Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

Δραγατσάνι

Σαν σήμερα, 22 Μαρτίου του 1821, ξέσπασε στην Καλαμάτα η ελληνική επανάσταση που κατέληξε στην δημιουργία ελεύθερου ελληνικού κράτους μετά από εκατοντάδες χρόνια.
Η επανάσταση είχε ξεκινήσει δυο μήνες νωρίτερα, στις 22 Φεβρουαρίου 1821 όταν ο Υψηλάντης διέβη τον Προύθο και κινήθηκε προς το Ιάσιο στην Μολδοβλαχία.
Σαν αφιέρωμα μικρό στα 199 χρόνια από την έκρηξη της επανάστασης που είναι κι η ιδρυτική πράξη του νεοελληνικού κράτους, θα σας δώσω ένα μικρό κομμάτι από ένα βιβλίο μου. Πρόκειται για το "Έρωτας κι Επανάσταση" που είναι ιστορικό μυθιστόρημα κι εκτυλίσσεται τα χρόνια 1818-1822. Το μικρό αυτό απόσπασμα (μόνο 300 λέξεις) αναφέρεται στην μάχη που δόθηκε στο Δραγατσάνι. Τα γεγονότα που αναφέρονται είναι πραγματικά, εκτός από τον Οδυσσέα που είναι πρόσωπο μυθιστορηματικό.

**********************************
Ο Οδυσσέας έφυγε από το Γαλάτσι κι έφτασε μετά από πέντε μέρες ποδαρόδρομο, ξεθεωμένος, στο Τιργοβίστι. Πήγε στο Γενικό Στρατόπεδο του Υψηλάντη, κι εντάχθηκε στον Ιερό Λόχο. Δυο μέρες μετά, ο στρατός του Υψηλάντη ετοιμαζόταν να φύγει από το Τιργοβίστι προς τη Μικρή Βλαχία. Δυστυχώς για τον πρίγκιπα, ο Κεχαγιά Καρά Αχμέτ, διοικητής των Τούρκων, τον πρόλαβε. Τον πλησίασε με οχτώ χιλιάδες άνδρες, ιππείς και πεζούς. Είχε μαζί του και πολλά κανόνια. Θα του έκανε μεγάλη ζημιά αν τον έβρισκε σε πορεία κι όχι σε οργανωμένη άμυνα. Αυτό τον ανάγκασε να μείνει στην περιοχή χωρίς να εφαρμόσει το σχέδιο που είχε καταρτίσει. Είχε σκοπό να κάνει εκείνος επιθετική κίνηση για να αιφνιδιάσει τους Τούρκους. Τώρα, με την άφιξη του τουρκικού στρατεύματος, αυτό το σχέδιο εκ των πραγμάτων εγκαταλείφθηκε.

 Ο Οδυσσέας πολέμησε σε μικρές ή μεγάλες μάχες στη Βλαχία και σύντομα έγινε μπαρουτοκαπνισμένος. Παρ' όλο που ο ίδιος κι οι συμπολεμιστές του ήταν άπειροι, έμαθαν γρήγορα να μάχονται. Το πνεύμα της αυτοθυσίας και του θάρρους επισκίαζε την έλλειψη ειδικής στρατιωτικής εκπαίδευσης. Είδε δίπλα του να μάχονται γενναίοι άνδρες, είδε όμως κι ανάξιους αξιωματικούς να προκαλούν ζημιές. Με μεγάλη του λύπη διαπίστωσε πως κάποιοι έβαζαν την δική τους σωτηρία ή βολή πάνω από το σύνολο.

Ο Δούκας διέφυγε από μια μάχη στη Μονή Νοτσέτου. Για να κρύψει ότι φοβήθηκε κι άφησε τη θέση του διέδωσε ότι μόνο αυτός σώθηκε. Είπε πως οι Έλληνες έπαθαν τρομακτική καταστροφή. Δημιούργησε σύγχυση στο Γενικό Στρατόπεδο στο Τιργοβίστι και προκλήθηκε κύμα φυγής. Η αλήθεια ήταν ότι οι Έλληνες όχι μόνο δεν καταστράφηκαν αλλά απέκρουσαν στο Νοτσέτου τους Τούρκους. Δεν ηττήθηκαν, παρά την απουσία του Δούκα. Η ζημιά όμως στο στρατόπεδο είχε γίνει.

Ο Σάββας Καμινάρης, βασικός οπλαρχηγός του τόπου, πρόδωσε. Άρχισε να συνεργάζεται με τους Τούρκους. Το ίδιο έκανε ακόμη πιο φανερά ο Θεόδωρος Βλαδιμηρέσκου. Τόσο ο Σάββας όσο κι ο Βλαδιμηρέσκου κλονίστηκαν όταν οι Ρώσοι αποκήρυξαν την επανάσταση. Προχώρησαν σε επαφές με τους Τούρκους, ανοιχτά ο Βλαδιμηρέσκου κι αμφιλεγόμενα ο Σάββας. Ακόμη ο Γιώργος Καραβιάς, γενναίος αξιωματικός που είχε διακριθεί στην αρχή του αγώνα, τα έκανε θάλασσα. Ήταν επικεφαλής του Ιερού Λόχου, αλλά, έπινε. Λόγω συμπεριφοράς παύθηκε από τη θέση του. 

Με τέτοια φαινόμενα, ο Υψηλάντης ένιωσε προδομένος κι εγκαταλειμμένος. Δεν άφησε τη μάχη κι ούτε έχασε την πίστη του στη νίκη. Εξ άλλου υπήρχαν υπέροχοι αγωνιστές που έδιναν τα πάντα για την πατρίδα. Σε αυτούς στηριζόταν. Τέτοιος ήταν κι ο Οδυσσέας.

Τα πράγματα κύλησαν άσχημα τις επόμενες μέρες, στις αρχές Ιουνίου, για την επανάσταση. Οι συνεχιζόμενες βροχές ήταν καταρρακτώδεις. Οι συνεχείς μετακινήσεις είχαν προκαλέσει κούραση. Οι συγκρούσεις ήταν καθημερινές. Ο Υψηλάντης αποφάσισε να δώσει τη μάχη στο Δραγατσάνι. Στο σημείο αυτό είχε δυνάμεις υπέρτερες των αντιπάλων του.

Είχε πέντε χιλιάδες πεζούς και δυόμιση χιλιάδες ιππείς μαζί του. Ήταν μια δύναμη ικανή να του δώσει τη νίκη. Ήθελε να την διευθύνει ο ίδιος για σιγουριά. Έπιασε θέσεις από τις τρεις Ιουνίου και σχεδίαζε να επιτεθεί στις οχτώ. Έκανε στο μεταξύ τις απαραίτητες προετοιμασίες. Όμως η κακή τύχη του οδήγησε στην έκρηξη της μάχης νωρίτερα με ένα τρόπο που ανέτρεπε τα σχέδιά του. Μια μέρα πριν την επίθεση, στις επτά Ιουνίου, ο Καραβιάς, γεμάτος οράματα νίκης και μεθυσμένος, επιτέθηκε. Ρίχτηκε σε μια Μονή όπου είχαν κλειστεί Τούρκοι και έμπλεξε σε μάχη. Αυτή η πρόωρη αχρείαστη μάχη, εν τέλει, εξελίχθηκε σε μεγάλη καταστροφή.

Ο Καραβιάς, ενήργησε έξω από διαταγές και σχέδια. Με τις άστοχες ενέργειές του έφερε κοντά του μεγάλα τμήματα του εχθρού. Αυτό ανάγκασε τον Ιερό Λόχο, που ήταν κοντά, να σπεύσει να τον βοηθήσει. Ακόμα μεγαλύτερα τμήματα των Τούρκων ήρθαν στην περιοχή. Ο Ιερός Λόχος έδωσε μαζί τους μια ηρωική μάχη αλλά οι αντίπαλοι ήταν οχταπλάσιοι με ιππείς και κανόνια. Οι Ιερολοχίτες νεαρά παιδιά στην πλειοψηφία τους, ήταν ταλαιπωρημένοι από τις κακουχίες και την πείνα. Παρέλασαν κάτω από τους ήχους εμβατηρίων με βήμα γρήγορο και υπό καταρρακτώδη βροχή. Ο Καραβιάς, οι πεζοί κι οι ιππείς είχαν δώσει εξαντλητική μάχη αλλά τώρα αποχώρησαν. Έμεινε μόνος ο Ιερός Λόχος να δίνει τη μάχη απέναντι σε κύματα ιππέων που έπεφταν ορμητικά πάνω τους. Οι συνεχείς βολές του πυροβολικού τούς αποδεκάτιζαν.
 
Ο Καρά Φεΐζ, επικεφαλής των Τούρκων, μόλις έπεφτε λίγη ησυχία έβαζε να φωνάζουν: «Παραδοθείτε. Εγγυώμαι για τη ζωή σας». Από απέναντι του απαντούσαν: «Οι Έλληνες δεν παραδίνονται Έτσι, οι επελάσεις συνεχίζονταν με μεγάλες απώλειες. Διακόσιοι άνδρες χάθηκαν. Ένας συμπολεμιστής ιερολοχίτης δίπλα του είπε στον Οδυσσέα:

«Υποχωρήστε, δεν υπάρχει ελπίδα!»

«Θα σε πάρω μαζί μου» του είπε ο Οδυσσέας.

«Δεν έχω ελπίδα. Πάρε μόνο αυτό το γράμμα για τους δικούς μου.»
 
Ο ιερολοχίτης του έδειξε το τραύμα του. Ήταν σχεδόν ξεκοιλιασμένος κι είχε μόνο λίγο χρόνο ζωής. Ο Οδυσσέας πήρε το γράμμα και το έβαλε στην τσέπη του. Εκεί είχε και το δικό του αποχαιρετιστήριο γράμμα για τη Ναυσικά. Αισθάνονταν ή ήξεραν πως αύριο, επτά Ιουνίου, θα ήταν η τελευταία μέρα. Πολλοί ιερολοχίτες είχαν γράψει γράμματα για τους δικούς τους. Του Οδυσσέα το γράμμα απευθυνόταν «Στην σύζυγό μου Ναυσικά Καμπά-Κάρδη, Ιάσιο, Οδησσό, Κέρκυρα». Είχε μάθει για την μετακίνηση όλων από το Γαλάτσι στο Ιάσιο αλλά δεν ήξερε που θα την έβρισκε το γράμμα.
 
«Έλα πατριώτη, πάμε» του είπε Οδυσσέας.
 
Τον κράτησε με το ένα χέρι πυροβολώντας με το άλλο. Ήθελε να τον τραβήξει πίσω από ένα λοφάκι και προχώρησαν μερικά μέτρα όταν ένα βόλι τον βρήκε κι αυτόν. Τρέκλισε κι άφησε τον άλλον, πέφτοντας δίπλα του.
 
Κοίταξε το δικό του τραύμα κι είδε ότι η αιμορραγία ήταν ακατάσχετη. Σε λίγο θα έχανε τις αισθήσεις του. Ένιωσε πως ερχόταν το τέλος. Βρέθηκε δίπλα του, όμως, ο Γεωργάκης Ολύμπιος1. Είχε προστρέξει σε βοήθεια του Ιερού Λόχου και προσπαθούσε να σώσει όσους μπορούσε. Γνώριζε τον Οδυσσέα και προφανώς και τον άλλον που τον φώναξε με το όνομά του.
 
«Οδυσσέα, Ερρίκο2, ελάτε μαζί μου» τούς είπε.

«Εμείς δεν πάμε πουθενά πατριώτη» είπε ο Οδυσσέας.
 
Ο άλλος, ο Ερρίκος, δεν μίλησε, είχε ήδη τελειώσει. Ο Οδυσσέας τελείωνε κι αυτός. Μιλούσε μόνο με πολύ κόπο.

«Πάρε αυτά τα δύο γράμματα Γεωργάκη» του είπε. «Εσείς νικήστε για την Ελλάδα. Εμείς φεύγουμε εδώ.»

«Μια προσπάθεια, βρε Οδυσσέα.»

Ο Οδυσσέας δεν μίλησε. Έκανε ένα νεύμα λέγοντας «πήγαινε εσύ» κι έκλεισε τα μάτια. Το μόνο που ήθελε τώρα ήταν να ξεκουραστεί. Ήξερε πως από αυτή την ξεκούραση δεν θα ξαναγύριζε ποτέ, κι ήταν σχεδόν ευχαριστημένος. Θα είχε τον ένδοξο θάνατο που πάντα ονειρευόταν. Επιπλέον, ήταν αρκετά αηδιασμένος με τη ζωή ώστε να μην τον νοιάζει η συνέχειά της. Κοίταξε το γαληνεμένο πρόσωπο του Ερρίκου και του έκλεισε τα μάτια.
 
«Ωραία μέρα για να πεθάνει κανείς» σκέφτηκε.
 
Τα δυο μοναδικά πράγματα που άξιζαν στη ζωή του ήταν ο έρωτας κι η επανάσταση. Ο έρωτας φαινόταν χαμένος από τότε που η Ναυσικά έχασε το παιδί και, μαζί, τον εαυτό της. Η επανάσταση εδώ δεν πήγαινε καλά, αλλά, στον Μοριά είχε επικρατήσει. Ο θάνατός του δεν θα έβλαπτε καμία από αυτές τις δυο αξίες. Ο έρωτάς του θα έμενε σαν ακίνητο άγαλμα στην στιγμή του χαμού του. Η επανάσταση θα μετρούσε και το δικό του αίμα στους ποταμούς αίματος που χρειαζόταν για να ανθίσει. «Όλα καλά λοιπόν» σκέφτηκε κι αφέθηκε σε έναν γλυκύτατο ύπνο που ελάχιστα διέφερε από τον θάνατο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Στρατιωτικός ηγέτης στη Μολδοβλαχία επί Σούτσου και Φιλικός. Πολέμησε με τον Υψηλάντη και διακρίθηκε σαν μεγάλος ήρωας. Γεννημένος στον Όλυμπο, από όπου και το όνομά του, ήταν οπλαρχηγός στη Θεσσαλία πριν έρθει στις Ηγεμονίες.
2 Ερρίκος ντε Μπορντέ, Ελβετός φιλέλληνας, πολέμησε με τον Ιερό Λόχο κι έπεσε στο Δραγατσάνι