Ξεκινώντας σήμερα τη δημοσίευση του βιβλίου "Το Βασίλειο του Θεού και η Συνωμοσία της Νίκαιας" σημειώνω τα εξής:
1.- Θα δημοσιεύω τελικά, κάθε μέρα ένα κομμάτι, περίπου 1.000-2.000 λέξεων (αντί για Δευτέρα-Τετάρτη-Παρασκευή που ήταν η αρχική σκέψη)
2.- Παραπομπές και πραγματολογικά στοιχεία (όταν υπάρχουν), θα τα αναφέρω στην αρχή του κάθε αποσπάσματος κι όχι στο τέλος. Νομίζω πως έτσι θα διευκολύνω την ανάγνωση αφού ο αναγνώστης θα έχει υπ' όψη του τις διευκρινίσεις.
Ειδικά για το σημερινό πρώτο απόσπασμα, να πω ότι πρόκειται για μυθοπλασία στηριγμένη σε πολύ διαδεδομένες την εποχή εκείνη απόψεις. Πίστευαν στην ύπαρξη ενός Ιερέα Ιωάννη που είχε να εκτελέσει μιαν αποστολή. Η αποστολή του ήταν το Θεϊκό Βασίλειο. Πρωτοπλάσματα όλα αυτά των κατοπινών Ροδόσταυρων και τις Τεκτονικών Στοών. Σχετικά βιβλία έχουν γράψει πολλοί, με μυθοπλασίες ή καταγραφή των μύθων που έτρεχαν.
Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, περιγράφει την μύηση δυό πιθανών αυτοκρατόρων (της Πόλης και του Ρουμ) στην αναζήτηση του Ιερέα Ιωάννη και του θεϊκού του βασιλείου.
Δεν είναι αυτή η συνωμοσία της Νίκαιας, φυσικά.
Τα πραγματολογικά στοιχεία, οι παραπομπές για το σημερινό πρώτο κεφάλαιο έχουν ως εξής (σήμερα είναι ιδιαίτερα πολλές, δεν θα είναι έτσι στη συνέχεια):
(1)
Το 1071
ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ Ρωμανός ξεκίνησε
με όλο τον Ρωμαϊκό στρατό για να καταβάλει
τον Σελτζούκο Τούρκο Αρπ Ασλάν που
βρισκόταν στα σύνορα της Ρωμανίας στη
σημερινή Αρμενία. Ο στρατός των Ρωμαίων
ηττήθηκε στο Ματζικέρτ
και ο Ρωμανός συνελήφθη αιχμάλωτος.
Μετά από αυτό, η εγκατάσταση των Τούρκων
στην Μικρασία έγινε οριστική αν και
επιβλήθηκε σταδιακά και σε βάθος χρόνου.
(2)
Ευδαίμων
Αραβία (λατινικά: Felix
Arabia) ήταν η Υεμένη
που ήταν πολύ μεγάλο κράτος και σε έκταση
αλλά και σε σημασία. Εκτεινόταν από τον
Περσικό κόλπο μέχρι και την σημερινή
Αιθιοπία και την μισή περίπου νότια
αραβική χερσόνησο.
(3)
Ο
“Ποιμάνδρης”
(ποιμήν ανδρών) είναι κείμενο πιθανώς
του 2ου μΧ αι. και αποτελεί χαρακτηριστικό
δείγμα του συγκρητισμού των αυτοκρατορικών
χρόνων. Περιέχει κείμενα κατά κύριο
λόγο αποκαλυπτικά αλλά και κείμενα με
αστρολογικό, αλχημιστικό και φιλοσοφικό
περιεχόμενο. Είναι μέρος μιας συλλογής
έργων υπό τον τίτλο Ερμής Τρισμέγιστος
~ Θωθ. Το περιεχόμενο των έργων στηρίζεται
σε ελληνικές αντιλήψεις και ιδιαίτερα
εμφανής είναι η επίδραση των νεοπλατωνικών
αντιλήψεων. Κατά την Wikipedia
πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι το
“Ποιμάνδρης” προέρχεται από το
αιγυπτιακό «pεime-nte-Re»
που σημαίνω “γνώση του Ρε” κάτι σαν
“Νους του Θεού”.
(4)
Ερμής
Τρισμέγιστος (ο
τριπλός μάγος)
ήταν το όνομα που χρησιμοποιούσαν κατά
την Αρχαιότητα οι
Έλληνες για
τον σεληνιακό θεό
των Αιγυπτίων Θωθ,
προστάτη και εμπνευστή της αστρολογίας και
της αλχημείας που
ταυτίσθηκε
με τον Ερμή της
ελληνικής μυθολογίας. Του αποδίδονταν
πλήθος ανακαλύψεων όπως της γλώσσας,
του αλφαβήτου,
της γεωμετρίας,
της αριθμητικής, της αστρονομίας,
της ιατρικής,
της γυμναστικής,
του χορού,
της μουσικής,
της γλυπτικής και
κάθε τέχνης ή επιστήμης, ή ακόμα λόγω
της τριπλής όπως πίστευαν ιδιότητάς
του ως φιλοσόφου, ιατρού και βασιλέως.
Αποτελούσε το σύμβολο της θείας διάνοιας,
"ο ζων λόγος" όπως τον αποκαλούσαν,
η ενσαρκωμένη σκέψη. Στον "Τρισμέγιστο
Ερμή" αποδίδονται πολλά ελληνικά
συγγράμματα τα οποία γράφηκαν κατά
τη ρωμαϊκή
εποχή και
εκπροσωπούσαν το διανοητικό κίνημα
του ερμητισμού.
Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται ο «Λόγος
τέλειος», σε λατινική μετάφραση με την
επιγραφή «Ασκληπιός» ή «Ερμού Τρισμέγιστου
Ασκληπιός ήτοι περί φύσεως θεών διάλογος»,
ο «Ερμής Τρισμέγιστος Ποιμάνδρης» και
οι «Κυρανίδες» (ή Τυρανίδες), καθώς και
άλλα συγγράμματα ιατρομαθηματικά,
αστρονομικά κ.ά. Ο Ερμής ο Τρισμέγιστος
έγινε γνωστός στη Δύση κατά
την Αναγέννηση όταν
ο Μαρσίλιο
Φιτσίνο μετάφρασε
στα λατινικά το ελληνικό κείμενο των
σωζόμενων ερμητικών γραπτών, γνωστών
σήμερα ως Hermetica ή
Corpus
Hermeticum.
Το κείμενο αποτέλεσε πηγή έμπνευσης
για τους αλχημιστές και κρατούνταν
μυστικό. Από εδώ προέρχεται και η
ετυμολογία της "ερμητικής γνώσης"
και του "ερμητικός.
(5)
Μετάφραση
του κειμένου στα νέα ελληνικά: “Και
ο πατέρας όλων, ο Νους, που είναι ζωή και
φως, γέννησε τον άνθρωπο, ίσον με τον
εαυτόν του, τον οποίο και αγάπησε ως
γέννημα δικό του. Κι ήταν πανέμορφος ο
άνθρωπος γιατί είχε την εικόνα του
πατέρα του. Επειδή ο θεός αγάπησε την
ίδια του τη μορφή, του παρέδωσε όλα του
τα δημιουργήματα”.
(6)
Η
ρωμαίικη εκφορά του ονόματος του
Γιγιαθαντίν ήταν Ιαθατίνης.
Η
Συνωμοσία της Νίκαιας
και
το Βασίλειο του Θεού
Στις
απαρχές του νέου Ελληνισμού
1201-1211
μ.Χ.
1201
μ.Χ.
Α’
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ
Η
τεράστια αίθουσα κάτω τον
Ναό της Αγιασοφιάς
ήταν άγνωστη
σε όλους, ακόμα και στους αυτοκράτορες.
Ολόκληρη η Κωνσταντινούπολη, ήταν γεμάτη
με κατακόμβες,
διαδρομές,
αίθουσες και κελιά κάτω από την επιφάνεια
της γης. Ήταν
ένα σύστημα γνωστό στους ηγεμόνες της
βασιλεύουσας
Πόλης
του κόσμου. Αυτή την αίθουσα, όμως, κάτω
από το Ιερό Τέμπλο του Ναού της Αγίας
Σοφίας την γνώριζαν μόνον
ελάχιστοι. Ήταν οι
συνωμότες της Ερμητικής Ιεραρχίας που
την χρησιμοποιούσαν. Ένα
σύστημα αεραγωγών εξασφάλιζε εξαερισμό
κι ατμόσφαιρα
σωστή.
Ακτίνα του ήλιου δεν είχε εισχωρήσει
ποτέ εκεί μέσα. Μόνο διαμέσου
μιας
θύρας,
καλά κρυμμένης
στο Ιερό του ναού της Αγιασοφιάς, μπορούσε
κανείς να φτάσει εδώ.
Παραδόξως,
η αίθουσα ήταν στολισμένη με μαρμάρινα
ή χάλκινα αγάλματα αρχαίων θεών. Ήταν
γεμάτη παγανιστικά συμπλέγματα ζώων
κι ανθρώπων. Υπήρχαν ακόμη ανεικονικά
σύμβολα και σχήματα που θύμιζαν
μουσουλμανικά τεμένη ή παλαιοχριστιανικές
εκκλησίες. Πυρσοί που τρεμοέσβηναν την
φώτιζαν. Πάνω σε ράφια βρίσκονταν πάπυροι
και κώδικες. Αν και κάτω από τον μεγαλύτερο
ναό της χριστιανοσύνης, δεν ειχε πουθενά
εικόνες του Χριστού ή των Αγίων.
Στο
κέντρο της αίθουσας στέκονταν όρθιοι
δυο νεαροί άντρες, μαυρομάλληδες με
χιτώνες λευκούς. Μπροστά τους, σε ένα
ελάχιστα υπερυψωμένο βάθρο, στεκόταν
ένας μεγαλύτερος σε ηλικία άντρας. Ήταν
ντυμένος με χρυσοποίκιλτα άμφια. Το
στέμμα που φορούσε κι η ποιμαντορική
ράβδος που κρατούσε θύμιζαν Φαραώ. Ο
ένας νεαρός ήταν ο δεκαεννιάχρονος γιος
του πρώην αυτοκράτορα Ισαάκιου Β’, ο,
Αλέξιος. Ήταν ανιψιός του νυν αυτοκράτορα
Αλέξιου Γ’ της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Ο άλλος νέος ήταν ο εικοσιεξάχρονος
Γιγιαθαντίν Καϊχοσρόης. Ήταν αδελφός
του Ρουκναλντίν Σουλεϊμάν Β’, του
Σουλτάνου της μουσουλμανικής Ρωμανίας.
Ο άντρας μπροστά τους ήταν ο Πατριάρχης
Καματηρός Ιωάννης.
«Εξοχότατοι,
η διδαχή ολοκληρώθηκε. Είστε οι εκλεκτοί
που θα φροντίσετε να εκπληρώσετε
την προφητεία! Για το δικό
σας καλό, αλλά, και της οικουμένης.»
«Αμήν»
είπαν και οι δύο.
Τον
κοιτούσαν με σεβασμό σαν μαθητές τον
δάσκαλο. Το μέλλον τους σημαδευόταν
ανεξίτηλα αυτή τη στιγμή.
«Θα
γίνετε βασιλιάδες της Ρώμης, όπως το
απαιτεί και η προφητεία»
είπε ο Καματηρός.
Από
το στόμα σου και στου Θεού ή του Αλλάχ
το αυτί, σκέφτηκαν κι οι δύο. Ναι, ήταν
πιθανό αλλά καθόλου σίγουρο αυτό που
έλεγε ο Καματηρός. Για να εκπληρωθεί η
προφητεία έπρεπε πρώτα να αποκτήσουν
τίτλο του “βασιλιά της Ρώμης”. Ο Αλέξιος
ήλπιζε πως θα καθόταν κάποια στιγμή
στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Ο
Γιγιαθαντίν ήλπιζε να ξαναγυρίσει
σύντομα στον θρόνο του στο Ικόνιο. Ο
θρόνος της Πόλης ανήκε στον Βασιλέα της
Ρώμης, ο θρόνος του Ικονίου στον Σουλτάνο
του Ρουμ. Σουλτάνος του Ρουμ σήμαινε
“βασιλέας της Ρώμης” στα τουρκικά. Ο
Γιγιαθαντίν είχε ήδη χριστεί στο παρελθόν
σουλτάνος ενώ ο Αλέξιος όχι ακόμη. Ο
Τούρκος σκόπευε να ανακτήσει έναν θρόνο
που ήταν για έξι χρόνια δικός του πριν
τον χάσει από τον αδελφό του. Ο Αλέξιος
ανυπομονούσε να ανατραπεί ο σφετεριστής
θείος του Αλέξιος Γ’. Ο θείος που είχε
κλέψει τον θρόνο από τον πατέρα του
Ισαάκιο τυφλώνοντάς τον και φυλακίζοντάς
τον.
«Πλησιάζει
η ώρα σου, νεαρέ Ρωμαίε γόνε του
γένους των Αγγέλων. Ως αυτοκράτωρ
Αλέξιος Δ’, θα ανέλθεις στον θρόνο της
Βασιλεύουσας» είπε ο Καματηρός.
Τόνιζε
μία-μία τις λέξεις που χρησιμοποιούσε.
«Και
για σένα, νεαρέ γόνε των ενδόξων
Σελτζούκων, θα έρθει η στιγμή σου.
Ως σουλτάνος
Καϊχοσρόης Α’ και
πάλι, θα
ξαναπάρεις τον θρόνο σου στο Ικόνιο!»
«Αμήν,
Μακαριότατε» είπαν σκύβοντας το
κεφάλι.
«Και
τότε, ως Βασιλιάδες της Ρώμης, θα μπορείτε
με βάση τις Γραφές να προχωρήσετε.
Θα αναζητήσετε τον Ιερέα Ιωάννη και
το Θεϊκό του Βασίλειο!»
«Αμήν,
Μακαριότατε» επανέλαβαν με
σεβασμό.
Ο
Πατριάρχης Καματηρός, μέγας Δάσκαλος
Ερμηνευτής του Ερμή του Τρισμέγιστου,
ήξερε τι έλεγε. Για πάνω από εκατό χρόνια
τώρα, οι Ρωμανίες στην Μικρά Ασία ήταν
δύο. Η μάχη του Ματζικέρτ(1),
η σύγκρουση Ισλάμ-Χριστιανοσύνης, είχε
σαν αποτέλεσμα την καταστροφή του
ρωμαϊκού στρατού. Για δέκα χρόνια είχε
επικρατήσει χάος σε ολόκληρη την
Ανατολία. Ο Σελτζούκος πρίγκιπας
Σουλεϊμάν Κουτλουμούς επέβαλε την
ειρήνη δημιουργώντας το Σουλτανάτο του
Ρουμ. Από τότε αυτό το σουλτανάτο
συμβιώνει με τους Ρωμαίους, πότε με
πολέμους και πότε ειρηνικά. Η μάχη στο
Μυριοκέφαλο, πριν εικοσιπέντε χρόνια,
διέλυσε κάθε αμφιβολία ως προς την
βιωσιμότητα του σουλτανάτου. Έτσι στην
Μικρασία, εδώ και πάνω από εκατό χρόνια,
ζουν δυο “Ρωμανίες”. Η χριστιανική
έχει πρωτεύουσα
την Κωνσταντινούπολη κι η μουσουλμανική
το Ικόνιο. Τα δύο κράτη έχουν
διαφορετικό πολιτισμό, γλώσσα και
θρησκεία αλλά ζουν σαν γείτονες. Δέθηκαν
στενά και δεν μπορούν πλέον να χωρίσουν.
Σύνορό τους είναι μια ασαφής γεωγραφική
ζώνη στην οποία κυριαρχούν οι Ρωμιοί
Ακρίτες κι οι Μουσουλμάνοι Γαζήδες.
Είναι τοπικοί άρχοντες με δικούς τους
στρατούς και δικές τους δικαιοδοσίες.
«Οι
θρόνοι που θα πάρετε δείχνουν
λαμπροί κι ένδοξοι. Να
ξέρετε, όμως, ότι είναι προσωρινοί
κι ανάξιοι μπροστά στον θείο Νου»
είπε ο Καματηρός. «Θρόνοι
ανθρώπων υποκείμενοι στο καλό και το
κακό και όχι πέραν αυτού!
«Το
Βασίλειο του Θεού στέκει πάνω
από Χριστιανούς, Μουσουλμάνους, Εβραίους
κι άπιστους» είπε ο Αλέξιος. «Είναι
εγκατεστημένο στην ανατολή σε άγνωστο
μέρος που εμείς θα το ανακαλύψουμε. Θα
ψάξουμε ολόκληρη
την οικουμένη, μετά τις Ινδίες και την
Ευδαίμονα Αραβία(2),
κοντά στον παράδεισο.»
«Είμαστε
οι προορισμένοι για να αναζητήσουμε
το Ιερό Δισκοπότηρο και τον ποταμό
Σαββατίωνα» είπε ο Γιγιαθαντίν.
«Θα βρούμε τον Ιερέα Ιωάννη και
θα τον διαδεχτούμε.»
«Θα
ενώσουμε τον κόσμο ολόκληρο. Όλοι
κάτω από ένα σκήπτρο, μια θέληση,
ένα Θεό!» είπαν και οι δυο μαζί.
«Πολύ
ωραία!»
συμφώνησε ο
Δάσκαλος της Ερμητικής Συνωμοσίας.
Ο
Καματηρός τους ευλόγησε με ευχές
χριστιανικές και μουσουλμανικές μαζί
στα ελληνικά και στ’ αραβικά. Ύστερα
διάβασε μελωδικά ένα απόσπασμα από ένα
βιβλίο χρυσόδετο. Ήταν στολισμένο με
πολύτιμους λίθους που άστραφταν και το
κρατούσε στα χέρια του ευλαβικά. Δεν
ήταν ούτε η Βίβλος ούτε το Κοράνι ούτε
η Τορά. Ήταν ένα αρχαιότατο σύγγραμμα
με τίτλο “ο
Ποιμάνδρης”(3).
Αποδιδόταν
στον
Ερμή τον Τρισμέγιστο(4),
στο όνομα του οποίου γινόταν η τελετή
μύησης των δύο νεαρών αρχόντων.
“ὁ
δὲ πάντων πατὴρ ὁ Νοῦς,
ὢν
ζωὴ καὶ φῶς, ἀπεκύησεν Ἄνθρωπον
αὐτῷ
ἴσον, οὗ ἠράσθη ὡς ἰδίου τόκου·
περικαλλὴς
γάρ, τὴν τοῦ πατρὸς εἰκόνα ἔχων·
ὄντως
γὰρ καὶ ὁ θεὸς ἠράσθη
τῆς
ἰδίας μορφῆς, παρέδωκε ‹τε›
Αυτά
έψαλλε ο Πατριάρχης σε ήχο πλάγιο με
την καλή φωνή του και τρόπο κατανυκτικό
κι υποβλητικό. Έμοιαζε με εβραϊκό ψαλμό
του Δαβίδ, με ορθόδοξη μελωδία ή με
ισλαμικό ποίημα, όμως, δεν ήταν τίποτε
από αυτά. Δεν ήταν η θρησκεία των Εβραίων,
των Χριστιανών ή των Μουσουλμάνων αυτή
που ο Πατριάρχης επικαλείτο. Ο “πατήρ
Νους” ήταν μια σύνθεση των τριών
θρησκειών. Μ’ αυτήν μιλούσε ο Καματηρός
κι όρκιζε ταυτόχρονα έναν χριστιανό κι
ένα μουσουλμάνο.
«Και
τώρα άρχοντες» είπε ο Καματηρός,
«θα σας δώσω τους
θυρεούς σας.
Μ’ αυτούς θα
διεκδικήσετε, εσείς
οι εκλεκτοί, Αλέξιε και Ιαθατίνη(6),
το Βασίλειο
του Θεού. Ο
ένας ως
βασιλιάς
της Ρώμης των Χριστιανών, κι ο
άλλος ως βασιλιάς της Ρώμης
των Μουσουλμάνων.»
Άνοιξε
δίπλα του ένα σεντούκι κι έβγαλε από
εκεί μέσα δύο λάβαρα. Τους έδωσε από
ένα. Του Αλέξιου ήταν πορφυρό. Πάνω του
ήταν κεντημένος ένας κίτρινος δικέφαλος
αετός που είχε στο στήθος του κεντημένο
ένα ρωμαϊκό σπαθί. Το άλλο, του Γιγιαθαντίν,
ήταν γαλάζιο και πάνω του ήταν κεντημένος
ένας άσπρος δικέφαλος αετός. Αυτός είχε
κεντημένο στο στήθος ένα τουρκικό τόξο.
Τα χρώματα ήταν σοφά επιλεγμένα. Πορφυρό
και κίτρινο ήταν τα χρώματα των Ρωμαίων
ενώ γαλάζιο και άσπρο ήταν τα χρώματα
των Σελτζούκων. Κοινό σύμβολο, ο δικέφαλος
αετός.
Ο
Αλέξιος κι ο Γιγιαθαντίν, δεκαεννιά
χρονών ό ένας κι εικοσιέξι ο άλλος,
γονάτισαν μπροστά στον Δάσκαλο. Φίλησαν
το πετραχήλι των πατριαρχικών αμφίων
κι έσκυψαν το κεφάλι για να δεχτούν την
ευλογία του. Εκείνος σήκωσε μια δάδα
προς ένα άγαλμα που έμοιαζε να είναι
του Ερμή. Έπλυνε τα χέρια του σε μια
λεκάνη με μυρωδικά φυτά και τα άπλωσε
μπροστά. Ακούμπησε
τα δυο σκυμμένα κεφάλια, κι όπως τ’
άγγιξε απαλά,
ψιθύρισε κάτι.
«Να
είστε έτοιμοι ανά πάσα στιγμή για
να σας δεχτεί ο Ιερέας Ιωάννης»
τους είπε.
Οι
δυο νεαροί σηκώθηκαν από το πάτωμα.
Κούνησαν το κεφάλι τους με σεβασμό
μπροστά στον ιερέα και άνθρωπο που
αναγνώριζαν σαν δάσκαλό τους. Γνώριζαν
την κορυφαία θέση του στη Ερμητική
Ιεραρχία και πίστευαν σε αυτόν. Η πίστη
τους πήγαζε από τον Ερμή τον Τρισμέγιστο.
Αυτός ήταν ο μοναδικός μέγας θεός.
Εμφανιζόταν στους ανθρώπους κατά καιρούς
με διάφορα ονόματα. Πότε ήταν ο Έλλην
Δίας, πότε ο Εβραίος Γιεχωβά, πότε ο
Άραβας Αλλάχ, πότε Πέρσης και πότε
Αιγύπτιος. Παρέμενε
ο μεγαλύτερος νους όλων των
όντων.
Ήταν μια πνευματική οντότητα, προορισμένη
να αποκαλύπτεται μόνο σε ένα εκλεκτό
ακροατήριο.
«Ολόκληρος
ο γνωστός κι άγνωστος κόσμος, όποια κι
αν είναι η θρησκεία του,
υποφέρει. Ο κόσμος σπαράσσεται
από πολέμους, λιμούς, καταστροφές και
δυστυχίες και περιμένει μια
λύτρωση. Αυτήν θα φέρει ο Ερμής
ο Τρισμέγιστος. Κι αυτή η λύτρωση
θα έρθει όταν θα βασιλέψετε στον κόσμο
εσείς. Θα είστε οι διάδοχοι του
Ιερέα Ιωάννη!» τους είπε με
επισημότητα ο Καματηρός και τελείωσε.
Ήταν
το έτος έξι χιλιάδες επτακόσια εννέα
από κτίσεως κόσμου με βάση το ρωμαϊκό
ημερολόγιο. Ήταν το πεντακόσια ενενήντα
επτά με βάση το μουσουλμανικό και το
χίλια διακόσια ένα με βάση το δυτικό
ημερολόγιο. Είχε έρθει πλέον η στιγμή
που περίμενε η ανθρωπότητα. Μέσα στα
προσεχή χρόνια όλες οι προφητείες θα
εκπληρώνονταν.