Οι Φράγκοι έχουν μοιραστεί την αυτοκρατορία στα χαρτιά, όμως πρέπει να την κερδίσουν και με το σπαθί τους από τους τοπικούς άρχοντες.
Η Αθήνα πέφτει στον Όθωνα ντε λα Ρος. Μαζί με τον Βονιφάτιο τον Μοφερατικό, που παίρνει την Θεσσαλονίκη, ο Όθων έρχεται για να καταλάβει το φέουδό του.
Είμαστε στο Β' Μέρος (Η ΜΟΙΡΑΣΙΑ) του 10ου κεφαλαίου.
***************************************************
παραπομπές:
(*1) Για τον Κωνσταντίνο Λάσκαρη δεν ακούστηκε μετά τη μάχη του Αδραμυτίου το παραμικρό, ούτε ότι πιάστηκε αιχμάλωτος, ούτε ότι σκοτώθηκε αλλά ούτε και έγινε σε κανένα από τα χρονικά της εποχής η παραμικρή αναφορά στο όνομά του από τους χρονογράφους. Στο σχετικό λήμμα της αγγλικής Wikipedia αναφέρεται ότι «Τίποτε περισσότερο δεν ακούστηκε για την Κωνσταντίνο Λάσκαρη μετά την μάχη αυτή (του Αδραμυτίου) ώστε να τεκμαίρεται ότι είτε χάθηκε στην ήττα ή ότι συνελήφθη». Η “Ιστορία του Ελληνικού Έθνους”, (Εκδοτική Αθηνών), αναφέρει (στον τόμο Θ’ στη σελ. 107) ότι ο Κωνσταντίνος Λάσκαρης σκοτώθηκε το 1205 στη Μικρά Ασία πολεμώντας τους Λατίνους. Στις εγκυκλοπαίδειες (π.χ. Δομή) δεν αναφέρεται γι αυτόν τίποτε μετά το 1204 ούτε ο θάνατός του. Στη Βικιπέδια στο λήμμα για τον Θεόδωρο Λάσκαρη αναφέρεται ότι ο Θεόδωρος πήρε τον τίτλο του αυτοκράτορα το 1205 που ως τότε είχε ο αδελφός του. Αυτό όμως μπορούσε να συμβεί μόνο αν είχε θεωρηθεί ότι ο Κωνσταντίνος είχε χαθεί. Η έλλειψη κάθε πληροφορίας για θάνατο του Κωνσταντίνου Λάσκαρη, έδωσε τροφή να θεωρηθεί πως δεν είχε πεθάνει.
(*2) Άρχοντας στη Βοδονίτσα έγινε ο Παλαβιτσίνι, η Γραβιά δόθηκε στους αδελφούς Ζακ και Νικολά Σεντ Ομέρ, ο Τομά ντε Στρομονκούρ πήρε το φέουδο των Σαλώνων και στην Αττική Κύριος των Αθηνών –και γαλλιστί Σιρ ντ’ Ατέν- ο Όθων ντε λα Ρος. Όλοι ήταν υποτελείς του Βονιφάτιου κι αυτός ήταν υποτελής του αυτοκράτορα Βαλδουίνου Α’.
(*3) Ο Όθων βρισκόταν σε συνεχείς διενέξεις με τον αδελφό του που είχε σκορπίσει την περιουσία των ντε λα Ρος που ήταν μια σημαντική οικογένεια στην πατρίδα τους την Γαλλία. Ο Όθων ντε λα Ρος σκόπευε αυτή την περιουσία να την αποκαταστήσει με τα κέρδη του από το φέουδό του εδώ στην Ελλάδα, που περιέλαβε και την Θήβα και την Κόρινθο
Β’ Η ΜΟΙΡΑΣΙΑ
Οι συζητήσεις του Νικηφόρου με τον Ακοιμινάτο και τον Βαρδάνη συνεχίζονταν. Συζητούσε και με άλλους δυνατούς κτηματίες της Αττικής. Μιλούσε και με τους γενναίους που είχαν αντισταθεί στον Σγουρό. Αυτό κράτησε μήνες. Ευτυχώς είχαν χρόνο για να σκεφτούν. Οι Φράγκοι μάλωναν μεταξύ τους για το μοίρασμα των τόπων και των εξουσιών. Έδιναν χρόνο στις υπόλοιπες περιοχές να οργανωθούν, όμως, έφευγε άκαρπος. Δεν υπήρχε δυνατότητα να συγκροτηθεί στρατός ικανός. Δεν ήταν εύκολο να αντιμετωπίσει κανείς την πολεμική μηχανή των σιδερόφρακτων ιπποτών που ήταν πια απλοί κατακτητές. Δεν είχαν στο νου τους ούτε καν το πρόσχημα των Αγίων Τόπων και της Ιερουσαλήμ.
Με τον καιρό, στην Κωνσταντινούπολη έγινε η μοιρασιά. Ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας. Πήρε, άδικα, την θέση που άρμοζε στον πιο άξιο αρχηγό της σταυροφορίας, τον Βονιφάτιο του Μομφερά. Έτσι το θέλησε ο Ερρίκος Δάνδολος. Είχε περάσει τα ενενήντα του χρόνια κι ήταν ο καθοδηγητής της σταυροφορίας από την αρχή της ως το τέλος. Η διαμάχη Βαλδουίνου και Βονιφάτιου για το βασίλειο της Θεσσαλονίκης έδωσε κι άλλο χρόνο στους Ρωμαίους. Δεν οργανώθηκαν, όμως, κι ο χρόνος πέρασε ανεκμετάλλευτος. Όταν έφτασε το φθινόπωρο του 1204, οι Φράγκοι ξεκίνησαν. Τον Νοέμβριο έφυγαν οι στρατιές των Φράγκων από την Πόλη για να κατακτήσουν την Μικρασία. Λίγο νωρίτερα, ήδη από τον Οκτώβριο, ξεκίνησε ο Βονιφάτιος από τη Θεσσαλονίκη για να κατακτήσει την Ευρώπη. Είχε στον νου του τις Θεσσαλία, κυρίως Ελλάδα και Πελοπόννησο. Οι δύο στρατιές ήταν δυνατές κι ικανές να συντρίψουν κάθε αντίσταση που θα έβρισκαν. Οι αντίπαλοί τους έμοιαζαν ερασιτέχνες. Δεν είχαν ούτε τους Βαράγγους ούτε τους χιλιάδες μισθοφόρων που είχε η Πόλη.
Στην Μικρασία οι Φράγκοι βρήκαν απέναντί-τους τους Λασκαραίους. Κέρδισαν τις μάχες που δόθηκαν σε διάφορους τόπους. Ο Θεόδωρος Λάσκαρης έχασε στο Ποιμανηνό κι ο αδελφός του Κωνσταντίνος έχασε στο Αδραμύτιο. Οι Ρωμαίοι δεν έδειχναν ικανοί να αντιπαρατεθούν στους Φράγκους ακόμα κι όταν ήταν περισσότεροι. Οι Αρμένιοι της περιοχής, που ήταν αρκετοί κι ικανοί πολεμιστές, βοήθησαν τους Λατίνους. Αυτοί έγειραν αποφασιστικά τις κύριες μάχες υπέρ των δυτικών. Στη μάχη που δόθηκε τον Μάρτιο του 1205 στο Αδραμύττιο χάθηκε κι ο Κωνσταντίνος Λάσκαρης. Δεν βρέθηκε το πτώμα του αλλά δεν εμφανίστηκε από τότε πουθενά. Μετά από ένα εύλογο διάστημα αναμονής θεωρήθηκε νεκρός(*1).
Ο Θεόδωρος Λάσκαρης έμεινε μόνος Δεσπότης για την Μικρασία. Επιβίωσε σε ένα κράτος με πρωτεύουσα τη Νίκαια χάρη σε έναν αντιπερισπασμό που έγινε στη Θράκη. Ο τσάρος των Βουλγάρων και των Βλάχων Ιωάννης συμμάχησε με τους Ρωμαίους και τους Κουμάνους. Έφτιαξε έτσι έναν πολύ δυνατό στρατό κι απείλησε την Κωνσταντινούπολη. Μπροστά στον κίνδυνο, οι Λατίνοι αναγκάστηκαν να αφήσουν την Μικρασία για να ενισχύσουν την Θράκη. Έτσι, ο Θεόδωρος, με την ησυχία του, ανέκτησε τα χαμένα εδάφη. Κατάφερε να σταθεροποιήσει το κράτος του. Διαμόρφωσε μια σωστή πολιτική συμμαχιών με τους Ρωμαίους άρχοντες της περιοχής. Φρόντισε να τα έχει καλά με τον πολύ ισχυρό Σουλτάνο του Ικονίου.
Στην Τραπεζούντα, οι αδελφοί Θωμάς κι Αλέξιος του οίκου των Κομνηνών πήραν το όνομα «Μεγαλοκομνηνοί». Με την βοήθεια της θείας τους, βασίλισσας Θαμάρ της Γεωργίας, ίδρυσαν μια δική τους αυτοκρατορία. Ήταν περιτριγυρισμένοι από επικίνδυνους εχθρούς και δεν είχαν συμμάχους. Δήλωσαν υποτέλεια στον Λατίνο αυτοκράτορα κι αυτός τους υποσχέθηκε βοήθεια αν την χρειάζονταν. Στην Ήπειρο επέβαλε την εξουσία του ένας Μιχαήλ, της οικογένειας των Αγγέλων. Ξεκίνησε ως υποτελής του Βονιφάτιου, αλλά, ξεχώρισε και πορεύτηκε μόνος αυτεξούσια. Έφτιαξε ένα δικό του Δεσποτάτο από τα Γιάννινα ως τη Ναύπακτο. Για να επιβιώσει κι αυτός, δήλωσε σύμμαχος των Βενετών. Μόνο το κράτος του Σγουρού δεν είχε την τύχη των προηγουμένων. Ο Λέων δεν δέχτηκε Κύρη κι αρνήθηκε να δηλώσει υποτελής.
Πριν ακόμα ξεκινήσουν οι Φράγκοι για την Μικρασία, ο Βονιφάτιος εκστράτευσε εναντίον του Σγουρού. Ήταν τον μήνα Οκτώβρη, πριν πιάσει ο χειμώνας. Ο Βονιφάτιος ανάγκασε τον Σγουρό σε υποχώρηση μέχρι την Λάρισα. Έφτασε έξω από τα τείχη της που ήταν χαμηλά. Ο Σγουρός είδε ότι αυτά τα τείχη δεν θα κρατούσαν τους Φράγκους κι εγκατέλειψε την Λάρισα. Ο Βονιφάτιος πήγε να τον αντιμετωπίσει στις Θερμοπύλες όπου οχυρώθηκε, αλλά, ο Σγουρός έφυγε κι από ‘κεί. Δεν έδινε καν την μάχη όσο έβλεπε ότι δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τους Φράγκους αποτελεσματικά. Οχυρώθηκε στον Ακροκόρινθο κι αντιστάθηκε σθεναρά. Κράτησε υπό την κυριαρχία του κι υπεράσπισε τα κάστρα του Άργους και του Ναυπλίου. Έδειχναν κι αυτά ακατάβλητα.
Με την άμυνα του Σγουρού, οι Φράγκοι δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν πέρα από το Ναύπλιο στην Πελοπόννησο. Η Αθήνα, όμως, απροστάτευτη, έπεσε στα χέρια του Βονιφάτιου. Μετά την πτώση της Βασιλεύουσας δεν υπήρχε αυτοκράτορας ούτε άρχοντας ούτε στρατός για να αντισταθεί. Οι Φράγκοι, με βαρύ οπλισμό, κυριαρχούσαν. Ο Ακομινάτος προτίμησε να μην δώσει μια μάχη χωρίς περιεχόμενο και να αιματοκυλήσει τους κατοίκους. Παρέδωσε την πόλη ειρηνικά. Ήδη η γειτονική Θήβα είχε υποδεχτεί τον Ρήγα της Θεσσαλονίκης Βονιφάτιο με κάθε επισημότητα. Τον δέχτηκε σαν σωτήρα, σαν φυσικό αρχηγό της πόλης. Όταν ο Βασιλιάς της Θεσσαλονίκης πλησίασε την Αθήνα βρήκε μια εκούσια υποταγή και μια ψυχρή υποδοχή. Δεν αντιστάθηκαν, μα ούτε και σωτήρα τον ονόμασαν.
«Πατέρα, τι περιμένετε απ’ τον καινούριο κυρίαρχο;» ρώτησε ο Βαρδάνης τον πολύ σκεπτικό Μιχαήλ.
«Λένε πως είναι μορφωμένος.»
«Δυτικός και μορφωμένος είναι σπάνιος συνδυασμός.»
«Στη Γαλλία και στη Βόρεια Ιταλία έχουν προχωρήσει πολύ. Υπάρχουν σπουδαίοι άνθρωποι εκεί. Αν ο Βονιφάτιος έχει επηρεαστεί από αυτούς θα δει την Ακρόπολη και την Αθήνα με άλλο μάτι» είπε ο Μιχαήλ.
Ήξερε πως στο Παρίσι, την Οξφόρδη την Μπολόνια, ανθούσαν πανεπιστήμια με φιλοσοφικές σχολές.
«Μακάρι, Πάτερ. Από το στόμα σου και στου θεού τ’ αυτί!» είπε ο Βαρδάνης ανήσυχος.
Ο Μιχαήλ υποδέχτηκε τον Βονιφάτιο στην Ακρόπολη, στον ναό της Παναγιάς της Αθηνιώτισσας. Δεν γνώριζε ποια στάση θα κρατούσε ο νέος βασιλιάς απέναντι στις αρχαιότητες και στο όνομα της πόλης. Αμίλητος, περίμενε να δει αν ο νέος ηγέτης θα θαύμαζε τις δωρικές κολώνες και τα αγάλματα. Θα εντυπωσιαζόταν απ’ τις ολοζώντανες παραστάσεις στις μετόπες; Θα εκτιμούσε τα Παναθήναια και τις Τιτανομαχίες; Θα έσκυβε με ευλάβεια μπροστά στη μεγαλοπρέπεια της τελειότητας; Οι ελπίδες του έσβησαν πολύ γρήγορα.
Ο Βονιφάτιος ήταν ένας ευγενής, γενναίος κι ιπποτικός άνδρας της εποχής του. Το μόνο που τον ενδιέφερε, το μόνο για το οποίο φρόντισε, ήταν να δει ποια κειμήλια και χρυσαφικά υπήρχαν εκεί. Όχι για να τα θαυμάσει αλλά για να τα αρπάξει. Ήθελε να τα στείλει στην έδρα του τη Θεσσαλονίκη ή στην πατρίδα του, το Μομφερά. Στη βιβλιοθήκη που είχε φτιάξει ο Μιχαήλ πάνω στον ιερό βράχο, ο Ρήγας της Θεσσαλονίκης πέταξε τα βιβλία κάτω. Κατέστρεψε πολύτιμα χειρόγραφα και περγαμηνές και κακομεταχειρίστηκε -από άγνοια- ένα θησαυρό. Απ’ τις εικόνες του ναού έβγαζε τα χρυσαφικά και τα πετράδια. Αδιαφορούσε για την τέχνη του ζωγράφου ή το περιεχόμενο του έργου. Πήρε τα λύτρα που θεωρούσε ότι εδικαιούτο να πάρει σαν ανταμοιβή κι έφυγε. Ανάλογη συμπεριφορά είχαν οι ιππότες κι οι στρατιώτες του Βονιφάτιου σε ολόκληρη την πόλη της Αθήνας. Λεηλάτησαν ό,τι είχε απομείνει από την περσινή επιδρομή του Σγουρού.
«Είναι, απλά, βάρβαροι» είπε ο Βαρδάνης
«Η αμορφωσιά αποδείχτηκε πως ήταν, τελικά, μακράν ο χειρότερος εχθρός μας, Αυτή δεν μετα ούτε Ρωμιούς ούτε Γριακούς» είπε ο Ακομινάτος.
«Θα φέρουν κι εδώ Λατίνο επίσκοπο» είπε ο Βαρδάνης.
«Καιρός να τα μαζεύουμε, Γεώργιε» είπε λυπημένος κι απογοητευμένος ο μητροπολίτης.
Ο νέος Λατίνος επίσκοπος της Αθήνας, Βεράρδος, θα εγκαθίστατο πάνω στον Ιερό Βράχο. Θα μετέτρεπε τον ναό της Αθηνάς σε καθολική εκκλησία. Ο Ακομινάτος τα μάζεψε κι έφυγε από τα Προπύλαια. Ο ρόλος του στην Αθήνα είχε φτάσει στο τέλος του. Για δεκαετίες ήταν ο ηγέτης της πόλης. Τώρα πια δεν άντεχε άλλο, ήθελε να φύγει.
Για ένα έτος περίπου φιλοξενήθηκε απ’ τον Δωρόθεο στο “Καρτέρι”. Αργότερα απ’ τον Νικηφόρο στο «Σερφιώτικο”, όταν επισκευάστηκε κι έγινε κατοικήσιμο. Μέχρι τον Οκτώβρη του 2005 ήταν στην Αθήνα. Όταν πια έφυγε, κράτησε τακτική αλληλογραφία με τον Νικηφόρο. Μαζί του έφυγε κι ο Γεώργιος Βαρδάνης, αλλά, αργότερα, επέστρεψε στην Αθήνα παρά τις αντιρρήσεις του Μιχαήλ. Ο Βαρδάνης ήταν αρχαιολάτρης κι ήθελε να ζήσει στην Αθήνα. Είχε διδαχτεί Όμηρο, τραγωδίες και φιλοσοφία από τον Ακομινάτο. Ήταν εχθρός των Φράγκων που είχαν καταλύσει την ρωμαϊκή εξουσία. Βρήκε καταφύγιο σε μια φτωχική Μονή στον Υμηττό που οι καθολικοί την είχαν αφήσει για τους ορθόδοξους μοναχούς.
Ο Βονιφάτιος σε όλη του τη διαδρομή από τη Λάρισα ως το τρίγωνο Κόρινθος-Ναύπλιο-Άργος μοίραζε φέουδα. Όλοι οι υποτελείς του(*2) που τον ακολουθούσαν ήταν ικανοποιημένοι. Έτσι εξασφάλιζε τα νώτα από κάθε αιφνιδιασμό σε περίπτωση που θα χρειαζόταν να υποχωρήσει γρήγορα. Εκπλήρωνε και τις υποσχέσεις που είχε δώσει στους ευγενείς για νέες κατακτήσεις και για δικές τους χώρες. Η επιχείρηση είχε πετύχει κι όλοι είχαν δικαιώματα στη νομή. Η Αθήνα κι η Θήβα δόθηκαν στον Όθωνα ντε λα Ρος που ήταν από την Βουργουνδία(*3).
Ο Όθων εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Μαζί του έφτασε και μια φράγκικη αριστοκρατία με την πολυχρωμία της. Είχαν γλώσσα γαλλική και πίστη καθολική. Αυτοί οι ιππότες έδειξαν διάθεση να συνεργαστούν με το ντόπιο στοιχείο. Δεν κυνήγησαν με φανατισμό την ανατολική εκκλησία ούτε κατακρεούργησαν την ντόπια αριστοκρατία. Έβαλαν τους Ρωμιούς άρχοντες στη θέση της χαμηλής δικής τους αριστοκρατίας. Οι άλλοι κάτοικοι έγιναν δουλοπάροικοι, κτήματα των φεουδαρχών. Όλοι έδιναν όρκο τιμής στον Όθωνα κι αυτός στον Βαλδουίνο.
Ο Όθων κι οι άλλοι φεουδάρχες ήταν όλοι τους μέλη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας των Λατίνων. Τα δυο πρώτα χρόνια μετά την Άλωση η αυτοκρατορία βρισκόταν σε αναβρασμό. Την ταλάνιζαν εμφύλιες διενέξεις μεταξύ των ευγενών και την απειλούσαν οι Βούλγαροι, οι Κουμάνοι κι οι Βλάχοι. Ο τοπικός πληθυσμός δεν ένιωσε άμεσα την πίεση των κατακτητών που είχαν πολλά προβλήματα να αντιμετωπίσουν.
Όταν οι Λατίνοι λεηλάτησαν την Βασιλεύουσα, πολλοί Ρωμιοί βρήκαν καταφύγιο στους Βουλγάρους. Εκεί πήγε κι ο Πατριάρχης Καματηρός όταν έφυγε από την Πόλη. Έκανε μια προσπάθεια να επηρεάσει τον Ιωάννη να διώξει τους Λατίνους. Του ζήτησε να επαναφέρει την Ορθοδοξία στην Πόλη, αλλά, σύντομα είδε ότι η προσπάθεια ήταν μάταιη. Η Αδριανούπολη και το Διδυμότειχο κάλεσαν τους Βουλγάρους να τους δώσουν προστασία. Ο Ιωάννης επενέβη αμέσως, όχι βέβαια για χάρη του Πατριάρχη ή των Ρωμαίων, αλλά, για δικό του λογαριασμό. Πήρε μάλιστα από έναν λεγάτο του Πάπα το σκήπτρο του βασιλιά. Ορκίστηκε στον Πάπα. Ο Καματηρός, παρέμεινε στην Αδριανούπολη με τους Βούλγαρους, αλλά απογοητεύτηκε. Οι Ρωμιοί φοβήθηκαν τον τσάρο Ιωάννη όταν άρχισε να εξοντώνει τις ρωμαϊκές πόλεις που κατακτούσε. Η βουλγαρική απειλή μετατράπηκε σε τρόμο. Διαδόθηκε ο “μύθος” ή η “αποκάλυψη” ότι ο Ιωάννης ονειρευόταν να ονομαστεί “Ρωμαιοκτόνος”. Θα εκδικείτο τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β’ που είχε χαρακτηριστεί “Βουλγαροκτόνος”. Όλα αυτά έκαναν τους Ρωμιούς να έρθουν κοντά στους Φράγκους. Τους είδαν μάλλον σαν προστάτες τους από έναν προαιώνιο εχθρό.
***************************************************
Την Δευτέρα η συνέχεια