Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016

Καθυστέρηση κι Ωραιοποίηση, παιδικές ασθένειες της κυβέρνησης


Στη διαπραγμάτευση με την Ευρωζώνη για το χρέος και το μνημόνιο δώσαμε σαν Ελλάδα μια μάχη που έπρεπε να δοθεί, έστω κι αν είχαμε απώλειες αφού οι δανειστές δεν υποχώρησαν. Θέσαμε τα δίκαια της χώρας και της δημοκρατικής Ευρώπης απέναντι στον σκληρό νεοφιλελευθερισμό, βρήκαμε στήριξη από λαούς και διανοητές και προωθήσαμε το ελληνικό αίτημα όσο περισσότερο μπορούσαμε. Δυστυχώς, δεν είχαμε μετρήσει σωστά τον συσχετισμό των δυνάμεων, πιστέψαμε τη δύναμη της λογικής και θεωρήσαμε ότι θα μπορούσαμε να αλλάξουμε κάποιες συνειδήσεις σε κρατικό επίπεδο. Δεν τα καταφέραμε και υπογράψαμε στο τέλος μια συνθήκη ανακωχής που μας κρατά τουλάχιστον ακόμα στο παιχνίδι. Αν δεν γινόταν και το (αχρείαστο όπως μου φάνηκε από την πρώτη στιγμή) δημοψήφισμα και γλιτώναμε τα κάπιταλ κοντρόλ που μας βύθισαν σε νέα ύφεση θα λέγαμε "ούτε γάτα ούτε ζημιά". Και πάλι, όμως, παρά τα όποια λάθη, έπρεπε να αγγίξουμε τα όρια των δυνατοτήτων μας όσο στενά κι αν ήταν αυτά τα όρια μετά την καθολική παράδοση της χώρας τα έτη 2010-14. 

Αν και υποστήκαμε ζημιά, θα την έλεγε κανείς ίσως κατά ένα τρόπο δικαιολογημένη και πιθανά αναπόφευκτη. Η επάνοδος του Σύριζα τον Σεπτέμβρη θα έπρεπε να συνοδεύεται τουλάχιστον από την απόκτηση μιας πολύτιμης εμπειρίας που θα εγγυάτο την νέα του πορεία. Που θα πει ότι μετά την δραματική περιπέτεια του πρώτου εξαμήνου του '15 θα έπρεπε κάτι να έχουμε διδαχθεί και να μην κάναμε τα ίδια λάθη.

Η κυβέρνηση δίνει τη μάχη για την διαφάνεια, για τη διαφθορά, για μια πιο "δημοκρατική" καθημερινότητα αλλά κινδυνεύει να μείνει μεταξεταστέα στα μεγάλα. Δυστυχώς, στα δυο καίρια ζητήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα σαν χώρα, στην Αξιολόγηση και στο Μεταναστευτικό, συνεχίζουμε σε ένα ρυθμό που αναπαράγει λάθη παρόμοια με εκείνα που έχουν ξαναγίνει και δίνει τροφή στα ζόμπι του παρελθόντος (βλέπε Κυριάκος) και στα ζόμπι του μέλλοντος (βλέπε ΧΑ).

Σε αυτούς τους δυο σημαντικούς τομείς της πολιτικής βλέπω πως εξακολουθούμε να χειριζόμαστε τα θέματα με τον τρόπο του παρελθόντος, εκείνον που δεν απέδωσε παρά ελάχιστα και μας έφερε σε δύσκολη θέση. Ο τρόπος αυτός έχει δυο βασικά σκέλη:
α.- Την Καθυστέρηση στη λήψη των αναγκαίων αποφάσεων, δηλαδή το χάσιμο πολύτιμου χρόνου που θεωρούμε ότι κυλάει υπέρ μας ενώ κυλάει εις βάρος μας, και 
β.- Την Ωραιοποίηση της πραγματικότητας που μας κοιμίζει σε μια γλυκιά αναμονή του καλύτερου μέχρι που το σοκ του επείγοντος χειρότερου να μας οδηγήσει σε άτακτη συνθηκολόγηση.
Και τα δυο αυτά σκέλη έχουν ένα κοινό παρονομαστή, το πολιτικό κόστος. Η καθυστέρηση και η ωραιοποίηση των καταστάσεων έχουν το πλεονέκτημα να ναρκώνουν τις αντιδράσεις και να μην εκδηλώνεται μια ισχυρή αντίθεση κατά των κυβερνητικών αποφάσεων και δράσεων, έως ότου το "κεραυνοβόλο κτύπημα" να καταστήσει αναγκαία και επείγουσα την αποδοχή κάθε υποχώρησης. Έτσι το πολιτικό κόστος παίζεται με μια ζαριά, στο τέλος, εκεί όπου ο φόβος του χειρότερου διαγράφει ευθύνες και λειτουργεί σαν ναρκωτικό (ή διεγερτικό) του εκλογικού σώματος.

Καθυστερούμε την αξιολόγηση ενώ έχουμε εκτιμήσει (και όχι λανθασμένα) ότι η καθυστέρηση μπορεί να είναι καταστροφική για την οικονομία, βάζοντάς την στον "κακό" κύκλο (νέα ύφεση, υστέρηση εσόδων, ανακεφαλαιοποιήσεις, ξανά ύφεση και ποτέ επενδύσεις) αντί να την σπρώξουμε στον "ενάρετο" (χρηματοδότηση της οικονομίας, επενδύσεις, ανάκαμψη). Όχι πως θα τα πετύχουμε όλα αυτά, ωστόσο αυτό είναι το μόνο μας σχέδιο. Μπορούμε να παίζουμε με το μοναδικό μας ατού; Κι όμως, παίζουμε. Αργούμε να συζητήσουμε κερδίζοντας χρόνο στο εσωτερικό, λέμε πως δεν θα υποχωρήσουμε από τις κόκκινες γραμμές (όμως θα υποχωρήσουμε) και ωραιοποιούμε την κατάσταση απειλώντας πως ... θα τα σπάσουμε με την Ευρώπη (και γιατί δεν τα σπάγαμε τον Ιούλιο;).

Καθυστερούμε να φτιάξουμε τα Χοτ Σποτ και όταν πια το αποφασίζουμε είναι ήδη πολύ αργά. Μας κλείνουν έξω από τα ευρωπαϊκά σύνορα κι εμείς απειλούμε με βέτο (που; στο Μπρέξιτ;). Η Ελλάδα έγινε και με τη βούλα η χώρα υποδοχής των μεταναστών. Αν το καλοσκεφτείς, ίσως αυτός να είναι ο μόνος τρόπος για να σταματήσουν οι προσφυγικές ροές. Αν ο άλλος πεισθεί ότι από την Ελλάδα δεν πας Ευρώπη, τότε θα σταματήσει να έρχεται από εδώ. Αυτή είναι η ευρωπαϊκή πολιτική σκέψη και όχι ο "διαφωτισμός" και η "ανεκτικότητα" που δήθεν είναι ευρωπαϊκές αξίες (του Κολ; του Σμιτ; του Ντ' Εσταίν;). Καθυστερούμε να εκτιμήσουμε την μοναδική Ευρώπη που υπάρχει ωραιοποιώντας την σαν να είναι μια φανταστική ανύπαρκτη άλλη Ευρώπη των ονείρων μας (!). Κάνουμε λογαριασμούς με σκελετούς που δεν υπάροχυν κι ύστερα καταλαβαίνουμε πως πίσω από όλα κρυβόταν ο Σόιμπλε!

Δεν συζητάω το ανθρωπιστικό θέμα, ότι οι άνθρωποι αυτοί φεύγουν από μια κόλαση και πρέπει να διευκολύνεις τη φυγή τους. Αυτή είναι δική μου άποψη, ίσως και άποψη αρκετών άλλων, δεν είναι όμως ευρωπαϊκή βούληση. Κι αν θέλω εγώ -και οι σαν εμένα- να διευκολύνουμε τους Σύρους και τους άλλους πρόσφυγες, ας αποφασίσουμε ότι θα το κάνουμε εμείς μόνοι μας στη χώρα μας χωρίς τους Ευρωπαίους. Από την Ευρώπη και τον ΟΗΕ μόνο χρήματα μπορούμε να ζητήσουμε για να στεγάσουμε και να ταΐσουμε τους πρόσφυγες. Ίσως και καμιά τιμητική διάκριση ή ένα νόμπελ. Το πρόβλημα όμως θα το αντιμετωπίσουμε εμείς. Γιατί την εύκολη δουλειά του διασώστη που δίνει τσάμπα μια κούπα τσάι κι ένα πιάτο φαγητό ώσπου να διώξει τον ξένο στην αυλή του γείτονα, δεν μας τον χαρίζουν οι Ευρωπαίοι.