Χτες έγραψα για ένα σπουδαίο γεγονός του 1261μΧ, την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τον Μιχαήλ Παλαιολόγο και την αποκατάσταση της ρωμαϊκής (βυζαντινής) εξουσίας στην Πόλη του Κωνσταντίνου, την Βασιλεύουσα, που από το 1204 ανήκε στους Λατίνους.
***

Εικοσιένα χρόνια αργότερα, το 1282μΧ κάποια πολιτικά γεγονότα έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην μετέπειτα πορεία του ρωμαϊκού (βυζαντινού) κράτους που οδήγησαν τελικά στην άλωσή του από τους Οθωμανούς. Γι αυτό τον λόγο, θα περιγράψω σήμερα την κατάσταση στην Βαλκανική και την Μικρασία γύρω στο 1280 ώστε να γνωρίζουμε το πλαίσιο μες στο οποίο υπήρξαν οι κρίσιμες εξελίξεις.
Η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί μετά την ουσιαστική κατάλυση του Σελτζουκικού κράτους και την διάχυση ανοργάνωτων τουρκικών φυλών στη Μικρασία με την δημιουργία ανεξάρτητων εμιράτων είχε γίνει απελπιστική για το Βυζάντιο και ουσιαστικά είχε δημιουργήσει συνθήκες ερήμωσης της υπαίθρου και επικράτησης πλήρους αναρχίας έξω από τα τείχη των πόλεων.
Το κρίσιμο έτος 1282 σημειώθηκε μια καμπή που επηρέασε ουσιαστικά το μέλλον της περιοχής. Με τη βοήθεια της Δύσης, ξεπεράστηκε ο τουρκικός κίνδυνος και ανακτήθηκε από τους Έλληνες Χριστιανούς η Μικρασία, όχι μόνο τυπικά αλλά και με εγκατάσταση νέων πληθυσμών. Μέχρι τότε βέβαια, η κατάσταση έδειχνε απελπιστική.
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΥΣΗ ΓΥΡΩ ΣΤΟ ΚΡΙΣΙΜΟ ΕΤΟΣ 1282
Λεπτομερέστερα, τα μέτωπα που έχει να αντιμετωπίσει η Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης στην Ανατολή [Μικρασία] αλλά και στη Δύση [Βορείως με Βουλγαρία, Σερβία], πέρα από το Ιόνιο με Νορμανδούς της Σικελίας αλλά και στο εσωτερικό μέτωπο με τον διχασμό κλήρου και λαού σε ενωτικούς και ανθενωτικούς είναι σε γενικές γραμμές τα ακόλουθα:
Α.- ΜΙΚΡΑΣΙΑ:
Ο κίνδυνος των Τούρκων, και η κρισιμότητα της περιόδου 1243-1283
Η εισβολή των Μογγόλων και η ήττα του Σουλτανάτου του Ικονίου με την ουσιαστική διάλυσή του το 1243 επιφέρει ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση και αναρχία στη Μικρασία. Δημιουργούνται πολλά ανεξάρτητα εμιράτα που έχουν στόχο τις επιδρομές και τις δηώσεις χωρίς να μπορούν να εγκαθιδρύσουν στοιχειώδεις πολιτικές δομές και να χτίσουν κάτι στη θέση των ερειπίων που αφήνουν. Η περίοδος αυτή δημιουργεί συνθήκες πληθυσμιακής ερήμωσης ολόκληρων περιοχών ενώ οι κάτοικοι των πόλεων κλείνονται στις πόλεις τους που περικυκλώνονται από ατάκτους και βρίσκονται ουσιαστικά υπό συνεχή πολιορκία. Οι πόλεις πέφτουν αμαχητί με τον τρόπο αυτό η μία μετά την άλλη και η βυζαντινή εξουσία στη Μικρασία γίνεται εξουσία-φάντασμα που εξαντλείται σε μερικά παράλια φρούρια και ελάχιστες περιοχές κοντά στην πρωτεύουσα ή στα βορειοδυτικά παράλια της Προποντίδας.
Η κατάσταση στη Μικρασία είναι μια διαδικασία συνεχούς διάλυσης και φθοράς που παραδίδει την βυζαντινή κυριαρχία στην τουρκική χωρίς ημερομηνίες κατάληψης εδαφών, χωρίς πολιορκίες, μάχες κλπ. Είναι μια παράδοση άνευ όρων μετά από εξάντληση. Η κεντρική εξουσία αδυνατεί να περιορίσει το φαινόμενο καθώς δεν διαθέτει τις πολλές και πολύ υπέρτερες των Τούρκων δυνάμεις που απαιτούνται για εκκαθαρίσεις τέτοιας έκτασης.
Το κρίσιμο έτος 1282 η κατάσταση έχει ξεφύγει εντελώς από τα χέρια των Βυζαντινών όπως και από την σκιώδη αρχή των Σελτζούκων. Η Μικρασία έχει καταληφθεί ουσιαστικά από τους Τουρκομάνους-Τούρκους εμίρηδες που τυπικά και μόνο είναι υποτελείς του Βυζαντινού Αυτοκράτορα ή του Σελτζούκου Σουλτάνου, ουσιαστικά όμως είναι απόλυτοι κυρίαρχοι των περιοχών τους, φοβούνται μόνο τους Μογγόλους και προσπαθούν να επεκταθούν σε βάρος Χριστιανικών εδαφών και πληθυσμών ώστε να εφαρμόσουν την Τζιχάντ. Ακόμα πάντως υπάρχει η Βυζαντινή παρουσία, στις πόλεις και τα Κάστρα, ενώ οι αυτοκράτορες εκπροσωπούν την νομιμότητα. Η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και το Βασίλειο της Αρμενίας είναι αρκετά αδύναμα για να αντιμετωπίσουν από μόνα τους την Τουρκική εξάπλωση και λειτουργούν αμυντικά στηριζόμενα και αυτά, όπως και η Κωνσταντινούπολη στην κατά καιρούς συμμαχία με τους Μογγόλους που μόνο αυτοί εκφοβίζουν τους Τούρκους χωρίς όμως και να μπορούν να τους περιορίσουν σημαντικά αφού οι Εμίρηδες αποσύρονται για λίγο και μετά την αποχώρηση των Μογγόλων συνεχίζουν τη δράση τους.
Β.- ΔΥΣΗ:
Το ζήτημα της απειλής και της έλλειψης ή παροχής βοήθειας από την Δύση
Οι Νορμανδοί και ο Βασιλιάς τους Κάρολος των Ανζού, με αφετηρία τη Σικελία και τη Νότια Ιταλία ονειρεύονται –μέχρι το 1282- μια παγκόσμια αυτοκρατορία που θα περιλαμβάνει απαραίτητα την Κωνσταντινούπολη. Προς τον σκοπό αυτό προσπαθούν να πείσουν τον Πάπα να επιτρέψει μια νέα σταυροφορία για επανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Νορμανδούς στο όνομα της Δυτικής Καθολικής Εκκλησίας. Η προσπάθεια των Βυζαντινών για να αποκρούσουν αυτή την απειλή γίνεται με την προσπάθεια των αυτοκρατόρων να υποτάξουν την ελληνική ορθόδοξη εκκλησία στον Πάπα αναγνωρίζοντάς του το 1274 στη σύνοδο της Λυών το πρωτείο και να ενταχθούν έτσι στο δυτικό στρατιωτικό σύστημα με αποτέλεσμα να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους, και παράλληλα να τύχουν προστασίας και βοήθειας από την Δύση έναντι της Τουρκικής απειλής αλλά και να εξασφαλίσουν τα σύνορά τους στην Βαλκανική.
Με τους Πάπες Γρηγόριο Γ΄ και Νικόλαο Γ’, μέχρι το 1281, η πολιτική της ενώσεως των Εκκλησιών που ασκεί ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος έχει ανταπόκριση και τουλάχιστον οι Πάπες δεν επιτρέπουν Νορμανδική Εκστρατεία κατά της Κωνσταντινούπολης. Δεν φτάνουν ακόμα στο σημείο να διατάξουν σταυροφορία για την διάσωσή της από τον Τουρκικό κίνδυνο που δεν είναι εξ άλλου άμεσα ορατός, όμως λειτουργούν ως η κύρια ανάσχεση στον από δυσμάς κίνδυνο.
Γ.- ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ:
Ο από βορρά κίνδυνος και η περικύκλωση της αυτοκρατορίας
Στην Βαλκανική οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι έχουν συμμαχήσει με τον Κάρολο των Ανζού και τους Νορμανδούς, και απειλούν την Αυτοκρατορία αναμένοντας όμως να κινηθούν μόλις επιτευχθεί ευρύτερη συμφωνία υπό την διαταγές του Πάπα ώστε η κίνηση να είναι νομιμοποιημένη και να έχει σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας.
Επίσης, και καθώς η αυτοκρατορία έχει ανακτηθεί το 1261 από τους Φράγκους όχι από το σύνολο των Ελλήνων αλλά από τους ηγέτες της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας, υπάρχουν αρκετοί διεκδικητές του θρόνου της Αυτοκρατορίας ενώ το Δεσποτάτο της Ηπείρου κυρίως αλλά και το σύνολο των φραγκικών δουκάτων και πριγκιπάτων της κυρίως Ελλάδας αποτελούν εν δυνάμει αντιπάλους της Κωνσταντινούπολης.
Δ..- ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ:
Ενωτικοί και ανθενωτικοί, μια κόντρα που φτάνει μέχρι τη διάλυση του Κράτους
Τέλος, υπάρχει ένα εσωτερικό μέτωπο ενωτικών με ανθενωτικούς που κοχλάζει και μπορεί εύκολα να προκαλέσει εξεγέρσεις και στάσεις ενάντια σε σχέδια που θα ρίχνουν το βάρος προς την μία ή την άλλη πλευρά. Η μάχη για το αν θα είναι ο εκάστοτε Πατριάρχης ενωτικός ή ανθενωτικός είναι έκφραση μιας βαθιάς διαίρεσης μεταξύ των αρχόντων αλλά και του λαού που δεν επιτρέπει δράση με συντονισμό όλων των δυνάμεων της αυτοκρατορίας σε όποια πολιτική κριθεί συμφέρουσα κάποια στιγμή.
Ε.- ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ- ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ
Στη Μέση Ανατολή, μετά τις 8 σταυροφορίες [1096-1270] και την αντεπίθεση των Τούρκων Εμίρηδων [Σαλαντίν, Σουλεϊμάν κλπ.] και των Αιγυπτίων Μαμελούκων έχουν καταλυθεί σχεδόν όλες οι Φράγκικες κτήσεις πλην των φρουρίων πόλεων της Άκκρας, της Τύρου και της Αντιόχειας. Το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ παραδόθηκε τυπικά στον Κάρολο αλλά ουσιαστικά δεν υπήρχε καμιά σπουδαία κτήση παρά μόνο πολιορκημένες περιοχές καθώς και η Κύπρος είχε ήδη πουληθεί από τον Ριχάρδο της Αγγλίας στους Λουζινιάν. Οι Μωαμεθανοί δεν ένιωθαν πλέον καμιά σοβαρή πίεση από τους Φράγκους στις ακτές της Συρίας και η μόνη περίπτωση επιδρομών με την επίκληση του Τζιχάντ, του Ιερού Πολέμου δηλαδή κατά απίστων, παρέμενε η επέκταση στην Μικρασία και αργότερα στην Βαλκανική χερσόνησο.
Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗΣ
Στην ουσία, πραγματική εξουσία η Κωνσταντινούπολη ασκεί μόνο σε μια στενή λουρίδα στην Προποντίδα, και στα παράλια της Θράκης και της Μακεδονίας. Οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι μπορούν κατά βούληση να μπαινοβγαίνουν στις περιοχές της Θράκης και της Μακεδονίας και να τρομοκρατούν ή να καταλαμβάνουν προσωρινά ακόμα και μεγάλες πόλεις όπως η Θεσσαλονίκη, οι Σέρρες, η Καβάλα κλπ. Οι Τούρκοι φτάνουν μέχρι και έξω από τα τείχη των παραλιακών και μη πόλεων όπως η Φιλαδέλφεια, η Νικομήδεια, η Νίκαια η Προύσα η Ποντοηράκλεια κλπ. και η τροφοδοσία αυτών των πόλεων συχνά εξασφαλίζεται είτε μέσω θαλάσσης είτε με εκστρατείες.
Οι περιοχές που βρίσκονται έξω από τις στενές λουρίδες όπου η Κωνσταντινούπολη μπορεί να επιβάλει την εξουσία της, λεηλατούνται συχνά και υπόκεινται στη συνεχή πίεση να αλλαξοπιστήσουν είτε στην θρησκευτική εξουσία των μουσουλμάνων είτε στην πολιτική εξουσία των Χριστιανών βασιλέων της Σερβίας και της Βουλγαρίας. Παράλληλα η θρησκευτική διαμάχη για ένωση ή αποχωρισμό διαλύει τον κορμό του Κράτους και καθιστά τους μισούς υπηκόους της Αυτοκρατορίας προδότες στα μάτια των άλλων μισών και αντίστροφα.
Η διαλυτική αυτή κατάσταση δείχνει πως τα χρόνια αυτά είναι πλέον τα κρισιμότερα για την επιβίωση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας σαν συνέχειας του Ρωμαϊκού Κράτους, σαν κληρονόμου του ελληνισμού της αρχαιότητας και σαν φύλακα και διαφωτιστή της ορθόδοξης χριστιανοσύνης.
Στο δίλημμα «με ποιους πας και ποιους αφήνεις» ο Μιχαήλ απάντησε σαφέστατα και προτίμησε να στηριχτεί στη βοήθεια της Δύσης θυσιάζοντας τα πρωτεία του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης και την ορθόδοξη ερμηνεία των Γραφών με την υποταγή στον Πάπα και την εξασφάλιση της συμμαχίας των Λατίνων που εκείνο τον καιρό βρίσκονταν πραγματικά σε μια στρατιωτική ακμή και η ισχύς τους ήταν αδιαμφισβήτητη και ικανή να διασώσει την αυτοκρατορία.
Ο ΝΕΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ
Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204, τα ελληνικά κράτη που αναπτύχθηκαν πήραν χαρακτήρα όλο και περισσότερο ελληνικό χάνοντας και την οικουμενικότητα αλλά και την έντονη χριστιανικότητα του Βυζαντίου. Στα πλαίσια αυτά αναπτύχθηκαν πολιτιστικές και πολιτικές, αλλά και θρησκευτικές απόψεις, για ένα ξανακοίταγμα της ιστορίας και για μια νέα θεώρηση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Σε αυτό βοήθησε η αναγέννηση που άρχισε να επηρεάζει σιγά-σιγά τις Ιταλικές πόλεις και να μεταφέρεται αυτούσια στην απέναντι ακτή του Ιονίου και της Αδριατικής.
Η επανασύνδεση με την Δύση, και η προπαγάνδα υπέρ της ένωσης των εκκλησιών είχε μέσα της πολλά χαρακτηριστικά εθνικισμού, ενώ η προσκόλληση στην ανθενωτική πολιτική και στην Ορθοδοξία είχε μέσα της πολλά στοιχεία οικουμενισμού και παραδοσιακού ανθελληνισμού.
Η πολιτική των ενωτικών έμοιαζε περισσότερο μοιρολατρική και αμυντική, ενώ των ενωτικών έμοιαζε περισσότερο ακμαία και επιθετική. Αν και λιγότεροι οι ενωτικοί, είχαν μαζί τους τους φιλοσόφους, τα νέα πνεύματα, τις πιο ισχυρές δυνάμεις του ελληνισμού. Έτσι δικαιολογείται η επιλογή του Μιχαήλ [και μετέπειτα του Κωνσταντίνου] να στηριχτούν σε αυτές τις νέες δυνάμεις και έτσι εξηγείται επίσης και η τελική επικράτησή τους.
Αύριο θα γράψω για τα σημαντικά γεγονότα του 1282 μΧ που καθόρισαν εν πολλοίς τις μετέπειτα εξελίξεις.