[Στη μνήμη μιας ντροπής και γελοιότητας που αυτο-ονομάστηκε "επανάσταση" της 21ης Απριλίου. Στη φωτογραφία ο νέος οικισμός στη θέση της παράγκας που έγινε επί χούντας]
Τετάρτη 21 Απριλίου 2021
Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ ΣΤΗ ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑ
[Στη μνήμη μιας ντροπής και γελοιότητας που αυτο-ονομάστηκε "επανάσταση" της 21ης Απριλίου. Στη φωτογραφία ο νέος οικισμός στη θέση της παράγκας που έγινε επί χούντας]
43 Δον Χουάν Ηρακλείδης (κεφ.12γ)
Ο Χάρμος κι η Φουέντε έχουν εγκατασταθεί στην Αθήνα.Η Φουέντε εντυπωσιάζεται από το θέαμα της Αθήνας όπου παντού υπάρχουν ερείπια μιας άλλης ένδοξης εποχής. Μέσα σε αυτά τα απομεινάρια, βλέπει να υπάρχει ακόμα μια ελληνική φλόγα αναμμένη.
***********************Λεωνίδας, Αλέξανδρος, Παλαιολόγος, τρεις πυλώνες της Ελληνορωμανίας
12γ
ΑΘΗΝΑ
Λίγες μέρες μετά τη στέψη, τέλη Οκτώβρη του 1573 όλα στην Αθήνα ήταν μεθυστικά. Η πόλη ήταν σχετικά μικρή, αλλά, πανέμορφη. Κάθε της γωνιά ήταν γεμάτη από αρχαία ερείπια. Κομμάτια από αγάλματα, κιονόκρανα, κολώνες, παμπάλαιες πέτρες και μάρμαρα, αετώματα και μετόπες ήταν παντού. Όλα κατάχαμα ριγμένα, λείψανα άλλης εποχής, πανταχού παρόντα. Τα σπασμένα μέλη των αγαλμάτων θύμιζαν την καταστροφή. Ένα κομμένο χέρι πιο εκεί, μια μύτη, ένα χτυπημένο πρόσωπο ήταν σημάδια από εκείνους που μισούσαν τα αγάλματα. Ένα πινάκιο πήλινο ή οψιδιανό, μια επιγραφή, ένα κομμάτι αγγείου κεραμικού μιλούσαν για μια πνευματική παρουσία. Έδειχναν ότι εδώ είχε διαδραματιστεί ένα μεγάλο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας. Μετά ήρθαν οι βάρβαροι κι οι φανατικοί. Βάλθηκαν να σβήσουν την ιστορία απ’ την μνήμη των ανθρώπων. Δήωσαν και κατέστρεψαν ό,τι μπορούσαν.
Οι κάτοικοι της Αθήνας σύμφωνα με την πιο πρόσφατη απογραφή ήταν περίπου είκοσι χιλιάδες. Ζούσαν στην περιοχή ανάμεσα στην Ακρόπολη, τους Στύλους, τον Κολωνό και τον Λυκαβηττό. Στις τριανταδύο γειτονιές της είχαν καταγραφεί τρεις χιλιάδες σπίτια, Τετρακόσια μουσουλμανικά, δυόμιση χιλιάδες γραικικά και εκατό περίπου αρβανίτικα. Οι Αθηναίοι ήταν αγρότες κι έμποροι. Έφτιαχναν και πουλούσαν δέρματα, μαλλί, τυρί, μέλι, μετάξι, βελέντζες και λάδι. Έφερναν απ’ έξω υφάσματα μεταξωτά, βελούδα, σαρδέλες και ρύζι. Εμπόριο έκαναν με Βενετούς, Γάλλους και Άγγλους.
Οι λίγοι Τούρκοι που έμεναν στην Αθήνα και στις γύρω περιοχές ήταν οι κυρίαρχοι κηφήνες. Επί εκατόν δέκα χρόνια κατείχαν την πόλη. Απολάμβαναν ανέσεις είτε σαν διοικητές, είτε σαν αστυνόμοι ή σαν τσιφλικάδες στα εύφορα λιβάδια. Με τα προνόμια που είχε παραχωρήσει ο Μωάμεθ ο Πορθητής στην πόλη, οι Αθηναίοι δεν πλήρωναν φόρους. Φυσικά πρώτοι από όλους από αυτό το προνόμιο επωφελούνταν οι Τούρκοι τσιφλικάδες που ήταν πλούσιοι.
Οι υπόλοιποι μουσουλμάνοι ήταν βασικά εξισλαμισμένοι Γραικοί ή Αλβανοί. Είχαν αλλάξει θρησκεία -μήπως και δουν πλούτη ή προκοπή- αλλά παρέμεναν στην τελευταία κοινωνική βαθμίδα. Κι αυτά άλλαζαν, όμως, μέρα με τη μέρα. Οι Τούρκοι αναχωρούσαν καθώς δεν άντεχαν να ζουν υπό την διοίκηση των μέχρι χτες ραγιάδων Ρωμιών. Όπως πήγαινε η κατάσταση σύντομα δεν θα έμενε ούτε ένας από αυτούς στην πόλη. Πουλούσαν τα σπίτια τους όσο-όσο κι έφευγαν. Στο λιμάνι του Πειραιά οικοσκευές μουσουλμάνων φορτώνονταν σε πλοία με προορισμό τις απέναντι ακτές του Αιγαίου. Μέσα σε ένα μόλις χρόνο, τα μισά τούρκικα σπίτια είχαν αλλάξει χέρια. Τώρα σε αυτά τα σπίτια κατοικούσαν νεοφερμένοι από την Πόλη, την Λάρισα κι αλλού. Πλούσιοι Έλληνες από διάφορες περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας ή της Βενετίας αγόραζαν αγροκτήματα. Είχαν χτιστεί όμορφες επαύλεις.
Τα σπίτια ήταν μονώροφα ή διώροφα με εσωτερικές αυλές και είχαν στις οροφές τους ακροκέραμα. Το μοτίβο αυτό έδινε στην πόλη ένα ιδιαίτερο χρώμα. Δεν υπήρχαν μεγάλα κτήρια εκτός από τα τζαμιά ή τις εκκλησίες. Κανένα καινούριο αξιόλογο κτήριο δεν είχε κτιστεί από τον καιρό που οι Γότθοι, είχαν ξεθεμελιώσει κάθε τι το ελληνικό. Τους είχαν στείλει οι Αυτοκράτορες από την Κωνσταντινούπολη για να ξεριζώσουν την αρχαία θρησκεία. Ύστερα είχαν κλείσει κι οι φιλοσοφικές σχολές εντείνοντας την ερήμωση. Μια αναλαμπή αναγέννησης είχε εμφανιστεί, κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας των Ατσαϊόλι, αλλά, δεν προχώρησε. Πολύ σύντομα οι Τούρκοι κατέλαβαν την πόλη οριστικά και την βύθισαν στην μιζέρια.
Σε σχέση με τη Ρώμη, την Κωνσταντινούπολη, το Παρίσι ή την Μαδρίτη, η Αθήνα ήταν ακόμα ένα χωριό. Ο Οθωμανός μπέης, όσο καιρό έκανε κουμάντο εδώ, έμενε στην Ακρόπολη στο Ερεχθείο. Στα προπύλαια είχε φτιαχτεί από τους Φράγκους ένα φρούριο κι εκεί έμενε, ως πρόσφατα, η οθωμανική φρουρά. Η Ακρόπολη είχε μετατραπεί σε τζαμί με ένα μιναρέ που είχε κτιστεί στο πλάι του Παρθενώνα. Γύρω από τον ιερό βράχο απλωνόταν ο κορμός της πόλης. Πιο εκεί ήταν τα Χαυτεία, ο Κεραμικός, το Θησείο και τα Πατήσια.
Τα τζαμιά κι οι εκκλησίες ήταν τα λίγα δημόσια κτήρια της περιοχής. Πέρα από τα στενοσόκακα υπήρχαν ιππήλατοι δρόμοι που οδηγούσαν στις γειτονικές πόλεις. Ένας δρόμος πήγαινε προς τον Πειραιά και το Φάληρο, ένας άλλος προς την Ελευσίνα και την Κόρινθο. Υπήρχε δρόμος προς την Πάρνηθα και την Πεντέλη, κι άλλος προς το Λαύριο και το Σούνιο.
Όλα τα γύρω βουνά ήταν κατάφυτα, καταπράσινα κι ευωδιαστά. Μονοπάτια υπήρχαν σε όλον τον Υμηττό με άφθονα μελίσσια και παραγωγή εξαιρετικού μελιού. Δύο ποτάμια με πολύ πράσινο στις όχθες τους κυλούσαν με συνεχείς στροφές από τα βουνά προς τη θάλασσα. Ήταν ο Κηφισός και ο Ιλισός. Έδιναν νερό καθαρό στους κατοίκους του λεκανοπεδίου και πότιζαν τους κήπους και τους οργωμένους αγρούς. Λίγο έξω από την πόλη υπήρχαν όμορφα και πλούσια χωριά. Ήταν η Κηφισιά, ο Καρέας, το Χαλάνδρι, η Δάφνη, οι Αμπελόκηποι, ο Ρέντης, το Μοσχάτο το Φάληρο κι η Καλλιθέα. Όλο το λεκανοπέδιο ήταν γεμάτο με ελιές και πεύκα. Οι κήποι μέσα στην πόλη και στις εξοχές ήταν γεμάτοι οπωροφόρα δέντρα. Τα λουλούδια μύριζαν όμορφα, ιδιαίτερα τα βραδινά όταν τα νυχτολούλουδα κι οι γαρδένιες έσπαγαν τις μύτες.
Η Φουέντε, στους έξι περίπου μήνες που μέναμε εδώ, είχε βρει τον παράδεισό της. Έλεγε συνέχεια πως μπορεί μεν να ήταν κατά κόσμον Ισπανίδα όμως στην πραγματικότητα ήταν Αθηναία. Αυτό έλεγε η ψυχή της. Δεν μιλούσε για μετεμψύχωση ούτε για μεταφυσικές μεταμορφώσεις. Εκείνο που είχε αλλάξει βρισκόταν στην καρδιά και στο μυαλό της, στο κορμί της και στο πνεύμα της. Είχαμε εγκατασταθεί κοντά στην Ακρόπολη, κάτω από το ανατολικό τείχος. Μπροστά μας ήταν οι στύλοι του Ολυμπίου Διός και μια αψίδα του Αδριανού. Μέναμε σε ένα ωραίο σπίτι και νιώθαμε σαν να είχαμε βρει τη δική μας γη της επαγγελίας. Δεν ήταν μόνο ο τόπος που της άρεσε. Αυτό που την έκανε να δίνεται με πάθος στη νέα της πατρίδα, ήταν το μεγαλείο του παρελθόντος. Δεν ήταν κάτι περασμένο και πεθαμένο, γι αυτήν αφού στα μάτια της, ξαναζωντάνευε σε κάθε γωνιά. Όπου κοίταζε, έβλεπε μεγαλεία της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας ή της ρωμαϊκής συνέχειας.
Είχε λατρέψει την αρχαία Ελλάδα και μιλούσε συνέχεια για θεούς και ήρωες. Διάβαζε βιβλία αρχαίων συγγραφέων που τα προμηθεύτηκε απ’ την Μαδρίτη σε ισπανική μετάφραση. Κατηγορούσε αυτούς που είχαν καταστρέψει τους αρχαίους ναούς και τα αγάλματα. Τους μεμφόταν που είχαν προσπαθήσει να εξαλείψουν με τη βία την αρχαία θρησκεία ξεριζώνοντας το ελληνικό πνεύμα. Προσπαθούσα να ενσταλάξω μέσα της ένα αίσθημα επιείκειας και κατανόησης αλλά η φλογερή Ισπανίδα δεν ηρεμούσε. Δεν θα αργούσαμε να αρχίσουμε πειράματα με θυσίες στον Δία και την Αθηνά αν δεν την συγκρατούσα. Το κλίμα της εποχής δεν άντεχε καινοτομίες αυτού του είδους. Θα ήταν καλύτερα οι δημόσιες συζητήσεις για τέτοια θέματα να γίνονταν ήρεμα και χωρίς φανατισμό.
Έτσι κι αλλιώς είχε ξεκινήσει η αναζήτηση της νέας ταυτότητας του κράτους μας. Στη ναοδομία, για παράδειγμα, προσπαθούσαν να φτιάξουν έναν αρχαιοπρεπή ρυθμό για τις εκκλησίες. Τις έχτιζαν πλησιέστερες προς την “βασιλική”, ώστε να μοιάζουν με αρχαίους ναούς. Υποχρέωναν όσους έκτιζαν σπίτια στην Αθήνα να φτιάχνουν περιστύλια και μετόπες. Τους έβαζαν να χρησιμοποιούν κολώνες με ιωνικό ή δωρικό ρυθμό. Ήθελαν να μετατραπεί η Αθήνα σιγά-σιγά σε μια πόλη που να θυμίζει το παρελθόν της. Μιλούσαν για τις φιλοσοφικές σχολές που θα έπρεπε να επανιδρυθούν. Έψαχναν να βρουν τρόπους ώστε το πνεύμα κι η τέχνη να ξαναζωντανέψουν εδώ στα ιερά αυτά χώματα.
Οι αρχαίοι θεοί κι οι μύθοι είχαν γίνει έμμονες ιδέες για την Φουέντε. Καθημερινά την συντρόφευαν στους περιπάτους της. Κάθε γωνιά της Αθήνας αντιστοιχούσε σε έναν αρχαίο φιλόσοφο, πολιτικό ή καλλιτέχνη. Πάντα κάτι συνδυαζόταν με τον έναν ή τον άλλον. Έτσι κι αλλιώς κάθε σημείο της αρχαίας κι ιστορικής πόλης θύμιζε πάντα κάτι!
«Φουεντίνα, απορώ με την υπομονή σου, να θέλεις να μάθεις τα ελληνικά. Ταλαιπωρείσαι καθημερινά να βγάλεις άκρη με τους χωριάτες εδώ!» της έλεγα.
«Για μένα, Χαρμονιόζο, αυτοί οι χωριάτες είναι ακριβώς η αρχαία Ελλάδα προσωποποιημένη.»
«Μα έχουν αλλάξει οι γενιές. Πέρασαν τόσες φυλές από εδώ» της έλεγα.
«Ε, και λοιπόν, τι θες να πεις;» απαντούσε επιθετικά
Τα όμορφα μάτια της άστραφταν λες κι ο ίδιος ο Δίας ετοιμαζόταν να πετάξει από εκεί μέσα τους κεραυνούς του. Μου έδειχνε τα ερείπια τριγύρω μας.
«Νάτοι αυτοί που πέρασαν» μου έλεγε. «Φαίνονται σε αυτά εδώ τα κομμάτια του μαρμάρου που βλέπεις πεταμένα. Νά, φαίνονται στα ξεριζωμένα κεφάλια, στα κομμένα χέρια και στα σπασμένα πόδια των αγαλμάτων! Θεέ μου, πως το έκαναν αυτό; Γκρέμισαν ναούς και σπίτια, έκλεισαν τις σχολές! Τους βλέπεις αυτούς που πέρασαν; Νάτοι! Διακρίνονται ακόμα μέσα στις καταστροφές και στα αποκαΐδια!»
«Ο φανατισμός φταίει γι αυτές τις καταστροφές.»
«Όχι όμως ο φανατισμός των ντόπιων» είπε θυμωμένη. «Δεν κατέστρεψαν μόνοι τους τα αγάλματα και τους ναούς τους οι άνθρωποι!»
Μου έδειχνε κάποιους βοσκούς και κάποιους χωρικούς που έσερναν ένα γάιδαρο. Πιο κει κάποιοι άλλοι κουβαλούσαν κουρασμένοι δεμάτια.
«Τους άφησαν έτσι, φτωχούς, λίγους κι αγράμματους! Τους πήραν ό,τι είχαν, βιος και θρησκεία. Κοίτα τους, όμως. Δεν τους πήραν, κανείς δεν θα τους πάρει την αξιοπρέπεια» έλεγε συγκινημένη από τα ίδια της τα λόγια. «Αυτοί εδώ είναι οι επιζήσαντες. Μια μέρα, αν τους δοθεί η ευκαιρία, θα γίνουν και πάλι όπως ήταν παλιά!»
«Χαίρομαι που το πιστεύεις αυτό, Πηγίτσα» της έλεγα χαρούμενος που είχε τόσο θετικές απόψεις για τους Έλληνες. «Είσαι αισιόδοξη! Δεν έχουν όμως όλοι την ίδια γνώμη με σένα. Πολλοί τους θεωρούν υπανάπτυκτους.»
«Μα σκέψου λίγο, Χαρμονιόζο» μου απαντούσε. «Όλα αυτά τα χρόνια που ο κόσμος δονείται από νέες ιδέες, τι κάνουν οι Αθηναίοι κι όλοι οι Έλληνες; Ζουν κάτω από έναν τύραννο, αμόρφωτο κι αδιάφορο για όλα. Μόνο για την καλοπέρασή του νοιάζεται ο Τούρκος. Οι Έλληνες έγιναν ραγιάδες, με μόνη τους έννοια να γλιτώσουν το κεφάλι τους.»
«Και με τους επίσημους παπάδες να τους λένε ότι καλά τα παθαίνουν. Πληρώνουν με την σκλαβιά το τίμημα για τις αμαρτίες τους» συμπλήρωνα εγώ.
«Μέσα σε τέτοια κατάσταση πως να μην γίνεις σαν κι αυτούς;»
Την άκουγα και σκεφτόμουνα πόσο εύκολα με λίγες φράσεις συνόψιζε την αγανάκτηση όλων μας για την κατάντια του γένους.
«Γι αυτό και μόνο, αν το σκεφτείς, άξιζε η επανάστασή σας!» είπε η Φουέντε. «Για να τους δώσετε μια νέα ευκαιρία!»
«Πρέπει να το προσπαθήσουμε αυτό.»
«Νομίζω πως ο Ιάκωβος Παλαιολόγος αυτό θέλει να κάνει! Γι αυτό είναι κατάλληλος για Βασιλιάς. Είναι τρελός κι επαναστάτης και … σοφός!»
«Στον σημερινό κόσμο, ο Ιάκωβος έχει όλα τα προσόντα για να ελιχθεί» συμφώνησα.
«Ο κόσμος είναι γεμάτος με φανατικούς κι ανόητους θρησκόληπτους γέρους!»
Με κοίταξε στα μάτια και συνέχισε αγανακτισμένη.
«Θυμήσου τον Φίλιππο! Ένας τρελός γέρος μανιακός που στέλνει τις γυναίκες στην πυρά για μάγισσες! Θυμήσου το παλάτι του στη Μαδρίτη. Τρέλανε τον γιό του, μάρανε τη γυναίκα του και τώρα έχει παντρευτεί μια μικρούλα που θα την μαραζώσει κι αυτήν! Ψάχνει να φτιάξει “νόμιμο” διάδοχο για να μην πάρει ο Χουάν αυτό που δικαιωματικά του ανήκει. Θυμήσου εκείνον τον ανεκδιήγητο Γκισλιέρι, τον Πάπα Πίο τον Ε’. Δεν λέω, σας βοήθησε ξεσηκώνοντας μια σταυροφορία, όμως μήπως δεν ήταν κι αυτός ένας τρελός; Ένας μανιακός που διψούσε για πόλεμο και αίμα! Με ένα ράσο όλη μέρα, χωρίς να τον ενδιαφέρει ο ύπνος ή το φαΐ, ο έρωτας ή η ζωή, νοιαζόταν μόνο για την άλλη ζωή. Τι θα πει στον θεό του, την ώρα της κρίσης, αν θα του έλεγε ότι κατάφερε να ελευθερώσει τους Αγίους Τόπους ή όχι! Αυτός κι ο Φίλιππος έστελναν παντού όπου μύριζαν μια καινούρια ιδέα την ιερά εξέταση. Το μόνο που τους ένοιαζε ήταν να την πνίξουν. Για να το πετύχουν έκαιγαν και καίνε ανθρώπους στην πυρά!»
«Ίσως να μην είναι όλοι έτσι» πήγα να πω.
«Έτσι είναι όλοι» είπε η Φουέντε. «Ποιος απ’ αυτούς είναι άνθρωπος που καταλαβαίνει ένα αστείο; Ποιος μπορεί να ερωτευτεί ή να αγαπήσει;»
Δεν μπορούσα και δεν ήθελα να την συγκρατήσω. Ήταν όμορφη έτσι που μαχόταν με βασιλιάδες κι αρχιερείς. Ήταν κι αγέρωχη έτσι που γκρέμιζε φόβους κι ιδεοληψίες, τα όπλα των ισχυρών για να κρατούν τους πολλούς σε αδυναμία! Ήταν η Πηγή της ζωής μου. Ήταν η Φουεντίνα που σαν Βιτόριο είχε χιμήξει άφοβα στην τουρκική ναυαρχίδα κι είχε δεχτεί το μοιραίο βέλος! Μοιραίο; σκέφτηκα κι ένιωσα μιαν ανατριχίλα. Μοιραίο; ξαναείπα από μέσα μου κι άλλαξα αμέσως τις σκέψεις μου γιατί με έπνιξαν και δεν τις άντεξα ούτε στιγμή. Συνέχισα να την ακούω να ρητορεύει.
«Παπάδες και Βασιλιάδες για κλάματα όλοι! Τρελοί και μανιακοί! Ο Κάρολος, ο “μέγας” αυτοκράτορας! Που πέθανε κλεισμένος σ’ ένα μοναστήρι, μελαγχολικός άρρωστος και μισότρελος! Το ίδιο που μάθαμε ότι συνέβη στον άλλο “μεγάλο”, τον Σουλεϊμάν των Οθωμανών. Αυτός κρυβόταν κι από τον ίσκιο του πίσω από κουρτίνες στο παλάτι του. Το ίδιο που θα συμβεί στον μεθύστακα σουλτάνο, τον Σελίμ, που κυβερνάει αφού πρώτα εξοντώθηκαν τα αδέλφια του. Κι ο Φίλιππος σκότωσε τον γιο του κι εξόντωσε την όμορφη γυναίκα του. Ένα μάτσο τρελοί και μανιακοί που κυβερνάνε γιατί δήθεν τους το ζήτησε ο θεός. Ένας θεός κατ’ ομοίωσή τους. Διψάνε όλοι τους, άλλος για κρασί, άλλος για άγια κοινωνία, όλοι τους όμως για αίμα! Αίμα αθώων!»
Προτιμούσα να την ακούω παρά να σκέφτομαι μοιραία βέλη να την χτυπούν. Άκουγα χωρίς να βγάζω μιλιά για να μην της κόψω τον ειρμό. Συμφωνούσα, εξ άλλου, με όσα έλεγε!
«Γι αυτό Χαρμονιόζο, σε αυτόν εδώ τον τόπο εγώ βλέπω ελπίδα! Προσπάθησαν να τον καταστρέψουν ολοσχερώς αλλά έμεινε αμόλυντος από την αρρώστια τους. Γι αυτό με βλέπεις και συνομιλώ συνέχεια με τους θεούς και με τους ήρωες! Μόνο αυτοί μπορούν να μας ξαναδώσουν πίσω αυτά που χάθηκαν, τον ορθό λόγο και την ομορφιά!»
«Δεν μπορούν πια να δώσουν την δημοκρατία» είπα. «Γιατί κυριαρχούν πια οι ακραίοι, Πηγίτσα, οι μονάρχες με τους μεγάλους στρατούς.»
«Δεν είναι ισορροπία αυτό! Πρόκειται για ανισορροπία τρελών και φανατικών θρησκόληπτων εξουσιαστών! Με όπλο τους τη θρησκεία παλεύουν δήθεν για την τάξη αλλά είναι οι πιο επικίνδυνοι εχθροί της.»
«Ευτυχώς» είπα «ο δικός μας Ιάκωβος γνωρίζει αυτές τις θρησκείες πολύ καλά και ….»
«Τουλάχιστον αυτός δεν είναι εγκληματίας, είναι σοφός άνθρωπος.»
«Και θα μπορεί να ελιχθεί για να διατηρήσει αυτά που κερδίσαμε» είπα.
«Χρειάζεται να έχει πολύ μεγάλη ικανότητα για να τα καταφέρει» είπε σκεπτική.
«Δεν είδες που δήλωσε Ουνίτης;» της είπα. «Θα είναι καθολικός αλλά θα τηρεί το Ορθόδοξο τυπικό. Καθησυχάζει τον Πάπα και δεν ερεθίζει τον λαό.»
«Νόμιζα ότι συμπαθούσε τους Προτεστάντες.»
«Στην πραγματικότητα δεν τον συγκινεί κανένα δόγμα και καμιά θρησκεία. Πιστεύει μόνο στην Ελλάδα» της εξήγησα. «Ίσως, μάλιστα, να πιστεύει τα ίδια με σένα.»
«Δεν με νοιάζει να είμαι άθεη, ούτε με φοβίζει ούτε με ελκύει» είπε η Φουέντε. «Σκέφτομαι πως ίσως η θρησκεία να χρειάζεται για να βάζει ένα φρένο στους ανθρώπους. Δεν ξέρω αν μπορεί να υπάρξει ηθική χωρίς θρησκεία.»
«Μα φυσικά μπορεί» της είπα. «Ο φίλος μου ο Ιάκωβος Ηρακλείδης έλεγε ότι μόνο εκτός θρησκείας υπάρχει αληθινή ηθική.»
Με κοίταξε περιμένοντας περισσότερες εξηγήσεις.
«Έλεγε πως το ήθος μπορεί να είναι μόνο η συνέπεια της λογικής ή της ελεύθερης επιλογής κι όχι του φόβου. Έλεγε πως οι θρησκείες δεν διδάσκουν ήθος αλλά, απλά, δίνουν μια σειρά από εντολές! Γι αυτό, όταν οι εντολές παρερμηνεύονται συνειδητά ή ασυνείδητα, τότε οι θρησκείες γίνονται όργανα πολέμου. Αντί για ζωή, φέρνουν τον θάνατο.»
«Δηλαδή Χαρμονιόζο, πάλι στους αρχαίους Έλληνες γυρνάμε και στην δική τους ηθική που στηριζόταν στη λογική. Εκεί δεν το πας, καλέ μου;»
«Σου είπα τι έλεγε ο φίλος μου ο Ηρακλείδης!» της είπα. «Πάντως, για να ξαναγυρίσουμε στο σήμερα, πιστεύω πως ο Παλαιολόγος γνωρίζει τη δύναμη της θρησκείας. Γι αυτόν ο προτεσταντισμός, που επιτρέπει ελευθερία συνείδησης, τον εκφράζει περισσότερο, όμως εδώ είναι αλλιώς. Οι δυνάμεις που επηρεάζουν την Πολιτεία βρίσκονται στον καθολικισμό στο Ισλάμ και στην ορθοδοξία.»
«Αυτή τη γνώμη έχω κι εγώ» είπε η Φουέντε. «Πιο πολύ θα έλεγα τον Παλαιολόγο πραγματιστή. Ούτε Ουνίτη, Καθολικό ούτε και Προτεστάντη.»
«Αν τον κατηγορήσουν για άθεο ή αιρετικό, οι εγγυητές μπορούν να επέμβουν στρατιωτικά και να τον καταργήσουν.»
«Είναι σχετικά νέος, έχει αρκετά χρόνια μπροστά του για να πραγματοποιήσει τις σκέψεις του» είπε η Φουέντε. «Κι έχει κι εσάς να τον βοηθάτε!»
«Αύριο στον Πειραιά φτάνει η γαλέρα του Βαλέρη. Θα έρθει με φίλους μας για να δουν την Αθήνα.»
«Ωραία, μαζί τους θα ξαναδούμε την Αθήνα κι εμείς για μια ακόμη φορά!»
........... (συνεχίζεται) .................
***********************
Αύριο Πέμπτη το 12δ και το τέλος του 12ου κεφαλαίου. Απομένει ο επίλογος.
Τρίτη 20 Απριλίου 2021
Ο Δήμος πρέπει να βγει από το τέλμα
ΑΠΟΦΕΥΓΕΙ ΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΑΚΟ ΜΕΤΩΠΟ
ΚΑΙ ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ Ο ΔΗΜΟΣ
***********************************
Η αντιπολίτευση στον δήμο Κερατσινίου Δραπετσώνας έχει καταθέσει πρόταση για ένταξη του έργου της Ανάπλασης της βιομηχανικής ζώνης, αλλά, και της παραλίας από ΕΥΔΑΠ ως την Ιχθυόσκαλα, στο Ταμείο Ανάκαμψης. Ζήτησε να συζητηθεί το θέμα την προσεχή Παρασκευή, πριν το Πάσχα, καθώς πρέπει να τρέξουμε για να προλάβουμε προθεσμίες.
Η δημοτική αρχή αποφεύγει να συζητήσει την πρόταση αυτή της αντιπολίτευσης. Στο δημοτικό συμβούλιο της Παρασκευής 23/4 έβαλε ένα θέμα μόνο, τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας, κι απέφυγε το θέμα που καίει. Ίσως το έκανε για να βρει χρόνο να φτιάξει μια κάποια πρόταση έργων ώστε να έχει μιαν απάντηση. Ίσως είναι κολλημένη σε αντιλήψεις του παρελθόντος που δεν τής επιτρέπουν να προχωρήσει μπροστά. Ο,τι κι αν είναι αυτό που την κρατά, πρέπει να ξεπεραστεί. Για το καλό της πόλης.
Δεν πειράζει αν ψάξει τώρα να βρει έργα να προτείνει. Έστω κι έτσι ας προχωρήσει κάτι. Το σημαντικό είναι να βγούμε από το τέλμα.
Το βέβαιο πάντως είναι ότι δεν θα μπορέσει να αποφύγει την συζήτηση και τον έλεγχο ες αεί. Η πόλη δεν μπορεί να μένει στην ακινησία που επικρατεί σε αυτή την δεύτερη θητεία Βρεττάκου. Όσο ήταν ο Σύριζα κυβέρνηση και η Δούρου με τον Γαβρίλη στην Περιφέρεια, το χρήμα έφτανε άφθονο και τα έργα διαδέχονταν το ένα το άλλο. Τώρα επικρατεί σιγή. Αυτό όμως είναι εις βάρος της πόλης και πρέπει να αλλάξει. Είναι χρέος του δήμου να τρέξει για να διεκδικήσει έργα και χρήματα. Σε αυτό τον παρακινεί η αντιπολίτευση που δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένη από την στασιμότητα.
42 Δον Χουάν Ηρακλείδης (κεφ.12β)
Ολοκληρώνονται οι διαδικασίες για το νέο κράτος στη Φλωρεντία και η Αδελφότητα συνεδριάζει πανηγυρικά. Το σκηνικό μεταφέρεται στο Ναύπλιο, την πρώτη πρωτεύουσα της Ελληνορωμανίας.
****************************
12β
...................................
Ο Δον Χουάν ξεκίνησε με ευχές και προπόσεις. Κατόπιν ακολούθησαν προπόσεις απ’ όλους κι έγινε η υποδοχή των νέων μελών. Έκανα έναν απολογισμό κι ο Ροντρίγκες αφηγήθηκε τις ενέργειές μας απ’ την Πριγκιπόνησο μέχρι σήμερα. Κατόπιν ο Δον Χουάν ανακοίνωσε με κάθε λεπτομέρεια τα αποτελέσματα της συνδιάσκεψης στο Παλάτσο. Δέχτηκε τα συγχαρητήρια για την χτεσινή στέψη του στο Ντουόμο.
«Με όλα αυτά η Αδελφότητα για την Ελευθερία έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της. Η τελευταία της πράξη θα είναι να προχωρήσει στην εκλογή του διαδόχου μου στον θρόνο της Ελληνορωμανίας. Αυτός θα είναι ο πρώτος αληθινός βασιλιάς των Ελλήνων» είπε ο Δον Χουάν.
«Είναι οριστική η απόφασή σας, Μεγαλειότατε;» τον ρώτησαν κάποιοι.
«Σας έχω εξηγήσει ότι η παραμονή μου στον θρόνο θα αμφισβητήσει όσα πετύχαμε ως τώρα. Είμαι εκ των διαδόχων του ισπανικού θρόνου κι αυτό αντιβαίνει σαφώς στον όρο της ουδετερότητας. Θα αποχωρήσω, λοιπόν, σύντομα. Υπολογίζω να το κάνω σε έξι μήνες από σήμερα. Η επόμενη στέψη θα γίνει στην Ελλάδα στη νέα μας πρωτεύουσα. Με τον διάδοχό μου θα εγκαθιδρυθεί και η πρώτη ελληνική δυναστεία στον θρόνο της Ελληνορωμαϊκής Πολιτείας.»
«Θα μπορεί να αμφισβητηθεί στο μέλλον η δυναστεία αυτή;» ρώτησε η Σοφία Γκριμάλντι.
«Ο νέος βασιλιάς πρέπει να κρατηθεί μακριά από κάθε εκλεκτική συγγένεια με ξένες δυναστείες» είπε ο Δον Χουάν. «Θα πρέπει να πείσει τις εγγυήτριες δυνάμεις ότι θα είναι δίκαιος, ουδέτερος κι ότι θα κρατά ισορροπίες με όλους. Έχει πολύ δύσκολη δουλειά να κάνει! Η Ελληνορωμανία θα είναι από μόνη της ένα πολιτικό καλλιτέχνημα, υπόδειγμα επιβίωσης αν τα καταφέρει!»
«Έχετε πρόταση για το ποιος θα πρέπει να είναι ο διάδοχός σας;» ρώτησε η Χριστίνα.
«Θα αποφασίσουμε εμείς Χριστίνα» είπε ο Μητροφάνης. «Η αδελφότητα.»
«Δεν είναι θέμα για να διχαστούμε» είπε η Ελένη. «Ας αναβάλουμε την εκλογή για να γίνουν διαβουλεύσεις.»
«Έγιναν ήδη οι διαβουλεύσεις, Ελένη» της είπα.
«Εγώ επιμένω, Μεγαλειότατε» είπε η Χριστίνα. «Έχετε εσείς κάποια πρόταση διαδοχής;»
«Θα ήταν αναμφίβολα ο αείμνηστος σύζυγός σας, αν ζούσε, αγαπητή μου πριγκίπισσα» είπε ο Δον Χουάν. «Τώρα, ο βασιλιάς θα επιλεγεί από την αδελφότητα που εκείνος ίδρυσε.»
Ο Ιουστίνος ζήτησε τον λόγο κι ο Δον Χουάν του έγνεψε να μιλήσει.
«Δεν χρειάζεται να μπούμε σε διαδικασίες επιλογής ψυχοφθόρες ή χρονοβόρες» είπε ο Ιουστίνος. «Πολλοί από εμάς εδώ μέσα, άντρες και γυναίκες, έχουμε τα προσόντα και τις ικανότητες να ιδρύσουμε μια δυναστεία. Ένας, όμως, από εμάς υπερέχει σε όλα. Αυτός μπορεί και πρέπει να είναι ο αυριανός βασιλιάς μας.»
Τον κοιτούσαν με κομμένη την ανάσα.
«Έχουμε μια κοινή πρόταση, εγώ ο Χάρμος Γεωργιάδης κι ο κύριος Μιχάλης Καντακουζηνός. Την πρόταση αυτή την γνωρίζει και την επικροτεί κι ο Μεγαλειότατος Δον Χουάν. Αυτός που έχει όλα όσα χρειάζονται για να ηγηθεί της νέας μας πατρίδας, είναι ο φίλος και αδελφός μας Ιάκωβος. Εκτός των άλλων, έχει και το ένδοξο όνομα των Παλαιολόγων.»
Επιφωνήματα ενθουσιασμού κι ανακούφισης βγήκαν. Όλοι επικροτούσαν την πρόταση για τον Ιάκωβο. Αντίρρηση ή γκρίνια ή δυσαρέσκεια δεν διαγράφτηκε καμιά στο πρόσωπο κανενός. Ο Δον Χουάν πήρε τον λόγο για να πει τη γνώμη του.
«Οι τρεις αξιότιμοι κύριοι Βαρδάτης, Καντακουζηνός και Γεωργιάδης πρότειναν τον διάδοχό μου. Είναι ο δάσκαλός μου Ιάκωβος Παλαιολόγος. Σας βεβαιώνω ότι και κατά την δική μου γνώμη είναι η άριστη επιλογή. Εκτιμώ τον Κυρ-Ιάκωβο όσο κανέναν άλλον άνθρωπο και τον έχω μέσα στην καρδιά μου. Τον έχω σε ίση μοίρα με τον πατέρα μου αυτοκράτορα Κάρολο και τους θετούς μου γονείς Λουίς και Μαγδαληνή. Είναι τιμή να με διαδεχτεί ένας τόσο σπουδαίος Έλληνας!»
Αυθόρμητα επιδοκίμασαν όλοι τα λόγια του. Γνωρίζαμε ότι ήταν σοφός και πατριώτης ο Ιάκωβος κι είχε όνομα βαρύ, γεμάτο ιστορία και συμβολισμούς.
«Άξιος! Άξιος!» ακούστηκε από παντού.
«Κύριοι, πρέπει να ψηφίσουμε τώρα» φώναξα εγώ χωρίς ελπίδα να εισακουστώ
«Να ψηφίσουμε» ακούστηκαν κι άλλες φωνές που κι αυτές, επίσης, δεν ακούστηκαν.
Ο Ιουστίνος σηκώθηκε, πάτησε πάνω σε μια καρέκλα και βρέθηκε πιο ψηλά από όλους. Έκανε νοήματα με τα χέρια δείχνοντας να πάψουν οι φωνές.
«Πρέπει να γίνει ψηφοφορία» είπε. «Ψηφίζουμε λοιπόν! Όσοι σηκώνουν το χέρι δέχονται τον Ιάκωβο Παλαιολόγο για διάδοχο του θρόνου.»
Σήκωσε ο ίδιος το χέρι του ψηλά και μαζί του το ίδιο έκαναν όλοι.
«Όλα τα χέρια έχουν σηκωθεί ψηλά!» είπε ο Ιουστίνος βλέποντας ότι όλοι ψηφίζαμε “ναι. «Επομένως, ομόφωνα, η αδελφότητα υποδεικνύει ως διάδοχο του βασιλέα Ελλήνων και Ρωμαίων,τον Ιάκωβο Παλαιολόγο!»
«Κι εγώ αποδέχομαι με χαρά την πρόταση άμεσα» ήταν η αντίδραση του Δον Χουάν.
«Τώρα μπορούμε να φωνάξουμε όλοι μαζί “Άξιος”!» φώναξα εγώ.
«Ναι, ναι! άξιος, άξιος! Πολύ μου αρέσει όλο αυτό!» φώναξε δίπλα μου η Φουέντε ενθουσιασμένη.
Με κοιτούσε με τα μεγάλα μπλε μάτια της και με ζάλιζε. Γύρισα κι αναζήτησα γύρω μου κάποια συγκεκριμένα πρόσωπα. Είδα τα βλέμματα των γυναικών του. Η Ελένη, η Αλεξάνδρα, η Μαργαρίτα κι η Χριστίνας ήταν εκεί. Βρίσκονταν ανάμεσά μας κι ήταν εκείνες που τον αγάπησαν κι αγαπήθηκαν από αυτόν, Μέσα από αυτές ο Ιάκωβος Βασιλικός Ηρακλείδης ήταν ακόμη ανάμεσά μας. Τις πλησίασα και τις αγκάλιασα μία προς μία. Είδα μέσα στα μάτια της κάθε μιας το ίδιο φάντασμα που στοίχειωνε και στο δικό μου μυαλό. Ξέραμε, κι εκείνες κι εγώ, ότι εκείνος έπρεπε να είναι τώρα εδώ. Να ήταν παρών όχι μόνο για να στεφθεί βασιλιάς, αλλά, για να ζήσει την εκπλήρωση του δικού του τρελού ονείρου.
«Σου λείπει πολύ τώρα ο φίλος σου, ε Χαρμονιόζο;» μου είπε ψιθυριστά η Φουέντε.
Ήμασταν κοντά στο Παλάτσο, τον χώρο όπου, χτες, είχε υπογραφεί η εκατονταετής συμφωνία ειρήνης. Σηκώσαμε όλοι τα ποτήρια μας κι ευχηθήκαμε στην Ελληνορωμαϊκή Πολιτεία, που ξεκινούσε σήμερα, να μακροημερεύσει. Στις τοιχογραφίες της αίθουσας αρχαίοι Έλληνες, βασιλιάδες, φιλόσοφοι κι ήρωες μας κοιτούσαν. Ο Πλάτων, ο Αλέξανδρος, ο Μιλτιάδης ήταν εκεί. Τι περισσότερο θα περίμεναν από εμάς;
Είχαμε φτάσει εδώ πριν μερικές ημέρες σαν οι Ρωμιοί ραγιάδες του Σουλτάνου ή οι σαν Γραικοί υπήκοοι της Βενετίας. Φεύγαμε σαν Γραικορωμιοί του δικού μας κράτους. Είμασταν οι υπήκοοι δύο Βασιλιάδων, του θρύλου Δον Χουάν και του Ιάκωβου Παλαιολόγου! Ήταν σαν να γεννιόμασταν σήμερα για πρώτη μας φορά και, μάλιστα ξαναγεννιόμασταν διπλοί. Ηγέτης μας ήταν ο νεαρός ήρωας της Χριστιανοσύνης. Αυτός μάς είχε απελευθερώσει σαν επικεφαλής της τελευταίας σταυροφορίας. Διάδοχος του ήταν ο Ιάκωβος Παλαιολόγος, ένας από τους πιο εύγλωττους, βαθείς στοχαστές της φιλοσοφίας. Ήταν εξαρχής ένας δικός μας άνθρωπος. Οι επίσημες θρησκευτικές ηγεσίες τον έλεγαν τυχοδιώκτη κι επικίνδυνο αλλά εμείς τον είχαμε για αναμορφωτή. Μια νέα εποχή ξεκινούσε!
ΝΑΥΠΛΙΟ
Η τελετή της ενθρόνισης έγινε στις επτά Οκτωβρίου του 1573 στο Ναύπλιο. Η πόλη ορίστηκε σαν πρώτη πρωτεύουσα της Ελληνορωμαϊκής Πολιτείας. Είχε επιλεγεί το Ναύπλιο αντί της Αθήνας γιατί η πόλη διέθετε εγκαταστάσεις και υποδομές και φρούρια. Μπορούσε να φιλοξενήσει αξιοπρεπώς την νέα κυβέρνηση. Παραβρεθήκαμε στην τελετή σχεδόν όλα τα μέλη της Αδελφότητας. Εγώ με την Φουέντε, ήρθαμε με ψαροκάικο καθώς είχαμε εγκατασταθεί στην Αθήνα. Άλλοι κατέφθασαν με μεγαλύτερα πλοία. Κάποια μέλη της Αδελφότητας είχαν εγκατασταθεί ήδη μόνιμα εδώ από τον Απρίλιο. Ήταν στελέχη της κυβέρνησης του Δον Χουάν που οργάνωναν το νέο κράτος και θεωρούνταν πια Ναυπλιώτες.
Ο Δον Χουάν δεν παραβρέθηκε. Είχε ήδη αναχωρήσει για τις ακτές της Αφρικής όπου τον έστελνε ο αδελφός του. Η υπόθεση της διαδοχής του στον ισπανικό θρόνο είχε ατονήσει και πάλι. Ο Φίλιππος αυτή τη φορά είχε παντρευτεί μια εγγονή του, την κόρη του ανιψιού του Μαξιμιλιανού της Αυστρίας. Ήθελε απεγνωσμένα να βρει αντικαταστάτη του Δον Κάρλος μέσα από κάποιον επίσημο γάμο με καθολική πριγκίπισσα. Όλο διάλεγε μικρά κοριτσάκια για να παντρεύεται. Ήταν βασιλιάς και η παιδεραστία του εκλαμβανόταν δήθεν ως το καθήκον του να φτιάξει διαδόχους. Ο Δον Χουάν, πριν φύγει τον Ιούνιο, είχε υπογράψει όλα τα έγγραφα που έδιναν την αντιβασιλεία στον Ιάκωβο. Με αυτά νομιμοποιούσε την νέα δυναστεία ακόμη κι αν εκείνος θα απουσίαζε στην παράδοση του στέμματος. Ήταν πολύ θυμωμένος με τον Φίλιππο.
Το δικαίωμα στον θρόνο της Ελληνορωμανίας θα ήταν κληρονομικό. Το κατείχε ο Ιάκωβος Ανδρόνικου Παλαιολόγος από την Χίο. Διάδοχοί του ήταν οι κατιόντες συγγενείς του χωρίς να εξαιρούνται οι γυναίκες. Στην ενθρόνισή του νέου βασιλιά παραβρέθηκαν λίγοι επίσημοι από αυλές της Ευρώπης. Δεν ήταν βασιλιάδες, αλλά, υπήρχαν κάποιοι διάδοχοι και εκπρόσωποι βασιλικών οικογενειών.
Ο πιο σπουδαίος επισκέπτης μας ήταν ο “ωραίος Ρούντολφ” της Αυστρίας. Ήταν ο γιος του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού κι ο επίδοξος διάδοχος του θρόνου της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Είχε έρθει στην Αθήνα με τον φίλο του Βόλφγκανγκ. Η Φουέντε επέμενε ότι αυτοί οι δυο ήταν εραστές. Είχε έρθει ο πατέρας της Χριστίνας και φίλος του Ιάκωβου Ηρακλείδη ο πρίγκιπας Μαρτίν Σβαρόφσκι. Ήρθαν οι Ατσαϊόλι και Σαλβιάτι από την Φλωρεντία που συνόδευαν τον Φραντσίσκο των Μεδίκων, γιο του Κόζιμο. Ήταν αντιβασιλιάς κι είχε μαζί του την ερωμένη του Βενετσιάνα Μπιάνκα Καπέλο. Ήταν ο Φιλιβέρτος της Σαβοΐας κι η οικογένεια Γκριμάλντι. Ο Μαρκαντόνιο Κολόνα. ο Γκρανβέλ κι ο Φραντσέσκο Καστιλιόνι ήταν οι εκπρόσωποι του Πάπα Γρηγόριου του ΙΕ’. Ο Βενιέρι, ο Μπαρμπαρίγκο, ο Κουερίνι κι άλλοι Βενετσιάνοι αξιωματούχοι και δόγηδες είχαν έρθει με συγγενείς τους. Από το Βασίλειο της Νάπολι είχε έρθει η Γκαρσία Αλβαρέζ του Τολέδο και από την Ισπανία ο Ντε Ρεκένσες.
Ο Μελέκ Αχμέτ μαζί με μια συνοδεία γενιτσάρων κι ο Μιχάλης Καντακουζηνός ήταν οι εκπρόσωποι των Οθωμανών. Εκπροσωπούσαν τον Μεγάλο Βεζίρη Σοκουλού Μεχμέτ και τον Σουλτάνο Σελίμ Β’. Οι αρχιραβίνοι της Κωνσταντινούπολης και της Θεσσαλονίκης αλλά κι ο Νέζης ήταν παρόντες. Υπήρχαν εκπρόσωποι της Μολδαβίας, της Λιθουανίας και της Πολωνίας. Υπήρχαν εκπρόσωποι από όλα τα δόγματα και τις θρησκείες. Ο Πατριάρχης Ιερεμίας ο Β’ εκπροσωπείτο από τον Θεοδόσιο Ζυγομαλά, καθηγητή ελληνικών από το Ναύπλιο. Εκπρόσωπο είχαν στείλει ο Αρχιεπίσκοπος της Μόσχας κι οι Πατριάρχες Αλεξάνδρειας κι Ιεροσολύμων. Το Ναύπλιο παρά τις πολλές ετοιμασίες εδώ και έξι μήνες, τα έφερε εις πέρας με μεγάλη δυσκολία. Δεν ήταν καθόλου απλό να φιλοξενήσει τόσους πολλούς κι εκλεκτούς καλεσμένους μια μικρή πόλη.
Η τελετή ενθρόνισης έγινε χωρίς παρατράγουδα και το πιο συγκινητικό ήταν η συμμετοχή του απλού κόσμου. Αλβανοί, Βλάχοι, Εβραίοι κι Αρμένιοι ακόμη και Βούλγαροι και Σλάβοι ήταν εδώ. Κάθε φυλή που διέμενε στις διάφορες περιοχές του νέου κράτους, έστειλε εκπροσώπους.
Το μεγάλο γεγονός όμως ήταν η συγκέντρωση δεκάδων χιλιάδων Ρωμιών. Έφτασαν ως το Ναύπλιο με τα πόδια, με άλογα, με κάρα ή με καΐκια για να βρεθούν στην στέψη του νέου Βασιλιά. Ο κάμπος του Ναυπλίου, μέχρι την Δαλαμανάρα, το Άργος και τους Μύλους είχε γεμίσει πρόχειρα καταλύματα. Τα καΐκια είχαν γεμίσει τον αργολικό κόλπο από το Ναύπλιο μέχρι απέναντι την Λέρνα. Όλο αυτό το πλήθος τρεφόταν από πλανόδιους παντοπώλες. Μάζευαν ό,τι μπορούσε να σφαχτεί από ζώα σε ολόκληρη την γύρω περιοχή και τροφοδοτούσαν τον κόσμο. Έφερναν εδώ κι ό,τι μπορούσε να καταναλωθεί από φρούτα, δημητριακά και λαχανικά. Έμοιαζε με μιαν ειρηνική σταυροφορία που σκοπό είχε να ανακαταλάβει έναν ιερό τόπο που λεγόταν Ελλάς.
Ήταν παρόντες όλοι οι οπλαρχηγοί που είχαν εξεγερθεί κι είχαν πολεμήσει τον Τούρκο. Ήταν εδώ κι όλοι οι πρόκριτοι και Νομάρχες των καινούριων δέκα περιφερειών. Το Κοινόν και οι δέκα Σύμβουλοι του Στέμματος είχαν ξεχωριστή θέση στην τελετή. Αποτελούσαν ουσιαστικά την κυβέρνηση αυτής της νεοσύστατης Πολιτείας. Τα ρούχα τους έδειχναν και την ξένη προστάτιδα δύναμη που τους είχε ορίσει. Άλλος φορούσε τουρμπάνι με σουλτανικό λοφίο κι άλλος φορούσε βενετσιάνικο καπέλο. Κάποιος ήταν ντυμένος με ισπανική φορεσιά κι άλλος στολισμένος με τα παπικά βελούδα. Κι εμείς, οι συνωμότες της Αδελφότητας, ανακατεμένοι με αυτή την νέα ηγέτιδα τάξη, απολαμβάναμε την μεγάλη στιγμή.
Τα κανόνια έριξαν δέκα κανονιές για να σημάνουν την έναρξη της διαδικασίας της στέψης. Ολόκληρος αυτός ο λαός ξέσπασε σε ζητωκραυγές και φωνές που έδειχναν τη χαρά του για την ανάκτηση της ελευθερίας. Κάτι περίεργο εδονείτο λες κι ο κόσμος αυτός είχε μια κοινή καρδιά που χτυπούσε γοργά. Όλος ο κάμπος αντήχησε από ένα φοβερό βουητό που έσκισε τον αγέρα. Ζουρνάδες και ταμπούρλα άρχισαν να χτυπούν σε σκοπούς βγαλμένους από την αγροτική ζωή. Έρχονταν από ένα βαθύ, ξεχασμένο παρελθόν. Τουφεκιές έπεφταν, σφυρίγματα διέσχιζαν τον αέρα. Κάποτε ησύχασε η οχλοβοή, σταμάτησαν να χτυπούν τα όργανα και ξεκίνησε η τελετή.
Ρώτησε ο νέος αρχιεπίσκοπος Ναυπλίου Μητροφάνης, επιφορτισμένος με τον καθήκον της ορθόδοξης στέψης.
«Ορκίζεσαι να φυλάττεις πίστην εις την πατρίδα, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος;»
«Ορκίζομαι» φώναξε δυνατά ο Παλαιολόγος και μετά συνέχισε χαμηλόφωνα.. «Ορκίζομαι στο όνομα των φιλοσόφων και των ηρώων των Ελλήνων, αδελφέ Μητροφάνη.»
«In nomine Patris et Filii et Spiritus Sancti» συμπλήρωσε ο Φραντσέσκο Καστιλιόνι για την καθολική στέψη.
«Στο όνομα των νεκρών και των ζωντανών αδελφών μας που ήθελαν και θέλουν να λέγονται Έλληνες, Φραγκίσκο αδελφέ μου» είπε και πάλι χαμηλόφωνα ο Ιάκωβος
«Ο Αλλάχ ευλογεί κι ο Σουλτάνος επικυρώνει» είπε στα αραβικά ο Ιμάμης.
Είχε έρθει με εντολή του Ουλ Ισλάμ για να δώσει την ευλογία του Αλλάχ και του Σελίμ. Ο Μελέκ Αχμέτ, αρχηγός της ισλαμικής αποστολής, στεκόταν δίπλα μου.
«Μεγάλο το όνομα του Σουλτάνου» είπε ο Παλαιολόγος σύμφωνα με το τυπικό.
Του φόρεσαν το στέμμα με τον αετό των Αψβούργων. Τον έντυσαν με ένα βασιλικό διάδημα που ήταν το σουλτανικό καφτάνι που έφερε ο Μελέκ Αχμέτ. Του έδωσαν ένα σκήπτρο, σύμβολο της εξουσίας του Πάπα. Του φόρεσαν ένα ξίφος του Σουλτάνου και τον στόλισαν με μια κορώνα βενετσιάνικη. Μια σφαίρα με τον σταυρό πάνω της ήταν το σκήπτρο που του έδωσε ο Πατριάρχης.
«Ζήτω ο Βασιλεύς Ελλήνων και Ρωμαίων Παλαιολόγος Ιάκωβος» φώναξε ο Μητροφάνης.
«Ave Rex Grecorum et Romanum» συμπλήρωσε από δίπλα ο Φραγκίσκος Καστιλιόνης.
Δέκα κανονιές σήμαναν την ολοκλήρωση της στέψης. Οι ζουρνάδες και τα ταμπούρλα άρχισαν ξανά τον μεθυστικό τους ρυθμό. Οι φωνές της χαράς γέμισαν τον αργολικό κάμπο, δυνατά. Ακούστηκαν στις πολύχρυσες Μυκήνες και στο κάστρο του Παλαμήδη. Εκείνη τη στιγμή ενώνονταν, όσο ήταν δυνατό, οι αρχαίες ρίζες με τους μεσαιωνικούς θρήνους.
.................. (συνεχίζεται) ..................
****************************
Αύριο Τετάρτη το γ' μέρος του 12ου κεφαλαίου.