Τρίτη 6 Ιουλίου 2021

Ήμουν κι εγώ εκεί. Τίτλος τιμής το ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου 2015

Πολλά έχουν ειπωθεί για εκείνη την ημέρα.

Θα δημοσιεύσω ένα κομμάτι από το βιβλίο του Βαρουφάκη που μιλά για την συγκέντρωση της Παρασκευής, δυο μέρες πριν το δημοψήφισμα.


Το απόγευμα της Παρασκευής 3 Ιουλίου, λίγο πριν από τις 5 μ.μ., αναστέναξα με ανακούφιση. Μία εβδομάδα κλειστών τραπεζών τελείωνε. Παρά τις μεγάλες ουρές στα ΑΤΜ και την αβεβαιότητα για τη Δευτέρα που μας περίμενε, δεν είχε σημειωθεί κανένα βίαιο περιστατικό, κανένας πανικός, καμία αναταραχή. Ο ελληνικός λαός είχε αποδείξει περίτρανα τη σύνεσή του.

Τα μέσα ενημέρωσης, αντιθέτως, είχαν καταφέρει να πέσουν πιο χαμηλά και από το ήδη ευτελές επίπεδό τους και συναγωνίζονταν ποιο θα ανακαλύψει τον πιο ευφάνταστο τρόπο για να τρομάξει τους ψηφοφόρους και να τους αποτρέψει από το να ψηφίσουν ΟΧΙ. Σε άλλη χώρα πολλά από τα ρεπορτάζ τους που στοχοποιούσαν τους εισηγητές και υποστηρικτές του ΟΧΙ θα θεωρούνταν προτροπή προς τη βία. Οι δημοσκοπήσεις τους προέβλεπαν σταθερά νίκη του ΝΑΙ με ποσοστό μεγαλύτερο του 60%, ενώ τα φερέφωνά τους άφριζαν με το «θράσος» της κυβέρνησης να προκηρύξει το δημοψήφισμα ενάντια στις επιθυμίες των δανειστών. Εν τω μεταξύ, η μνημονιακή αντιπολίτευση είχε καταφέρει μέρες πριν να κινητοποιήσει υποστηρικτές της στην Πλατεία Συντάγματος, οι οποίοι ανέμιζαν σημαίες της ΕΕ και πλακάτ που διατυμπάνιζαν «Μένουμε Ευρώπη!» – ένα ενδιαφέρον σύνθημα αν σκεφτεί κανείς πόσο αντιευρωπαϊκή ήταν η ταύτιση της Ευρώπης με τους Ντάισελμπλουμ, Σόιμπλε και τα μνημόνιά τους.

Αργότερα εκείνο το απόγευμα της Παρασκευής έλαβα mail από τον Κλάους Ρέγκλινγκ, τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), τον ίδιο εκείνο γκρι υποτακτικό του Σόιμπλε που κάποια στιγμή τον Μάρτιο με είχε συμβουλεύσει να σταματήσω την καταβολή των συντάξεων για να πληρώσω το... ΔΝΤ. Υπό τύπον νομικής υπενθύμισης, μου «θύμιζε» ότι ως ο βασικός δανειστής μας, και δεδομένης της λήξης της δανειακής συμφωνίας, δικαιούνταν να απαιτήσει από μένα την πλήρη και άμεση αποπληρωμή των 146,3 δισ. των δύο πρώτων μνημονιακών δανειακών συμβάσεων. Το κείμενο ήταν διατυπωμένο μάλιστα με τέτοιον τρόπο που να υπαινίσσεται ότι, ως υπουργός Οικονομικών, ήμουν προσωπικά υπεύθυνος γι’ αυτό το ποσό! Παραήταν καλή ευκαιρία για να την αγνοήσω. Ήταν σαν να πήγαινε γυρεύοντας. Του απάντησα με δύο λέξεις: «Μολών λαβέ».

Εκείνο το απόγευμα είχαν προγραμματιστεί δύο συγκεντρώσεις, μία υπέρ του ΝΑΙ στο Παναθηναϊκό Στάδιο και μία στην Πλατεία Συντάγματος υπέρ του ΟΧΙ. Η συγκέντρωση υπέρ του ΝΑΙ ήταν προγραμματισμένη για αργά το απόγευμα. Είχε κόσμο και παλμό. Όμως η συγκέντρωση του ΟΧΙ θα έμενε στην ιστορία. Από μικρό παιδί είχα βρεθεί σε συγκλονιστικές συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα, από εκείνες που σου αλλάζουν τη ζωή. Όμως αυτό που ζήσαμε με τη Δανάη εκείνο το βράδυ ήταν πρωτόγνωρο.

Περπατήσαμε από το Μαξίμου μέχρι το Σύνταγμα μαζί με τον Αλέξη και άλλα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, τους συντρόφους τους και τους βοηθούς τους. Στη διαδρομή το πλήθος δημιουργούσε ανοίγματα- αγκαλιές τόσο για να περάσουμε όσο και για να απορροφηθούμε από τη χαρά, την προσδοκία, την ανάτασή τους. Καθώς πλησιάζαμε στην πλατεία, η συσσωρευόμενη, αυτοτροφοδοτούμενη ενέργεια του πλήθους έσπασε όλα τα όρια. Μια θάλασσα πεντακοσίων χιλιάδων ανθρώπων μας κατάπιε. Βυθιστήκαμε σε δάσος από χέρια: σκληροτράχηλοι άντρες με βουρκωμένα μάτια, μεσήλικες γυναίκες με την αποφασιστικότητα χαραγμένη στα πρόσωπά τους, νεαροί άντρες και γυναίκες που ξεχείλιζαν από ενέργεια, ηλικιωμένοι που προσπαθούσαν να μας αγκαλιάσουν και να μας γεμίσουν ευχές, μια παλλόμενη ανθρώπινη μάζα μας περιέκλειε. Για δύο ώρες, προσπαθώντας να μην αφήσουμε ο ένας το χέρι του άλλου για να μη χαθούμε, με τη Δανάη αφεθήκαμε να παρασυρθούμε από τη λαοθάλασσα εκείνων που έλεγαν με τα στόματα και τα κορμιά τους: «Φτάνει πια! Ως εδώ!»

Εκείνο το βράδυ διαφορετικές γενιές είδαν τους ξεχωριστούς τους αγώνες να σμίγουν σε μια γιγαντιαία γιορτή απελευθέρωσης από τον φόβο. Ένας ηλικιωμένος αντιστασιακός έχωσε στην τσέπη μου ένα γαρίφαλο κι ένα κομματάκι χαρτί στο οποίο έγραφε: «Η αντίσταση δεν είναι ΠΟΤΕ μάταιη». Φοιτητές που είχαν αναγκαστεί να μεταναστεύσουν λόγω της κρίσης, κι είχαν γυρίσει για να ψηφίσουν, με εκλιπαρούσαν να μην εγκαταλείψω τον αγώνα. Ένας συνταξιούχος μου υποσχέθηκε πως δεν τον ένοιαζε, ούτε αυτόν ούτε την άρρωστη γυναίκα του, αν έχαναν τις συντάξεις τους, αρκεί να ξαναέβρισκαν την αξιοπρέπειά τους. Και όλοι, όλοι ανεξαιρέτως, μου ούρλιαζαν: «Καμία παράδοση, όποιο κι αν είναι το τίμημα!»

Αυτή τη φορά ήξερα πως το εννοούσαν. Οι τράπεζες ήταν ήδη κλειστές για μία ολόκληρη εβδομάδα. Οι κακουχίες που επέβαλαν οι δανειστές ήταν εμφανείς. Κι όμως, είχαν μαζευτεί εκεί, όλοι αυτοί οι υπέροχοι άνθρωποι, για να φωνάξουν με μία λέξη αυτά που το δίκιο, η λογική και το χρέος απέναντι στην Ιστορία απαιτούσαν από εμάς να πούμε: Όχι! Δεν έλεγαν ΟΧΙ λόγω αρνητισμού ή αντιευρωπαϊσμού. Τίποτα δε θα ήθελαν περισσότερο από το να πουν ένα ολόψυχο ΝΑΙ στην Ευρώπη.

Αλλά ένα ΝΑΙ σε μια Ευρώπη για τους λαούς της, όχι σε μια Ευρώπη αποφασισμένη να τους συντρίψει.

Εκείνο το βράδυ, όταν πια η συγκέντρωση τελείωνε, και καθώς ανεβαίναμε με τη Δανάη τα μαρμάρινα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στη Βουλή, γύρισα προς τα πίσω κι έριξα μια τελευταία ματιά στη λαοθάλασσα. Ξαφνικά βρήκα τη φράση που αναζητούσα για να περιγράψω τι ήταν αυτό που μας συνέδεε: εποικοδομητική ανυπακοή. Μου την κατέδειξαν αυτοί οι άνθρωποι, με την πραγματιστική ανυπακοή τους. Αυτό ήταν που προσπαθούσα να εφαρμόσω σε όλα τα Eurogroup από την αρχή: να καταθέτω ήπιες, μετριοπαθείς, λογικές, εποικοδομητικές, φιλο-ευρωπαϊκές προτάσεις, όμως, όταν το βαθύ κατεστημένο αρνούνταν να συμμετάσχει έστω σε διάλογο γι’ αυτές, δεν είχα κανέναν ενδοιασμό να αψηφήσω τις προσταγές τους και να πω ΟΧΙ! Ο ηγετικός πυρήνας γύρω από τον Αλέξη δεν έδειξε να το ενστερνίστηκε ποτέ αυτό - ούτε καν φάνηκαν να το κατάλαβαν. Το πλήθος που γέμισε την Πλατεία Συντάγματος εκείνο το βράδυ το κατάλαβε και με το παραπάνω...

Εκείνο το βράδυ ένιωσα να ξεπλένεται από πάνω μου όλη η πικρή εμπειρία της σταθερής φθοράς των προηγούμενων εβδομάδων, κάθε φρικτή στιγμή στο Μαξίμου, κάθε απογοήτευση με τους συντρόφους μου, όλη η κακεντρέχεια που εισέπραξα κι όλη η αγωνία ενός ολοένα και μοναχικότερου αγώνα κεκλεισμένων των θυρών. Το μόνο που απέμεινε ήταν το αίσθημα ικανοποίησης.

Κι όμως, δεν ήμουν ακόμη πεπεισμένος πως το ΟΧΙ θα κέρδιζε δύο μέρες μετά. Το συλλαλητήριο στο Σύνταγμα έδειχνε ότι το ρεύμα στήριξης του ΟΧΙ είχε δυναμική, αλλά με τις τράπεζες κλειστές και τα μέσα ενημέρωσης να εξαπολύουν ενορχηστρωμένες επιθέσεις εναντίον όποιου σκεφτόταν να ψηφίσει ΟΧΙ, η νίκη φαινόταν δύσκολη. Το ίδιο εκείνο βράδυ, με τη Δανάη συναντηθήκαμε με τον Τζέιμι, που ήταν σαν μεθυσμένος μετά την εμπειρία του Συντάγματος, και μερικούς άλλους φίλους και συνεργάτες. Ρωτήθηκα αν ο Αλέξης κι ο Ευκλείδης θα παραιτούνταν σε περίπτωση επικράτησης του ΝΑΙ. «Ο Αλέξης θα σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού με την αντιπολίτευση», ήταν η πρόβλεψή μου, «αφού παραιτηθούν ή εξοστρακιστούν πρώτα οι αληθινοί πιστοί». «Φυσικά, εγώ θα ανήκα ήδη στο μακρινό παρελθόν τους», κατέληξα. Ο Τζέιμι επέμενε πως έσφαλλα. Θα κέρδιζε το ΟΧΙ, πίστευε, και η επιρροή μου στον Αλέξη θα εκτοξευόταν στα ύψη εξαιτίας της σημαντικής μου συμβολής στη νίκη. Παρά τη βαθιά δυσπιστία μου, σήκωσα το ποτήρι μου και ήπια στην αισιοδοξία του Τζέιμι. «Hasta la victoria siempre!» αναφώνησε εκείνος με έμφαση και σιγουριά – μέχρι τη νίκη, πάντα!