Ο Νίκος Σαραντάκος δεν είναι Μπαμπινιώτης (ευτυχώς) αλλά είναι μεταφραστής (... Πολυτεχνείο έχει τελειώσει ο άνθρωπος ...) κι ασχολείται με την ελληνική γλώσσα συστηματικά. Έχει ιστολόγιο (με τίτλο "Οι Λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία") και γράφει καθημερινά πολλά κι ενδιαφέροντα άρθρα για την ελληνική γλώσσα. Από μια δημόσια συζήτηση που είχε πρόσφατα παίρνω και δημοσιεύω ένα μέρος από την εισήγησή του. Το κείμενο έχει ενδιαφέρον αν και μακροσκελές (πρόκειται για λόγο μιάμισης ώρας) και δεν το αφήνω με σύνδεσμο αλλά δημοσιεύω μόνο λίγα κομμάτια για να είναι σχετικά ευκολοδιάβαστο.
Όποιος το διαβάσει ολόκληρο θα βρει αρκετά στοιχεία ενδιαφέροντα σ' αυτό.
Ξεκινά ο Σαραντάκος ως εξής:
Μύθοι και γλωσσικοί μύθοι, υπήρχαν
πάντα. Θα μπορούσε
κανείς να πει ότι οι παλαιότεροι γλωσσικοί
μύθοι είναι αυτοί τους οποίους διέδιδαν
στις αρχές του 20ού αιώνα οι οπαδοί της
καθαρεύουσας, ότι τάχα οι δημοτικιστές,
οι μαλλιαροί όπως τους έλεγαν, αποκαλούσαν
«Κώτσο Παλιοκουβέντα» τον Κωνσταντίνο
Παλαιολόγο και Κεχριμπάρα
την Ηλέκτρα. Πρόκειται για ένα
σύμπλεγμα ψευδών διαδόσεων, που βέβαια
τότε διαδίδονταν από εφημερίδες και
από στόμα σε στόμα, και που ο Μανόλης
Τριανταφυλλίδης το χαρακτήρισε «γλωσσική
μυθολογία».
Το θέμα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον,
έστω και μόνο ιστορικό. Λέω «μόνο
ιστορικό» επειδή και το γλωσσικό ζήτημα
δεν μας απασχολεί πια με αυτό τον
τρόπο, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η
Ελλάδα έχει το θλιβερό προνόμιο να έχει
θρηνήσει νεκρούς ύστερα από διαδηλώσεις
που είχαν αφορμή μια γλωσσικήν αντιδικία,
εννοώ τα Ευαγγελικά του 1901 και τα
Ορεστειακά του 1903.
ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΤΣΙΜΠΟΥΣΙ
Για να θυμίσω τους όρους, Ευαγγελικά
είναι οι ταραχές που ξέσπασαν με αφορμή
τη δημοσίευση της μετάφρασης του Κατά
Ματθαίον Ευαγγελίου από τον Αλέξανδρο
Πάλλη στην εφημερίδα Ακρόπολις,
ενώ Ορεστειακά οι αντίστοιχες ταραχές
όταν ανέβηκε η Ορέστεια του Αισχύλου
σε μετάφραση. Τα Ευαγγελικά έθεταν και
το πιο σύνθετο πρόβλημα, εφόσον άγγιζαν
όχι μόνο τη γλώσσα αλλά και τη θρησκεία.
Όταν λοιπόν το 1901 άρχισε να δημοσιεύεται
στην Ακρόπολι του πρωτοπόρου Βλάση
Γαβριηλίδη η μετάφραση του Κατά Ματθαίον
ευαγγελίου, προκλήθηκε σάλος, όχι μόνο
επειδή ο Πάλλης χρησιμοποιούσε ανόθευτη,
ψυχαρική δημοτική -«μαλλιαρή» με την
ορολογία της εποχής- αλλά και διότι οι
άλλες εφημερίδες δεν έχασαν την ευκαιρία
να χτυπήσουν την ανταγωνίστριά τους κι
έτσι εξαπέλυσαν συντονισμένη εκστρατεία
εναντίον του «ατοπήματος».
Για μια ελάχιστη γεύση, ιδού μεταφρασμένο
το «Πάτερ ημών» από το 6ο κεφάλαιο του
Κατά Ματθαίον: Πατέρα μας εσύ μέσ’
στα ουράνια, άγιο ας είναι τ’ όνομά σου,
ας έρθει η βασιλεία σου, ας γίνει το
θέλημά σου, όπως στον ουρανό έτσι και
στη γη· το ψωμί μας όσο μας πέφτει δώσε
μας σήμερα, και χάρισέ μας τα χρέη μας
όπως κι εμείς χαρίσαμε σ’ όσους μας
χρωστούν και μη μας βάλεις σε πειρασμό,
μόνε γλύτωσέ μας από τον Κακό.
Από τα Ευαγγελικά, ακριβώς, ξεπήδησε
ο μύθος που θα μας απασχολήσει σήμερα,
ότι τάχα ο Πάλλης στη μετάφρασή του
χρησιμοποιούσε όχι απλώς λέξεις της
δημοτικής αλλά χυδαίες και μάγκικες
λέξεις και φράσεις για να αποδώσει το
κείμενο των Ευαγγελίων.
Έτσι, κατηγορήθηκε η μετάφραση του
Πάλλη ότι:
-
τον «Μυστικό δείπνο» τον έχει αποδώσει «κρυφό τσιμπούσι»
-
το «τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω κλίνωμεν» το έχει πει «κάτω τις κούτρες σας»
-
το «μνήσθητί μου, κύριε, όταν έλθης
εν τη βασιλεία σου» το έχει κάνει
«θυμήσου με αφέντη όταν έρθεις στα
πράματα»
και άλλα πολλά. Τίποτα από αυτά δεν
είναι αλήθεια.
Από τα τρία παραδείγματα που παρέθεσα,
το πιο διασκεδαστικό ασφαλώς είναι το
τρίτο («θυμήσου με αφέντη όταν έρθεις
στα πράματα»), ίσως όμως επειδή είναι
τόσο εξωφρενικό δεν έγινε τόσο πολύ
πιστευτό, ενώ το «κρυφό τσιμπούσι», με
το να μην είναι κραυγαλέο, αναπαράχθηκε
πολύ περισσότερο και, όπως θα δούμε,
εξακολουθεί και στις μέρες μας να
θεωρείται από κάποιους πραγματικό
γεγονός και όχι μύθος.
Ότι το «κρυφό τσιμπούσι» είναι μύθος,
ότι δεν έγραψε ο Πάλλης στη μετάφρασή
του τέτοιο πράγμα, αποδεικνύεται πολύ
εύκολα και χωρίς να φυλλομετρήσουμε τη
μετάφραση του Πάλλη (που πάντως υπάρχει
στο Διαδίκτυο, στον ιστότοπο του Gutenberg
Project, αν θέλετε να χαρείτε την ποιητική
και ρωμαλέα δημοτική της) .
Πουθενά στο κείμενο της μετάφρασης
του Πάλλη δεν υπάρχει η επίμαχη φράση,
και δεν θα μπορούσε να υπάρχει, διότι
απλούστατα στα τέσσερα ευαγγέλια (που
μετέφρασε ο Πάλλης) αλλά και σε ολόκληρη
την Καινή Διαθήκη δεν υπάρχει πουθενά
η φράση «Μυστικός δείπνος»! Και βέβαια,
αν δεν υπάρχει το πρωτότυπο δεν μπορεί
να υπάρχει και η κατακριτέα μετάφραση!
Κι όμως, αυτό το ψέμα έριξε γερές ρίζες.
Το επανέλαβε, ας πούμε, ο Γεώργιος Σουρής,
τέσσερα χρόνια μετά, όταν, χολωμένος
από μια αρνητική κριτική που του είχε
κάνει ο Ψυχάρης, επιτέθηκε εφ’ όλης της
ύλης στους «μαλλιαρούς»:
Σου ’πα: τους ρυθμούς παράτα των πεζών
των αναπαίστων
και τον Μυστικό τον Δείπνο Μυστικό Τσιμπούσι πες τον
(Ρωμηός τ. 877, 29.1.1905)
και τον Μυστικό τον Δείπνο Μυστικό Τσιμπούσι πες τον
(Ρωμηός τ. 877, 29.1.1905)
Ο Σουρής χρησιμοποιεί την παραλλαγή
«μυστικό τσιμπούσι» (αντί για «κρυφό»
που ήταν το πιο συνηθισμένο) για να
πετύχει το μέτρο.
Αλλά και το 1911, όταν συζητιόταν στη
Βουλή η νομοθετική κατοχύρωση της
καθαρεύουσας, ο ανώτερος εκπαιδευτικός
Θ. Μιχαλόπουλος τόνισε ότι ο λαός
εξεγέρθηκε με τη μετάφραση που αναφέρει
ότι τη Μεγάλη Πέμπτη ο Χριστός έκανε
«κρυφό τσιμπούσι». Και το 1915, ο πολύς
Μιστριώτης άστραφτε και βροντούσε
επειδή δήθεν «ευρέθησαν άνθρωποι εκ
των σπλάγχνων του ελληνικού λαού
απειλούντες την ενότητα της φυλής ημών
διά του εκχυδαϊσμού της γλώσσης και
γελοιοποιήσεως των θεοδιδάκτων λόγων
του Ευαγγελίου οίτινες είχον το θράσος
να μεταβάλωσι και τον μυστικόν δείπνον
εις κρυφό τσιμπούσι!!!!»
Κι έτσι αναπτύχθηκε ως τα 1925 περίπου
αυτή η γλωσσική μυθολογία, δηλαδή η
συκοφαντική-χλευαστική επινόηση λέξεων
και φράσεων που δήθεν έπλασαν οι
δημοτικιστές για να αποδώσουν λέξεις
ή φράσεις του Ευαγγελίου (ή αρχαίες, ή
της καθαρεύουσας). Άλλα χαρακτηριστικά
παραδείγματα είναι ο Κώτσος ο Παλιοκουβέντας
και η Κεχριμπάρα που αναφέραμε παραπάνω,
ή η αποκατινή τεντώστρα ή κατωτεντώστρα,
όπως υποτίθεται ότι απέδιδαν οι
δημοτικιστές την υποτείνουσα (υπό =
κάτω, τείνουσα = τεντώστρα). Υπάρχει
άλλωστε και διατύπωση ολόκληρου του
Πυθαγορείου θεωρήματος στα δήθεν
μαλλιαρά:
Καθενού ορθάγκωνου τριάγκωνου το
τεσσαράγκωνο της αποκατινής τεντώστρας
είναι όσο και τα τεσσαράγκωνα των δυο
αλλονών παϊδιών του. Παΐδια, οι
πλευρές, διότι τάχα ο δημοτικιστής δεν
μπορεί να χρησιμοποιεί λόγιες λέξεις.
Ότι πρόκειται για συκοφαντία, φαίνεται
και από το γεγονός πως ο Ελισαίος
Γιανίδης, κορυφαίος «μαλλιαρός» αλλά
και μαθηματικός, έγραψε περί γεωμετρίας
και χρησιμοποίησε, φυσικά, τον όρο
«υποτείνουσα». Στο ίδιο πνεύμα, το
τηλεγράφημα υποτίθεται πως ειπώθηκε
«γοργοχάμπερο» και το χρηματοκιβώτιο
«πρασινοκούτι».
Σήμερα γελάμε με το κρυφό τσιμπούσι
και το ορθάγκωνο τριάγκωνο, και πράγματι
έχουν γλωσσικό ενδιαφέρον ή έστω γούστο,
αλλά να μην ξεχνάμε ότι πριν από 100
περίπου χρόνια κάποιοι έχαναν τη δουλειά
τους με βάση αυτούς τους μύθους. Που
άλλωστε έχουν ριζώσει γερά, διότι και
ο ο πρώην πρωθυπουργός Γ. Ράλλης, που
επί υπουργίας του, μην το ξεχνάμε,
θεσπίστηκε το 1976 η ιστορική γλωσσοεκπαιδευτική
μεταρρύθμιση που αναγνώρισε τη δημοτική,
βιογραφώντας τον Γ. Θεοτόκη (στο βιβλίο
του Γεώργιος Θεοτόκης. Ο πολιτικός
του μέτρου) αναπαράγει επίσης το ψέμα
για το Κρυφό Τσιμπούσι -αναφέρει σε
υποσημείωση «Ο μυστικός δείπνος έχει
γίνει «κρυφό τσιμπούσι» στη μετάφραση
του Πάλλη».
Και
πρωθυπουργοί ακόμα δεν έχουν ανοσία
στους μύθους!
ΓΙΑ
ΜΙΑ ΨΗΦΟ
Ένας άλλος παλαιός γλωσσικός μύθος,
που οι περισσότεροι θα τον μάθαμε στο
σχολειο, και που σίγουρα ακούγεται από
τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, είναι
ότι, τάχα, για μία μόνο ψήφο, η ελληνική
γλώσσα έχασε την ευκαιρία να αναδειχτεί
σε επίσημη γλώσσα των νεοσύστατων
Ηνωμένων Πολιτειών, λίγα χρόνια μετά
το 1776 που κέρδισαν την ανεξαρτησία τους.
Βλέπετε, καθώς τα αγγλικά θύμιζαν την
αποικιοκρατία, κάποιοι πρότειναν (λέει
ο μύθος) να επιλεγούν τα ελληνικά σαν
επίσημη γλώσσα του κράτους, αφού τα
ελληνικά ήταν η γλώσσα που γέννησε τη
δημοκρατία. Η ψηφοφορία έγινε και για
μία μόνο ψήφο τα ελληνικά ηττήθηκαν και
προκρίθηκαν τα αγγλικά, λέει ο μύθος,
κι έτσι χάσαμε την ευκαιρία να έχουμε
τη γλώσσα μας κοσμοκράτειρα κι εμείς
να τρώμε με χρυσά κουτάλια σαν προνομιακοί
της εκπρόσωποι (αυτό δεν το λέει ο μύθος
αλλά το σκέφτονται ίσως μερικοί).
Φυσικά, η αλήθεια είναι ότι καμιά
τέτοια ψηφοφορία δεν έχει γίνει· ούτε
για τα ελληνικά, ούτε για καμιά άλλη
γλώσσα. Τα πρακτικά και τα άλλα επίσημα
κείμενα του Κογκρέσου των Ηνωμένων
Πολιτειών υπάρχουν στη διάθεση του
καθενός και καμιά ψηφοφορία δεν
καταγράφεται για την ανάδειξη επίσημης
γλώσσας. Στην πραγματικότητα, πουθενά
στο Σύνταγμα των ΗΠΑ ή σε άλλο θεσμικό
ή νομοθετικό κείμενο της χώρας δεν
υπάρχει ορισμός επίσημης γλώσσας. Τα
αγγλικά είναι η εκ των πραγμάτων επίσημη
γλώσσα, αλλά δεν έχουν θεσμική κατοχύρωση.
Βέβαια, στις μέρες μας όντως υπάρχουν
προτάσεις να κατοχυρωθούν θεσμικά τα
αγγλικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, σαν
ανάχωμα στη δημογραφική άνοδο των
ισπανόφωνων.
Το ενδιαφέρον είναι ότι ο μύθος αυτός,
δηλαδή ότι τα ελληνικά έχασαν για μία
ψήφο την ευκαιρία να αναδειχτούν σε
επίσημη γλώσσα των νεαρών ΗΠΑ, κυκλοφορεί
και σε άλλες παραλλαγές, όπου στη θέση
της ηττημένης για μία ψήφο γλώσσας είναι
τα
εβραϊκά (που δήθεν είχαν επιλεγεί ως
γλώσσα της Παλαιάς Διαθήκης), τα γαλλικά
(ως γλώσσα του ορθού λόγου), τα πολωνικά
ή τα
γερμανικά, που είναι και η πιο συχνή
παραλλαγή.
Στην τελευταία περίπτωση, βρίσκουμε
τον κόκκο αλήθειας που υπάρχει στον
πυρήνα των περισσότερων μύθων. Στις
νεοσύστατες Ηνωμένες Πολιτείες, υπήρχαν
πολλοί πολίτες γερμανικής καταγωγής
που δεν ήξεραν αγγλικά ή ήξεραν ελάχιστα.
Έτσι, τον Μάρτιο του 1794 μια ομάδα Γερμανών
που ζούσαν στην πολιτεία Βιρτζίνια
υπέβαλε στο Κογκρέσο αναφορά, ζητώντας
να μεταφράζονται οι ομοσπονδιακοί νόμοι
στα γερμανικά. Η πρόταση αυτή συζητήθηκε
στο Κογκρέσο στις 13 Ιανουαρίου 1795· όχι
να γίνουν τα γερμανικά επίσημη γλώσσα,
αλλά να μεταφράζεται στα γερμανικά το
κείμενο των ομοσπονδιακών νόμων για
τους πολίτες που δεν καταλάβαιναν
αγγλικά. Μια επιτροπή του Σώματος
πρότεινε να κυκλοφορεί μια γερμανική
μετάφραση των νόμων σε μικρότερο αριθμό
αντιτύπων· η σύσταση αυτή της επιτροπής
δεν συγκέντρωσε πλειοψηφία. Σε διαδικαστική
πρόταση των υποστηρικτών της μετάφρασης,
που ζητούσαν να μη λάβει απόφαση αμέσως
το Σώμα, η ψηφοφορία έδωσε το αποτέλεσμα
42 κατά και 41 υπέρ (να η περίφημη διαφορά
της μίας ψήφου!). Μάλιστα, ο πρόεδρος του
Σώματος, ο Φρέντερικ Μούλενμπεργκ, που
είχε γεννηθεί στη Γερμανία αλλά ήταν
οπαδός της αφομοίωσης και της αγγλικής
γλώσσας, αρνήθηκε να την ψηφίσει (όμως
ήταν συνηθισμένο να μην ψηφίζει ο
Πρόεδρος του Σώματος).
Έτσι γεννήθηκε ο μύθος ότι τα γερμανικά
έχασαν για μία ψήφο την ευκαιρία να
γίνουν επίσημη γλώσσα και ότι την
καθοριστική αρνητική ψήφο την έριξε ο
(Γερμανός) Φ. Μούλενμπεργκ.
Για να ξαναγυρίσουμε στα δικά μας, ο
μύθος της μίας ψήφου έχει πια ξεθωριάσει.
Ούτως ή άλλως, ακόμα και στην εντελώς
υποθετική περίπτωση που μια πλειοψηφία
αιθεροβαμόνων φιλελλήνων στο Κογκρέσο
ψήφιζε να γίνουν τα ελληνικά επίσημη
γλώσσα, θα ήταν εντελώς αδύνατο να
επικρατήσει κάτι τέτοιο στην πράξη αφού
τα ελληνικά ήταν πέρα για πέρα άγνωστα
σε όλους τους Αμερικανούς πολίτες (την
εποχή εκείνη οι Έλληνες μετανάστες ήταν
ελάχιστοι).
Σε μια αντισημιτική παραλλαγή του
μύθου, που οφείλεται στον Κώστα Πλεύρη,
την καθοριστική μία ψήφο την έριξε ένας
«αμερικανοεβραίος μισέλλην», ο «Δανιήλ
Γουέμπστερ», ο οποίος είναι ιστορικό
πρόσωπο· βέβαια ήταν οκτώ ή δώδεκα ετών
όταν έγινε η επίμαχη ψηφοφορία και…
δεν ήταν εβραίος!
Παρ’ όλο όμως που ο μύθος αυτός έχει
περιπέσει σε ανυποληψία, κατάφερε να
πείσει ακόμα και έναν επιφανή ιστορικό.
Στο γνωστό βιβλίο «Συνοπτική ιστορία
της Ελλάδας, 1770-2000» του Ρίτσαρντ Κλογκ
(στο πρωτότυπο: Richard Clogg, A concise history of
Greece), διαβάζουμε, στην πρώτη-πρώτη σελίδα:
«Ο σεβασμός που είχε εξασφαλίσει η
γλώσσα και ο πολιτισμός του αρχαίου
ελληνικού κόσμου σε όλη την Ευρώπη (αλλά
και στις τότε νεοσύστατες Ηνωμένες
Πολιτείες, όπου τα αρχαία ελληνικά
παραλίγο να υιοθετηθούν ως επίσημη
γλώσσα)». Το επίμαχο απόσπασμα στο
πρωτότυπο: «(and, indeed, in the infant United States where
ancient Greek was almost adopted as the official language)». Όταν
το είδα, έγραψα στον κ. Κλογκ, και του
παρέθεσα τα σχετικά στοιχεία, και με
χαρά μου έμαθα πρόσφατα ότι στην 3η
έκδοση του βιβλίου που κυκλοφόρησε στα
αγγλικά πριν από 2-3 χρόνια, το επίμαχο
σημείο έχει αντικατασταθεί από το ότι
some of the founding fathers were nurtured on the classics.
Αναφέρθηκα τόσο αναλυτικά σε αυτό τον
παλαιό μύθο για να δείξω κάτι άλλο, ότι
η ανασκευή ενός μύθου είναι πολύ πιο
χρονοβόρα από την κατασκευή του, ή, όπως
λέει η κρητική παροιμία που μ’ αρέσει
να επαναλαμβάνω, «έριξε ο κουζουλός μια
πέτρα στο πηγάδι και σαράντα γνωστικοί
δεν μπορούν να τηνε βγάλουν».