Πέμπτη 24 Αυγούστου 2017

Μαύρο μέλι μαύρο γάλα ήπιε κείνο το πρωί

Τον ξέρετε τον Κεμάλ του Χατζηδάκη και του Γκάτσου. Δεν μιλάω για το φυσικό πρόσωπο, τον νεαρό όμορφο μουσουλμάνο που γνώρισαν στη Νέα Υόρκη και τους ενέπνευσε το τραγούδι, μιλάω για το πρόσωπο του τραγουδιού. Για εκείνον που πήγε να αλλάξει τον κόσμο γιατί λυπήθηκε «της ερήμου τα παιδιά». Το τέλος της ιστορίας γνωστό. 

Πέφτουν πάνω του τα στίφη, σαν ακράτητα σκυλιά
και τον πάνε στο χαλίφη να του βάλει τη θηλιά.
Μαύρο μέλι μαύρο γάλα ήπιε εκείνο το πρωί
πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή.

Κι ακόμα χειρότερα στο τέλος του τραγουδιού:

Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ!

Πάντα μου άρεσε η μελαγχολία του και πάντα μισούσα το δίδαγμα που άφηνε αυτό το τραγούδι. Την παραίτηση, την απόλυτη απελπισία! Όταν άκουγα να χειροκροτούν σε κάποια εκτέλεσή του (μπορεί να χειροκροτούσα κι εγώ) αγανακτούσα με το πλήθος. «Σας λέει πως δεν έχετε καμιά ελπίδα κι εσείς χειροκροτάτε;» διαμαρτυρόμουν από μέσα μου.
 
Φτάσαμε στο σημείο όπου το τραγούδι ισχύει πια για όλους μας. Για την Ελλάδα την σύγχρονη μιλάω, για τις μέρες που ζούμε. 
Η πρώτη μάχη που δόθηκε το 2010 ήταν καθοριστική. Το δάνειο των 110 δισ. που ξελάσπωσε τις γερμανικές και γαλλικές τράπεζες και έδεσε την Ελλάδα ήταν η πιο μεγάλη μας ήττα. Μετά από αυτήν μας είχαν σχεδόν στο χέρι.Το 2011 ως τις αρχές του 2012 δόθηκαν οι άλλες δυο μεγάλες μάχες που χάθηκαν κι αυτές. Το PSI  και το αγγλικό δίκαιο μας έδεσαν χειροπόδαρα. Όλα είχαν χαθεί.

Όπως σε κάθε πόλεμο όμως πάντα ελπίζει κανείς. Η κατραπακιά του 2012 (εκλογή Σαμαρά) έδωσε τέλος στις τελευταίες ελπίδες. Δεν το ξέραμε όμως. και δώσαμε άλλη μια μεγάλη μάχη, το πρώτο εξάμηνο του 2015. Δεν ήταν μάχη, ήταν μακελειό. Νομίζαμε πως είχαμε ακόμα ζωή αλλά η ήττα μας ακούστηκε στα πέρατα του κόσμου. Ακόμη μας δονεί το περήφανο και πεισματικό όχι του δημοψηφίσματος. Δεν παραδίνομαι, σκότωσέ με καλύτερα!

Όλη η Ελλάδα ζει τα τελευταία χρόνια την καληνύχτα του Γκάτσου για τον Κεμάλ. Όλη η Ελλάδα ξέρει πως ο Γκάτσος είχε δίκιο.