Γράφω αυτόν τον καιρό ένα βιβλίο με τίτλο «Ο Αιώνιος Έφηβος» και υπότιτλο «Διόνυσος, ο Θεάνθρωπος, και το λυκόφως των θεών».
Από τον τίτλο όλο και κάτι θα καταλαβαίνετε. Θα πω περισσότερα γι αυτό όταν ολοκληρωθεί. Προς το παρόν θα παραθέσω, σαν δείγμα, ένα κομμάτι από το πρώτο κεφάλαιο.
Μιλά η Αριάδνη, η κόρη του Μίνωα που την πήρε μαζί του ο Θησέας, αλλά τού την πήρε ο Διόνυσος όταν το καράβι τους άραξε για μια νύχτα στη Νάξο. Ο έρωτας του Διόνυσου με την Αριάδνη υπήρξε βαθύς. Μιλά λοιπόν η Αριάδνη και ο διάλογός της είναι με τον γερο-Σειληνό, ένα δαιμόνιο που ήταν μεταξύ άλλων και δάσκαλος του Διόνυσου.
Μιλά η Αριάδνη, η κόρη του Μίνωα που την πήρε μαζί του ο Θησέας, αλλά τού την πήρε ο Διόνυσος όταν το καράβι τους άραξε για μια νύχτα στη Νάξο. Ο έρωτας του Διόνυσου με την Αριάδνη υπήρξε βαθύς. Μιλά λοιπόν η Αριάδνη και ο διάλογός της είναι με τον γερο-Σειληνό, ένα δαιμόνιο που ήταν μεταξύ άλλων και δάσκαλος του Διόνυσου.
Θεός
κι άνθρωπος
(μιλά
η Αριάδνη)
Ο
Διόνυσος μπήκε στη ζωή μου αναπάντεχα.
Ήταν ένα μικρό χαρούμενο αγόρι που τού
φόρτωσαν ένα κόσμο ολόκληρο στην πλάτη.
Του ζήτησαν να πετύχει εκεί που απέτυχαν
οι Θεοί κι οι Τιτάνες. Του είπαν να γίνει
αυτός, ένα παιδί, ο σωτήρας του κόσμου.
Μυστήριο πράγμα να χρειάζεται το σύμπαν
έναν σωτήρα, κι όμως οι Ολύμπιοι
κι ο Μέγας Δίας εκεί κατέληξαν.
Στην ουσία σωτηρία χρειάζονταν οι ίδιοι.
Το σύμπαν ήταν πολύ πιο μεγάλο από αυτούς
και δεν θα πάθαινε τίποτε. Έβαλαν την
αγάπη μου, τον έρωτά μου, το αγόρι
μου, να ζήσει ανήκουστα πάθη. Έτσι πέθανε,
έτσι αναστήθηκε, κι έτσι έσωσε τον κόσμο,
αν και όχι για πολύ. Μαζί του πέρασα
πολλά από τα πάθη του κι εγώ. Γιατί από
τότε που δεθήκαμε με τα δεσμά του έρωτα,
τίποτε δεν μπόρεσε να μας χωρίσει.
Είμαι η Αριάδνη. Το όνομά μου θα πει αγνή κι αγία. Με έχουν για αληθινή αγία τους σε πολλά μέρη και με προσκυνούν. Εγώ τους σιχαίνομαι. Δεν θέλω να με προσκυνούν, δεν θέλω να σέρνονται στο χώμα σαν ερπετά. Τους βλέπω πώς υποφέρουν. Παρακαλούν να ζήσουν μιαν ακόμα δεύτερη ζωή, γιατί ξέρουν πως ετούτη, που τους δόθηκε, κάποτε τελειώνει. Όλη η φύση γεννιέται, ζει και πεθαίνει, όμως, αυτοί θέλουν να διώξουν τον θάνατο από την σκέψη τους. Είναι θνητοί και θέλουν να γίνουν αθάνατοι. Δειλοί και μοιραίοι. Με παρακαλούν γιατί πέρασα από τον κάτω κόσμο. Λένε ότι ξέρω τον δρόμο της επιστροφής. Δεν αντέχω την κακομοιριά τους. Προτιμώ να ατενίζουν οι άνθρωποι την ζωή με θάρρος. Που θα πει, θέλω να ατενίζουν τον ίδιο τον θάνατο με θάρρος. Όμως, φοβούνται. Ο φόβος του θανάτου είναι που τους κάνει να σέρνονται. Δεν λέω, ακόμα κι οι θεοί φοβούνται. Όμως, τους σιχαίνομαι.
«Αγάπη μου, κείνο το κλήμα το πήρε ο αέρας.»
Είναι ο Διόνυσος που μιλά. Καταγίνεται με τα κλήματα, με το χώμα, τον αέρα και την βροχή. Φροντίζει τα πατητήρια, και τον μούστο σαν γεννημένος αγρότης.
«Κατσικοπόδαρε, αγαπημένε» του φωνάζω, «άσε πια τα κλήματα κι έλα να φάμε. Ετοίμασα λαχανικά βραστά, όπως τα θέλεις εσύ, με ελιές και τυρί.»
Του αρέσουν οι ελιές, οι ρίζες κι οι βολβοί. Ωμοφάγος αυτός, με έχει κάνει κι εμένα ωμοφάγα,. Μόνο βραστά ή ωμά τρώμε πια. Μερικά τα βρέχουμε μόνο με νερό, ζεστό ή κρύο. Καταργήσαμε τη θράκα και τα κάρβουνα.
«Φέρε και το καλύτερο κρασί, αγαπημένε» του ζητώ.
«Αυτό δεν ήταν ανάγκη να το πεις, Αριάδνη» πετάγεται ο Παν. «Έχουμε το καλύτερο κρασί της Νάξου. Λέω να μην το πιούμε κρασωμένο αλλά σαν οίνο καθαρό. Τόσο όμορφο χυμό της αμπέλου δεν θα έχεις ξαναπιεί.»
Χωρίς ανάμιξη με νερό, ο οίνος γίνεται δυνατός, χτυπά ίσια στο κεφάλι. Με ποτήρια όμως σαν τον Πάνα, τον Διόνυσο ή τον φίλο τους τον γερο-Σειληνό, τι να πιεις; Μόνο το σκέτο σταφυλόζουμο ταιριάζει στο τραπέζι τους.
«Ελάτε. Το τραπέζι είναι στρωμένο» τους καλώ.
Ο Παν κι ο γερο-Σειληνός είναι φίλοι μας. Γνωρίζονται με το αγόρι μου από παλιά, από την αρχή του χρόνου θα έλεγα. Ο χρόνος είναι σχετικό πράγμα. Ρωτώ το αγόρι μου να μου το εξηγήσει και μου δείχνει τον γερο-Σειληνό.
«Αυτός θέλει να είναι δάσκαλος, ρώτα τον» μου λέει.
«Τι θέλεις να μάθεις, όμορφη;» μου λέει ο καλός, παλιός φίλος του αγαπημένου μου.
«Μίλα μου για τον χρόνο, γέρο» του ζητώ.
«Με τους θεούς τα γεγονότα κυλούν άχρονα και άτοπα. Γίνονται κάπου και κάποτε» μου λέει και πίνει από την κούπα του ανέρωτο κρασί σαν τους Θράκες. «Απλά, οι συνέπειες των πράξεών τους πάνω στους θνητούς εμφανίζονται κάπου και κάποτε. Δέσμιοι του χώρου και του χρόνου είσαστε οι θνητοί. Το πριν και το μετά είναι για σάς αδιανόητο να λείπουν από το τώρα. Ζείτε το παρόν μόνο σε σχέση με το παρελθόν και με το μέλλον σας. Με τους θεούς αυτό δεν συμβαίνει.»
«Και τι συμβαίνει με τους θεούς γερο-διδάσκαλε;»
«Οι θεοί φυλάκισαν τον Κρόνο, δηλαδή τον χρόνο, για να επιβάλλουν μια τάξη στον κόσμο» μου λέει. «Τάξη σημαίνει πριν από όλα χρόνος και χώρος. Ετούτο εδώ το άλλο εκεί. Αυτό τώρα, το άλλο μετά, το τρίτο πιο πριν. Τάξη σημαίνει να έχεις υποτάξει τον χρόνο και να τον έχεις στην υπηρεσία σου. Να έχεις χωρίσει τη Γη από τον Ουρανό για να υπάρχει χώρος. Αυτά έκαναν οι Θεοί. Ο Κρόνος χώρισε την Γη από τον Ουρανό κι ο Δίας φυλάκισε τον Κρόνο κι έγινε κυρίαρχος του χρόνου. Για τους θνητούς έγιναν όλα αυτά. Τα έκανα οι θεοί. Οι ίδιοι, όμως, δεν έγιναν μέρη τούτης της τάξης. Κράτησαν την ελευθερία τους.»
«Πώς ζουν έξω από χώρο και χρόνο οι θεοί;» τον ρωτώ συνεπαρμένη από τις εξηγήσεις του.
«Ό,τι κάνουν είναι άχρονο και άτοπο. Δεν έγινε ποτέ στον χρόνο των θνητών η θεογονία, ούτε η τιτανομαχία ούτε κι η γιγαντομαχία. Δεν γέννησαν ποτέ μέσα στον ανθρώπινο χρόνο ή τόπο η Γαία τον Κρόνο κι η Ρέα τον Δία. Στον χρόνο των θνητών φτάνουν μόνο οι συνέπειες των θεϊκών γεγονότων και γίνονται αντιληπτές σαν θαύματα. Θαύμα η φύση, θαύμα κι η δημιουργία. Θαύματα τα ποτάμια, τα βουνά, οι κεραυνοί και τα ηφαίστεια. Όλα τα παιδιά των Τιτάνων, έτσι είναι, σκέτα μυστήρια, φοβερά θαύματα. Όμως θεοί και Τιτάνες υπάρχουν. Οι λίμνες, οι καταρράκτες, οι ωκεανοί, τα δάση και τα βουνά ζουν κάπου αλλού σαν Τιτάνες. Στον δικό σας χρόνο και τόπο είναι φυσικά φαινόμενα.»
Ο γερο-Σειληνός δεν
Αυτό το μικρό κομμάτι προς το παρόν. Θα επανέλθω σύντομα.
Με την ευκαιρία να αναγγείλω ότι τα βιβλία μου "Έρωτας κι Επανάσταση" και "Τρεις γενιές ονείρων" θα παρουσιαστουν στις 18 Δεκεμβρίου, σε οχτώ μέρες, την άλλη Τετάρτη, στα γραφεία του Συλλόγου Συνταξιούχων Εκπαιδευτικών. Μέσα φιλόλογοι και μαθηματικοί και άλλοι συνάδελφοι θα με τιμήσουν για μιαν ακόμη φορά ακούγοντάς με να μικώ για τα βιβλία μου. Τουες ευχαριστώ προκαταβολικά.
σταματά να διδάσκει, ειδικά όταν βρει ακροατή πρόθυμο να ακούσει. Εμένα με λέει "όμορφη" όχι για την ομορφιά μου αλλά για την προθυμία μου. Γι αυτό βρίσκει άσχημο τον Πάνα, γιατί δεν κάθεται να ακούσει λέξη. Όταν ο σοφός με τα αλογίσια πόδια αρχίζει την διδασκαλία, ο Παν κοροϊδεύει. Πέρδεται και σφυρίζει. Μόνο να πίνουν τον οίνο και να παίζουν την σύριγγα και τον αυλό θέλει ο Παν από τον γερο-Σειληνό.
«Μα, ο Δίας καταπλάκωσε τον Τυφώνα με την Αίτνα» συνεχίζω να του λέω εγώ. «Πάλεψαν οι δυο τους στον Αίμο. Η Τιτανομαχία έγινε στον Όλυμπο και τον Όθρυ. Όλα αυτά είναι τόποι. Ο Κρόνος φυλακίστηκε αφού πρώτα έκοψε τα γεννητικά όργανα του Ουρανού. Αυτό είναι χρόνος.»
Ο γερο-Σειληνός γελάει συγκαταβατικά μαζί μου.
«Χρόνος για εσάς, που βλέπετε μόνο τα αποτελέσματα της τιτανομαχίας. Βλέπετε τον Όλυμπο χιονισμένο. Βλέπετε την Αίτνα να ξερνά φωτιές. Βλέπετε τον Αίμο βαμμένο από το αίμα του Τυφώνα. Ζείτε στις συνέπειες των πράξεων των θεών. Η ουσία τους, όμως, σας διαφεύγει. Γι αυτό οι θεοί αλλάζουν μορφές όπως θέλουν. Γι αυτό εμφανίζονται όπου τους καπνίσει, κι όποτε το αποφασίσουν εξαφανίζονται.»
=========================
Αυτό το μικρό κομμάτι προς το παρόν. Θα επανέλθω σύντομα.
Με την ευκαιρία να αναγγείλω ότι τα βιβλία μου "Έρωτας κι Επανάσταση" και "Τρεις γενιές ονείρων" θα παρουσιαστουν στις 18 Δεκεμβρίου, σε οχτώ μέρες, την άλλη Τετάρτη, στα γραφεία του Συλλόγου Συνταξιούχων Εκπαιδευτικών. Μέσα φιλόλογοι και μαθηματικοί και άλλοι συνάδελφοι θα με τιμήσουν για μιαν ακόμη φορά ακούγοντάς με να μικώ για τα βιβλία μου. Τουες ευχαριστώ προκαταβολικά.