Τετάρτη 7 Απριλίου 2021

33 Δον Χουάν Ηρακλείδης (κεφ.9γ)

Στην Κωνσταντινούπολη διεξάγεται η έκτακτη Συνεδρία της Αδελφότητας που δείχνει πως οι εξελίξεις τείνουν προς την ολοκλήρωση των σκοπών της.

**********************************


κεφ. 9γ

................................

Ήταν αρχές του 1571 και στην Κωνσταντινούπολη ήταν πολλά από τα βασικά μέλη της Αδελφότητας. Ήμασταν εκεί εκτός από εμένα, η Ελένη Παππά, ο Μιχαήλ Καντακουζηνός κι ο πατριάρχης Μητροφάνης. Ακόμη βρίσκονταν στην Πόλη από καιρό η Χριστίνα κι η Αλεξάνδρα Μπότση-Λεπουσνεάνου, Είχαν έρθει για το σκλαβοπάζαρο ο Ιουστίνος, ο Μενάγιας κι ο Συγκλητικός. Είχαμε ελευθερώσει τον Σωζόμενο και τον Τσόμη που ήταν κι αυτοί αιχμάλωτοι στην Πόλη. Τους είχε αγοράσει ο Μαρκαντόνιο Μπάρμπαρο για λογαριασμό μας.

Έλειπαν βασικά μέλη μας. Ο Φραγκίσκος, σαν βασικός σύμβουλος του Πάπα Πίου του Ε’, πάλευε να πετύχει συμφωνία για μια σταυροφορία. Η Μαργαρίτα κι η Σοφία στο Τουρίνο επηρέαζαν τον δούκα της Σαβοΐας που είχε κομβικό ρόλο στην υπόθεση. Ο Καλλέργης κι ο Μορμόρης οργάνωναν στεριές και θάλασσες για να ξεσηκώσουν τους οπλαρχηγούς. Ο Παλαιολόγος προσπαθούσε να εξασφαλίσει την συμμετοχή Μολδαβίας κι Αυστρίας στην σταυροφορία. Ο Βαλέρης ήταν στη Μάλτα. Ο Ματίας Ροντρίγκες ήταν στο πλευρό του Φίλιππου. Μαζί με τον Καρδινάλιο Τόρες προσπαθούσαν να πείσουν τον Βασιλιά. Του έλεγαν να εκστρατεύσει στην Ανατολή κι όχι στα παράλια της βόρειας Αφρικής που προτιμούσε. Έλειπαν οχτώ μέλη αλλά η Συνεδρία της Αδελφότητας μπορούσε κι έπρεπε να γίνει με τους έντεκα –έστω- παρόντες.

Μαζευτήκαμε στην έπαυλη του Καντακουζηνού. Είχε κτιστεί κι αυτή, όπως και του Παππά, στο Μπεσικτάς, ένα καταπράσινο κι αριστοκρατικό προάστιο. Το κλίμα εδώ ήταν περίφημο και το τοπίο μαγευτικό. Είχε κήπους, περιβόλια, πλατάνια κυπαρίσσια, όμορφες μυρωδιές κι εικόνες. Όλοι οι πλούσιοι και με καλό γούστο Κωνσταντινουπολίτες είχαν εδώ σπίτι. Η έπαυλη των Καντακουζηνών ήταν τεράστια με ψηλό τείχος για απομόνωση κι ήταν γεμάτη δέντρα και λουλούδια. Είχε περιποιημένους κήπους και πολύ κομψά κτίσματα.

Η έναρξη της συνεδρίασης δεν είχε την λαμπρότητα των τριών προηγουμένων, ήταν όμως πολύ πιο κρίσιμη. Είχαμε φτάσει πολύ κοντά σε μια διεθνή κρίση κι ένα πόλεμο ανατολής δύσης όπως τον επιδιώκαμε όλα αυτά τα χρόνια. Ήμασταν πιο έτοιμοι από ποτέ κι είχαμε συναίσθηση της κρισιμότητας των στιγμών. Η έπαυλη του Καντακουζηνού ήταν μεγάλη κι άνετη κι η γυναίκα του είχε φροντίσει ώστε να μη μας λείψει τίποτα. Η Αυγούστα ήταν μια μυσταγωγία, το Ιάσιο είχε μεγαλοπρέπεια κι η Βενετία ήταν ελληνικό φως. Η Κωνσταντινούπολη ήταν η αισθαντικότητα. Γεύσεις, μυρωδιές και βυζαντινές ίντριγκες σε μια Μεσόγειο που είχε ήδη αναστατωθεί. Η σύγκρουση των δύο κόσμων είχε ξεκινήσει στα δυο άκρα της κλειστής θάλασσας, στην Κύπρο και την Ανδαλουσία. Σκοπεύαμε να την φέρουμε στο κέντρο, στην ελληνική γη. Δύσκολο, αλλά, νιώθαμε πως είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου.

Ξεκινήσαμε με ένα καλωσόρισμα του Πατριάρχη χωρίς επισημότητες κι αγιαστούρες. Ο Μητροφάνης ανέφερε και τους απόντες που ήταν πολιορκημένοι στην Αμμόχωστο ή πιασμένοι αιχμάλωτοι. Ήταν ο Άγγελος Γάττος, ο Μάρκο Μαρτινέγκο κι ο Πέτρος Ροντάκης στην Αμμόχωστο. Η Μαρία Καράφφα, η Μαργαρίτα Συγκλητικού κι η Διονυσία ήταν αιχμάλωτες. Ήταν και κάποιοι πεσόντες όπως οι αδελφοί Ιερώνυμοι ο Λογαράς, ο Κυριελέησον κι ο ανιψιός του Μεγαδούκα. Ο κατάλογος των θυμάτων της οργάνωσης είχε μεγαλώσει καθώς τα μέλη είχαν αυξηθεί αυτόν τον τελευταίο χρόνο.

Συζητήσαμε τις εξελίξεις και τον πόλεμο Οθωμανών και Δύσης που είχε ήδη ξεκινήσει. Ήταν πια η ώρα της δράσης. Αυτό έδειχνε η ανάλυση της πραγματικότητας. Συνεδριάζαμε μέσα στη φωλιά του αντιπάλου για να πετύχουμε την ελευθερία μας. Σκοπεύαμε να αποσπάσουμε την νότια χερσόνησο από το αχανές κράτος των Οθωμανών. Είχαμε το μεγάλο πλεονέκτημα της Αδελφότητας. Γνωρίζαμε τις εξελίξεις σε όλα τα μέτωπα και ξέρουμε καλά την οπτική γωνία των εμπλεκομένων. Καμιά Αυλή δεν μπορούσε να συγκριθεί με τη δική μας πληροφόρηση. Είχαμε προβάδισμα έναντι των ισχυρών παρά την τρομακτική τους ισχύ σε πόρους και σε όπλα.

«Μπαίνουμε κατ’ ευθείαν στο θέμα» είπε ο Ιουστίνος. «Ας πει ο Μιχάλης πρώτα τι γίνεται στην Υψηλή Πύλη και μετά θα δούμε τα υπόλοιπα γεγονότα.»

«Το αρχικό σχέδιο του Σοκουλού» είπε ο Καντακουζηνός «ήταν να συνεχιστεί ο διχασμός της χριστιανοσύνης. Ήθελε να προκαλέσει ανησυχία στον Φίλιππο με την Ανδαλουσία και να πείσει τους Βενετούς να αφήσουν την Κύπρο. Προτιμούσε να την πάρει ειρηνικά γνωρίζοντας πως κι εκείνοι δεν μπορούσαν να υπερασπιστούν αποτελεσματικά.»

«Όμως το σχέδιο του μάλλον απέτυχε» είπε ο Ιουστίνος.

«Ναι. Παρουσιάζει τεράστια προβλήματα» συμφώνησε ο Μιχαήλ. «Βλέπεις η εξέγερση των Μορίκος, αντί να ενοχλήσει τον Φίλιππο, τον ξύπνησε»

«Αυτό οφείλεται εν πολλοίς στον Δον Χουάν που τέθηκε επικεφαλής της ισπανικής επίθεσης κατά των ανταρτών. Αυτός τους εξόντωσε» είπε ο Μενάγιας. «Οι Μορίκος φεύγουν από την Ισπανία και το πρόβλημα του Φιλίππου λύνεται.»

«Ο Δον Χουάν θα κέρδισε πολύ σε δόξα από αυτή την επιχείρηση» σχολίασα.

«Με όσα συνέβησαν στον ισπανικό νότο, ο Φίλιππος συνειδητοποίησε τον κίνδυνο» είπε ο Μενάγιας.

«Ελπίζουμε να το κατάλαβε επί τέλους» είπε η Ελένη.

«Κι οι Βενετοί είδαν ότι με με την υποχωρητικότητα και με συμβιβασμούς δεν απέφυγαν τον πόλεμο» είπε ο Ιουστίνος.

«Ο Πάπας έχει λυμένα τα χέρια του για συμφωνήσουν οι Ισπανοί με τους Βενετούς» είπε η Χριστίνα.

«Ελπίζουμε να τρόμαξαν αρκετά» είπε ο Μητροφάνης.

«Ο Νέζης πιστεύει ότι ποτέ δεν θα μπορέσει να γίνει αυτό» είπε η Αλεξάνδρα.

«Ούτε ο Σοκουλού το πιστεύει» είπε ο Καντακουζηνός.

«Ο Νέζης λέει πως οι Χριστιανοί δεν μονιάζουν ποτέ» είπε η Χριστίνα.

«Δεν έχουν άδικο να σκέφτονται έτσι κι ο Σοκουλού κι ο Νέζης» είπε ο Ιουστίνος. «Πάντα κάτι συμβαίνει κι η αμοιβαία καχυποψία ανάμεσα στους χριστιανούς ενισχύεται. Όμως αυτό δεν είναι ούτε φυσικός ούτε θεϊκός νόμος!»

«Ο Σοκουλού και ο Μαρκαντόνιο Μπάρμπαρο είναι σε συνεχή επικοινωνία» είπε ο Πατριάρχης. «Ο Μέγας Βεζίρης, ο Σοκουλού, θέλει την Αμμόχωστο με διπλωματία χωρίς μάχη. Με τον τρόπο αυτό θα επικρατήσει των αντιπάλων του στο Διβάνι. Ο Νέζης κι ο Μουσταφά θέλουν πόλεμο, είναι αντίθετοι με τα σχέδια του Σοκουλού.»

«Αυτή η διχογνωμία βοηθά» είπε ο Συγκλητικός. «Η Αμμόχωστος θα αντέξει τουλάχιστον για χρόνο, άρα, μπορούν να γίνουν οι συνεννοήσεις.»

«Πρέπει να ενισχύσουμε την επιρροή μας στην Πόλη» είπε ο Ιουστίνος. «Δεν θα αργεί η στιγμή που όλα θα παίζονται εδώ! Τι γίνεται με τον Νέζη;»

«Έχουμε αποκτήσει καλή επικοινωνία μαζί του» είπε η Ελένη. «Όλα αυτά χάρη στην Αλεξάνδρα και την Χριστίνα που αφιέρωσαν πολύ χρόνο με τον Εβραίο.»

«Τι γίνεται με την Κύπρο» ρώτησε ο Ιουστίνος.

«Οι Βενετοί θα πολεμήσουν μέχρι τέλους. Δεν θα δώσουν την Αμμόχωστο έτσι εύκολα» είπε ο Ιερώνυμος.

«Αυτό είναι αλήθεια» είπε ο Ιουστίνος. «Το κλίμα είναι πολύ φιλοπολεμικό στην Βενετία.»

«Όμως οι Ισπανοί δεν θέλουν την ενότητα! Το είδα με τα μάτια μου» είπε ο Ιερώνυμος. «Είδα τον Ντ’ Όρια να υπονομεύει την βοήθεια στη Λευκωσία ή στην Αμμόχωστο. Δεν το έκανε μόνος του, είχε εντολές!»

Τον κοιτάξαμε όλοι με μεγάλο ενδιαφέρον.

«Ο Τζιρόλαμο Ζάνε» συνέχισε ο Ιερώνυμος. «Ο Βενετός επικεφαλής της αρμάδας, ήρθε στα χέρια μαζί του!»

«Εδώ που τα λέμε» είπε ο Σωζόμενος «αν πέσει η Κύπρος αποδυναμώνεται η Βενετία κι αυτό δεν βλάπτει και τόσο πολύ την Ισπανία.»

«Έτσι σκεφτόταν αρχικά ο Φίλιππος» πετάχτηκα εγώ. «Γι αυτό ο Συγκλητικός είδε τον Ντ’ Όρια να έχει αυτή τη στάση. Όμως μπορεί να άλλαξε πια γνώμη.»

«Έχουν δίκιο που λένε πως είναι αδύνατο να τα βρουν οι χριστιανοί μεταξύ τους. Ακόμα κι αν τα βρουν, δεν μένουν ως το τέλος μονιασμένοι» συμπέρανε η Αλεξάνδρα.

«Μέχρι τώρα έχουν δικαιωθεί αυτοί που τα λένε» είπε ο Μητροφάνης. «Ελπίζουμε ο Πάπας να τους διαψεύσει αυτή τη φορά. Ο Φραγκίσκος θα τον πιέσει να γίνει φορτικός σε όλους, να μην χαθεί αυτή η ευκαιρία.»

«Ο Φραγκίσκος πιστεύει ότι αργά ή γρήγορα, μέχρι το Πάσχα το αργότερο η συμφωνία θα έχει κλείσει» είπε η Ελένη.

«Αν πέσει η Αμμόχωστος οι Βενετοί θα σταματήσουν να ενδιαφέρονται για την Ιερή Συμμαχία» είπε ο Ιερώνυμος. «Δεν τους νοιάζουν οι Άγιοι Τόποι.»

«Συμφωνώ μαζί σου Ιερώνυμε» είπε ο Μενάγιας, «Όμως η Αμμόχωστος κρατάει, κι όσο κρατάει η ανάγκη για επέμβαση θα γίνεται όλο και πιο ισχυρή.»

«Έστειλες Πέτρο την επιστολή στον Φίλιππο;» ρώτησε ο Ιουστίνος τον Μενάγια.

«Ναι. Είναι ένα πλήρες σχέδιο επέμβασης των Ισπανών σε συνεργασία με εμάς για την απελευθέρωση της Ελλάδας.»

«Και περιμένουμε να το δεχτεί ο Βασιλιάς έτσι εύκολα;» ρώτησε η Ελένη.

«Δεν ζητάμε να το δεχτεί. Θέλουμε απλά να το διαβάσει. Μάς αρκεί να ξέρει πως υπάρχει. Θα ανατρέξει σε αυτό όταν θα χρειαστεί» διευκρίνισε ο Μενάγιας.

«Αν δεν γίνει αντιτουρκική Συμμαχία άμεσα, σύντομα θα κινδυνέψει η ίδια η Ρώμη» είπε ο Σωζόμενος.

«Ο Φραγκίσκος είναι πολύ ικανός κι απ’ όσο ξέρω το ίδιο είναι κι ο Πάπας» είπε ο Μητροφάνης. «Θα τα καταφέρουν. Ας είμαστε κι εμείς έτοιμοι.»

«Έστειλαν στον Φίλιππο τον καρδινάλιο Τόρες για να τον πιέσει» είπε ο Ιουστίνος.

«Ο Πάπας το έχει πάρει πολύ ζεστά. Είναι μανιακός με την ιδέα της σταυροφορίας» είπε ο Σωζόμενος. «Αυτό έλεγαν όλοι οι καθολικοί στην Κύπρο. Μόνο να προλάβει, μην είναι πια αργά όταν τα καταφέρει.»

«Κι η Μαργαρίτα λέει πως ο Φραγκίσκος είναι βέβαιος για τη συγκρότηση της συμμαχίας» είπε ο Ιουστίνος.

«Είναι σημαντικό και το πού θα πάει η συμμαχία. Θα έχει στόχο την Ιερουσαλήμ;» ρώτησε ο Μητροφάνης.

«Ο Πάπας έχει εμμονή με την Ιερουσαλήμ αλλά ο στόχος θα είναι η σωτηρία της Κύπρου» είπε ο Μενάγιας.

«Σημασία έχει να συγκροτηθεί συμμαχία. Τότε θα μπει οπωσδήποτε και στη μεγάλη μάχη ή την ναυμαχία που θέλουμε να γίνει. Οι εξελίξεις θα στρέψουν τα πράγματα προς όφελός μας» είπε ο Ιουστίνος.

«Κι αν η σταυροφορία ηττηθεί;» ρώτησε η Χριστίνα.

«Εμείς θα συνεχίσουμε» είπε ο Ιουστίνος.

«Οι Τούρκοι όμως είναι πολύ πιο ισχυροί από εμάς. Θα τσακίσουν την εξέγερση αν έχουν τα χέρια τους ελεύθερα από τη δύση» είπε ο Μενάγιας.

«Αν εμπλακούν σε πόλεμο θα μας αφήσουν χώρο. Εμείς θα επιτεθούμε με όλες μας τις δυνάμεις! Αδέλφια, τώρα ή ποτέ!» είπε με αποφασιστικότητα ο Ιουστίνος.

«Είμαστε έτοιμοι σε όλα τα μέτωπα» είπε ο Μενάγιας.

«Μια γενική εξέγερση θα βοηθήσει και την Αμμόχωστο» είπε ο Σωζόμενος.

«Οι Τούρκοι πρέπει να χτυπηθούν από παντού» είπε ο Ιουστίνος. «Αν χάσουν από ένα δυνατό χριστιανικό στράτευμα, τότε θα έχουμε εμείς την ευκαιρία μας και δεν θα την χάσουμε! Αλλά κι αν νικήσουν, και πάλι θα έχουν υποστεί απώλειες. Εμείς θα πάμε μέχρι το τέλος. Μια ήττα εξάλλου της συμμαχίας δεν θα τελειώσει τον πόλεμο αν υπάρχει φλόγα αναμμένη.»

«Οι Οθωμανοί έχουν πόρους. Χρηματοδοτούν πολέμους κι εκστρατείες, όμως αυτοί οι πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι» τόνισε ο Καντακουζηνός.

Ο Σωζόμενος, ο Τσόμης κι ο Συγκλητικός, τα νέα μέλη που για συμμετείχαν για πρώτη φορά σε συνεδρίαση άκουγαν. Δεν μας θεωρούσαν αιθεροβάμονες. Έβλεπαν ότι χειριζόμασταν τον Νέζη κι ότι γνωρίζαμε τις σκέψεις του Σοκουλού. Είχαμε προσβάσεις στον Πατριάρχη, στον Πάπα, στον Φίλιππο, στον Δον Χουάν, στη Σαβοΐα, στη Βενετία, παντού. Μετά από αυτά, ο στόχος μας να τεθεί επικεφαλής μας ο Δον Χουάν δεν τους φαινόταν πλέον ακατόρθωτος. Το Σχέδιο για μια οργανωμένη από την Αδελφότητα εξέγερση δεν φαινόταν σαν κάτι ουτοπικό κι εξαρχής καταδικασμένο.

Συζητήσαμε λεπτομέρειες για τη δράση του καθενός μας όπως σε κάθε Συνεδρία. Αναλάβαμε δουλειές, διατυπώσαμε απόψεις και φτιάξαμε σενάρια. Ολοκληρώσαμε την έκτακτη αυτή συνεδρίαση που έγινε στην έπαυλη του Καντακουζηνού στο μαγευτικό Μπεσικτάς.

«Φεύγεις σε μια εβδομάδα με πλοίο για τη Μασσαλία. Από εκεί θα πας Μαδρίτη στον πρίγκιπα» μου είπε ο Ιουστίνος μετά το τέλος της συνεδρίασης. «Στόχος σου είναι να αποδεχτεί ο Δον Χουάν την αρχηγία της οργάνωσής μας.»

«Ακόμη δεν ξέρω τι απέγινε η Διονυσία» είπα.

«Θα το φροντίσουμε όλοι. Η Ελένη, ο Καντακουζηνός, ο Πατριάρχης, θα την φροντίσουν όταν έρθει εδώ.»

«Αν φτάσει εδώ, όπως περιμένουμε, να είσαι βέβαιος ότι θα την ελευθερώσουμε» είπε ο Πατριάρχης. «Θα έρθει να σε βρει, μην ανησυχείς.»

«Πήγαινε Χάρμο, μην ανησυχείς» μου είπε κι η Ελένη.

…………

Ήταν Μάρτιος του 1571. Την επόμενη μέρα έφευγα με ένα γαλλικό πλοίο από Κωνσταντινούπολη για την Μασσαλία. Εκείνη την ημέρα έμαθα οριστικά την τύχη της Διονυσίας. Μου τα είπε όλα μια νέα κοπέλα, η Άννα-Μαρία Συγκλητικού, μια ανιψιά του Ιερώνυμου. Την προόριζαν για το χαρέμι. Κανόνισε ο Ιερώνυμος, που έκανε τα παζάρια με τους δουλεμπόρους, να την συναντήσουμε. Μιλήσαμε σε ένα κήπο κοντά στο Σεράι. Τα νέα που έφερε η Άννα-Μαρία ήταν αποκαρδιωτικά.

Μου επιβεβαίωσε ότι η συλλογή των σκλάβων έγινε. Μάζεψαν νεαρές ή μεγαλύτερες γυναίκες και νεαρούς ευγενείς απ’ το Παλάτι, τα σπίτια των ευγενών κι απ’ τις Αρχιεπισκοπές. Τους φόρτωσαν σε ένα γαλεόνι(i) του Σοκουλού και σε άλλα δύο πλοία, στον κόλπο της Αμμοχώστου. Ήταν δώρο του Σοκουλού προς τον Σελίμ. Εκεί φορτώθηκε κι η Διονυσία σε κατάσταση άγρια. Είχε δει να τής παίρνουν απ’ τα χέρια την επτάχρονη κορούλα μας και να την σφάζουν. Η Διονυσία ήταν διψασμένη για εκδίκηση κι έκανε σαν λυσσασμένη. Για να την ηρεμήσουν, την χτύπησαν, την κακοποίησαν και στο τέλος την βίασαν. Μετά από αυτό έγινε ακόμη χειρότερο αγρίμι.

Βρέθηκε στα μπουντρούμια του πλοίου με την Μαρία Καράφα, κόρη της Μαργαρίτας Συγκλητικού. Την είχαν βιάσει κι αυτήν βάναυσα μετατρέποντάς την επίσης σε άγριο θηρίο. Οι δυο τους αποφάσισαν να ανατινάξουν την μπαρουταποθήκη του γαλεονιού. Δεν ήταν απλό.

«Με έβαλαν κι μένα στο σχέδιό τους και την γυναίκα του Παλάτζο» είπε η Άννα Μαρία.

Ο Παλάτζο ήταν ένας συνταγματάρχης που είχε πέσει ηρωικά στον προμαχώνα του Ποδοκατάρου. Οι τέσσερις γυναίκες διψούσαν για εκδίκηση. Κανόνισαν το πώς θα έβαζαν φωτιά στην μπαρουταποθήκη του πλοίου και όρισαν τη μέρα που θα το έκαναν. Ωστόσο μια μέρα πριν την επιχείρηση, ο Μουσταφά Πασά πήρε την πανέμορφη Άννα Μαρία από τον Σοκουλού. Θα την έστελνε εκείνος πεσκέσι στον Σελίμ κι έτσι την απέκοψε από τις άλλες.

Η Άννα Μαρία ήταν φυλακισμένη σε ένα ξύλινο οχυρό-φυλακή στο στρατόπεδο των Οθωμανών. Από εκεί άκουσε κι είδε τις τρομερές εκρήξεις. Απ’ το παραθυράκι είδε να τινάζεται στον αέρα το γαλεόνι και να κόβονται στη μέση τα άλλα δύο πλοία που πήραν φωτιά. Τρία τεράστια πλοία με λάφυρα για τον Σουλτάνο βυθίστηκαν στον κόλπο της Αμμοχώστου. Η πόλη ξέσπασε σε ουρανομήκεις ζητωκραυγές για την συμφορά των Τούρκων. Μέχρι και στα τείχη της Αμμοχώστου προκλήθηκαν ζημιές από την έκρηξη.

Ήταν το πρωινό της 6ης Οκτωβρίου, ένα περίπου μήνα μετά την πτώση της Λευκωσίας όταν έγινε αυτό. Ανατινάχτηκαν και βυθίστηκαν τα πλοία που περιείχαν τη λεία του μεγάλου βεζίρη Σοκουλού. Πήραν μαζί τους στον βυθό της θάλασσας τις αιχμάλωτες Κύπριες και Βενετσιάνες κυρίες. Πήραν και τους νεαρούς που βρίσκονταν κι αυτοί μέσα στα πλοία. Πήραν μαζί τους στρατιώτες, αξιωματικούς και κωπηλάτες του τουρκικού στρατού. Πήραν μαζί τους και την Διονυσία, και την Μαρία Καράφφα και την χήρα του Παλάτζο. Είχαν εκδικηθεί σκληρά τον κατακτητή τους. Η μεγάλη έκρηξη έδωσε μεγάλο κουράγιο στους υπερασπιστές της Αμμοχώστου για να αντέξουν έναν ολόκληρο χειμώνα.

Η Διονυσία με μια τελευταία πολεμική της πράξη έγινε θυσία στον αγώνα μας. Πάντοτε πίστευε πως η περιορισμένη έτσι κι αλλιώς ζωή μας δεν πρέπει να εξευτελίζεται σε μικρά αναξιοπρεπή πράγματα. Έλεγε πως πρέπει πάντα να αναζητά τα σπουδαία. Αυτός ο δρόμος την στράτευσε στην Αδελφότητα με όλο της το είναι. Ίσως να άντεχε την αιχμαλωσία ελπίζοντας στην απελευθέρωσή της με λύτρα αν είχε την Δηιάνειρα μαζί της. Όμως ο θάνατος της μικρής μας κόρης πρέπει να ράγισε και την καρδιά αλλά και το μυαλό της. Δεν κράτησε λοιπόν την υπόσχεση που μου είχε δώσει και χάθηκε από τη ζωή μου οριστικά. Κατάλαβα από τα λόγια της Άννας Μαρίας ότι η Διονυσία έπαψε να ενδιαφέρεται για τον βασικό κανόνα της ζωής. Έπαψε να νοιάζεται για την επιβίωση, και έτσι δεν μπόρεσε να σκεφτεί ούτε τον εαυτό της ούτε εμένα. Μαζί με τις άλλες γενναίες γυναίκες που έβλεπαν τη ζωή με τον ίδιο αγέρωχο τρόπο, εκδικήθηκαν. Μαζί με την Μαρία Συγκλητικού-Καράφφα και την Βενετσιάνα γυναίκα του Παλάτζο, χάλασαν τη γιορτή των Τούρκων. Έστειλαν τις τρεις γαλέρες στον βυθό και τη δική μου ζωή στη μαύρη απελπισία.

Καθώς άκουγα, τρέμοντας, την φοβερή διήγηση της Άννας-Μαρίας τα πόδια μου κόβονταν κι η ψυχή μου άδειαζε. Ένιωθα πως η ζωή μου έχανε παντελώς κάθε νόημά της. Αν ο χαμός του Ιάκωβου με είχε τρελάνει, οι απώλειες της Διονυσίας και της Δηιάνειρας με διέλυαν. Προσπάθησα ωστόσο να μείνω ψύχραιμος.

Την άλλη μέρα στο λιμάνι της Πόλης αποχαιρετούσαμε τους ανθρώπους μας. Εγώ ήμουν ένα ράκος που με δυσκολία έσερνε τα πόδια του. Γύρω μου είχα τις οικείες παρουσίες της Ελένης, της Χριστίνας, της Αλεξάνδρας και του Καντακουζηνού. Κάπου εκεί διέκρινα τον Μελέκ Αχμέτ. Με πλησίασε και με έσφιξε στην αγκαλιά του. Είχε μάθει για τη Διονυσία. Δεν ανταλλάξαμε ούτε μία κουβέντα και τα μάτια του ήταν γεμάτα δάκρυα. Σκεφτόμουν ότι έμοιαζα πολύ σ’ αυτόν τον αμετανόητο Ανατολίτη. Όσο εύκολο το είχε να παίρνει ένα κεφάλι με το γιαταγάνι του κι άλλο τόσο εύκολα μπορούσε να δακρύζει. Εκεί στην αποβάθρα ένιωθα σαν μικρό παιδί.

Τον άκουσα να ψιθυρίζει «ο Αλλάχ μαζί σου» και δεν μπόρεσα να μην σκεφτώ ποιοι είμασταν και τι κάναμε. Αυτός ο γενίτσαρος ήταν ο αντίπαλος μου. Αυτόν πάσχιζα να σκοτώσω με το σπαθί και το αρκεβούζιο ρίχνοντας πίσω από τα τείχη της Λευκωσίας και της Μάλτας. Αυτός αγωνιούσε να με σκοτώσει στα ίδια τείχη εφορμώντας από έξω με το γιαταγάνι και την πιστόλα του. Με είχε πιάσει σαν ζώο στο κλουβί κι ήθελε να με πουλήσει στο σκλαβοπάζαρο. Κι όλο αυτό δεν ήταν ένα κακό όνειρο, το παρελθόν. Ήταν εξίσου το παρόν και το μέλλον μου. Ήταν αυτός που έφευγα για να τον συναντήσω στα νέα πεδία των μαχών. Ήταν αυτός που ήθελα να τον σκοτώσω για να απελευθερωθώ. Ήταν ο εχθρός μου με σάρκα και οστά! Ο παραλογισμός του πολέμου άλλαζε μέσα μου όψη, φαινόταν σαν παραλογισμός της ίδιας της ζωής. Δεν ήταν η ζωή λογική κι ο πόλεμος παραφωνία και παραλογισμός. Η ζωή ήταν παράλογη! Δεν πίστευα πια ότι ζούσαμε με την λογική και μας τρέλαινε ο πόλεμος. Όχι, αντίθετα, ζούσαμε εμείς σαν τρελοί, υποταγμένοι σε Ηγέτες και Θεούς που μας έκαναν σφαχτάρια στον πόλεμο. Σκοτώναμε τους ομοίους μας και σκοτωνόμασταν από αυτούς. Ο πόλεμος ήταν απλή συνέπεια του τρόπου που ζούσαμε. Αν ήταν κάτι παράλογο, λοιπόν, αυτό ήταν η ίδια η ζωή μας!

Μπήκα στο πλοίο για τη Μασσαλία περπατώντας σαν ζωντανός νεκρός. Στο ίδιο πλοίο είχαν επιβιβαστεί ο Μενάγιας κι ο Ιουστίνος. Ο Σωζόμενος, ο Συγκλητικός κι ο Τσόμης θα έπαιρναν ένα άλλο πλοίο, με προορισμό την Κρήτη και την Κέρκυρα. Δεν μιλούσαμε πολύ, σκεφτόμασταν όμως με αγωνία τη συνέχεια. Το νιώθαμε ότι βρισκόμασταν σε μια κόγχη της ιστορίας και πως αυτή ήταν η ευκαιρία μας.

Πηγαίναμε να δούμε το γενικό ξεσήκωμα της δύσης ενάντια στην ανατολή. Η Βενετία είχε επιτέλους ξυπνήσει κι η Ισπανία αναγκαζόταν κι αυτή να αντικρίσει τον οθωμανικό φόβο καταπρόσωπο. Στη ρωγμή που θα δημιουργούσε αυτή η σφοδρή σύγκρουση, θέλαμε να στήσουμε την δική μας Γραικία, μιαν ελεύθερη χώρα. Αφήσαμε την Πόλη με την προσδοκία ότι τα όνειρά μας μπορούσαν να πραγματοποιηθούν.

Εγώ κρατιόμουν στην κουπαστή και αναρωτιόμουν αν έπρεπε να πέσω στο ανοιχτό πέλαγος. Ήθελα πολύ να αφεθώ στη γλυκιά αίσθηση του βυθού. Ήθελα να τον αφήσω να με τραβήξει στο απύθμενο βάθος του. Εκεί κάτω, στο σκούρο μπλε των νερών, πολύ κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, έβλεπα πρόσωπα γελαστά. Ήταν τα πρόσωπα της Διονυσίας και της μικρής μου Δηιάνειρας που με καλούσαν. Ήταν κι ο Ιάκωβος κάπου πιο εκεί. Λαχταρούσα να βουλιάξω στα νερά τα σκοτεινά και να μην ακούω τίποτα άλλο πέρα από τον βυθό. Ήθελα να χαθώ στο μακρινό βουητό των ρευμάτων και την ησυχία της απέραντης θάλασσας.

Κόντρα σε αυτήν την έντονη τάση αυτοκτονίας υπήρχε μόνο η σκέψη του σκοπού μας για να με συγκρατεί στη ζωή. Βουτηγμένος στη προσωπική και οικογενειακή μου τραγωδία, πορευόμουν προς το πεπρωμένο. Είχα μάθει να το νιώθω κι αυτό σαν δικό μου. Το πεπρωμένο αυτό είχα μοιραστεί στο παρελθόν με τον Ιάκωβο Βασιλικό Ηρακλείδη. Τώρα ήθελα να το μοιραστώ ξανά με τον νεαρό πρίγκιπα Δον Χουάν. Αυτό το πεπρωμένο ήταν η τελική απελευθέρωση της γλυκυτάτης μας Γραικίας.


===


i  Το γαλεόνι ήταν ένα ισχυρό πολεμικό πλοίο, πολύ δημοφιλές το δέκατο έκτο αιώνα.

**********************************

Αύριο Πέμπτη 8/4 το 10ο κεφάλαιο (α' μέρος)