπρεπε να το μοιράζεται με άλλους, κι εδώ, «άλλοι» ήταν οι Αθηναίοι. Ήθελε να τους δώσει την ελευθερία που ζητούσαν. Ας μετείχαν όλοι στην εξουσία, χωρίς διακρίσεις, με την θεά Τύχη να μοιράζει τα αξιώματα.

Για τον ίδιο αυτό ήταν φενάκη. Αφού δεν είχαν δική τους δύναμη, πλοία και στρατό, η δημοκρατία θα ήταν πάντοτε θνησιγενής. Δεν θα είχαν ποτέ αρκετή δύναμη για να έχουν και ανεξαρτησία όσο παρέμεναν μια πόλη. Χωρίς μεγάλο βασίλειο ή αυτοκρατορία θα ήταν πάντοτε εξαρτημένοι.

Όμως «περί ορέξεως ..». σκεφτόταν ο Δημήτριος. Αφού αυτό ήθελαν, το πάτριο πολίτευμά τους, ας το είχαν. Εκείνος, κι ο πατέρας του, το μόνο που τους ζητούσαν ήταν να έχουν μια καλή κι έντιμη συμμαχία. Ήθελαν την βοήθειά τους κόντρα στον Κάσσανδρο. Αυτό ήθελε για όλες τις πόλεις στην Ελλάδα. Ελευθερία, ισοκρατία και συμμαχία με τον Αντίγονο ενάντια σε Κάσσανδρο και Πτολεμαίο. Αυτό θα πρότεινε παντού. Όσο για την ισοκρατία, δεν φοβόταν μήπως επηρεάσει τους Μακεδόνες. Δεν κινδύνευε από το μικρόβιο της ισοκρατίας η δική τους κοινωνία. Αυτοί είχαν πάντα βασιλιάδες έστω κι αν οι εταίροι κι η συνέλευση του στρατού είχαν αποφασιστικό λόγο.

«Θα έβλεπες και την Ευρυδίκη αν γινόταν η συνάντηση στη Πνύκα» είπε ο Πολεμίων.

«Την ανιψιά του Περικλή; Έχω ακούσει γι αυτήν».

«Είναι λίγο μεγάλη για σένα αλλά θα είναι χρήσιμη. Θα σε συμπαθήσουν πιο πολύ οι Αθηναίοι αν σε δουν με μια δική τους. Θα χρειαστεί και στις συνεννοήσεις με τον Πτολεμαίο ή την Κρατησίπολη(*)» συνέχισε ο Πολεμίων.

«Θα την δω αργότερα, όπως και την Κρατησίπολη».

«Κανείς δεν αμφιβάλει γι αυτό» είπε ο Αριστόδημος.

«Μου αρέσει όταν ανακατεύουμε τις γυναίκες με την πολιτική» είπε ο Δημήτριος.

«Εδώ που ήρθαμε» είπε ο Αριστόδημος γκρινιάζοντας, «πολύ δύσκολα θα το αποφύγουμε αυτό».

«Αριστόδημε, έχε μου εμπιστοσύνη» είπε ο Δημήτριος.

Ήξερε πως τούτη τη στιγμή ο σκοπός του συμβάδιζε με την ευτυχία των Αθηναίων.

«Είμαι αισιόδοξος και το αποφάσισα. Μέχρι να πάρουμε και τη Μουνιχία δεν θα ανέβω στο Άστυ» κατέληξε.

«Να ετοιμαστούμε για μάχη;»

«Φτιάξτε τις καλύτερες πολιορκητικές μηχανές. Δεν θα προσφέρουμε στους Αθηναίους μόνο τη Μουνιχία αλλά και μπόλικο θέαμα».

Ο Δημήτριος ήταν ένας Αλέξανδρος αλλά όχι μέγας. Άφηνε τις φιλοδοξίες του να ξεπερνάνε τα πολιτικά του σχέδια και την προσωπική του ευχαρίστηση να γίνεται οδηγός του. Σκοπός του δεν ήταν η ιστορία αλλά ο εαυτός του. Οι μάχες, οι νίκες του κι οι θρίαμβοί του ήταν για την απόλαυση κι όχι για μιαν αποστολή. Ήταν συναρπαστικός σαν τον Αλέξανδρο αλλά ανίκανος να κατακτήσει τον κόσμο.

Προς το παρόν ο αέρας φυσούσε πρίμα στα πανιά του και δεν υπήρχε η παραμικρή ένδειξη ότι αυτό θα άλλαζε. Μόνο ο δούλος του Φαληρέα, εκείνος ο Ρόδιος, είχε κάνει αρνητική πρόβλεψη. Του είχε πει ότι η αγάπη των Αθηναίων μπορούσε να γίνει μίσος. Όχι, δεν θα το επέτρεπε αυτό. Ήθελε να είναι Αθηναίος κι αυτός, πολίτης της πιο ένδοξης πόλης, κι όταν θα ερχόταν ο καιρός θα έδινε τις εξετάσεις του.

....................................................

Η Ιππαρχία, ο Ζείκρατος κι ο Μύρων συζητούσαν καθώς πλησίαζαν στον τάφο που περίμενε τον Ερμόδωρο. Είχαν ήδη προσπεράσει το έλος κι είχαν βγει από την όμορφη δενδρόφυτη πύλη του Αφροδίσιου. Ο κόσμος ήταν λίγος κι η κούραση από την πεζοπορία μεγάλη. Σταματούσαν σε τάφους γνωστών κι έκαναν χαιρετισμούς αφήνοντας λουλούδια. Ο Φαληρέας είχε απαγορεύσει τα επιβλητικά επιτάφια μνημεία με τα μαρμάρινα συμπλέγματα και με τα αγάλματα. Μια τράπεζα μόνο, λίγα επιγράμματα πάνω της και μια λιτή επιτύμβια στήλη. Όλα αυτά ήταν αρκετά για να συνοδεύσουν τον νεκρό. Συζητούσαν για τα γεγονότα που τους συντάρασσαν.

«Μου μίλησε πιο πριν ο Φανοκράτης» είπε ο Ζείκρατος. «Πήγε κι έψαξε στην επιμελητεία για τον Χρηστία. Κάποιος Λοξίας από τον Κεραμικό έχει καταγγείλει και τον Χρηστία και ζητά αντίδοση περιουσιών».

«Αυτό σημαίνει οριστικά πλέον πως υπάρχει σχέδιο και πως οι νεκροί δεν πέθαναν τυχαία» είπε η Ιππαρχία.

«Σε αυτό έχουμε καταλήξει από χτες» είπε ο Μύρων, «όμως δεν φτάνει για να βρούμε τους ενόχους».

«Πρέπει να ξεσκεπάσετε την συμμορία» είπε η Ιππαρχία.

«Ξέρουμε μόνο τους τρεις που ζητάνε και τα ρέστα από τους συγγενείς των νεκρών» είπε ο Ζείκρατος. «Αυτό που μας επείγει είναι η εξαφάνιση του Ιάσονα και της Δάφνης».

«Έμαθα πως έχουν χαθεί από χτες. Περίεργο! Για τον Φαληρέα γνωρίζεις;» τον ρώτησε η Ιππαρχία.

«Τι εννοείς; Τι να γνωρίζω;»

«Μίλησα με τον Ανθέστη και μου είπε πως ο Φαληρέας τού γύρεψε την κόρη του για γάμο» είπε η Ιππαρχία.

«Για γάμο; Αυτό είναι πολύ ...».

«Ο Ιάσων επιτέθηκε με μανία να σκοτώσει τον Φαληρέα στην κηδεία. Παρά λίγο θα γινόταν τυραννοκτόνος από ερωτική αντιζηλία».

«Το έμαθα κι εγώ, δεν ήμουν μπροστά, μου το είπε όμως ο Φανοκράτης» είπε ο Μύρων.

Ο Ζείκρατος είχε μείνει έκπληκτος.

«Να δεις που κι ο Δημήτριος θα ψάχνει τώρα να τον βρει κι αυτός» είπε η Ιππαρχία.

«Ή ... τον έχει βρει και τον κρατά αν δεν τον έχει ήδη σκοτώσει!» είπε ο Ζείκρατος με φρίκη. «Το υποθέταμε πως οι Σκύθες, άρα ο Δημήτριος, μπορούσαν να τους έχουν πιάσει. Τώρα, όμως, είμαι βέβαιος».

«Και τι θα κάνετε;»

«Τώρα βραδιάζει, δεν προλαβαίνουμε. Αύριο το πρωί, όμως, πρέπει να πάμε σε όλα τα σπίτια του Δημήτριου, από τη Βασιλική Στοά και το Άστυ ως το Φάληρο ... παντού! Κάπου τους έχει και τους κρύβει».

Ο Μύρων είδε λίγο πιο εκεί την Κλεοτίμα με την Νικάτα και τις πλησίασε. Η Ιππαρχία έμεινε για λίγο μόνη της με τον Ζείκρατο και τον ρώτησε ευθέως:

«Σου αρέσει αυτό το κορίτσι, ε;»

Του έδειξε μπροστά τους, την Νικάτα.

«Μόλις την γνωρίσαμε. Ακόμη δεν την ξέρω καλά-καλά. Πώς γίνεται να μ’ αρέσει;» είπε ο Ζείκρατος.

«Το διορθώνω λοιπόν» είπε η Ιππαρχία. «Σου αρέσει η ιδέα να την γνωρίσεις καλύτερα, ε;»

«Σ' αυτό δεν θα έλεγα όχι» είπε εκείνος χαμογελώντας.

«Θα σώσεις την περιουσία της οικογένειάς της και θα γίνεις ο ήρωάς της» του είπε η Ιππαρχία.

«Ομολογώ πως θα ήθελα να γίνω ήρωας, έστω κι αν με κοροϊδεύεις. Πάντως πρέπει να το λύσουμε αυτή την απάτη με τις αντιδόσεις. Όχι μόνο για τον Ερμόδωρο, αλλά, και για την Νικάτα και για τον τρίτο νεκρό».

«Φαίνεται πως η ίδια συμμορία τα έχει οργανώσει όλα» είπε η Ιππαρχία.

«Κι εγώ αυτό πιστεύω».

«Τώρα θα είναι εύκολο να αντικρούσεις τα παράλογα αιτήματα. Θα μιλήσουν η Ηλιαία κι ο δήμος. Δεν θα κλείσουν την υπόθεση εν κρυπτώ στην επιμελητεία».

«Εννοείται! Τα καλά της ισοκρατίας, Ιππαρχία» της είπε.

«Εμείς είμαστε κατά των θεών και των τυράννων αλλά ούτε και την ισοκρατία θεοποιούμε» είπε η Ιππαρχία. «Ο όχλος δεν διστάζει να συμπεριφέρεται συχνά χωρίς αρετή όταν είναι στην εξουσία».

«Εσείς οι κυνικοί πάτε την κριτική σας τόσο μακριά που δεν αφήνετε χώρο ούτε για την πόλη να υπάρξει».

«Μιλάς για μια πόλη που γίνεται εύκολα το βασίλειο ενός τυράννου;»

«Κι όμως, η πολιτεία είναι το κοινό μας σπίτι και πρέπει να νοιάζει κι εσάς πώς οργανώνεται ή προοδεύει. Η αναρχία δίνει μια σπουδαία ατομική ελευθερία στον καθένα, επιτρέπει όμως σε επιτήδειους να την εκμεταλλεύονται. Η ισοκρατία έχει στόχο την ευτυχία των πολιτών» είπε ο Ζείκρατος.

«Αυτά τα περί ισονομίας και ισοκρατίας τα αφήνω στον φίλο σου τον Επίκουρο. Έμαθα πως τον καλείτε να έρθει στην Αθήνα, τώρα που άλλαξαν τα πράγματα»

«Νομίζω πως θα το θέλει πολύ κι αυτός. Η αλήθεια είναι πως εμείς τον θέλουμε ακόμα περισσότερο!»

«Μακάρι να μας έρθει» είπε η Ιππαρχία. «Μ’ αρέσει ο Επίκουρος κι ας διαφωνούμε. Εμείς θα τον καλωσορίσουμε. Το Λύκειο κι η Ακαδημία δεν θα χαρούν ιδιαίτερα».

Πλησίασε ξανά προς το μέρος τους ο Μύρων.

«Έχω μια πληροφορία!» τους είπε. «Ο Φαληρέας έφυγε από την Βασίλειο Στοά για τη Μουνιχία. Εκεί πρέπει να είναι και τώρα που μιλάμε».

«Δηλαδή εκεί θα μείνει αυτό το βράδυ; Φοβήθηκε τόσο πολύ, λοιπόν, που το έσκασε;»

«Πληροφορίες, που έχουν πηγή τον Λυκανία, λένε ότι μετά τη Μουνιχία θα πάει με τη συνοδεία του στο Φάληρο. Θα βγάλει τη νύχτα στο πατρικό του».

«Προλαβαίνουμε να πάμε κι εμείς;» ρώτησε ο Ζείκρατος.

«Αν δεν θέλεις να χαλάσουμε την περιφορά της κηδείας τώρα στο τέλος της ... όχι!» του είπε ο Μύρων.

«Πάμε αύριο πρωί-πρωί» είπε η Ιππαρχία.

«Φοβάμαι μήπως αύριο είναι αργά» είπε σκεπτικός ο Ζείκρατος.

Έβλεπε ότι απόψε δεν μπορούσε να γίνει τίποτε. Σε λίγο θα σκοτείνιαζε καθώς ο ήλιος έπεφτε πια. Έπρεπε να θάψουν τον Ερμόδωρο, να πουν ευχές πάνω από τον τάφο και, μετά, να γυρίσουν πίσω. Ο δρόμος για το Φάληρο θα ήταν φωτισμένος στο αγρόκτημα, όμως, έξω θα επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι. Ούτε το φεγγάρι θα έβγαινε σήμερα νωρίς.

..............................................................

Ο Φαληρέας με τον Αγακάτη έφτασαν στο πατρικό του αργά το απόγευμα όταν η μέρα κόντευε να τελειώσει. Διέσχισε το μεγάλο αγρόκτημα και μπήκε φουριόζος στο σπίτι.

«Είναι όλα έτοιμα;» ρώτησε τον Ιεροφάντη.

«Έτοιμα άρχοντά μου, η μικρή είναι στο δωμάτιό σου» του είπε ο Ιεροφάντης. «Εσένα περιμένει».

Ο Φαληρέας ανέβηκε βιαστικά, έκανε ένα μπάνιο κι έβαλε αρώματα. Έτοιμος για όλα μπήκε στο δωμάτιο. Η Δάφνη, ημίγυμνη και ναρκωμένη δεν κοιμόταν. Ερεθισμένη από τα βότανα, χωρίς να βλέπει ποιος ήταν, μυρίζοντας όμως άντρα, τον περίμενε πρόθυμη.

Ο Φαληρέας ξάπλωσε δίπλα της και προσπάθησε. Όχι πως εκείνη έφερε αντίρρηση -δεν ήταν σε θέση- αλλά σχεδόν χωρίς δυνάμεις, έσβησε στην αγκαλιά του. Πριν γίνει κάτι, οτιδήποτε, ανάμεσά τους, η Δάφνη αποκοιμήθηκε. Χάθηκε σε έναν ύπνο βαθύ, σαν θάνατο. Είχε πέσει σε κώμα. Ο Φαληρέας χάλασε τον κόσμο. Η Πανδότη έτρεξε αμέσως στο δωμάτιο κι ο Ιεροφάντης προσπάθησε να τον καθησυχάσει. Εις μάτην όλα! Η Δάφνη είχε βυθιστεί και θα αργούσε πολύ να ξυπνήσει. Όχι πάντως πριν από από αύριο.

«Δυστυχώς άρχοντα Δημήτριε, το κορίτσι σε θέλει αλλά εσύ θα πρέπει να περιμένεις λίγο» του είπε η Πανδότη.

«Ιεροφάντη, κάνε κάτι αλλιώς θα αντιμετωπίσεις την οργή μου!» τον απείλησε ο Φαληρέας.

Τίποτα δεν μπορούσε να γίνει και τίποτα δεν έγινε. Ούτε και καμιά υπογραφή έβαλε ο Επιμελητής εκείνο το βράδυ. Αφού η Δάφνη κοιμόταν κι αυτός έμενε σύξυλος, ας περίμενε μαζί του κι η οργάνωση!

Αυτό το δεύτερο βράδυ μετά την εξέγερση, ο Ιάσων στο υπόγειο κι η Δάφνη στον γυναικωνίτη έριξαν βαθιούς ύπνους. Είδαν περίεργα όνειρα, βυθισμένοι στην αλλόκοτη δράση των ναρκωτικών της Πανδότης. Ο Δημήτριος Φαληρέας, άντρας από γενιά ξεχωριστός, περνούσε την τελευταία του νύχτα στην Αθήνα. Κανείς δεν ήξερε αν θα ξαναγύριζε ποτέ. Ανήσυχος, εκνευρισμένος και φοβισμένος δεν μπόρεσε να κοιμηθεί αυτό το βράδυ παρά ελάχιστες μόνον ώρες.

......................

παραπομπή:

(*) Η Κρατησίπολις πήρε την εξουσία στην Κόρινθο, την Σικυώνα κι όλη την Πελοπόννησο όταν πέθανε ο άντρας της που ήταν κύριος της Ελλάδας μετά τον Αντίπατρο. Πολέμησε με τον Πτολεμαίο και κατόπιν συνθηκολόγησε μαζί του. Κάποια στιγμή είχε κι αυτή ειδύλλιο με τον Δημήτριο Ελευθερωτή (πολιορκητή). Ο Δημήτριος έμεινε ξακουστός για την δράση του με τις γυναίκες . Παντρεύτηκε το 306 πΧ την Ευρυδίκη κι έκαναν ένα παιδί.


****************************************

Την Δευτέρα η συνέχεια με το πρωινό της τελευταίας μέρας (11η Ιουνίου 307πΧ.)