Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

Καιρός να χαραχτεί μια μακροπρόθεσμη εθνική στρατηγική


Κοινός τόπος για τους "αντισυστημικούς" πολίτες που εκφέρουν δημόσιο λόγο στη χώρα μας, δηλαδή για τους αριστερούς κάθε απόχρωσης (από Σύριζα και ΚΚΕ ως ΛΑΕ, Ανταρσύα κτλ.) και για ένα μέρος της δεξιάς (από ΧΑ ως ΑνΕλ κτλ.) είναι πως ο φταίχτης για τα σημερινά μας προβλήματα έχει όνομα, διπλό μάλιστα, λέγεται ΠαΣοΚ και Νέα Δημοκρατία. Η κριτική σχεδόν ΟΛΩΝ των παραπάνω παρουσιάζει εκπληκτικές ομοιότητες όταν μιλάμε για τα αίτια της κρίσης και για τις ευθύνες των δυο πρώην κυβερνητικών κομμάτων. Δεν αναφέρομαι στα σκάνδαλα. Αυτά, θεωρητικά, τα καταδικάζουν και τα ίδια τα δυο κόμματα καθώς πρόκειται για έκνομες συμπεριφορές στελεχών τους. Μιλάω για τις πολιτικές τους. 
Μιλάμε για τις πολιτικές που βύθισαν το καράβι Ελλάς απογυμνώνοντας την χώρα από το παραγωγικό της δυναμικό, επιβάλλοντας την χρηματιστική οικονομία και διογκώνοντας το δημόσιο χρέος με τα ρουσφέτια είτε προς τον ιδιωτικό τομέα (χαριστικές συμβάσεις, παράτυπες δανειοδοτήσεις) είτε προς το δημόσιο (παροχές, διορισμοί). Δεν εξαιρώ τον εαυτό μου από αυτό το κύριο ρεύμα που στην ελληνική κοινωνία είναι πλειοψηφικό ιδεολογικά γι αυτό και η κριτκή που θέλω να κάνω είναι ταυτόχρονα και αυτοκριτική.

Το ερώτημα που θέλω να θέσω πρώτο είναι το εξής:
"Τι θα θέλαμε για την χώρα ώστε να είμαστε ευχαριστημένοι;" Ποιο είναι το όραμα της επιτυχίας μας;

Να το εξηγήσω κάπως καλύτερα:
Θεωρούμε ότι μια αύξηση του ΑΕΠ κατά 25% είναι επιθυμητή έστω και ως όνειρο;
Θα ήμασταν ευχαριστημένοι αν το ελληνικό χρέος είχε πέσει στο 95% περίπου;
Θέλουμε κάποτε η Ελλάδα να επαναποκτήσει θεσμούς κοινωνικής προστασίας (από τις παροχές σε πρόνοια-υγεία-εκπαίδευση ως τις συντάξεις, τον κατώτατο μισθό κλπ);
Θεωρούμε ότι επάνοδος στην κανονικότητα θα ήταν η επαναφορά των 13ου και 14ου μισθού και των επιδομάτων, οι απονομές συντάξεων στο ύψος που ήταν πριν τις περικοπές και οι αυξήσεις στους μισθούς ιδιωτικού και δημόσιου τομέα;
Θα θέλαμε άνετη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος χωρίς κεφαλαιακούς ελέγχους κι άνετη πρόσβαση σε χαμηλότοκα δάνεια; 
Θα θέλαμε ανάπτυξη του επιπέδου του 4% και υποχρέωση για ετήσια ελλείμματα (όχι πλεονάσματα, αλλά ελλείματα) που να μην υπερβαίνουν το 3% του ΑΕΠ;

Όλα αυτά που περιγράφω ξέρω πως ακούγονται σαν όνειρο θερινής νυκτός ή σαν να κραδαίνω μπριζολάκια στη μύτη θεονήστικου λιονταριού. Όλα αυτά η χώρα θα δικαιούται να τα ονειρευτεί ξανά μόνο αφού περάσουν τα πρώτα τριάντα χρόνια αποπληρωμών των σημερινών χρεών. Όχι πως μετά από τα πρώτα τριάντα χρόνια (γύρω στο 2050) θα τα αποκτήσει, απλά, τότε θα δικαιούται να τα ονειρευτεί. 

Μετά το πρώτο ερώτημα, ακολουθεί το δεύτερο.
Αφού όλα αυτά τα "ονειρικά" τα είχαμε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 (χρέος 96%, ανάπτυξη 4% κτλ., όλα όσα περιγράφει το πρώτο ερώτημα ως επιθυμητά) γιατί θεωρούμε αποτυχημένα κόμματα το ΠαΣοΚ και τη ΝΔ;

Οι συνήθεις απαντήσεις στο ερώτημα αυτό έχουν συνέπειες που είναι και αυτοκαταστροφικές και αντιφατικές.
Μία συνήθης απάντηση στο ερώτημα αποδίδει την αποτυχία των ΠαΣοΚ-ΝΔ στο γεγονός ότι ζούσαμε στην Ελλάδα πάνω από το επίπεδό μας και αυτή η δήθεν καλή ζωή μας ήταν ολότελα ψεύτικη. Λέει αυτή η κατηγορία των πολιτών (και πολλοί ξένοι μαζί τους) ότι η ανάπτυξη της χώρας και οι επιτυχίες που παραπάνω περιγράφονται σαν επιθυμίες αλλά που ήταν πραγματικότητα πριν το 2009 ήταν όλα μια ψεύτικη πραγματικότητα. Λένε πως τις επιτυχίες αυτές δεν τις δικαιούμασταν, ήταν δανεικές και κλεμμένες κι απλά τώρα πληρώνουμε το κόστος της κλοπής, της διαβίωσης πάνω από τις δυνατότητές μας. 
Πρόκειται για απάντηση αυτοκαταστροφική που λέει πως καλά παθαίνουμε ότι παθαίνουμε και πως τίποτε από όσα είχαμε δεν μας άξιζε. Ήμασταν κλέφτες και τώρα που μας συνέλαβαν μας έχωσαν στη φυλακή για να μην το ξανακάνουμε. Λάθος! Ας αναφέρω μόνο το γεγονός ότι η υπερχρέωση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων (ιδιωτικό χρέος) στην Ελλάδα ήταν (και είναι) πολύ μικρότερη από εκείνην όλων σχεδόν των άλλων χωρών της ΕΕ.

Μια άλλη απάντηση, στέκεται κατά βάση στα τελευταία χρόνια και κυρίως στην αύξηση του χρέους στο 129% το 2009 και στην αύξηση του ελλείματος στο 13-15% την ίδια χρονιά. Αυτό όμως είναι αντιφατικό γιατί αφ' ενός αποσείει τις ευθύνες του ΠαΣοΚ (ενώ από ΠαΣοΚ και ΝΔ ακολουθείτο η ίδια πολιτική) και γιατί δείχνει ότι η πολιτική ΠαΣοΚ-ΝΔ απέτυχε λόγω ενός "ατυχήματος" κι όχι για λόγους δομικούς.

Είναι προφανώς ανόητο να ισχυριστεί κανείς ότι μέσα σε ένα χρόνο (άντε δύο το πολύ) ο Καραμανλής (ο μικρός) και η ΝΔ έβαλαν μπουρλότο στην οικονομία και τα έκαψαν όλα. Αυτό είπε ο ΓΑΠ για να δικαιολογήσει την επίκληση του ΔΝΤ και του υπέρογκου δανεισμού από κράτη για να αποπληρωθούν τραπεζικά χρέη ώστε να μην καταρρεύσουν οι ελληνικές και ξένες (γερμανικές και γαλλικές κυρίως) τράπεζες. Με αυτόν τον συλλογισμό μας έδεσαν χειροπόδαρα το 2010 επί ΓΑΠ (είσοδος στο ΔΝΤ και τραπεζική διάσωση), το 2011-12 επί Παπαδήμου (αγγλικό δίκαιο και PSI) και οριστικοποίησαν το δέσιμο το 2012 (οριστικοποίηση της διάσωσης των τραπεζών με δεσμεύσεις ες αεί) επί Σαμαρά.
Επί πλέον είναι βέβαιο ότι υπήρξε χειραγώγηση στα νούμερα του ελλείματος με καθοδήγηση από την κυβέρνηση ΓΑΠ και τους ξένους δανειστές. Δεν θα προκύψουν πονικές ευθύνες αφού η ίδια η ΕΕ ευθύνεται για το μαγείρεμα αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έγινε το παραφούσκωμα του χρέους για να προκύψει η ανάγκη του υπέρογκου δανεισμού.
Αντιφατικός λοιπόν και ελεγχόμενος ο συλλογισμός που από τη μια αποδίδει τις ευθύνες διαχρονικά σε ΠαΣοΚ και ΝΔ κι από την άλλη απαλλάσσει και το ΠαΣοΚ και την ΝΔ (πλην μιας μικρής διετούς το πολύ περιόδου) από κάθε ευθύνη. Αν, λοιπόν, έφταιγαν ΠαΣοΚ και ΝΔ σε κάτι αυτό πρέπει να αναζητηθεί σε μακροχρόνιες πολτικές κι όχι σε ατυχήματα. 

Και ποια θεωρούν (θεωρούμε) οι "αντισυστημικοί" πολίτες ως μονιμότερα και δομικά αμαρτήμαυα των δυο κυβερνητικών κομμάτων της μεταπολίτευσης; Στην ουσία μένει μόνο ο "λαϊκισμός" τους, η πολιτική τους δηλαδή να μετατρέπουν τις δυνατότητες σε βρόγχους πνιγμού. Έτσι ας πούμε, τη δυνατότητα φτηνού δανεισμού την ωθούσαν οι λαϊκίστικες πολιτικές σε άκρατο καταναλωτισμό, την δυνατότητα της χρηματιστικής οικονομίας, την έκαναν φούσκα του χρηματιστηρίου, τη δυνατότητα εισροής ευρωπαϊκών κεφαλαίων την έκαναν ευκαιρία κατασπατάλησης πόρων κτλ. Μα ... όπως λέει κι ο Μπογιόπουλος "αυτός είναι ο καπιταλισμός ηλίθιε". Κι αν αυτός είναι ο καπιταλισμός τότε δεν φταίει κανείς.
Πόσο άμοιρες ευθυνών όμως είναι είτε η αντισυστημική αριστερά είτε η αντισυστημική δεξιά γι αυτήν την λαϊκίστικη πολιτική; Μήπως αυτές οι πτέρυγες ακριβώς δεν ήταν οι πιο μαχητικές στην υποστήριξη αυτού του λαϊκισμού;

Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Το γεωπολιτικό παιχνίδι που μας κράτησε στη Δύση για διακόσια χρόνια έχει αρχίσει κάπως να αλλάζει. Το 2015 δεν είναι 2017 γιατί τώρα υπάρχει ο Τραμπ και το τοπίο στην Ευρώπη κινείται με πολλούς βαθμούς αβεβαιότητας. Τα νέα δεδομένα (Τραμπ στις ΗΠΑ και Μπρέξιτ στη Βρεττανία) και τα διαφαινόμενα (Μαρί Λεπέν στη Γαλλία και μάχη Μέρκελ-Σουλτς στη Γερμανία) μπορούν να αλλάξουν το τοπίο ολοκληρωτικά. Με την Ιταλία να περιμένει για να πάρει τη σκυτάλη κι άλλες χώρες να ακολουθούν.
Η Ελλάδα έχει προβλήματα πολλά να λύσει, όχι μόνο οικονομικά αλλά και υπαρξιακά. Μια διάλυση της Ευρώπης μπορεί αυτή τη στιγμή να είναι σε βάρος της, ενώ το 2015 φαινόταν απλά μια αμφιλεγόμενη και ίσως-ίσως και μια εφικτή λύση. Το νέο γεωπολιτικό τοπίο φοβάμαι ότι δεν έχει αναλυθεί επαρκώς.

Το ελληνικό κράτος δεν έχει άλλο πια την πολυτέλεια να παίζει. Το γεγονός ότι οι (μάλλον ψεύτικες) δημοσκοπήσεις δίνουν αέρα νίκης στον Μητσοτάκη δεν σημαίνει ότι μπορεί να παίζει εν ου παικτοίς ούτε να υιοθετεί ευφάνταστα σενάρια συνομωσίας ότι δήθεν η κυβέρνηση μεθοδεύει την πορεία μας στη δραχμη για να εγκαταστήσει καθεστώς τύπου βόρειας Κορέας. Και το γεγονός ότι ο Τσίπρας έχει έναν αντίπαλο που μπορεί να τον χαστουκίζει κάθε μέρα σαν ξενόδουλο και μέρος του κλεπτοκρατικού συστήματος δεν σημαίνει ότι εξαντλείται σε αυτό ο ρόλος του.

Κάποτε πρέπει σαν χώρα να δούμε που πάμε. Τι έφταιξε, τι μπορούμε να ξανακερδίσουμε, τι συμβαίνει γύρω μας και τι μπορούμε να κάνουμε σε κάθε ένα από τα πιθανά ενδεχόμενα. Πρέπει κάποτε να τα δούμε όλα αυτά και να χαράξουμε μια εθνική πολιτική, όχι στα λόγια αλλά στην πράξη. 
Αυτή η κουβέντα όμως δεν τελειώνει εδώ.