Το λιμανάκι των Φωρών και το τοιχίο αντιστήριξης απέναντι πρέπει να ήταν το σημείο της σπηλιάς του Δράκου. Πρόκειται για εκτίμηση με βάση προφορικές μαρτυρίες. Αναμένουμε πιθανές διορθώσεις.
Δεν γνωρίζω πως πήρε το όνομά της, πάντως η Σπηλιά του Δράκου είναι (ή ήταν) μια ξακουστή σπηλιά στον κόσμο του ρεμπέτικου στις αρχές του 20ου αιώνα. Είναι στη Δραπετσώνα, εκεί που σήμερα είναι οι σωληνώσεις της Όιλ Ουάν, πιθανότατα στο τοιχίο αντιστήριξης που είναι εμφανές από τον λιμένα των Φωρών (λέγεται και όρμος Δραπετσώνας).
Η σπηλιά πρέπει να περιείχε προϊστορική εγκατάσταση, αλλά, κανείς δεν μπήκε στον κόπο να την εξερευνήσει, Αντίστοιχες έρευνες έγιναν σε σπηλιές στο Σχιστό και εκεί βρέθηκαν προϊστορικά ευρήματα της νεολιθικής εποχής. Για την σπηλιά της Δραπετσώνας, την σπηλιά του Δράκου, τέτοια έρευνα δεν έγινε ποτέ.
Ο Τσιτσάνης που την τραγούδησε (τραγούδι του Μπάτη) λέει στους στίχους του:
"Ζούλα σε μια βάρκα μπήκα, στη σπηλιά του δράκου βγήκα."
Αντιγράφω από το μπλογκ Cogito ergo sum μιαν όμορφη αναφορά στη σπηλιά του Δράκου.
«Πριν
τον πόλεμο, ο Πειραιάς ήταν ο παράδεισος
των χασισοποτών. Το κυνήγι που είχαν
εξαπολύσει κατά των ναρκωτικών η
αστυνομία και η χωροφυλακή, τόσο εδώ
όσο και στην Αθήνα, δεν άφηνε τους
χασισοπότες σε χλωρό κλαρί. Ειδικά μετά
τον μεταξικό νόμο “προς καταστολήν του
παρανόμου εμπορίου των ναρκωτικών
φαρμάκων” του 1937, το κυνηγητό έγινε
ανελέητο και οι χρηματικές ποινές έγιναν
εξοντωτικές. Όμως, τούτη εδώ η περιοχή,
από Δραπετσώνα μέχρι Καστέλλα, ήταν
γεμάτη με κρυφές σπηλιές, απόκρημνα
ρέματα και δυσπρόσιτες ακτές, όπου οι
χασισοπότες έκρυβαν το μαυράκι και τους
λουλάδες τους και πήγαιναν κρυφά για
να φουμάρουν.
Μια τέτοια ιστορία διηγείται ο Γιώργος Μπάτης σε ένα γνωστό τραγούδι του: “Ζούλα σε μια βάρκα μπήκα, στην σπηλιά του δράκου βγήκα”. Η σπηλιά του δράκου βρισκόταν κάπου εκεί απέναντι, δεξιά, στις ακτές της Δραπετσώνας και δεν ξέρω αν σ’ αυτήν οφείλεται το ότι προπολεμικά οι ρεμπέτες αποκαλούσαν τον Πειραιά “Πόρτο Δράκο”. Σ’ αυτή την σπηλιά, λοιπόν, ο Μπάτης και η παρέα του κρύβανε το χασίσι τους και τα συμπράγκαλά τους. Κι όποτε τους θυμιόταν, κατεβαίνανε στον μώλο, εδώ που καθόμαστε από κάτω να πούμε, παίρνανε μια βάρκα και πηγαίνανε να μαστουρώσουν με την ησυχία τους, αφήνοντας τους μπασκίνες που παρακολουθούσαν να πιστεύουν ότι πάνε απλώς μια βαρκάδα. Και τι παρέα, ε! Τρεις νοματαίοι άλφα-άλφα. Ο ένας είπαμε ήταν ο Μπάτης. Ο άλλος ήταν ο Στράτος Παγιουμτζής, ο οποίος τραγούδησε και το τραγούδι που αναφέραμε. Κι ο τρίτος ήταν ο αδικοχαμένος Ανέστης Δελιάς, ο Ανέστος ή Ανεστάκι, που άκουγε και στο παρανόμι “Αρτέμης”.»
Aπό το μπλογκ REBET CAFE αντιγράφω:
"Αν δεν υπήρχε ο Μπάτης ίσως να μην υπήρχε ο Μάρκος και ίσως και το ρεμπέτικο" άρα ίσως και το λαϊκό της αισθητικής του ρεμπέτικου. Θα πούμε λοιπόν να πηγαίνει κανείς τακτικά στη ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΔΡΑΚΟΥ στη Δραπετσώνα και να σκύβει γονυπετής ευχαριστώντας τον Θείο Μπάτη μέχρι να του κάψει ο ήλιος τον καφά (σβέρκο) και ύστερα για να ξελαμπικάρει να λέει σε κανένα βαρκάρη να του βάζει βαρίδια να κάθεται στον πάτο της θάλασσας ώσπου να σώνεται η ανάσα του και δώσ' του πάλι !! Να περνάει γονυπετής σαν ταμένος το δρόμο που πάει από τον Άγιο Διονύση στα σχολειά στην Ανάσταση που ήτανε η μάντρα του Σαραντόπουλου όπου εκεί μάζεψε τους μάγκες ο Μπάτης για να φτιάξουνε το πρώτο μαγαζί με μπουζούκια, στο μαγαζί που μέχρι τότε έπαιζε ο Στελλάκης και ο Κάβουρας ήταν οργανοπαίχτης !!»
Δεν ξέρουμε πολλά πράγματα για τη Σπηλιά του Δράκου. Κι είναι στα όρια της Όιλ Ουάν, χωρίς αυτό, βέβαια, να σημαίνει τίποτε. Όποιος γνωρίζει κάτι γι αυτήν ή έχει φωτογραφίες ή ιστορίες που να την περιέχουν, ας επικοινωνήσει με το μπλογκ μας για να τα μαζέψουμε. Η αναζήτηση και διατήρηση της ιστορικής μνήμης είναι καθήκον κι ευχαρίστηση.