Ακούγοντας τις εκκλήσεις του Βασίλη Λεβέντη για σταθερή κυβέρνηση διακοσίων πενήντα βουλευτών, σου έρχονται στο νου οι διάφορες κατά καιρούς ατάκες του που τον είχαν τοποθετήσει στο περιθώριο και του έδιναν μηδενικά σχεδόν ποσοστά στις εκλογικές αναμετρήσεις που λάμβανε μέρος, και λάμβανε σχεδόν σε όλες. Λες: "ε, καλά τώρα, ο Λεβεντης μιλάει"! Εδώ που τα λέμε είναι ανοησία -αν όχι δονκιχωτισμός- να ζητάς να συγκυβερνήσουν ο Τσίπρας με τον Μητσοτάκη, ιδιαίτερα μάλιστα που θα πρέπει να τεθεί επικεφαλής ο Τσίπρας (κατ' εθιμικό δίκαιο) ή ένας Δραγασάκης (σαν συμβιβασμός) ή έστω κάποιος τρίτος που κανείς δεν τον βλέπει ή δεν υπάρχει.
Με κριτήρια κοινωνικο-οικονομικά ο συγχρωτισμός δεξιάς κι αριστεράς μπερδεύει, συσκοτίζει τις διαφορές κι ακούγεται παράξενος κι απορριπτέος. Με κριτήρια επιχειρηματικά όμως (δηλαδή όχι οικονομικά αλλά χρηματιστικά) τότε η διάκριση αριστεράς και δεξιάς χλωμιάζει. Ποιος νοιάζεται αν η Κίνα είναι κομμουνιστική χώρα, κι αν η Ταϋλάνδη είναι πολιτικά "αδιευκρίνιστη ψήφος" με κυβέρνηση στρατιωτικών, αρκεί που σου δίνουν και οι δυο εχέγγυα για να επενδύσεις. Σου δίνουν και φτηνό εργατικό δυναμικό κι άλλες διευκολύνσεις με αποτέλεσμα να μην είναι φωτεινά παραδείγματα για εμάς, αλλά το πιο σημαντικό που δίνουν στον επενδυτή είναι η σταθερότητα. Για τους επιχειρηματίες είναι ένα περιβάλλον που συζητούν αν θα επενδύσουν σε αυτό ή όχι. Ό,τι ακριβώς δηλαδή δεν τολμούν να κάνουν για την Ελλάδα που βρίσκεται εξ ορισμού έξω από τα επιχειρηματικά επενδυτικά μη κρατικά σχέδια.
Αν καταφέρεις να ξεφύγεις για λίγο από την πραγματικότητα, που εύκολα βγάζει την πρόταση για οικουμενική κυβέρνηση μεγάλης στήριξης μη ρεαλιστική και επομένως άχρηστη, ίσως και να δεις πως στον σκληρό πυρήνα της κρύβεται μια αλήθεια. Για να αντιμετωπίσουν οι α-πολίτικοι χρηματιστές και επενδυντές την Ελλάδα με θετικό τρόπο, θέλουν να δουν μιαν εξ ίσου α-πολίτικη κυβέρνηση που θα δεσμεύεται μακροπρόθεσμα σε κάποια σταθερή στάση απέναντί τους και θα έχει τα εχέγγυα ότι θα λύσει μερικά προβλήματα της δημόσιας διοίκησης και δικαιοσύνης που κάνουν την Ελλάδα τόπο ακατάλληλο για επενδύσεις.
Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει να συμφωνήσουν τα μεγάλα και μικρά κόμματα του "συνταγματικού" τόξου (μεγάλη βλακεία ο όρος αλλά είναι εν χρήσει και με αναγκάζει να τον χρησιμοποιήσω κι εγώ) σε μια κοινή γραμμή και να αποδεχτούν μια κοινή κυβέρνηση, όχι τεχνοκρατών αλλά πάντως κοινά αποδεκτών προσώπων. Φανταστείτε προς στιγμήν μια κυβέρνηση με Δένδια και Χατζηδάκη ίσως και Μεϊμαράκη από τη Νέα Δημοκρατία, Τσακαλώτο και Δραγασάκη και Μουζάλα ή και Τόσκα από τον Σύριζα, Σκανδαλίδη του ΠαΣοΚ, Δανέλη από το Ποτάμι, κάποιον από την Ένωση Κεντρώων (δεν τους ξέρω), Κουντουρά ή Κουίκ από τους ΑΝΕΛ κλπ. Το ΚΚΕ κι η Χρυσή Αυγή θα στέκονται έτσι κι αλλιώς απέναντι από κάθε σχήμα στο οποίο δεν έχουν τον πρώτο λόγο. Μια κυβέρνηση 10-12 υπουργών με γενικούς γραμματείς στα υπουργεία που θα επιλεγούν αξιοκρατικά και θα ελεγχθούν εξονυχιστικά από τα κόμματα της πλατιάς συγκυβέρνησης, και με ένα πρόγραμμα στραμμένο αποκλειστικά στην ανάπτυξη και την απασχόληση, ίσως έδινε ένα σήμα στους ιδιώτες (ή και κρατικούς) επενδυτές ότι μπορούν να επενδύσουν ΚΑΙ στην Ελλάδα.
Δεν είναι όμως μόνο υπόθεση επιστημονικής φαντασίας μια τέτοιου είδους συναίνεση (πείτε την και υπέρβαση αν σας αρέσει), είναι που θα είχε κι άλλες συνέπειες. Θα έπρεπε να σταματήσουν οι εχθροπραξίες των κομμάτων, να κλείσουν οι εξεταστικές, να σταματήσουν οι διώξεις και να σταματήσουν οι απειλές για τις νέες διώξεις κλπ. Δηλαδή θα έπρεπε να σταματήσουν τα αφηγήματα που τρέφουν τις ψευδαισθήσεις ότι αν τιμωρηθούν κάποιοι (πάντα ελαχιστότατοι και ποτέ οι πραγματικοί υπεύθυνοι) τότε θα επέλθει η κάθαρση. Κι αυτό είναι ένα παραμύθι που ο λαός δεν αντέχει να το χάσει.
Και υπάρχει και το τρίτο και χειρότερο μήνυμα: Ακόμα κι αν επιχειρηθεί η ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ, που θα έχει σαν συνέπεια και την ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΓΚΑΛΥΨΗ (ή εγκατάλειψη της εκδίκησης) η αθάνατη Ελλάς θα καταφέρει να επωφεληθεί για μια ακόμη φορά της κατάστασης και αφού επιτύχει την συγκάλυψη μετά να διαπιστώσει ότι δεν μπορεί να υπάρξει συναίνεση και να μείνει εκεί. Χάνοντας το ζητούμενο (την συναίνεση) αφού προηγουμένως θα έχει πληρώσει τα διόδια (την συγκάλυψη). Γι αυτό δεν είναι σοβαρές αυτές οι προτάσεις. Γιατί πρώτα από όλα δεν είμαστε σοβαροί εμείς, σαν λαός, σαν ψηφοφόροι, σαν τηλεθεατές της ζωής και σαν καταναλωτές παραμυθιών των πολιτικών μας.
Πριν διακόσια χρόνια ο Κοραής κι ο Καποδίστριας θεωρούσαν πρόωρη την επανάσταση κι ήθελαν να προηγηθεί η διάδοση της παιδείας στους Έλληνες. Διακόσια χρόνια μετά, η ίδια ανάγκη παραμένει ζωτική κι επίκαιρη!