Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2020

38 "ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΑΝ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ" συνέχεια 38η

Φτάσαμε στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου. Είμαστε στο απόγευ7μα της τρίτης ημέρας (11ης Ιουνίου 307 πΧ) από τις τρεις μέρες που συγκλόνισαν την Αθήνα. Η δράση έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και απομένουν κάποιες ρυθμίσεις και κάποιες σκέψεις για όσα έγιναν. Αυτά περιλαμβάνονται σε αυτό το τελευταίο κεφάλαιο και είναι χωρισμένα σε τρεις ενότητες με τους παρακάτω τίτλους.

Ενότητα πρώτη: "Μόνο έτσι κυβερνιέται ο κόσμος"

Ενότητα δεύτερη: "Τίς πταίει;"

Ενότητα τρίτη: "Αύριο θα είναι μια καινούρια μέρα"

Σήμερα Πέμπτη 12/11 και αύριο 13/11 (με την 38η και 39η συνέχειες) θα δημοσιευτεί η πρώτη ενότητα. Την Δευτέρα 16/11 (40η συνέχεια) η δεύτερη, την Τρίτη 17/11 λόγω Πολυτεχνείου έχουμε αργία και Τετάρτη 18/11 και Πέμπτη 19/11 (41η και 42η συνέχειες) ολοκληρώνεται κι η τρίτη ενότητα και τέλος.

****************************************


11η Ιουνίου 307 π.Χ. απόγευμα

Θ' Τρίτη φθίνοντος Θαργηλιώνος, απόγευμα

 

Δεν είχαν περάσει καλά-καλά ούτε τρεις μέρες από την ημέρα που εμφανίστηκε ο γιος του Αντιγόνου στον Σαρωνικό. Λίγος καιρός, αλλά, όλα είχαν αλλάξει στην πόλη των Αθηνών. Δυο στρατοί, μακεδονικοί κι οι δυο, βρίσκονταν στην πόλη. Ο στρατός του Κάσσανδρου κατείχε το λιμάνι του Κανθάρου κι ο στρατός του Αντιγόνου το λιμάνι της Μουνιχίας. Η, κατά τους τύπους, ανεξάρτητη Αθήνα είχε απαλλαγεί από τον δυνάστη Διονύσιο, εντολοδόχο του Κάσσανδρου. Αποκλεισμένος στη Μουνιχία ετοιμαζόταν να αμυνθεί. Η Αθήνα είχε απαλλαγεί κι από τον φιλόσοφο-τύραννο Δημήτριο Φαληρέα. Ετοιμαζόταν κι αυτός για αναχώρηση. Απαλλαγμένη από τους δυνάστες, είχε, με τη θέλησή της, ανακηρύξει τον Δημήτριο «ελευθερωτή». Έμεναν ακόμη εκκρεμότητες να διευθετηθούν αλλά η μοίρα της πόλης είχε αλλάξει. Οι εξελίξεις των χρόνων που έρχονταν είχαν ήδη δρομολογηθεί.

Οι ζωές των πολιτών είχαν αλλάξει μέσα σε τρεις μόνο μέρες. Τόσο χρειάστηκε για να φύγει η παλιά εξουσία κι η τάξη πραγμάτων που στηριζόταν σε αυτήν. Την αντικατέστησε η νέα τάξη των κληρωτών αρχόντων του δήμου. Οι «άριστοι» του Φαληρέα αντικαθίσταντο από πολίτες που ήταν άνθρωποι όλων των επαγγελμάτων. Μαρμαράδες, κτίστες, αγρότες, και ναυτικοί. Ο ίδιος ο λαός εντέλει, έπαιρνε στα χέρια του την εξουσία. Κάποιες ζωές χτισμένες στην εύνοια και τις σχέσεις με την απερχόμενη εξουσία γκρεμίζονταν. Κάποιες άλλες ζωές, ξεχασμένες απ' την αριστοκρατία και τον πλούτο γυρνούσαν και πάλι στο προσκήνιο.

Οι φίλοι του Ερμόδωρου, έζησαν σε αυτήν ακριβώς την συγκυρία, γεγονότα μοναδικά. Εκτός από την κηδεία του φίλου τους, έζησαν αποκαλύψεις, κρυφούς έρωτες, συνωμοσίες και ατιμίες. Έφτασαν σε ένα τέλος που έλυσε τις απορίες τους και τους άφησε μιαν αίσθηση δικαίου. Βρήκαν τους φονιάδες του φίλου τους, αποκάλυψαν τα κίνητρα τους κι εκδικήθηκαν τον θάνατό του, όπως είχαν χρέος.

Οι ζωές των δύο Δημήτριων, του φιλόσοφου που έφευγε και του στρατηγού που ερχόταν άλλαξαν κι αυτές. Τα άστρα τους έλαμψαν, το ένα σαν τρεμοσβήνον πεφταστέρι και το άλλο σαν ορμητικός κομήτης, στον αττικό ουρανό. Συγκλονίστηκαν οι σχολές, οι ορφικοί, οι κυνικοί, οι πυθαγόρειοι, οι πλατωνικοί, οι περιπατητικοί κι οι ισοκρατικοί. Άλλες δικαιώθηκαν κι άλλες λοιδορήθηκαν για ένα διάστημα. Για μιαν ακόμη φορά, τέθηκαν μπροστά στον άνθρωπο αιώνια ερωτήματα.

Στις τρεις αυτές μέρες που συγκλόνισαν την Αθήνα, άλλαξαν πολλά. Άλλαξε το πολίτευμα με την επάνοδο μιας επίφασης δημοκρατίας. Άλλαξαν οι ζωές των ανθρώπων κι οι τρόποι που έβλεπαν το μέλλον τους. Άλλαξαν οι φιλοσοφίες, άλλαξαν κι οι έρωτες. Μέσα στο γόνιμο χώμα της αλλαγής, άνθισαν και έβγαλαν ρίζες.

1.-

Μόνον έτσι κυβερνιέται ο κόσμος!

Ο Ζείκρατος κι ο Μύρων ήταν ευχαριστημένοι με την εξέλιξη που είχαν πάρει τα πράγματα. Μπορεί να είχαν χάσει μέσα από τα χέρια τους τον Φαληρέα, όμως, δεν είχαν στόχο να τον εκδικηθούν. Ας έφευγε, αρκεί να μην ξαναγύριζε ποτέ. Αφού είχε χαρίσει το ένα τρίτο της περιουσίας του στον δήμο κι άλλο ένα τρίτο στο προσωπικό, όλα καλά! Οι Αθηναίοι θα ήταν ελεύθεροι με πολίτευμα το κράτος του δήμου. Όσο για τον νεαρό Αντιγονίδη και -κυρίως- τον πατέρα του, θα τα έβγαζαν πέρα μαζί τους. Για να γίνει, όμως, αυτό έπρεπε η πόλη, δηλαδή οι πολίτες, να κατάφερναν να ισχυροποιηθούν. Μια αδύναμη Αθήνα, ο Αντίγονος κι ο γιος του θα την έκαναν ό,τι ήθελαν, μια ισχυρή Αθήνα θα την άφηναν ήσυχη.

Ο ήλιος είχε γείρει αυτό το απομεσήμερο αλλά μέχρι να σκοτεινιάσει υπήρχε ακόμα πολύς χρόνος. Η ζέστη ήταν αρκετή αλλά στη σκιά του δέντρου φυσούσε ένα απαλό και δροσιστικό αεράκι που την μετρίαζε. Είχαν μπροστά τους ένα κανάτι με αραιωμένο κρασί και λίγες ελιές κι έτρωγαν ελαφριά πίνοντας και μιλώντας. Η θέα που έβλεπαν ήταν πανοραμική. Απ’ τη μια το οχυρό και το λιμάνι της Μουνιχίας, απ’ την άλλη το λιμάνι κι οι οχυρώσεις του Κανθάρου. Οι στόλοι των δύο Μακεδόνων στρατηγών αναπαύονταν στα προστατευμένα λιμάνια έτοιμοι για όλα. Προορίζονταν, έτσι κι αλλιώς, να συγκρουστούν κάποια στιγμή σε ένα ευρύτερο παγκόσμιο παιχνίδι κυριαρχίας. Η Αθήνα κι οι ελληνικές πόλεις ήταν το πρώτο στάδιο στο σχέδιο του Αντίγονου να κατακτήσει τη Μακεδονία. Ήθελε να ενοποιήσει ξανά το κράτος του Αλέξανδρου.

«Χάσαμε έναν Δημήτριο αλλά βρήκαμε αντικαταστάτη του πολύ γρήγορα» σχολίασε η Ιππαρχία.

Παρενέβη ειρωνικά έτσι που τους είδε να μιλούν κάτω απ’ τη σκιά για τις εξελίξεις.

«Ναι, αλλά, ο δικός μας είναι νέος και ωραίος!» είπε ειρωνικά ο Μύρων,

«Κι έχει λεφτά!» συμπλήρωσε γελώντας ο Ζείκρατος. «Ξυλεία, σιτηρά, νησιά ... πολλά τα δώρα του!»

«Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας» είπε η Ιππαρχία.

«Τι σε προβληματίζει;» την ρώτησε ο Ζείκρατος.

«Τα ίδια που σας προβληματίζουν κι εσάς, η απίστευτη αφέλεια των Αθηναίων. Μα, να τον λένε ελευθερωτή, σωτήρα και θεό;»

«Πάντως, έστω και για δικές του σκοπιμότητες, σε εμάς χάρισε την ελευθερία» είπε ο Μύρων. «Αυτό, έστω, δεν του το αναγνωρίζεις;»

«Δεν την εκτιμώ και πολύ αυτή την ελευθερία, Μύρων, το ξέρεις» είπε η Ιππαρχία. «Αυτή η τρελή χαρά για ισοκρατία και κράτος του δήμου με αφήνει αδιάφορη».

Από μακριά τους είδε και τους χαιρέτισε ο Καινέας. Πονούσε για την απώλεια του Ερμόδωρου, ωστόσο η διάσωση της περιουσίας του κι η ανακάλυψη των δραστών του φόνου τού είχαν δώσει ικανοποίηση. Του έκαναν νεύμα «εβίβα»(*1) και του έδειξαν πως ήταν ευπρόσδεκτος στην παρέα. Ο Καινέας τους πλησίασε.

«Λοιπόν, είστε ευχαριστημένοι;» είπε. «Τουλάχιστον ο γιος μου θα ησυχάσει κι οι απατεώνες θα βρουν τον μπελά τους. Μέχρι κι η δημοκρατία αποκαταστάθηκε».

«Χαρήκαμε που μπορέσαμε να εκδικηθούμε τον χαμό του φίλου μας. Όσο για το τελευταίο, ο χρόνος θα δείξει» είπε ο Ζείκρατος.

«Εμένα με προβληματίζει που η Αθήνα χρειάζεται τους σωτήρες» είπε ο Μύρων. «Κάποτε αυτή η πόλη ήταν ο σωτήρας των Ελλήνων».

«Χάσαμε στη Χαιρώνεια και στην Κραννώνα(*2) και γίναμε υποχείρια των διαδόχων» είπε ο Καινέας.

«Και τώρα συναγωνίζονται οι Αθηναίοι κολακεύοντας πότε τον ένα και πότε τον άλλον βάρβαρο» είπε ο Μύρων. «Τη μια τον Πολυπέρχοντα και τώρα τον γιο του Αντιγόνου».

«Πάψαμε να τους λέμε βαρβάρους από τότε που χάσαμε τον Δημοσθένη» είπε ο Ζείκρατος.

«Τώρα κάποιοι από τους βαρβάρους είναι ισόθεοι» είπε ο Μύρων χαμογελώντας πικρά.

Η Ιππαρχία ήπιε ένα ποτήρι κρασί κι αποφάνθηκε:

«Για όλους αυτούς τους κόλακες ισχύει πως ακόμη και τα κοράκια είναι καλύτερα από αυτούς. Τουλάχιστον εκείνα σε περιμένουν να πεθάνεις για να σε φάνε ενώ οι κόλακες σε τρώνε ζωντανό»(*3).

«Να τα πεις αυτά στον ελευθερωτή» της είπε ο Μύρων.

«Αυτός δεν βλέπει τίποτα, συνδιαλέγεται τώρα με του; θεούς και τις μοίρες!» είπε ειρωνικά εκείνη.

«Ιππαρχία, ως τώρα συμφωνούσαμε έχοντας απέναντι τους φιλομακεδόνες και την τυραννία» είπε ο Ζείκρατος. «Θα διαφωνήσουμε, όμως, αν οι κυνικοί συνεχίσετε να απορρίπτετε την Πολιτεία, ακόμα κι αν έχει ελεύθερο πολίτευμα».

«Δεν δίνει η εξουσία ευτυχία στον άνθρωπο, Ζείκρατε, ούτε ο πλούτος. Και τα δυο παγιδεύουν τον άνθρωπο, τον κάνουν να εξαρτάται από αυτά»

«Δεν είμαστε σαν τα ζώα πια, καλή μου φίλη» είπε ο Μύρων. «Έχουμε χάσει το ένστικτο, φοβόμαστε τον θάνατο και την μικρή μας ζωή. Για να αντιμετωπίσουμε τις ανθρώπινες αδυναμίες μας πρέπει να ζούμε οργανωμένα. Η πολιτεία, όταν είναι ελεύθερη, μας προσφέρει αυτά που χρειαζόμαστε και που μας λείπουν».

«Εμείς οι άνθρωποι περιπλέξαμε τα δώρα των θεών. Κάναμε τη ζωή δύσκολη, με τον φόβο για τον θάνατο και την αγάπη μας για τη ματαιοδοξία» είπε η Ιππαρχία.

«Κι είναι απάντηση αυτή η απάρνηση του κόσμου;» την ρώτησε ο Μύρων.

«Όταν διακηρύσσετε την αποχώρηση από τα εγκόσμια τι κάνετε; Αφήνετε τους λίγους, δυνατούς ή πλούσιους να εκμεταλλεύονται τους πολίτες» είπε ο Ζείκρατος.

«Γι' αυτό λέμε ισοκρατία, αυτοτέλεια κι αυτονομία. Δεν είναι κι αυτά δώρα των θεών;» είπε ο Μύρων.

«Ζείκρατε, Μύρων, δεν θα διαφωνήσω άλλο μαζί σας. Αν θέλετε να φιλοσοφείτε χωρίς βία, κάντε το. Η καλή σας πρόθεση με κάνει να σας θέλω φίλους μου».

Ο Καινέας που παρακολουθούσε τη συζήτησή τους θεώρησε καλό να πει την δική του γνώμη.

«Τώρα, με την ισοκρατία που μας φέρνει ο σωτήρας και θεός Αντιγονίδης θα γίνουν οι ψαράδες πρυτάνεις».

Είχε απόψεις ολιγαρχικές ο πατέρας του Ερμόδωρου. Ήταν θαυμαστής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη κι είχε απόψεις κριτικές για τη δημοκρατία. Γι αυτόν ο όχλος ήταν εύκολο να παρασυρθεί και να κάνει λάθη. Κατά τη γνώμη του η δημοκρατία κι η ισοκρατία ήταν ατελείς. Η επικράτησή τους με τα ξένα όπλα ήταν ακόμα πιο ύποπτη.

«Γιατί να μην γίνουν κι αυτοί, σεβαστέ Καινέα; Τι δεν έχουν οι ψαράδες που έχουν οι άλλοι τον ρώτησε ο Μύρων.

«Μα ... τι γνωρίζει ένας ψαράς; μόνο να πιάνει ψάρια».

«Ο Πλάτων που ξέρω πόσο τον εκτιμάς, Καινέα» είπε ο Ζείκρατος «έλεγε άλλα. Θεωρούσε ότι αρμόδιος να επιλέξει τον καλύτερο τεχνίτη και να αποτιμήσει το έργο του δεν είναι ο ομότεχνός του. Αρμόδιος είναι αυτός που χρησιμοποιεί το προϊόν της εργασίας του. Στην περίπτωσή μας αρμόδιος είναι η ίδια η πόλη. Κι η πόλη μπορεί να αποφασίσει όπως θέλει εκείνη για τον καταλληλότερο».

«Μα είναι σωστό ένας ανίδεος, χάρη στην κλήρωση και την θεά Τύχη, να εκτελεί σπουδαίες λειτουργίες της διοίκησης;» ρώτησε ο Καινέας.

«Και θα απασχολούμε ένα διακεκριμένο πολίτη για να διοικεί έναν δημόσιο οργανισμό;» του είπε ο Μύρων. «Αυτό το έργο το αναθέτουμε σε έναν δούλο».

Παραπομπές:

(*1) Για τους αρχαίους ήταν «ευοί ευάν» που σήμερα έγινε εβίβα .

(*2) Στην Κραννώνα χάθηκε βασικά ο πόλεμος κόντρα στον Αντίπατρο (Λαμιακός 322 πΧ)

(*3) Είναι ένα από τα γνωστά κυνικά αποφθέγματα του Αντισθένη. Όλες οι προτάσεις που, κατά τον διάλογο, αποδίδονται στην Ιππαρχία περιέχουν απόψεις κυνικών όπως ο Διογένης, ο Κράτης και άλλοι.

****************************************

Αύριο Παρασκευή το δεύτερο μέρος αυτής της πρώτης ενότητας.