Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

ΤΟ ΕΝΣΤΟΛΟ ΚΡΑΤΟΣ


Η προοπτική να αναλάβει ο Σύριζα σχετικά σύντομα την πολιτική εξουσία εμπεδώνεται σιγά-σιγά στην κοινωνία, ωστόσο η προσδοκία αυτή δεν συνοδεύεται από ανάλογη αισιοδοξία. Το κλίμα εδώ και αρκετό καιρό έχει στραβώσει και η φρενιτιώδης διάθεση για αλλαγή των πάντων “εδώ και τώρα” έχει ανακοπεί. Κάποιοι, απλά, ελπίζουν ότι αύριο θα ξημερώσει μια καλύτερη μέρα ενώ κάποιοι άλλοι παλεύουν για να φτιάξουν αυτό το καλύτερο αύριο. Για την πλειοψηφία του κόσμου, όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Οι πολλοί, είτε αδυνατούν να ελπίσουν σε κάτι καλύτερο, αφήνοντας τον εαυτό τους να βυθίζεται στην απελπισία, είτε δυσκολεύονται πολύ να κάνουν κάτι για να δημιουργήσουν τις συνθήκες ώστε να έρθει το καλύτερο. Πρόκειται για μια τάση του γενικού πληθυσμού που αποτυπώνεται εξ ίσου καλά τόσο από τις μετρήσεις των ευρωβαρόμετρων και των εντοπίων δημοσκοπήσεων όσο και από την καθημερινή εμπειρία των συζητήσεων με φίλους και γνωστούς.
Εξαίσιοι συγγραφείς ή πρωτόγονοι σημειωματογράφοι προβάλουν όψεις της καθημερινότητας ή προβλέπουν τα μελλούμενα με τρόπο που μαυρίζει η ψυχή του άδολου αναγνώστη. Το πλήθος των πληροφοριών στο διαδίκτυο, οι απόψεις που ακούγονται από όλα τα στρώματα και τις κατηγορίες των ανθρώπων οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα. Μια βαθιά απαισιοδοξία κυριαρχεί παντού.
Η πραγματικότητα επιβεβαιώνει ότι αυτή η εικόνα δεν είναι ψυχοπαθολογικό σύμπτωμα ή ψευδαίσθηση. Κάποιοι πεινούν, ψάχνουν στα σκουπίδια να βρουν κάτι αξιοποιήσιμο. Τα συσσίτια είναι γεμάτα, άστεγοι κατασκηνώνουν σε κεντρικούς δρόμους. Άλλοι δεν κρύβουν την αγωνία τους για το αύριο, αν αρρωστήσουν, αν χάσουν τη δουλειά τους, αν βρεθούν σε μια ανάγκη. Οι φυλακές έχουν γεμίσει με οφειλέτες και πάρα πολλοί πρώην τακτοποιημένοι μικροαστοί νιώθουν τη μέγγενη των κόκκινων δανείων να σφίγγει γύρω τους. Έχουν γίνει πια πάρα πολλοί εκείνοι που νιώθουν μια τεράστια απογοήτευση γιατί η ζωή τους, που καλυτέρευε επί αρκετές δεκαετίες αλλά, τώρα, κατέληξε σε ένα νεκροταφείο ελπίδων. Κανείς δεν ελπίζει πια στο αύριο!
Από αυτόν τον μαρασμό το κράτος εξαίρεσε τους δικούς του ανθρώπους. Παπάδες, αστυνομικοί στρατιωτικοί, δικαστικοί και άλλοι ένστολοι πήραν πίσω τα εισοδήματα και τα επιδόματά τους και τώρα περιμένουν τα αναδρομικά. Εδώ το φαινόμενο της κατάθλιψης αντιστράφηκε και αν δεν πανηγυρίζουν δημόσια είναι γιατί, συνετά, προσπαθούν να κρύψουν τη χαρά τους. Χαίρονται για τους μισθούς που παίρνουν και τα χρήματα που θα τους επιστραφούν αλλά, κυρίως, νιώθουν δικαιωμένοι. Σε ανώτατο δικαστικό επίπεδο, κρίθηκε ότι για το πραγματικό κράτος, τους ένστολους που το αποτελούν, δεν πρέπει να υπάρχει κρίση. Το κράτος που επιβάλει τη λιτότητα στους πολίτες του οδηγώντας πολλούς στην εξαθλίωση και άλλους στην απελπισία, πρέπει να μείνει αλώβητο. Όχι μόνο οι υπουργοί και οι τραπεζίτες και οι βουλευτές αλλά και όλοι όσοι το συναποτελούν σαν μηχανισμοί διατήρησης και επιβολής πρέπει να εξαιρεθούν της καταστροφής.
Είναι σαν να μας λένε ότι για να μπορέσει η καταστροφή να ολοκληρωθεί πρέπει το σύστημα που την καθοδηγεί και την επιβάλει να μην υποστεί τις διαβρωτικές της συνέπειες. Οι υπουργοί αποφασίζουν άρα πρέπει να διασωθούν. Οι βουλευτές αποφασίζουν, άρα πρέπει κι αυτοί να διασωθούν. Οι δικαστικοί επικυρώνουν τις αποφάσεις περί λιτότητας ή διορθώνουν τα ”λάθη”, άρα να διασωθούν. Οι παπάδες ευλογούν άρα να διασωθούν. Οι αστυνομικοί με το μονοπώλιο της βίας επιβάλλουν τις αποφάσεις, άρα να διασωθούν. Οι στρατιωτικοί είναι οι τελικοί εγγυητές της εφαρμογής, άρα να διασωθούν. Μαζί τους και οι πυροσβέστες που δεν υπήρχε λόγος να διασωθούν αλλά ήταν τυχεροί γιατί φορούν κι αυτοί στολές, έστω και κόκκινες.
Οι υπόλοιποι δημόσιοι υπάλληλοι, είτε είναι γιατροί, είτε καθηγητές, είτε επιστήμονες είτε γραφιάδες είτε οδοκαθαριστές είτε καθαρίστριες, είναι όλοι τους αναλώσιμοι. Θα υποστούν τις “θυσίες” δηλαδή την αφαίμαξη, και δεν θα μπορούν να διαμαρτύρονται γιατί οι αποφάσεις έχουν ανώτατη δικαστική σφραγίδα και η εκτέλεσή τους, για όποιον διαφωνήσει, εναπόκειται στο κυρίως κράτος των ένστολων.
Η ανισορροπία στην κοινωνία επιβλήθηκε πλήρως. Από τις σχέσεις ισοδυναμίας, όπως θα έλεγε ένας μαθηματικός, περάσαμε στις σχέσεις διάταξης. Δεν είμαστε πια ένα σύνολο με ομάδες που συνδέονται με σχέσεις ισοβαρείς ανάμεσά τους αλλά με σχέσεις ανισότητας, ιεραρχίας. Οι από πάνω και οι από κάτω. Και στην κορυφή οι Γερμανοί!
Όχι πως ήταν όλοι ίσοι πριν το 2010, ούτε καν απέναντι στον νόμο, είχαμε όμως ένα κράτος που διακήρυττε την ισότητα ακόμα και όταν την καταπατούσε. Τώρα το κράτος διακηρύσσει την ανισότητα για να βάλει τις μηχανές του κοινωνικού αυτοματισμού να δουλέψουν στο φουλ. Είναι το ίδιο το κράτος που διαχωρίζει την κοινωνία για να την διασπάσει και να της επιβληθεί. Σπρώχνει στην πρώτη σειρά της επικαιρότητας φαιδρές προσωπικότητες (π.χ. Αδώνηδες, Γιακουμάτους και Βούλτεψες) για να μας δείξει ότι αυτοί μας αξίζουν. Όταν αυτοί είναι οι “επάνω” από εμάς, σκέψου πόσο λίγο αξίζουμε εμείς! Ο Μπαλούρδος μένει έξω από την κρίση ενώ ο Γλέζος κι ο Θεοδωράκης, που δέχονται τα χτυπήματά του στην πλατεία, είναι όντα ενός κατώτερου θεού. Όσο δεν ορθώνεται πειστική απάντηση σε αυτό, ο μηχανισμός που μας κυβερνά θα θριαμβεύει.
Υπάρχει διέξοδος; Είναι αρκετή η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από ένα κόμμα (τον Σύριζα) για να αλλάξει η κατάσταση; Υπάρχει το αντικειμενικό πλαίσιο που θα στηρίξει την αλλαγή;
Καμιά εύκολη απάντηση δεν υπάρχει σε αυτά τα ερωτήματα. Γι αυτό και η πλειοψηφία του κόσμου είναι βυθισμένη σε μια βουβή απελπισία. Πως θα πάρει εμπρός η οικονομία για να μειωθεί η ανεργία; Θα μας δώσουν κεφάλαια αυτοί ακριβώς που μας τα έκοψαν για να μας βάλουν σε αυτόν τον δρόμο; Πως θα ξαναστηθεί στα πόδια του το σύστημα υγείας, πως θα ξαναβρούν τη δύναμή τους τα ταμεία; Πως θα ξαναφτιαχτούν οι κοινωνικές δομές που διαλύθηκαν; Όλοι ξέρουν, είτε κυβερνητικοί, είτε αντιπολιτευόμενοι, ότι όλα αυτά δεν ξαναγίνονται εύκολα, θα χρειαστούν ίσως δεκαετίες. Ό,τι χάθηκε, χάθηκε. Αυτή είναι η αλήθεια!
Πως θα κινηθεί ξανά η οικονομία; Με επενδύσεις που, όταν και αν γίνουν, θα δίνουν μισθούς των 400 ευρώ; Με την κατανάλωση να έχει μειωθεί κι άλλο εξ αιτίας των νέων περικοπών στις συντάξεις και με την εξάντληση, λόγω φόρων και υποχρεώσεων, και των τελευταίων μικρών αποταμιεύσεων; Τώρα που τα ακίνητα έχουν μετατραπεί από σίγουρη επένδυση σε επικίνδυνη παγίδα, ποιος θα αγοράσει σπίτι, με τι χρήματα, με ποιο δάνειο από ποια τράπεζα και με ποια δυνατότητα αποπληρωμής; Κι αν δεν αγοράζει πια κανείς, πως θα κτιστούν νέα σπίτια για να δουλέψει η οικοδομή και να κινηθεί η οικονομία;
Από που θα αντλήσει αυτός ο νέος ελληνισμός το κουράγιο να ξανασηκωθεί; Ο Σύριζα υπόσχεται πως θα προσπαθήσει. Δεν ξέρω τι θα καταφέρει, δίνει όμως τη μία και μοναδική ελπίδα αυτή τη στιγμή ότι μπορεί ταρακουνήσει τα λιμνάζοντα ύδατα. Ίσως έτσι να ξεπροβάλει η νεράιδα μάγισσα και να μας λυτρώσει. Δεν είναι άσχημο να υπάρχει η ελπίδα, είναι όμως πολύ άσχημο να την βλέπεις να πεθαίνει. Αυτός ακριβώς είναι ο φόβος που συνοδεύει τον Σύριζα, μήπως μαζί του πεθάνει και η τελευταία ελπίδα.
Χωρίς όμως την οικονομική ανάκαμψη, η προσπάθεια να στηθεί στα πόδια του ξανά ένα κράτος δικαίου, μια κοινωνία που θα έχει ως αξίες της την ισοδυναμία και όχι την διάταξη, την ισότητα και όχι την ιεραρχία, δεν έχει ελπίδες να πετύχει. Ποιος όμως θα πετύχει να φέρει την οικονομική ανάκαμψη αλλάζοντας ταυτόχρονα το ιδεολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η κοινωνία και το οποίο από το 2010 τρέχει με επιταχυνόμενους ρυθμούς προς τα δεξιά και ακροδεξιά;
Δεν υπάρχει άλλος για να το κάνει, μόνο εμείς, ο λαός, μπορούμε Με τις επιλογές μας και με τη στήριξη που θα δώσουμε στις δυνάμεις που θα θελήσουν και θα μπορέσουν να μας εκπροσωπήσουν. Όχι με εκχωρήσεις και αναθέσεις αλλά με συμμετοχή και καθημερινό αγώνα.
Θα είναι πολύ δύσκολο, το ξέρουμε. Οι νεοφιλελεύθεροι ξένοι θα θέλουν να συντρίψουν την αριστερά στην Ευρώπη. Φοβούνται τις ελπίδες που θα γεννήσει αν την αφήσουν να ανθίσει. Θα θέλουν πολύ να την τσακίσουν και θα έχουν στο οπλοστάσιό τους πυρηνικά οικονομικά όπλα απέναντι στα γιαταγάνια του κοιμώμενου λαϊκού κινήματος. Παρ’ όλα αυτά, το μόνο που μας μένει να κάνουμε είναι να αγωνιστούμε. Με γνώση των δυσκολιών και με αρκετή υπομονή και καρτερία.
Καμιά ελπίδα δεν έχουμε όσο πορευόμαστε την ίδια στραβή πορεία. Και δεν πρέπει να διστάσουμε να περάσουμε από καθαρτήριο πυρ αν πρόκειται να χαράξουμε έναν καινούριο δρόμο. Ακόμα κι αν αυτός ο δρόμος περνά από την δραχμή που θα συνοδευτεί με ακόμη μεγαλύτερη οικονομική ανέχεια. Ακόμα κι αν περνά μέσα από μερικά τρανταχτά όχι στην ΕΕ και σε μια προσωρινή απομόνωσή μας. Χωρίς κόστος και ρίσκο δεν μπορεί να περιμένουμε τίποτε άλλο παρά μόνο την είσοδο των βαρβάρων και την αργή μας πτώση ως τον πάτο του βαρελιού που ακόμα δεν έχει καν διαφανεί ως ποιο απύθμενο βάθος φτάνει.

(πρόκειται για άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΠΟΛΙΤΕΣ πριν από ένα μήνα περίπου)