Μια
και ξεκίνησα τις τηλεπωλήσεις, θα
παρουσιάσω και μερικά στοιχεία από τα
βιβλία που σας πρότεινα.
Ξεκινάω
από το “RGR Η Αργυρή εποχή των Ανθρώπων”.
Ήδη έχω παραθέσει ένα μικρό κομμάτι από
το τέλος σε προηγούμενή μου ανάρτηση.
Θα παρουσιάσω ένα κομμάτι ακόμη.
Διάλεξα,
αυτή τη φορά, μέσα από το βιβλίο ένα
κεφάλαιο με πολύ ειδικό ενδιαφέρον. Όχι τόσο για την πλοκή ή την περιγραφή κάποιου γεγονότος ή μιας σκέψης όσο γιατί περιέχει την ανακάλυψη ενός κώδικα-κλειδιού που θα οδηγήσει στην κιβωτό που αναζητούν. Είναι η εύρεση του κλειδιού που δεν το αποτελεί μια μαγική φράση ή ένας απλός χάρτης αλλά κάτι πολύ περισσότερο. Είναι κάπως δυσνόητο αφού δεν ρέει εύκολα σαν μύθος αλλά είναι μάλλον μια άσκηση γλωσσολογίας ή μαθηματικών. Δεν πειράζει, όμως, είπα να το παραθέσω καθώς έχει ένα αυτοτελές ενδιαφέρον για όποιον το προσέξει. Στην ουσία περιγράφει με σύντομο τρόπο τους δρόμους που ακολούθησε το ανθρώπινο μυαλό μέσα στη διάρκεια εκατοντάδων ή χιλιάδων χρόνων για να φτάσει από το ιδεόγραμμα στο γράμμα.
Είμαστε στο 3.600 π.Χ. και όσοι ελάχιστοι ξέρουν να
γράφουν αυτή την εποχή (ιερείς κυρίως), χρησιμοποιούν ιερογλυφικά
σχήματα ή ιδεογράμματα. Το κλειδί για
την εύρεση της κιβωτού που ψάχνουν οι πρωταγωνιστές είναι η ανακάλυψη της φωνητικής γραφής. Έχουν περιπλανηθεί στο Πελασγικό Άργος (την σημερινή Αργολίδα) κι έχουν συλλέξει από τους Δρυίδες συγκεκριμένων τόπων (πηγών και αλσυλλίων) τέσσερα πλακίδια με πέντε γράμματα πάνω στο
καθένα και κάποιους στίχους. Οι Δρυίδες
ιερείς τα φύλαγαν για χιλιάδες
χρόνια παραδίδοντάς τα από γενιά σε
γενιά.
Τα είκοσι γράμματα (ένα αλφάβητο δηλαδή) καθώς και οι
στίχοι που τα συνοδεύουν δίνουν τις αναγκαίες πληροφορίες
τις οποίες όμως δεν μπορούν ακόμα να κατανοήσουν. Εκείνοι γνωρίζουν να συνεννοούνται
μόνο με ιδεογράμματα, δηλαδή με σχήματα και ζωγραφιές, και πρέπει τώρα να καταλάβουν
τι σημαίνουν αυτά τα γράμματα και να
ανακαλύψουν την φωνητική γραφή. Αν τα
καταφέρουν θα μπορέσουν να φτάσουν
μέχρι την κιβωτό της Αργυρής Εποχής των
Ανθρώπων.
Το κομμάτι που ακολουθεί είναι ένα τμήμα από το 12ο κεφάλαιο
του βιβλίου (όλα τα κεφάλαια είναι
τριάντα). Οι πρωταγωνιστές της ιστορίας
μπαίνουν στο Μεγάλο Σπήλαιο (πρόκειται για το σπήλαιο Φράγχθι στην Αργολίδα) αναζητώντας
την λύση του γρίφου.
**************
Ο ιερέας
του χωριού Αγριάνιος, ο αρχηγός των
πολεμιστών Ταμασσός, ο Ανδρόγεως, ο
Μελικέρτης, ο Προμηθέας, ένας ακόμη
χωρικός φύλακας του σπηλαίου, ο Αντάλκας,
που ήξερε καλά όλα τα κατατόπια, και
μαζί τους η Αριάδνη, προχωρούσαν αργά
αλλά σταθερά κάνοντας ο καθένας τους
διάφορες σκέψεις. Είχαν όλοι τους την
αίσθηση ότι βρίσκονται μπροστά σε μια
σημαντική ανακάλυψη. Λίγη ώρα αργότερα
έφτασαν στο σπήλαιο και στάθηκαν μπροστά
στην είσοδό του για να το θαυμάσουν,
γεμάτοι δέος. Αμέτρητες ιστορίες ανθρώπων
είχαν εκτυλιχτεί μέσα σε αυτό εδώ και
χιλιάδες χρόνια νεολιθικής αλλά κυρίως
παλαιολιθικής εποχής.
Εδώ
είχαν κατοικήσει χιλιάδες άνθρωποι από
τότε που το είδος ήταν ένα τρομαγμένο
ζώο χωρίς πολλά εφόδια από τη φύση αλλά
με κύριο όπλο το μυαλό του, μέχρι που
άρχισε να κυριαρχεί στο περιβάλλον του
και να το μετασχηματίζει για το δικό
του καλό, εξημερώνοντας ζώα και φυτά
και χρησιμοποιώντας τεχνητά εργαλεία
σαν προέκταση των χεριών του. Πριν οι
άνθρωποι να βγουν στην ύπαιθρο και στους
λοφώδεις ή πεδινούς ανοιχτούς χώρους,
είχαν λατρέψει εδώ θεούς και αντικείμενα.
Είχαν πονέσει, είχαν χαρεί, είχαν ζήσει
και είχαν πεθάνει, μέσα σε αυτήν εδώ την
κοιλότητα της γης που μπορούσε να γίνει
για αυτούς καταφύγιο ή και τάφος, ήταν
επομένως χώρος ιερός.
Η είσοδος του Σπηλαίου στο Φράγχθι |
Έμοιαζε
πολύ με το Δικταίο Άντρο της πατρίδας
τους. Η είσοδος είχε πλάτος τριάντα
περίπου μέτρα και ύψος πάνω από δέκα
μέτρα. Πήγαινε σε μεγάλο βάθος και σε
πολλά σημεία της σπηλιάς το δάπεδό της
ήταν καλυμμένο από νερό που την έκανε
να μοιάζει με λίμνη ή με ποτάμι. Υπήρχαν
τεράστιες κοιλότητες, στενοί διάδρομοι
που οδηγούσαν από τον ένα χώρο στον
άλλον, νερά παγωμένα και καθαρά,
ασβεστόλιθοι, σκληροί βράχοι, επιφάνειες
λείες γεμάτες ζωγραφιές φτιαγμένες από
χέρια αρχαίων ανθρώπων, βρύα και
σταλαγμίτες. Ήταν ένα σύστημα δαιδαλώδες
που μπορούσε να αποτελέσει ένα ιδανικό
καταφύγιο. Και παντού υπήρχαν ίχνη
φωτιάς, πέτρες πελεκημένες σαν καθίσματα
ή τραπέζια, χώροι που θα χρησίμευαν για
κρεβάτια, εστίες για μαγείρεμα φαγητού,
εργαλεία λίθινα μικρά και μεγαλύτερα
σκορπισμένα παντού. Η ανθρώπινη παρουσία
ήταν έντονη σε όλους τους χώρους. Σε
πολλά σημεία υπήρχαν ακόμη και τάφοι
για κάποιους από αυτούς που είχαν ζήσει
εδώ.
Το σπήλαιο Φράγχθι στο νότο του νομού Αργολίδας |
Ο
Ταμασσός με δυο πολεμιστές του έμεινε
στην είσοδο της σπηλιάς ενώ οι άλλοι
προχώρησαν μέσα. Ο Αγριάνιος καθώς και
ο Αντάλκας ήξεραν πολύ καλά που έπρεπε
να τους πάνε. Πέρασαν από πολλές αίθουσες
και, με μια σχεδία που υπήρχε εκεί κοντά,
πέρασαν ένα ποτάμι και μια λίμνη μέσα
σε τεράστιους χώρους του εσωτερικού
της σπηλιάς κρυμμένους εντελώς από τον
έξω κόσμο. Προχωρούσαν βέβαια με δάδες
αναμμένες για να βλέπουν. Σε κάποια από
τα δωμάτια της σπηλιάς υπήρχαν ζωγραφιές
πολύ όμορφες που παρίσταναν βουβάλια,
αρκούδες, λύκους, ελάφια και άλογα και
που βοηθούσαν για να θυμάται κανείς τις
διαδρομές. Έφτασαν τελικά σε ένα δωμάτιο
αρκετά στεγνό και ψυχρό, τεράστιο και
σχεδόν τετραγωνισμένο. Έβαλαν τις δάδες
σε υποδοχές που υπήρχαν στους τοίχους
και κοίταξαν τριγύρω.
Η αίθουσα
έδειχνε καθαρά πως είχε σχηματιστεί με
ανθρώπινη επέμβαση και αποτελούσε στην
ουσία μια μικρή βιβλιοθήκη καθώς περιείχε
πακέτα με πινάκια δεμένα μεταξύ τους
πάνω στα οποία ήταν σημειωμένα γράμματα
σαν αυτά που είχε μαζέψει ο Προμηθέας.
Τα πακέτα αυτά ήταν φτιαγμένα και
συναρμολογημένα με τρίχινα σκοινιά
μεγάλης ανθεκτικότητας και αποτελούσαν
το καθένα και ένα είδος βιβλίου. Η
σπηλαιώδης αίθουσα φαίνεται πως ήταν
κατάλληλη για τη διατήρηση των πλακιδίων
που έμοιαζαν με τα κεραμικά που
χρησιμοποιούνταν ευρέως εκείνη την
εποχή. Τα πακέτα-βιβλία ήταν σε πολύ
καλή κατάσταση. Τα μελέτησαν επιφανειακά,
τα μέτρησαν και τα κατέγραψαν. Κιβωτός
όμως άλλη έξω από αυτά τα πλακίδια με
τα γράμματα δεν υπήρχε πουθενά.
Έψαξαν
μήπως βρουν τίποτε κιβώτια αλλά όλοι
τους διαβεβαίωσαν ότι δεν υπήρχε στη
σπηλιά τίποτε άλλο και πως δεν είχε
συληθεί αυτή η σπηλιά ποτέ και από
κανένα. Οι Δρυίδες ιερείς που την φύλαγαν
δεν είχαν επιτρέψει σε κανέναν άλλον
να μπει εδώ μέσα, παρά μόνο τώρα στους
απεσταλμένους των θεών επισκέπτες από
την Αστερία και το Δικταίο Άντρο. Κανείς
δεν ήξερε για την ύπαρξη αυτού του
δωματίου που ήταν σαν βιβλιοθήκη και
κανείς ποτέ δεν είχε αποπειραθεί να
παραβιάσει το σπήλαιο. Κανείς δεν ήξερε
εξ άλλου ότι εκεί μέσα μπορεί και να
κρυβόταν κάτι πολύτιμο.
-Δηλαδή
όλα αυτά τα χρόνια περιμέναμε και ψάχναμε
μια «κιβωτό» που δεν υπάρχει; αναρωτήθηκε
ο Προμηθέας, μήπως δεν είναι αυτό το
μέρος που ψάχνουμε αλλά υπάρχει και
κάποιο άλλο δωμάτιο;
-Δεν
υπάρχει τίποτε άλλο εδώ, τους διαβεβαίωσε
ο Αγριάνιος
-Μήπως
να ψάχναμε λίγο ακόμα; έκανε ο Προμηθέας
δύσπιστος
-Μη
βιάζεσαι παιδί μου, του είπε ο Ανδρόγεως
που τον είδε νευρικό
-Οι θεοί
έχουν αποφασίσει να παίξουν κι άλλο
μαζί μας, είπε η Αριάδνη κάνοντας πικρές
διαπιστώσεις
-Να μην
είσαι ούτε και εσύ βιαστική γυναίκα!
την επέπληξε ο Ανδρόγεως,
-Τι θα
κάνουμε τώρα σοφέ πατέρα; ρώτησε ο
Μελικέρτης
-Θα
πάρουμε μερικά πλακίδια στο χωριό να
τα μελετήσουμε, πρώτα θα διαβάσουμε τι
λένε τα πλακίδια και μετά θα βγάλουμε
συμπεράσματα
-Δεν θα
βγάλουμε άκρη, είπε ο Προμηθέας
-Γιατί
το λες αυτό παιδί μου; τον ρώτησε ο
Ανδρόγεως, ξέρεις κάτι;
-Μα
δάσκαλε, αυτά εδώ δεν είναι ιερογλυφικά,
είναι γράμματα σαν κι αυτά που μου
παρέδωσαν στα αλσύλλια οι ιερείς, άγνωστα
και ακατανόητα όπως και τα δικά μας στα
πλακίδια που έχουμε στο Δικταίο
-Ωστόσο,
έχει δίκιο ο Πρωθιερέας, ίσως βγάλουμε
μια άκρη αν τα μελετήσουμε, του είπε η
Αριάδνη προκαλώντας και πάλι την οργή
του Ανδρόγεω που δεν επέτρεπε σε μια
γυναίκα να τον κρίνει αν έχει ή όχι δίκιο
-Θα
βγάλουμε έξω τα πλακίδια, και θα δούμε
αν μπορέσουμε να τα διαβάσουμε, είπε ο
Ανδρόγεως στον Προμηθέα, ίσως βοηθήσουν
να καταλάβουμε τι λένε τα σημάδια-γράμματα
και αυτοί οι στίχοι που μας έφερες
-Μια
και δε βρήκαμε την κιβωτό, ας μάθουμε
τουλάχιστον ξένες γλώσσες, είπε ο
Προμηθέας αυτοσαρκαζόμενος αλλά έγνεψε
ότι συμφωνεί
Πήραν
μαζί τους μερικά πακέτα με πλάκες και
πινακίδια και ξαναγύρισαν στον ύπαιθρο
χώρο έξω από το σπήλαιο. Κάθισαν στην
είσοδο περίπου της σπηλιάς που ήταν
πολύ μεγάλη και είχε σκιά και μια όμορφη
δροσιά. Έβαλαν κάτω τις πλάκες που έφεραν
από το βάθος της σπηλιάς, έβαλαν εκεί
δίπλα και τις πλάκες με τα γράμματα που
είχαν πάρει από τους ιερείς των πηγών
και κάθισαν να μελετήσουν.
-Κατ'
αρχήν να μας επαναλάβετε τον βασικό
συλλογισμό που έχετε κάνει ως εδώ, ζήτησε
ο Ανδρόγεως
-Σκεφτήκαμε,
είπε ο Προμηθέας, ότι τα είκοσι αυτά
γράμματα δεν είναι ιδεογράμματα και
ότι σχετίζονται με κάποιες έννοιες και
με κάποιους ήχους.
-Ποιες
έννοιες και ποιους ήχους;
-Με βάση
τα στιχάκια που μας έδωσαν οι ιερείς
των πηγών κάθε γράμμα σχετίζεται με
κάποια αντικείμενα ή φυτά ή φυσικά
φαινόμενα και με κάποιες γκριμάτσες
και κάποιους ήχους. Εδώ ας πούμε έχουμε
δυο γράμματα μαζί
Αυτό
το γράμμα ας πούμε το
ο
στίχος το συνδέει με τον «Γελοκόοντα»
-που αυτό είναι μια άγνωστη λέξη- αλλά
και με ένα ήχο που μοιάζει με τον θόρυβο
που έρχεται μέσα από το λαρύγγι. Το
γράμμα
συνδέεται με το «Νούφαρο» αλλά και με
ήχο που βγαίνει από στόμα κλειστό και
γλώσσα κολλημένη στον ουρανίσκο. Όλα
αυτά μαζί θα μπορούσαν να δώσουν πολλές
λέξεις, όπως νερά και νούφαρα που μόλις
άνθισαν, και γέροντες ανθρώπους -ή ίσως-
δικαστές αλλά και με τη νεότητα όπως
και με νερό στο οποίο πλέουν τα νούφαρα
και που μένει στο λαρύγγι ή τον ήχο που
κάνει όταν που σπρώχνει τη γλώσσα στον
ουρανίσκο και άλλες τέτοιες έννοιες.
Δεν βγάζουν νόημα έτσι όπως τα λέω αλλά
αν μπουν σε μια σειρά με κάποιο τρόπο
θα πρέπει να συνδέονται
-Προμηθέα,
νομίζω πως κάνεις λάθος, είπε η Αριάδνη.
Χρησιμοποιείς τα στιχάκια για να δώσεις
έννοιες στα γράμματα όπως κάνουμε στα
ιδεογράμματα, ενώ εδώ δεν πρέπει να
συμβαίνει καθόλου κάτι τέτοιο. Πρέπει
να δούμε τον τρόπο που τα στιχάκια
συνδέουν τα λόγια όπως ο «Γελοκόων» με
τα αντίστοιχα γράμματα, όπως ας πούμε
το
ή τα Νούφαρα με το
,
κι φυσικά το ίδιο και με τα άλλα γράμματα.
Πρέπει να σκεφτούμε κι άλλο πριν
καταλήξουμε σε συμπεράσματα
-Έχει
δίκιο η Αριάδνη, είπε ο Ανδρόγεως, δεν
έχουμε ιδεογράμματα, επομένως, οι λέξεις
παριστάνονται αλλιώς, όχι με τις έννοιές
τους αλλά με κάποιους ήχους …
-Τι
εννοείς όταν λες «ήχους»; ρώτησε ο
Μελικέρτης
-Εννοεί
πως έχουμε άγνωστες λέξεις συνδεδεμένες
με φωνητικά σήματα, δεν έχουμε απλούς
συνδυασμούς εννοιών, εξήγησε η Αριάδνη
-Μπορεί
να είναι απλά και μόνο φωνητικά σήματα!!!
είπε ο Ανδρόγεως σε μια αναλαμπή της
σκέψης του.
Δεν
κατάλαβαν τι ακριβώς είπε ούτε και πόσο
σημαντικό ήταν.
-Απλοί
ήχοι, μπορεί να είναι μόνο απλοί ήχοι!
αυτό εννοώ, επανέλαβε
Τον
κοίταξαν περιμένοντας να μάθουν τι
ακριβώς είχε σκεφτεί καθώς ένιωθαν πως
είχε την αίσθηση μιας ανακάλυψης. Τα
μάτια του έλαμπαν καθώς αναλογιζόταν
αυτό που μόλις είχε σκεφτεί και είχε
πει.
Η Αριάδνη
κοιτούσε τον σοφό δάσκαλο που είχε
ενθουσιαστεί με τη σκέψη του, αντιλαμβανόμενη
όμως και η ίδια πως αυτός ο τρόπος, της
σύνδεσης ήχων μόνο και όχι εννοιών, ίσως
ήταν ο τρόπος ανάγνωσης της γραφής στις
πλάκες. Ο Ανδρόγεως είχε πιάσει την
σωστή διάσταση των γραμμάτων, ήταν απλοί
ήχοι! Ποιοι ήχοι όμως; Αυτοί που
περιγράφονταν στους άλλους στίχους,
πότε με χείλια κλειστά, πότε με τη γλώσσα
στον ουρανίσκο, πότε έτσι και πότε
αλλιώς...
-Φωνητικά
σήματα, αλλά ποια; τι εννοείς; έκανε ο
Προμηθέας
-Αυτό
πρέπει να είναι η λύση, είπε η Αριάδνη
που έδειχνε να καταλαβαίνει τον Πρωθιερέα
και να συμφωνεί απόλυτα μαζί του, πρέπει
να αλλάξουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε
τα γράμματα, να πάψουμε να τα βλέπουμε
σαν ιδεογράμματα και να τα αντιμετωπίζουμε
σαν απλούς ήχους
-Πραγματικά,
συνέχισε ο Ανδρόγεως, αν αποφύγουμε να
αντιστοιχίσουμε στο κάθε γράμμα κάποιες
έννοιες, όπως κάνουμε συνήθως στα
ιδεογράμματα, τότε δεν μας μένουν παρά
μόνο οι ήχοι που περιγράφουν οι στίχοι!
Το
πρόσωπό του άστραψε από χαρά καθώς
ένιωσε ότι είχε έμπνευση λέγοντας αυτά
τα λόγια και κοίταξε προς την Αριάδνη
που ήξερε ότι τον καταλάβαινε απόλυτα.
Εκείνη του έγνεψε ένα “ναι” κουνώντας
το κεφάλι και δείχνοντας ότι συμφωνούσε
απόλυτα με την ιδέα του.
Πραγματικά,
αυτός ο απλός συλλογισμός τα άλλαζε
όλα. Ως τώρα οι ιερείς που γνώριζαν τα
ιερογλυφικά έγραφαν ως εξής: Τοποθετούσαν
κάποιες έννοιες, τη μία δίπλα στην άλλη,
κι έφτιαχναν μια καινούρια έννοια, μια
καινούρια λέξη. Έβαζαν τα ιδεογράμματα
«άντρας» και «στέμμα»
το ένα δίπλα στο άλλο κι έφτιαχναν την
έννοια-λέξη «βασιλιάς». Έπαιρναν τα
ιδεογράμματα «γυναίκα» και «σπίτι» και
«μεγάλος» δηλαδή τα
,
κι έφτιαχναν με αυτά τα τρία την έννοια-λέξη
“μητέρα”. Το νέο σύστημα γραφής δεν
συνέδεε έννοιες αλλά έβαζε, πλέον, ήχους
τον έναν δίπλα στον άλλον. Αν βάλει
κανείς τον ήχο “ΠΗ” και τον ήχο “ΛΟ”
και τον ήχο “Σ” προκύπτει ο ήχος που
δίνουν και οι τρεις αυτοί μαζί ΠΗ-ΛΟ-Σ.
Για να πεις τη λέξη “βασιλιάς” έπρεπε
να βρεις τον ήχο “ΒΑ” να βάλεις δίπλα
του τον ήχο “ΣΙ” και δίπλα να βάλεις
και το “ΛΙΑΣ”. Αυτοί οι τρεις ήχοι μαζί
έδιναν τη λέξη ΒΑ-ΣΙ-ΛΙΑΣ. Η γραφή αυτή
γινόταν με την ενοποίηση ήχων και όχι
με τον συνδυασμό εννοιών. Αυτός ο απλός
συλλογισμός ήταν το κλειδί για τη
μετάβαση από την ιερογλυφική στην
φωνητική γραφή. Ο Προμηθέας κατάλαβε
τι εννοούσαν ο Ανδρόγεως κι η Αριάδνη.
Το πρόσωπό του έλαμψε από χαρά κι
έμπνευση.
-Δηλαδή
δάσκαλε εννοείς ήχους χωρίς κανένα
νόημα; Το κάθε γράμμα ένας ήχος μόνο,
αυτό δεν εννοείς; Και οι ήχοι αυτοί, ο
ένας δίπλα στον άλλον, δίνουν τον ήχο
της λέξης! Η σκέψη σου αυτή πατέρα είναι
πολύ πρωτότυπη1
και ανατρέπει όλα όσα γνωρίζουμε για
τη γραφή, ίσως όμως μας δώσει τη λύση,
είπε ο Προμηθέας εντυπωσιασμένος από
την έμπνευσή του
-Σκεφτόμουνα
κάτι τέτοιο, είπε η Αριάδνη, αλλά δεν
μπορώ να καταλάβω τότε πως θα βγάλουμε
νόημα. Ένα τέτοιο σύστημα γραφής δεν
περιγράφει τίποτα από μόνο του
-Τι
εννοείς; την ρώτησαν
-Όταν
συνδέεις απλούς ήχους και μόνο, τότε
απλά αποτυπώνεις σε μια πλάκα τον λόγο
που ήδη γνωρίζεις
-Δηλαδή
έχουμε γραπτή αποτύπωση του προφορικού
λόγου, αυτό δεν εννοείτε; ρώτησε ο
Μελικέρτης
-Ναι,
αυτό λέμε, είπε ο Ανδρόγεως, αλλά αυτό
σημαίνει ότι σε αυτές τις πλάκες δεν
είναι γραμμένα νοήματα που μπορούν να
τις καταλάβουν όλοι αλλά οι ίδιες οι
λέξεις όπως τις μιλούσαν αυτοί που τις
έγραψαν2
-Πραγματικά,
ένα τέτοιο σύστημα γραφής προϋποθέτει
ότι γνωρίζεις τη γλώσσα καταλαβαίνεις
τις λέξεις της και τι θέλουν να πουν
αυτές οι λέξεις και απλά την καταγράφεις
σε ένα πινάκιο, σε μια πλάκα, σε μια στήλη
ή κάπου αλλού, είπε η Αριάδνη συμπληρώνοντας
τον συλλογισμό όλων, το ιδεόγραμμα είναι
το ίδιο μια εικόνα της λέξης, εδώ το
γράμμα είναι η άκουσμα ενός ήχου
-Και αν
δεν ξέρεις τι σημαίνει ο ήχος δεν
γνωρίζεις τι θέλουν να πουν αυτά τα
σύμβολα, παρατήρησε ο Προμηθέας, αυτό
δεν θέλετε να πείτε;
-Θα
έπρεπε να ξέρουμε τη γλώσσα, τη διάλεκτο
στην οποία μιλούσαν αυτοί που τα έγραψαν,
είπε ο Ανδρόγεως.
Άρχισαν
να παρατηρούν καλύτερα αυτά που ήταν
γραμμένα στις πλάκες. Με την πρώτη ματιά
δεν έβγαινε άκρη. Αλλά και με περισσότερη
μελέτη και πάλι δεν μπορούσαν να
καταλάβουν τι ήταν γραμμένο εκεί πάνω.
Ήταν συνηθισμένοι να διαβάζουν
ιερογλυφικά, έστω και όταν αυτά είχαν
μετατραπεί σε πιο γραμμικά σχήματα αντί
για εικόνες, και δεν μπορούσαν να μπουν
στη λογική των συλλαβογραμμάτων έστω
κι αν είχαν καταλάβει πως περίπου ήταν
αυτός ο καινούριος τρόπος γραφής. Ήταν
εντελώς έξω από τη λογική με την οποία
είχαν γαλουχηθεί και εκπαιδευτεί από
μικροί. Περίμεναν σε κάθε γράμμα που
έμοιαζε με γραμμικό σχήμα ενός πρώην
ιερογλυφικού συμβόλου να βρουν ένα
αντικείμενο ή ένα νόημα που να απεικονίζεται
σε αυτό. Τα ιδεογράμματα ήταν ολόκληρες
λέξεις και ολόκληρα νοήματα, ενώ αυτά
εδώ τα γράμματα σήμαιναν κάτι διαφορετικό.
Ήταν ήχοι και μάλιστα πολλαπλής ανάγνωσης.
Δεν αντιστοιχούσαν σε τίποτα και δεν
παρίσταναν κανένα αντικείμενο. Τότε
λοιπόν πως θα τα διάβαζαν;
Τα
ερωτηματικά ήταν πολλά: Τι αντιπροσώπευε
το
ή
το
ή το
;
Ο ήχος του
ήταν αυτό που κάνουμε για να σωπάσει ο
άλλος, έλεγε το ποίημα. Σύμφωνοι. Άρα το
σήμαινε σσστ! Ή καλύτερα μπορεί να
σήμαινε ΣΟΥΤ ή ΣΤ! Ε, και λοιπόν, και τι
μ’ αυτό; Πως θα μπορούσε κανείς να
διαβάσει αυτά τα γράμματα στη σειρά και
τι θα μπορούσε να καταλάβει αν έβαζε
τους ήχους τον ένα δίπλα στον άλλον;
Κοίταξαν σε μια πλάκα τα γράμματα που
είχε πάνω της.
Ποιοι ήχοι ήταν αυτοί που έπρεπε να
ακουστούν και τι νόημα να βγάλουν; Τίποτα
απολύτως! Τους έπιανε η απογοήτευση ότι
ποτέ δεν θα μπορέσουν να βγάλουν άκρη.
Μετά από αρκετή ώρα μελέτης χωρίς
αποτέλεσμα εγκατέλειψαν, προσωρινά
τουλάχιστον την προσπάθεια και αποσύρθηκαν
στο χωριό παίρνοντας μαζί τους τις
πλάκες για να τις μελετήσουν.
Ο
Προμηθέας άφησε τους άλλους δύο και
πήγε με την Αριάδνη στην καλύβα όπου
εκείνη διέμενε. Κάθισαν μαζί να βρουν
μια άκρη. Και δεν άργησαν πολύ να το
καταφέρουν. Είχαν μαζί τους τις πλάκες
και τα γράμματα και ήξεραν απ’ έξω τους
στίχους που αντιστοιχούσαν σε κάθε
γράμμα. Οι πλάκες ήταν άλλες μεγαλύτερες
κι άλλες μικρότερες, τετράγωνες,
ορθογώνιες, μερικές ακόμη και κυκλικές.
Δεν ήταν ιδιαίτερα βαριές αλλά ήταν
σταθερές από ένα υλικό καφέ σκληρό, που
ήταν ένα είδος κεραμικού πολύ καλά
κατεργασμένου, τόσο που δεν θα το
συναντούσε κανείς πουθενά στον γνωστό
κόσμο. Πλάκες πήλινες και κεραμικές για
να γράφει κανείς ή να ζωγραφίζει πάνω
τους με λευκοπέτρωμα ή κιμωλία υπήρχαν
σε όλα τα χωριά, όχι όμως από τόσο καλό
υλικό. Κοίταζαν τις πλάκες, έκαναν
κάποιες υποθέσεις, σκόνταφταν και τα
παρατούσαν. Μετά, ξανάρχιζαν τις
προσπάθειες.
Σε
κάποια στιγμή η Αριάδνη, κοιτώντας την
μία από τις πλάκες που είχε φέρει μαζί
του ο Προμηθέας αναφώνησε χαρούμενη
-Ποσειδών!
Αυτή η πλάκα γράφει Ποσειδών, είπε
Ο
Προμηθέας την κοίταξε παραξενεμένος
αλλά και ανυπόμονος
-Τι λες
Άνη; Τι βρήκες; Πες μου κι εμένα, της
ζήτησε
-Αυτή
εδώ η πλάκα, του έδειξε, έχει τον Ποσειδώνα
ζωγραφισμένο στη μία της πλευρά…
-Ε, και
λοιπόν, έκανε πολύ ανυπόμονος εκείνος
-Στην
πίσω πλευρά έχει την τρίαινα, το ιδεόγραμμα
του Θεού, το βλέπεις;
-Ναι,
και λοιπόν….;
-Και
κάτω έχει αυτά τα γράμματα:
-Και τι
σημαίνουν αυτά;
-Τίποτα
απολύτως! το καθένα μόνο του δεν σημαίνει
τίποτα απολύτως
Ο
Προμηθέας την κοίταξε απορημένος
-Όλα
μαζί όμως βγάζουν νόημα
-Και το
νόημα είναι «Ποσειδών»;
-Ακριβώς,
όλοι οι ήχοι που συμβολίζουν αυτά τα
γράμματα μαζί κάνουν τον Ποσειδώνα, του
είπε
Του
έκανε νόημα να την ακούσει προσεκτικά
και άρχισε να του δείχνει τα σημάδια
ένα-ένα και να του θυμίζει τους στίχους.
Έβαλε
κάτω το Π και είπε τους στίχους του.
-
Όπως αρχίζουν και οι Πορθορεμιώνες
Κραυγή
κοφτή σαν κρώξιμο της πάπιας
-Συμβολίζει
δηλαδή τον ήχο «Πι», τον ήχο με τον οποίο
όπως λέει ο στίχος "αρχίζουν οι οι
«Πορθορεμιώνες» που δεν ξέρω τι
σημαίνει αλλά αρχίζει και πάλι με τον
ήχο Πι. Το «Π» εξ άλλου είναι ο ήχος -όπως
λέει ο τρίτος στίχος- που βγάζουμε με
τα χείλια κλειστά και έτσι είναι και
το κρώξιμο της πάπιας που κάνει
ΠαΠαΠα. Δηλαδή αυτό το γράμμα ακούγεται
Πα ή Πο, ή κάπως έτσι.
Του
έδειξε κατόπιν το Σ
-
Αρχίζουν με αυτήν Σκιές
Σιωπή
και σύρσιμο του φιδιού
-Το Σ
λέει ο στίχος ότι είναι «ο ήχος της
σιωπής», ο ήχος που ακούμε όταν σέρνεται
ένα φίδι, ένα “σσσσ” δηλαδή, είναι και
«η αρχή της Σκιάς», το Σ, δηλαδή
ακούγεται σαν Σο ή Σα ή κάτι τέτοιο. Και
το
ο στίχος λέει ότι είναι «η αρχή του
Δυόσμου», δηλαδή το Δ ή το Δι, το Δο,
κάπως έτσι, που φτιάχνεται με τη γλώσσα
ψηλά στον ουρανίσκο, και το
ο
στίχος το θέλει «ξεκίνημα του Νούφαρου»,
δηλαδή Ν, που προφέρεται με το στόμα
κλειστό και τη γλώσσα κολλημένη στον
ουρανίσκο όπως λέει και ο στίχος! Έτσι
δεν είναι;
-Αρχίζω
να βγάζω άκρη, είπε ο Προμηθέας
ενθουσιασμένος
-Με λίγη
φαντασία φτιάχνεται ο ήχος και μετά η
λέξη, είπε η Αριάδνη
-Να δω
πως το φαντάστηκες… σε ακούω, της ζήτησε
-Πο το
και Σ το
και Δο το
και Ν το
στο τέλος μας κάνουν όλα μαζί Πο-Σ-Δο-Ν.
Αυτό το γράμμα
που
ο στίχος το θέλει «φωνή σβησμένη, στόμα
ανοιχτό, χείλη τραβηγμένα» ταιριάζει
να είναι το άφωνο «ι» ή το «ε», άρα η λέξη
που είναι γραμμένη στην πλάκα αυτή είναι
ΠΟ(α)ΣΕΔΟ(α)Ν ή ΠΟ(α)ΣΙΔΟ(α)Ν, δηλαδή
«Ποσειδών»!
-Άνη,
είσαι θησαυρός! Βρήκες τη λύση του
γρίφου!
-Θα
πούμε για λύση μόλις βρούμε και μερικές
ακόμα λέξεις και τις εξηγήσουμε, του
είπε αυτή κάπως συγκρατημένη
-Αυτά
τα ΠΣΙΔΝ δείχνουν τον Ποσειδώνα, το
βρήκες! φώναξε ενθουσιασμένος ο Προμηθέας,
είναι μια γραφή που καταγράφει τους
ήχους, τις φωνές κι όχι τα νοήματα, είχες
δίκιο, κι εσύ κι ο Ανδρόγεως είχατε
δίκιο! και τώρα βρήκες εσύ την πρώτη
λέξη και τη διάβασες, ήταν ο Ποσειδώνας,
αυτός είναι ο θεός που σε καθοδήγησε,
Άνη είσαι θησαυρός!
Την
αγκάλιασε και την φίλησε.
-Χαίρομαι
που βοήθησα Όμη, του είπε ψιθυριστά
-Είσαι
θησαυρός, έλυσες το μυστήριο, συνέχισε
να φωνάζει χαρούμενος, περιμέναμε το
«»
να λέει κάτι, ας πούμε π.χ. «θάλασσα» και
το «»
να λέει ας πούμε «τρίαινα» και το «»
να λέει ας πούμε «θεός» και το «»
να λέει έστω «άντρας» και να καταλήξουμε
ότι είναι ο άντρας θεός της θάλασσας με
τρίαινα, άρα ο Ποσειδώνας. Έτσι έχουμε
μάθει να γράφουμε με τα ιδεογράμματα,
κάθε ιδεόγραμμα, κάθε γράμμα, να εννοεί
κάποιο αντικείμενο ή κάποια ιδέα, και
όλα μαζί να βγάζουν ένα καινούριο νόημα.
Εδώ όμως δεν υπάρχουν νοήματα, είναι
ήχοι. Και όλοι μαζί, ο ένας ήχος δίπλα
στον άλλον κάνουν το όνομα ενός πράγματος!
-Και οι
γραμμούλες ανάμεσα στα γράμματα μπορεί
να δείχνουν αν είναι «α» ή «ο» ή «ε» ή
«ι» ή «ου» ο άφωνος ήχος που ακούγεται
ανάμεσα σε δυο σκληρούς ήχους που
φτιάχνονται με τα χείλη ή τον λάρυγγα,
συμπλήρωσε η Αριάδνη
-Γράμματα
με χειλικούς, λαρυγγικούς και άφωνους
ήχους, αυτά μου έδωσαν οι ιερείς, είπε
ο Προμηθέας, κι είναι πραγματικά αυτά
τα κλειδιά για την κατανόηση!
-Ακριβώς,
του είπε κι εκείνη ενθουσιασμένη και
συνεπαρμένη από την ανακάλυψη
-Όμως,
έκανε ο Προμηθέας, το όνομα του θεού
Ποσειδώνα μπορεί να είναι ίδιο σε πολλές
γλώσσες, και στη δική μας και σε εκείνη
των κειμένων. Οι άλλες λέξεις μπορεί να
είναι άγνωστες. Πως θα καταλάβουμε σε
ποια γλώσσα είναι γραμμένα όλα αυτά;
-Αυτό
είναι σωστό, πρέπει να ξέρουμε τη γλώσσα,
τη διάλεκτο στην οποία γράφτηκαν τα
κείμενα, αλλιώς θα καταλαβαίνουμε τη
λέξη αλλά όχι το νόημά της, είπε εκείνη
σκεφτική
-Να το
δούμε λίγο καλύτερα αυτό το σημείο,
πρότεινε ο Προμηθέας χαρούμενος που
έψαχναν και συλλογίζονταν μαζί και,
ταυτόχρονα, εντυπωσιασμένος από την
Αριάδνη κυρίως με τον γρήγορο ρυθμό που
περνούσε από τον ένα συλλογισμό στον
άλλο.
-Μπορεί
να δούμε μια λέξη, είπε εκείνη, ας πούμε
για παράδειγμα πως βλέπουμε
που
διαβάζεται ΠΝ ή καλύτερα «ΠαΝο» ή «ΠοΝο»
ή κάπως έτσι. Αν δεν ξέρουμε τι σημαίνει
αυτή η λέξη στη γλώσσα που μιλούσε
εκείνος που έγραψε το
δεν θα καταλάβουμε ποτέ τι ήθελε να πει.
Μπορεί στη γλώσσα του αυτό το ΠαΝο να
σημαίνει «επάνω», μπορεί να σημαίνει
«πρόβατο» μπορεί να είναι κάποιο φαγητό.
Αν δεν ξέρεις τι σημαίνουν οι λέξεις
δεν μπορείς να διαβάσεις αυτά που έγραψε
ο άλλος. Πρέπει αυτός που τα χαράζει κι
αυτός που τα διαβάζει να μιλάνε την ίδια
γλώσσα ή διάλεκτο, αλλιώς δεν θα μπορούν
να συνεννοηθούν όπως δεν καταλαβαίνει
ο ένας τι λέει ο άλλος αν μιλάνε
διαφορετικές γλώσσες.
-Σωστά!
με τα ιδεογράμματα δεν μας χρειαζόταν
αυτή η γνώση σκέφτηκε δυνατά ο Προμηθέας,
όπως κι αν ονομάζαμε ένα πράγμα, η
ζωγραφιά του ήταν πάντα η ίδια!
-Τα
ιδεογράμματα δεν χρειάζονται τη γλώσσα,
συνέχισε να μιλά και να εξηγεί η Αριάδνη,
αφού στην πραγματικότητα ζωγραφίζεις
αυτό που θες να πεις. Ας πούμε, για ένα
βέλος σχηματίζεις ένα βέλος → και όπως
κι αν το λέει η μία ή η άλλη φυλή όλες
καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για ένα
βέλος. Για να γράψουμε ένα κύπελλο ή ένα
δοχείο φτιάχνουμε ένα «U» δηλαδή
ζωγραφίζουμε ένα κύπελλο και το κάνουμε
μεγάλο ή μικρό για να δείξουμε ότι είναι
κύπελλο ή ότι είναι δοχείο. Μπορεί να
το λέμε αλλιώς στην πατρίδα και αλλιώς
στη Λιβύη κι αλλιώς στη Σικανία, όλοι
όμως καταλαβαίνουμε ότι είναι ένα
κύπελλο ή ένα δοχείο. Χρειαζόμαστε
βέβαια χιλιάδες ιδεογράμματα για να
εκφράσουμε αυτό που θέλουμε να πούμε
και γι αυτό μόνο οι ιερείς και ελάχιστοι
άλλοι, όπως εσείς, γνωρίζετε από
ιδεογράμματα, να τα γράφετε και να τα
διαβάζετε
-Στον
φωνητικό τρόπο όμως δεν χρειάζονται
χιλιάδες
-Ακριβώς.
Τα γράμματα αυτά είναι μόνο τα είκοσι
που σου δώσανε αλλά φτάνουν για να
περιγράψουν όλες τις λέξεις. Μόνο που
αυτός που γράφει κι αυτός που διαβάζει
πρέπει να μιλάνε την ίδια γλώσσα, αλλιώς
δεν καταλαβαίνει κανείς τίποτα. Με τα
γράμματα αυτά θα γράφαμε ΒεΛοΣ
για το βέλος αφού θα μιλούσαμε τη δική
μας διάλεκτο. Σε μια άλλη διάλεκτο όμως,
όπως εκείνη που μιλάνε στο νησί του
Πυριτόλιθου και που το βέλος το ονομάζουν
«σίτα», δεν θα μπορούσες να καταλάβεις
ότι το ΒεΛοΣ σημαίνει βέλος
γιατί εκεί θα γραφόταν αλλιώς, θα ήταν
«ΣιΤα». Για να διαβάσεις
και να γράψεις με αυτά εδώ τα γράμματα
πρέπει αυτός που γράφει και αυτός που
διαβάζει να μιλάνε την ίδια γλώσσα, να
ονομάζουν το κάθε αντικείμενο με την
ίδια λέξη
-Και το
Ποσειδών, πως το διάβασες
-Γιατί
αυτός που το έγραψε ονομάζει τον θεό
όπως και εμείς
-Λέμε
και οι δυο τον Ποσειδώνα με το ίδιο όνομα
λοιπόν…
-Και
για να διαβάσουμε τις πλάκες πρέπει να
μάθουμε σε ποια γλώσσα μιλούσε αυτός
που «έγραψε», δηλαδή έφτιαξε τις πλάκες.
-Ίσως
όμως είναι αδύνατο να το μάθουμε, σκέφτηκε
με απογοήτευση ο Προμηθέας
-Ίσως….
έκανε η Αριάδνη, ίσως όμως να έχει σχέση
με το ότι εμείς επιλεχτήκαμε να βρούμε
την κιβωτό, εσύ είσαι ο απεσταλμένος
των θεών, ίσως να υπάρχει η λύση στο
Δικταίο άντρο, ίσως οι πλάκες με τα
κείμενα που βρήκαμε εδώ να έχουν τη λύση
και να δίνουν κι άλλες πληροφορίες για
τη γλώσσα
-Δηλαδή;
έκανε απορημένος ο Προμηθέας
-Η
αποστολή ανατέθηκε στη δική μας φυλή
και είμαστε η μόνη φυλή που μαθαίνουμε
μια αρχαία γλώσσα με τραγούδια και
ποιήματα που αποτελούν την παράδοσή
μας, ίσως αυτή η γλώσσα να είναι η γλώσσα
των πλακιδίων!
-Σωστά,
είπε ο Προμηθέας, γι αυτό εμείς είμαστε
οι “Άτλαντες, οι απεσταλμένοι των θεών”!
Θα ενημερώσω τους άλλους γι αυτά που
ανακάλυψες και ελπίζω να βοηθήσουν όλοι
για να καταλάβουμε επιτέλους τις πλάκες
που βρίσκονται στο Μεγάλο Σπήλαιο και
να βρούμε το μυστικό της κιβωτού!
Ο
Προμηθέας βγήκε από την καλύβα της και
πήγε τρέχοντας στον Ανδρόγεω και τον
Μελικέρτη. Τους εξήγησε τι είχε βρει η
Αριάδνη και τους έδειξε την πλάκα με
τον Ποσειδώνα και την τρίαινα από τη
μια και με τα γράμματα ΠΣΙΔΝ από την
άλλη.
-Το
όνομα του Ποσειδώνα είναι κοινό σε όλες
τις γλώσσες, είπε ο Ανδρόγεως
-Η
Αριάδνη έχει την άποψη ότι η γλώσσα των
πλακιδίων πρέπει να είναι η δική μας
αρχαία γλώσσα που μαθαίνουμε από παράδοση
στο Δικταίο, γι αυτό εμείς είμαστε οι
απεσταλμένοι των θεών, οι Άτλαντες
-Κι έχει
δίκιο αυτή η γυναίκα, είπε ο Ανδρόγεως,
έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα, δεν
είναι τυχαίο που διατηρήσαμε ζωντανή
την ατλαντική γλώσσα στο Δικταίο
-Ελπίζω
δάσκαλε να αναθεωρήσεις τη γνώμη σου
για την Αριάδνη
Η αλήθεια
ήταν ότι εκείνη, γυναίκα και παρακατιανή
για το φτωχό τους το μυαλό, είχε ανακαλύψει
αυτό που οι «σοφοί» και οι «σπουδαίοι»
κυνηγοί δεν είχαν καταφέρει να βρουν.
Πήρε εύκολα τη συγκατάθεσή τους καθώς
αναγνώρισαν και παραδέχτηκαν την
ικανότητά της να σπάσει έναν τόσο δύσκολο
και αρχαίο κώδικα. Ιδιαίτερα ο Ανδρόγεως,
που είχε μοιραστεί μαζί της λίγο πιο
πριν ένα μέρος της έμπνευσης, εκτίμησε
ακόμη περισσότερο την ανακάλυψη. Κοιτούσε
την πλάκα με την Τρίαινα και τον θεό
Ποσειδώνα, κοιτούσε και τα γράμματα που
χάραζαν στην πλάκα το όνομα του θεού
και τα απολάμβανε. Θαύμαζε κυρίως το
γεγονός ότι με αυτά τα είκοσι μόνο
γράμματα ο προφορικός λόγος μπορούσε
να αποτυπωθεί με μια φανταστική ακρίβεια
που τα ιερογλυφικά δεν μπορούσαν ούτε
καν να την πλησιάσουν.
-Η
Αριάδνη θα θεωρείται ισότιμο μέλος της
αποστολής, είπε ο Ανδρόγεως, και από
αύριο θα εγκατασταθεί μαζί μας στο
Μεγάλο Σπήλαιο
-Το
αξίζει δάσκαλε, είπε ο Προμηθέας, και
θα μας βοηθήσει κι άλλο
-Μήπως
θα πάρει πολύ αέρα έτσι το μυαλό της;
αναρωτήθηκε ο Μελικέρτης
-Την
χρειαζόμαστε, είπε μονολεκτικά ο
Πρωθιερέας και έκοψε την κουβέντα
Εγκαταστάθηκαν
στο βάθος του σπηλαίου στο δωμάτιο που
ήταν ουσιαστικά μια μικρή βιβλιοθήκη,
και άρχισαν τις προσπάθειες για να
διαβάσουν όσο γινόταν περισσότερες
λέξεις. Έψαχναν στην αρχή λέξεις που να
είχαν κοντά τους ένα ιδεόγραμμα, όπως
είχε γίνει με τον Ποσειδώνα και την
Τρίαινα, για να καταλάβουν καλύτερα τη
λειτουργία της νέας γραφής.
Τρεις
μέρες μετά είχαν διαβάσει σχεδόν όλες
τις πλάκες του μεγάλου σπηλαίου. Βρήκε
πρώτος ο Προμηθέας ένα κείμενο που είχε
ζωγραφιές με λουλούδια και αναρωτήθηκε
μήπως είχε σχέση με ένα πανάρχαιο
τραγούδι του Δικταίου που μιλούσε για
λουλούδια αντίστοιχα με τις ζωγραφιές.
Με υπομονή έκανε την αντιστοίχηση των
λέξεων του ποιήματος με τις λέξεις που
ήταν γραμμένες στις πλάκες και βρήκε
ότι ήταν οι ίδιες ακριβώς και μάλιστα
με τα αρχαία ονόματα των λουλουδιών
όπως ήταν καταγεγραμμένα στο τραγούδι
και όχι όπως τα ονόμαζαν οι Δικταίοι
σήμερα. Μάλιστα κατάλαβε και τη λειτουργία
των γραμμών
καιπου
έδιναν φωνή στα άφωνα γράμματα
μετατρέποντάς τα σε συλλαβές και που
μαζί με τα χειλικά και λαρυγγικά γράμματα3
έφτιαναν κανονικές τις λέξεις.Μετά από
αυτό όλοι τους κατάλαβαν γιατί η αποστολή
οργανώθηκε από τη δική τους φυλή. Η
αρχαία γλώσσα που μιλούσαν στις τελετές
και που διατηρούσαν ολοζώντανη στις
παραδόσεις, τη θρησκεία και τα τραγούδια
στο Δικταίο, η αρχαία γλώσσα που μάθαιναν
όλοι από μικρά παιδιά και που ήταν μια
ιδιαίτερη δική τους διάλεκτος, παρόμοια
με την καθημερινά ομιλούμενη αλλά με
κάποιες ουσιαστικές διαφορές σε λέξεις
και συντακτικό, ήταν η γλώσσα στην οποία
ήταν γραμμένες οι πλάκες. Όλες οι άλλες
φυλές και τα χωριά σε όλες τις γνωστές
περιοχές, είτε στην Αστερία είτε και
την Πελασγία, μιλούσαν παρόμοιες γλώσσες
και είχαν πολλές κοινές λέξεις, όμως η
ατόφια ατλαντική γλώσσα είχε επιζήσει
μόνο στο δικό τους χωριό, στο Δικταίο.
Έτσι, αφ’ ενός μεν τα γράμματα που είχαν
παραλάβει από τους ιερείς των πηγών και
των αλσυλλίων στη διαδρομή του ταξιδιού
αφ’ ετέρου δε η γνώση της αρχαίας
γλώσσας, συνέθεταν και τα δυο μαζί ένα
κλειδί που ξεκλείδωνε το μυστικό του
Μεγάλου Σπηλαίου.
Όμως
αυτό δεν ήταν το τέλος της αναζήτησης
του κρυμμένου θησαυρού, της κιβωτού της
Αργυρής Εποχής. Το κατάλαβαν όταν
κατάφεραν να διαβάσουν όλες τις πλάκες
που υπήρχαν εκεί μέσα, κάτι που έκαναν
αμέσως μόλις κατέκτησαν το μυστικό της
γραφής. Άρχισαν και οι τέσσερις να
διαβάζουν μανιωδώς. Απολάμβαναν την
αίσθηση να ανακαλύπτεις κάτι καινούριο.
Και μάθαιναν απίστευτα πράγματα για
την ιστορία τους, την πολύ παλιά, την
προκατακλυσμιαία.
Με τη
ζέση ενός παιδιού, με τον ενθουσιασμό
του νεοφώτιστου, κυκλοφορούσαν με
πλακίδια της σπηλιάς, έγραφαν σε δικά
τους κεραμικά πλακίδια τις δικές τους
σημειώσεις και ανακοίνωναν συνεχώς ο
ένας στον άλλον τις επιτυχίες τους και
αυτά που διάβαζαν και που φαίνονταν
εκπληκτικά.
Οι
πλάκες περιείχαν πολλές πληροφορίες
για τη γλώσσα, που την ονόμαζαν «γλώσσα
των ατλάντων» ή «ατλαντική», ενώ περιείχαν
και λεπτομέρειες για το περιεχόμενο
της κιβωτού η οποία όμως βρισκόταν αλλού
και όχι στο Μεγάλο Σπήλαιο. Υπήρχε μια
σύντομη περιγραφή της χρυσής εποχής
των Ατλάντων και η πρόβλεψη για μια
μεγάλη καταστροφή που επρόκειτο να βρει
τη μητέρα ήπειρο. Αυτή η καταστροφή
προφανώς είχε ήδη συντελεστεί αφού
τόσες χιλιάδες χρόνια οι Άτλαντες είχαν
εξαφανιστεί κι αφού ενεργοποιήθηκε ο
μηχανισμός αναζήτησης της κιβωτού,
πράγμα που θα γινόταν μόνο αν η μεγάλη
καταστροφή είχε πραγματικά συμβεί. Ήταν
όλοι τους συγκλονισμένοι από αυτά που
μάθαιναν διαβάζοντας τις πλάκες. Όμως
δεν είχαν έρθει μόνο για να μάθουν
ιστορία, είχαν ένα σκοπό να εκπληρώσουν
κι έτσι έψαχναν πιο εντατικά να βρουν
κάποιες πληροφορίες για τον τόπο όπου
είχε τοποθετηθεί η κιβωτός. Αναζήτησαν
σχετικά κείμενα και σύντομα βρήκαν αυτό
που γύρευαν.
Μέσα
σε όλα που ανακάλυψαν διαβάζοντας τα
κείμενα των πλακιδίων, βρήκαν και ένα
ξεχωριστό πλακίδιο που περιείχε
πληροφορίες για το πώς θα έφταναν
επιτέλους στον προορισμό τους.
-Η
Κιβωτός της Αργυρής Εποχής βρίσκεται
στην Εχιδνούσα! φώναξε, με φωνή που
έτρεμε από τον ενθουσιασμό και τη
συγκίνησή του, κάποια στιγμή ο Προμηθέας
Έτρεξαν
κοντά του να καταλάβουν τι έλεγε και
γιατί.
-Δεν
είναι εδώ στο Μεγάλο Σπήλαιο η κιβωτός!
είπε ξανά και με έμφαση ο Προμηθέας,
βρίσκεται στο βορινό άκρο της Οψιδίας,
στο νησί του Πυριτόλιθου, στο μέρος που
λέγεται Εχιδνούσα, το λέει καθαρά αυτή
εδώ η πλάκα
-Στην
Εχιδνούσα; έκανε έκπληκτος ο Ανδρόγεως
και κοίταξε προσεκτικά εκεί που του
έδειχνε ο Προμηθέας
-Μα
μόλις ήρθαμε από εκεί! είπε ο Μελικέρτης
-Το λέει
εδώ, είπε ο Προμηθέας και τους έδειξε
το πλακίδιο που περιείχε την πληροφορία
Τα
χαραγμένα γράμματα έλεγαν:
«ΚιΒοΤοΣ-ιΣ-ΒοΡα-οΨΔιαΣ-ι(ε)ΧιΔΝΣαΝ»
που σε μετάφραση από την αυστηρή ατλαντική
γλώσσα έλεγε «ΚΙΒΩΤΟΣ ΕΙΣ ΒΟΡΑ ΟΨΙΔΙΑΣ
ΕΧΙΔΝΟ(Υ)ΣΑΝ»
Κοίταξαν
όλοι το πλακίδιο που έδειχνε ο Προμηθέας
και επιβεβαίωσαν την πληροφορία. Η
κιβωτός λοιπόν βρισκόταν στην Οψιδία
στο βορινό τμήμα της, την Εχιδνούσα, που
αποτελούσε σχεδόν ένα ανεξάρτητο νησί.
Και υπήρχαν ακόμη γραπτά που εξηγούσαν
ότι η Κιβωτός της Αργυρής Εποχής που
έψαχναν αποτελείτο από τρία κιβώτια
γεμάτα με την παρακαταθήκη των Ατλάντων
προς τις επόμενες γενιές. Όμως το
περιεχόμενο της κιβωτού, ή των τριών
κιβωτίων που την αποτελούσαν, δεν ήταν
της στιγμής. Τώρα προείχε να βρεθεί αυτή
η κιβωτός που δεν βρισκόταν κρυμμένη
στο Μεγάλο Σπήλαιο όπως νόμιζαν εξ
αρχής.
Το
πολύτιμο αναζητούμενο ήταν τελικά
κρυμμένο πολύ κοντά τους, στην πρώτη
στάση της διαδρομής τους, στην Οψιδία,
και για την ακρίβεια στο βόρειο τμήμα
του νησιού, σε ένα σχεδόν ξεχωριστό νησί
που συνδεόταν με την Οψιδία με ένα στενό
πέρασμα, έναν πορθμό. Το μέρος αυτό
ονομαζόταν από τα πολύ παλιά χρόνια
Εχιδνούσα4
από τις πολλές έχιδνες που το κατοικούσαν
και ήταν γεμάτο σπηλιές και βράχους σε
άσπρο και γαλακτερό χρώμα. Εδώ κατέφθαναν
άνθρωποι από όλα τα γνωστά μέρη για να
πάρουν το ιδιαίτερο πέτρωμά της όπως
ακριβώς από την Οψιδία έπαιρναν τον
οψιδιανό. Αυτό το υλικό λεγόταν
“λευκοπέτρωμα”5
και βρισκόταν σε αφθονία πάνω στην
επιφάνειά της. Ήταν το δεύτερο σε
σπουδαιότητα πέτρωμα της γης του
Πυριτόλιθου μετά τον Οψιδιανό με τον
οποίο κατασκεύαζαν εργαλεία, μαχαίρια
και διάφορα σκεύη. Το λευκοπέτρωμα το
χρησιμοποιούσαν για την γραφή σε
κεραμικές πλάκες αλλά και για τις
κατασκευές των σπιτιών. Το εμπορεύονταν
οι Οψιδιανοί όπως και τον πυριτόλιθο.
Ήταν ένα μέρος γνωστό σε όλους αλλά
σχεδόν ακατοίκητο και γεμάτο κρυψώνες
και σπηλιές. Ήταν κατάλληλος τόπος για
να διατηρήσει κανείς ένα θησαυρό κρυμμένο
για πολλά χρόνια. Βρήκαν και άλλα πλακίδια
με την ίδια πληροφορία μετά από λίγο.
Υπήρχαν μάλιστα χάρτες και περιγραφές
για το πώς θα έφταναν εκεί και πληροφορίες
για το πως θα έβρισκαν την κιβωτό όταν
θα βρίσκονταν στην Εχιδνούσα.
-Είναι
όλα καθαρά! εκεί βρίσκεται η κιβωτός
και εκεί θα πάμε για να την βρούμε, είπε
αποφασιστικά ο Ανδρόγεως
Θα
προτιμούσε να είχαν τελειώσει μια ώρα
αρχύτερα με την κιβωτό όμως έστω και
έτσι, με κάποια παραπάνω ταλαιπωρία,
σκόπευε πάση θυσία να βρουν αυτά τα τρία
κιβώτια με τους θησαυρούς του κόσμου.
Κάποιοι στο μακρινό παρελθόν, για τους
οποίους ο Ανδρόγεως γνώριζε πολλά, είχαν
στήσει ένα παιχνίδι «χαμένου θησαυρού»
ανάμεσα στο Πελασγικό Άργος και την
Αστερία με κέντρο του την Οψιδία. Και
οι απεσταλμένοι των θεών, μαζί με την
Αριάδνη που είχε γίνει αναπόσπαστο
μέλος της αποστολής, είχαν ήδη λύσει το
μεγαλύτερο μέρος από αυτό το μυστήριο.
Έμενε πια να ολοκληρώσουν τη λύση
κάνοντας και το επόμενο βήμα.
-Θα
πρέπει να γυρίσουμε λοιπόν πίσω από
εκεί που ήρθαμε, διαπίστωσε ο Μελικέρτης
-Κι ας
ελπίσουμε ότι δεν θα βρούμε κι άλλον
γρίφο μπροστά μας, είπε ο Ανδρόγεως
-Δηλαδή
οι Άτλαντες έφτιαξαν αυτό όλο το μυστήριο
με τους Δρυίδες στα χωριά του Πελασγικού
Άργους για να κρύψουν τελικά την Κιβωτό
σε ένα ακραίο σημείο στο νησί του
Πυριτόλιθου; έκανε απορημένος ο Προμηθέας
-Στο
Μεγάλο Σπήλαιο θα μπορούσε ο καθένας
να πάει και να πάρει την Κιβωτό αν την
φύλαγαν εκεί, είπε ο Ανδρόγεως, έτσι
όμως όπως έφτιαξαν αυτό το κυνήγι οι
Θεοί, η γνώση της γλώσσας και της γραφής
των Ατλάντων ήταν απαραίτητη προϋπόθεση
για να μάθει κανείς τη θέση της στην
Εχιδνούσα
-Έτσι
ήταν σίγουροι ότι κανείς ποτέ δεν θα
την έβρισκε από τύχη, είπε η Αριάδνη
-Ήθελαν
επομένως να φτάσει σε εμάς και μόνο σε
εμάς! είπε ο Προμηθέας
-Ακριβώς,
και καθώς μόνο εμείς οι Δικταίοι είμαστε
οι πραγματικοί κληρονόμοι, άρα μόνο
εμείς θα μπορούσαμε να φτάσουμε και στο
κληροδότημα, εξήγησε ο Ανδρόγεως
-Άραγε
ποιους λόγους είχαν για να κρύψουν αυτή
τη κιβωτό τόσο καλά, αναρωτήθηκε η
Αριάδνη
-Για να
μην τη βρουν οι άγριοι και την καταστρέψουν,
είπε ο Μελικέρτης
-Θα
μπορούσαν να την έχουν κρύψει στο Δικταίο
Άντρο, είπε η Αριάδνη
-Ή ακόμη
και στο Ιδαίο Άντρο που είναι κοντά μας,
πρόσθεσε ο Προμηθέας
-Ήθελαν
να φτάσουμε σε αυτήν στον κατάλληλο
χρόνο, όχι να την έχουμε από την πρώτη
στιγμή στη διάθεσή μας, είπε ο Ανδρόγεως,
αν και, έτσι όπως την έκρυψαν, μπορεί
και να μην τη βρίσκαμε ποτέ!
-Νομίζω
πως ήθελαν να την κρύψουν καλά! είπε ο
Προμηθέας, είναι ολοφάνερο, είχαν εχθρούς
από τους οποίους την προφύλαξαν με όλα
αυτά τα μυστήρια
-Μα
ποιους εχθρούς θα μπορούσαν να έχουν;
είπε ο Μελικέρτης, λάθος κάνεις
-Είναι
εκείνοι που προσπάθησαν να μας συλλάβουν
και να μας σκοτώσουν τόσες φορές στο
Πελασγικό Άργος, είπε ο Προμηθέας,
κάποιοι έχουν αντίθετους σκοπούς από
εμάς
-Τώρα
όμως βρήκαμε τον τρόπο να φτάσουμε στην
κιβωτό πρώτοι εμείς και με ασφάλεια,
είπε ο Ανδρόγεως
-Πρέπει
να προσέχουμε, είπε ο Προμηθέας, αυτοί
οι “άλλοι” μπορεί να μας είναι άγνωστοι
όμως υπάρχουν! μας κυνήγησαν για να μας
σκοτώσουν και ίσως να μας περιμένουν
πιο κάτω για να προσπαθήσουν ξανά
-Ιδιαίτερα
πρέπει να προσέξουμε πολύ στην επιστροφή,
συμπλήρωσε η Αριάδνη, οι εχθροί μας
είναι όπως φαίνεται στο δρόμο μας για
την Οψιδία και την πατρίδα.
-Ίσως
να υπερβάλετε λίγο στους φόβους σας,
ίσως αυτοί που σας κυνήγησαν δεν ήταν
παρά ληστές ή άγριοι, σας φόβισαν πολύ
και τα λέτε αυτά, είπε ο Μελικέρτης
-Κάποιοι
ήταν άγριοι αδελφέ, επέμεινε ο Προμηθέας,
κάποιοι άλλοι όμως από αυτούς είχαν
σχέδιο, κυνηγούσαν εμένα, όχι ένα τυχαίο
ξένο περαστικό από τα μέρη τους, και ο
κίνδυνος ήρθε στο Πελασγικό Άργος μαζί
μας, ήρθε από την Οψιδία ή την πατρίδα,
άρα είναι μπροστά μας και πρέπει να
προσέχουμε
Έμειναν
για λίγο όλοι σκεφτικοί. Δεν ήταν ωραίο
να διαπιστώνεις πως κάποιος θανάσιμος
κίνδυνος σε παραμονεύει για τον οποίο
εσύ δεν ξέρεις τίποτα απολύτως.
-Πιστεύαμε
ότι θα λύναμε τις απορίες στο Σπηλαίο
αλλά αντί να τις μηδενίσουμε τελικά τις
πολλαπλασιάσαμε, διαπίστωσε ο Προμηθέας
-Λύσαμε
όμως το μυστήριο της γραφής και τώρα
ξέρουμε να διαβάζουμε τα κείμενά τους,
υπενθύμισε η Αριάδνη
-Και …
μάθαμε για τον τόπο που έκρυψαν την
κιβωτό, είπε ο Προμηθέας
-Να μην
χάνουμε χρόνο, έδωσε το σύνθημα ο
Ανδρόγεως, ξεκινάμε αμέσως για το νησί
του Πυριτόλιθου, η κιβωτός μας περιμένει
εκεί εδώ και τριακόσιες γενεές!
1
Η
σκέψη φαινόταν πρωτότυπη και ήταν
πραγματικά πολύ προχωρημένη καθώς η
μόνη υπάρχουσα γραφή ήταν με ιδεογράμματα,
δηλαδή με ζωγραφιές, και τώρα η σκέψη
αυτή πρότεινε να αντικατασταθεί η
έννοια με έναν ήχο και
εντελώς διαφορετικό.
2
π.χ. βλέποντας το ιδεόγραμμα του κινδύνου
καταλαβαίνουν όλοι τι σημαίνει, στη
φωνητική γραφή όμως είναι άλλο το
“danger” (αγγλικά) άλλο το “pericolo” (ιταλικά)
κι άλλο το “κίνδυνος” (ελληνικά)
3
Άφωνα
τα φωνήεντα, Χειλικά και Λαρυγγικά τα
σύμφωνα
4
Εχιδνούσα
= η σημερινή Κίμωλος