Κατά καιρούς έχω ασχοληθεί με την δημοκρατία. Μιλάω πάντα όχι την κοινοβουλευτική, την αντιπροσωπευτική, την λαϊκή ή όλες τις άλλες δημοκρατίες που έχουν εφευρεθεί αλλά για την δημοκρατία των Ελλήνων, την αθηναϊκή δημοκρατία όπως μας την έχουν περιγράψει ο Αριστοτέλης κι οι άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, που ήταν ίδια με τη δημοκρατία όλων των πόλεων της Ελλάδας πριν την καταλύσουν ο Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του κι αργότερα οι Ρωμαίοι.
Έχω αναφερθεί σε πολλά κείμενα του Αλέξανδρου Κόντου για την "Δημοκρατία, το άγνωστο πολίτευμα" καθώς ελάχιστοι γνωρίζουν πως λειτουργούσε αυτό το πολίτευμα και πόσο μακριά από αυτό βρισκόμαστε σήμερα.
Στα πλαίσια αυτά θα αρχίσω να δημοσιεύω κι άλλα κείμενα, τρίτων ή και δικά μου, για να γνωστοποιήσω καλύτερα το πολίτευμα της δημοκρατίας και να εξηγήσω πως αυτή είναι και η μόνη διέξοδος ακόμα και σήμερα για την ανθρωπότητα αν θέλει να ξαναφέρει τον κόσμο μας στα μέτρα του ανθρώπου κι όχι στα μέτρα των ρομπότ.
Για σήμερα επιλέγω ένα κείμενο του Γιάννη Παναγιωτόπουλου, ενός εραστή της άμεσης δημοκρατίας και μελετητή της αθηναϊκής δημοκρατίας. Το παίρνω από το περιοδικό "Τετρακτύς" (Σ.Σ.: η επιλογή των αποσπασμάτων είναι με δική μου ευθύνη)
ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΘΑΥΜΑ
Η γένεση της δημοκρατίας
Η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία είναι το πολίτευμα που δικαιούνται κυριολεκτικά και απόλυτα να αποκαλείται δημοκρατία. Μόνο σ' αυτό ο "δήμος" (λαός) "κρατεί" (έχει, την εξουσία). Κανένα άλλο σημερινό δεν δικαιούται κάτι τέτοιο. Αρκετές πλάνες συνδέουν την αθηναϊκή δημοκρατία με τον Περικλή. Οι τρεις, πιο διαδεδομένες, είναι ότι ο Περικλής εγκαθίδρυσε τη δημοκρατία, ήταν για πολλά χρόνια "πρόεδρος" ή "πρωθυπουργός" της και διοικούσε περίπου δικτατορικά (το τελευταίο επειδή ο Θουκυδίδης, αυτός ο ανυπέρβλητος δάσκαλος της πολιτικής και ιστορικής σκέψης, γράφει ότι "εγίγνετό τε λόγω μεν δημοκρατία, έργω δε υπό του πρώτου ανδρός αρχή").
Ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα τις πλάνες αυτές.
Ο Περικλής ολοκλήρωσε, ασφαλώς, τους δημοκρατικούς θεσμούς και συνέβαλε αποφασιστικά, ως πράγματι μέγας πολιτικός άνδρας, στην άψογη λειτουργία τους κατά το μακρό χρόνο της θητείας του. Ομως οι "πατέρες της δημοκρατίας", που προηγήθηκαν, ήταν ο Σόλων, ο Κλεισθένης και ο Εφιάλτης (καμμία σχέση με τον προδότη των Θερμοπυλών), κυρίως δε οι δύο τελευταίοι. Ο Περικλής δεν ήταν "πρόεδρος" ή "πρωθυπουργός" (τέτοια αξιώματα δεν υπήρχαν στην αθηναϊκή δημοκρατία). Εκλεγόταν ως στρατηγός (μαζί με άλλους 9) για ένα μόνο χρόνο θητείας και επανεκλεγόταν από το λαό στο αξίωμα αυτό επί δεκαετίες. Και, βέβαια, δεν φανταζόταν ότι μερικοί θα τον αποκαλούσαν κάποτε "δικτάτορα". Οπως δεν το φανταζόταν κι ο Θουκιδίδης, όταν κατέγραφε το γεγονός της "υπό του πρώτου ανδρός αρχής" σε μία παράγραφο όπου αποτιμά τις εξαιρετικές πολιτικές ικανότητες και την αρετή του Περικλή.Η "ενός ανδρός αρχή" του Περικλή είχε την παρατεταμένη και κατ' έτος ανανεούμενη έγκριση του λαού. Άλλωστε ο Θουκιδίδης επιφυλάσσει μόνο στον Περικλή τη μοναδικότητα της "δημηγορίας" (δημόσιας πολιτικής ομιλίας) χωρίς αντίλογο -όλες οι άλλες δημηγορίες είναι αμφίπλευρες- κι αυτό λέει πολλά για την εκτίμηση του Θουκυδίδη στο πρόσωπό του.
Η δημοκρατία δεν "φύτρωσε" ξαφνικά στην ελληνική πολιτική σκέψη. Τα πρώτα σπέρματά της ανάγονται στην αυγή της εμφάνισης του λαού αυτού, στη μυθολογία του. Δεν είναι του παρόντος να αρχίσουμε από εκεί. Θα σταθούμε μόνο σε ένα γεγονός: η "εκκλησία του δήμου" (λαϊκή συνέλευση θα λέγαμε σήμερα) υπάρχει και λειτουργεί πολύ πριν εμφανιστεί η δημοκρατία. Έστω και αν οι δικαιοδοσίες της είναι, ακόμη, πολύ περιορισμένες: να εγκρίνει ή όχι τις προτάσεις των βασιλέων ή άλλων αρχόντων. Δεν είναι, επίσης, του παρόντος να υπεισέλθουμε και στους προηγηθέντες θεσμούς της σπαρτιατικής κοινωνίας. Μιάς κοινωνίας που πιστεύεται από πολλούς (άλλη μεγάλη πλάνη) ως άκρως στρατοκρατική και ανελεύθερη, ενώ είχε κι αυτή δημοκρατική δομή, έστω κι αν δεν έφτασε ποτέ στην αθηναική τελείωση.Τέλος, δεν θα αναφερθούμε στα δημοκρατικά πολιτεύματα άλλων "πόλεων" (κρατών) της περιόδου εκείνης. Διότι η Αθήνα δεν ήταν, τότε, η μοναδική δημοκρατική πολιτεία. Όμως το υπόδειγμα που προσέφερε ήταν τόσο τέλειο, που περιττεύει η αναφορά και σε άλλα.
Ο Σόλων ήταν ο πρώτος που αναμόρφωσε ριζικά τους πολιτικοκοινωνικούς θεσμούς στην Αθήνα (594-593 π.Χ.) .... Δίκαια θεωρήθηκε από πολλούς ως "πατέρας της δημοκρατίας" (ο Αριστοτέλης γράφει ότι -από τον Σόλωνα "αρχή δημοκρατίας εγένετο").
Ο Κλεισθένης ήταν αυτός που μεταρρύθμισε ριζικά το αθηναϊκό πολίτευμα (508-507 π.Χ.) και σφράγισε το δημοκρατικό του χαρακτήρα ...
Μένει να εξασφαλιστεί η "ισοκρατία" (ισότητα ισχύος των πολιτών) πράγμα που ολοκλήρωσε ο Εφιάλτης, αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης (υπαρχηγός ο Περικλής).
Η δημοκρατία ολοκληρώνεται. Γίνεται "άκρακτος" (αμιγής, ανόθευτη). Ο λαός γίνεται κυρίαρχος σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής ζωής. Χωρίς την έγκρισή του τίποτε δεν μπορεί να γίνει.
Από εκεί και πέρα, αναλαμβάνει ο Περικλής να ενισχύσει τη δημοκρατία με όσους θεσμούς ακόμη χρειάζεται, για την εύρυθμη λειτουργία της. Προ παντός δε, να τη στηρίξει με τις προσωπικές του ικανότητες, ώστε να φτάσει στην τελειότητα και να γίνει παγκόσμιο σύμβολο, που θαυμάζεται πάντοτε από τότε γιατί ποτέ δεν ξεπεράστηκε.
Και μόνο για το γεγονός ότι ανταποκρίθηκε, για τόσο μακρό χρονικό διάστημα, στα αιτήματα του μεγαλοφυέστερου αλλά ταυτόχρονα και απαιτητικώτερου και δυσκολώτερου δήμου, που εγνώρισε ποτέ η ανθρώπινη ιστορία, ο Περικλής ξεφεύγει, κατά πολύ από τα κοινά μέτρα και είναι πράγματι ένας μεγάλος, τέλεια ολοκληρωμένος άνθρωπος και ιδιοφυής πολιτικός.
Θεσμοί της δημοκρατίας
Θεμελιώδη χαρακτηριστικά της αθηναϊκής δημοκρατίας των κλασικών χρόνων είναι η ελευθερία, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ισοπολιτεία. Και βασικό όργανο για τη διαφύλαξή τους, η δυνατότητα ελέγχου του κάθε πολίτη από το σύνολο των πολιτών, όπως και του συνόλου από τον οποιοδήποτε πολίτη. Με την ελευθερία που παρέχει το πολίτευμα (ελευθερία, όμως, προσδιορισμένη από το νόμο), ήταν τόσο μεγάλη η ανάγκη να ελέγχονται οι πάντες από τους πάντες, ώστε αφ' ενός διαμορφώθηκε ένα πλέγμα θεσμών για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της δημόσιας ζωής και των προσώπων που συμμετείχαν σ' αυτήν, αφ' ετέρου μεταβιβάστηκε η δικαστική εξουσία εξ ολοκλήρου στο λαό και αυξήθηκαν οι συνεδριάσεις των δικαστηρίων.
Όλες οι εξουσίες πηγάζουν και ελέγχονται απ' ευθείας από το λαό, το σώμα της Εκκλησίας του δήμου. Και οι αρχές είναι προσιτές σε κάθε πολίτη.
Οι σύγχρονες έννοιες της πολιτικής "αντιπροσώπευσης" και του "αντιπροσώπου" του λαού (περίπου αυτονόητες και εκτός αμφισβητήσεως για το σημερινό άνθρωπο) ήταν, για τους Αθηναίους, εντελώς αδιανόητες και απαράδεκτες. Διότι πίστευαν ότι, από τη στιγμή που κάποιος αναθέτει, αμετάκλητα και για ορισμένο χρονικό διάστημα, την εξουσία σε οποιουσ-δήποτε άλλους, έχει ήδη αλλοτριωθεί πολιτικά.
Το ίδιο αδιανόητη και απαράδεκτη ήταν και η αντιπροσώπευση ενός πολίτη, στην Εκκλησία του δήμου, από άλλον.
Ολες οι αρχές είναι κληρωτές, με εύλογη εξαίρεση ελάχιστες ειδικές αρχές (στρατηγοί, ταμίες) που είναι αιρετές αλλά και ανά πάσα στιγμή ανακλητές. Η κλήρωση αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο, την πεμπτουσία της δημοκρατίας. Χωρίς κλήρωση, δημοκρατία δεν νοείται.
Οι εκλογές, όπως τις γνωρίζουμε εμείς, είναι, για την αρχαία ελληνική αντίληψη από τον Ηρόδοτο ως τον Αριστοτέλη, θεσμός αριστοκρατικός. Ζήτημα ανάδειξης με εκλογή μπαίνει μόνον όπου υπάρχει ειδική τεχνική αρμοδιότητα, οπότε και έχει νόημα να διαλέξει κανείς τον καλύτερο τεχνίτη. Στον πολιτικό τομέα, αρμόδιοι δεν υπάχουν. Η γνώμη όλων βαραίνει το ίδιο.
Και όλες οι αρχές είναι πολυπρόσωπες. Ετσι η πολιτική εξουσία διασπείρεται όχι μόνο στις διάφορες αρχές αλλά και στα πρόσωπα που υπηρετούν σε καθεμιά απ' αυτές. Καμμία αρχή, κανένας δημόσιος λειτουργός δεν μπορεί, εκμεταλλευόμενος την πρόσκαιρη συμμετοχή του στην κατανομή της εξουσίας, να συγκεντρώσει μεγάλη και, κυρίως, ανεξέλεγκτη δύναμη.
Τέλος, είναι υποχρεωτική η εναλλαγή των προσώπων στις διάφορες αρχές. Με εξαίρεση τους στρατηγούς (βλ. πιο κάτω), δεν επιτρεπόταν να υπηρετήσει εκ νέου ο ίδιος πολίτης στην ίδια αρχή, πριν περάσουν από την αρχή αυτή και όλοι οι άλλοι πολίτες. Κανένας πολίτης δεν μπορεί να παγιωθεί σε ένα δημόσιο λειτούργημα, ως "ειδικός" ή "επαγγελματίας".
Το πλήθος των θεσμών αφ' ενός και το πολυπρόσωπο και η ετήσια εναλλαγή των αρχών αφ' ετέρου, επιτρέπουν τη συμμετοχή όλων των πολιτών στη διακυβέρνηση της πολιτείας.
Αυτό συντελεί αποφασιστικά στην ανάπτυξη βαθύτατου αισθήματος πολιτικής ευθύνης στα άτομα. Ο δήμος, έχοντας όλες τις εξουσίες στα χέρια του, γίνεται ταυτόχρονα και υπεύθυνος για την πιστή τήρηση των νόμων. Αντιλαμβάνεται ότι έχει χρέος να διαφυλάσσει μόνος του την ελευθερία του και να πορεύεται προς το μέλλον με σύνεση και χωρίς ακρότητες, διατηρώντας πάντοτε άθικτα τα μέγιστα αγαθά της δημοκρατίας: την ισηγορία, την ισονομία, την ισοκρατία.
Πολύ πριν αρχίσουν οι νεώτεροι πολιτικοί φιλόσοφοι να ασχολούνται με τη διάκριση των εξουσιών, ο Θουκιδίδης έχει ορίσει με τρείς μόνο λέξεις τις βασικές πολιτικές εξουσίες κάθε ελεύθερου δήμου: "αυτόνομος" (καθορίζει ο ίδιος τους θεσμούς και τους νόμους του), "αυτόδικος" (αποφασίζει με τα δικά του δικαστήρια για κάθε αμφισβήτηση), "αυτοτελής" (διαχειρίζεται ο ίδιος κάθε θέμα της πολιτικής ζωής).
Ξενίζει, με την τρέχουσα αντίληψη των πραγμάτων, αυτή η παντοδυναμία του δήμου.
ερώτημα 1ον: Πώς είναι δυνατόν οποιοιδήποτε πολίτες, χωρίς "τεχνοκρατικές" ή άλλες "περγαμηνές", να ασκούν υψηλά δημόσια λειτουργήματα;
ερώτημα 2ον: Πώς είναι δυνατόν οι ίδιοι αυτοί πολίτες να επιλέγουν τον καλύτερο στρατηγό-πολιτικό, ή να αποτιμούν σωστά το έργο ενός κορυφαίου δημόσιου λειτουργού με τη "δοκιμασία"
ερώτημα 3ον: Πώς είναι δυνατόν ο δήμος να ασκεί ανεξέλεγκτα όλες τις εξουσίες, χωρίς να φτάσει στην υπερβολή ή την αυθαιρεσία;
Αν μπορούσε να θέσει κανείς το πρώτο ερώτημα σε ένα Αθηναίο πολίτη, πιθανώτατα θα εισέπραττε μια ειρωνική αντερώτηση: πώς είναι δυνατόν σεις να απασχολείτε ένα διακεκριμένο πολίτη με τη διοίκηση ενός δημόσιου οργανισμού; εμείς θα αναθέταμε το έργο αυτό σε έναν επιδέξιο δούλο. Διότι πράγματι, στην αρχαία Αθήνα, η τρέχουσα διοίκηση των πραγμάτων είχε κατά μέγα μέρος ανατεθεί σε δούλους.
Στό δεύτερο ερώτημα, που διαρκώς επανέρχεται, η απάντηση όλων, ακόμη και του Πλάτωνα (κάθε άλλο παρά ένθερμου θιασώτη των δημοκρατικών διαδικασιών), είναι πάντοτε η ίδια: αρμόδιος να επιλέξει τον καλύτερο τεχνίτη και να αποτιμήσει το έργο του δεν είναι ένας άλλος ομότεχνός του αλλά αυτός που χρησιμοποιεί το προϊόν της εργασίας του. Και στην περίπτωση του πολιτικού λειτουργού, αυτός που χρησιμοποιεί τις πολιτικές ικανότητές του, δηλαδή ο λαός.
Στο τρίτο απαντά κατά χαρακτηριστικό τρόπο η ιστορία της "στρατηγίας" κατά την κλασική εποχή. Πράγματι, παρουσιάζεται τότε το φαινομενικά παράδοξο (θα εξηγηθεί πιο κάτω γιατί δεν είναι) η στρατηγία να διαθέτει τόση δύναμη, που όχι μόνο να φαίνεται ότι έρχεται σε αντίθεση με τη δημοκρατική δομή της πολιτείας, αλλά και να περικλείει (για τη δική μας αντίληψη, που απορρέει από τη νεώτερη πολιτική ιστορία) κινδύνους για το πολίτευμα.
'Ομως, κανένας άρχων δεν είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί τη δύναμη, που του παραχωρεί ο δήμος. Για να επανεκλεγεί, πρέπει ο τρόπος που διαχειρίστηκε το αξίωμά του να κριθεί επιτυχής, με τη "δοκιμασία" του απολογισμού. Και ένας ευφυής πολίτης, όπως πρέπει να είναι ο κάθε στρατηγός, αφού γνωρίζει τις απόψεις του δήμου, δεν θα σκεπτόταν ποτέ να κάνει κατάχρηση της εξουσίας του. Αλλά κι αν το επιχειρούσε, ολόκληρος ο στρατός και το ναυτικό αποτελούν τόσο συνειδητά και υπεύθυνα μέλη της ολότητας, που ποτέ δεν θα δέχονταν να συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε ενέργεια κατά της πολιτείας. Η ιστορία του 5ου αιώνα δεν αναφέρει κανένα απολύτως περιστατικό όπου στρατηγός έκανε κατάχρηση της εξουσίας του, ή διανοήθηκε να επιχειρήσει να στραφεί εναντίον της πολιτείας, στηριζόμενος στη δύναμη που του είχε εμπιστευθεί ο δήμος.
Η Εκκλησία του δήμου.
Είναι το κυρίαρχο σώμα της δημοκρατίας (γενική συνέλευση των πολιτών, θα λέγαμε σήμερα) στο οποίο μετέχουν όλοι οι πολίτες που περιλαμβάνονται στον "έκκλησιαστικόν πίνακα" (από το 20ό έτος της ηλικίας τους και μετά, οπότε έχουν λήξει και οι διετείς στρατιωτικές τους υποχρεώσεις). Αποκλείονται μόνον όσοι έχουν κηρυχθεί "άτιμοι" (έχουν χάσει τα πολιτικά και αστικά τους δικαιώματα).
Έχει απεριόριστες δικαιοδοσίες. Μεταξύ αυτών:
*Ψηφίζει τους νέους νόμους, αφού της υποβληθεί προηγουμένως το σχετικό προβούλευμα (εισήγηση) από τη Βουλή των πεντακοσίων. Οι νόμοι όριζαν να μην συζητείται "μηδέν απροβούλευτον" ώστε να υπάρχει η ασφάλεια για το δήμο ότι η Βουλή έχει ήδη ελέγξει και κρίνει σε πρώτη φάση τα θέματα. Η Βουλή δεν είχε δικαίωμα να αρνηθεί να υποβάλει προβούλευμα για κάποιο ζήτημα, εάν δεν συμφωνούσε. Αναλύοντας πώς ακριβώς είχε ακριβώς κατά την κρίση της, το ζήτημα, άφηνε στο δήμο την τελική απόφαση με την τυπική φράση "ό,τι άν αυτώ δοκεί άριστον είναι".
* Εκλέγει τους αιρετούς άρχοντες.
* Ασκεί τον έλεγχο της διοίκησης.
* Επιβάλλει την ποινή της εξορίας και της δήμευσης της περιουσίας.
* Εχει τον κύριο λογο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής:
- Αποφασίζει για τις συμμαχίες, τη σύναψη ειρήνης ή την κήρυξη πολέμου.
- Δέχεται τους πρέσβεις ή κήρυκες άλλων πόλεων, μετά την επίδοση των "διαπιστευτηρίων" τους στη βουλή, για να ακουστεί από το δήμο ο σκοπός της αποστολής τους.
- Εκλέγει τους πρέσβεις της αθηναϊκής πολιτείας και τους δίνει οδηγίες για τις ενέργειες που πρέπει να κάνουν, κατόπιν δέχεται τις αναφορές τους για τις πράξεις τους, όταν επιστρέφουν στην Αθήνα, και τους κρίνει ανάλογα.
* Εχει, επίσης, τον κύριο λόγο σε στρατιωτικά ζητήματα:
- Εκλέγει τους στρατηγούς και όλες τις άλλες πολεμικές αρχές.
- Σε πολεμικές περιόδους, αποφασίζει για τον αριθμό των επιστράτων πολιτών και βοηθητικών ανδρών (μετοίκων ή δούλων) στο πεζικό και τον στόλο.
- Υποδεικνύει τους στρατηγούς που θα έχουν την αρχηγία των δυνάμεων και τους δίνει οδηγίες για τις πολεμικές επιχειρήσεις, χαράσσοντας και τη γραμμή που θα τηρήσουν στον πόλεμο, έπειτα κρίνει τους στρατηγούς που είχαν ηττηθεί, ακόμη και τους νικητές που δεν είχαν τηρήσει τα "νόμιμα".
* Ασκεί οικονομική πολιτική:
-Ψηφίζει νόμους για το νόμισμα, τα μέτρα και σταθμά, τα τελωνεία.
-Αποφασίζει για τις πολεμικές δαπάνες, καθώς και τις δαπάνες κατασκευής δημοσίων κτιρίων και αποστολής πρεσβειών.
* Αποφασίζει για θέματα της επίσημης θρησκείας (ίδρυση νέων ναών, εισαγωγή της λατρείας ξένων θεοτήτων, μισθός ιερέων και ιερειών, εισαγωγή νέου τελετουργικού στις επίσημες λατρείες).
Όλοι οι νόμοι αρχίζουν με τη φράση "έδοξε τη βουλή καί τω δήμω" Κι αυτό σημαίνει ότι το κείμενο που ακολουθεί δεν προέρχεται από κάποια "επιστημονική" ανάλυση, ούτε είναι έργο ειδικών "τεχνοκρατών" (ή ηλεκτρονικών υπολογιστών). Αποφασίστηκε γιατί έτσι φάνηκε σωστό, "έδοξε", στο δήμο.
Ολες οι αποφάσεις παίρνονται από τον δήμο. Ακόμη και οι πιο σημαντικές, όπως η υιοθέτηση της ιδέας του Θεμιστοκλή για την κατασκευή του στόλου που οδήγησε στη νίκη της Σαλαμίνας - αυτές που, όπως λέει χαρακτηριστικά ο Κορνήλιος Καστοριάδης, "εμείς σήμερα, εν τη βλακεία μας, αναθέτουμε σε ειδικούς, στην κρίση των οποίων και μόνο επαφιόμαστε". Στη δημοκρατία, όλες οι καίριες αποφάσεις παίρνονται από τους πολλούς. Οι ειδικοί εκτελούν.
Η Εκκλησία συνερχόταν σε 4 τακτικές συνεδριάσεις στη διάρκεια κάθε "πρυτανείας" (βλ. πιο κάτω) δηλαδή 40 φορές το χρόνο.....
Κάθε πολίτης που ζητάει το λόγο, φοράει στο κεφάλι του στεφάνι από μυρτιά, για να είναι απαραβίαστος. Πρέπει, πάντως, να έχει πλήρη συνείδηση της ευθύνης του και να προσέχει πολύ τις εισηγήσεις του, διότι σε κάθε ψήφισμα αναφερόταν ποιός το είχε προτείνει ("ό τάδε είπεν") και ήταν δυνατόν, αργότερα, αν η εισήγησή του παρέσυρε το δήμο σε εσφαλμένη απόφαση, να τιμωρηθεί.
Στις αποφάσεις του δήμου δεν γινόταν κανένας έλεγχος. Όμως, με το πλέγμα των λοιπών επί μέρους θεσμών, μερικοί από τους οποίους αναφέρθηκαν ήδη, είχε ληφθεί μέριμνα ώστε η κυριαρχία που χάριζε στο δήμο το πολίτευμα, να μην αποβαίνει εις βάρος του. Και ήταν πράγματι σκληρές οι τιμωρίες για εκείνους που επιχειρούσαν να εκμεταλλευτούν την ισηγορία, για να επιτύχουν αποφάσεις αντίθετες προς το συμφέρον της πολιτείας.
Η Βουλή των πεντακοσίων
Η Βουλή αποτελεί τον κύριο φρουρό του πολιτεύματος και τον στενώτερο παραστάτη της Εκκλησίας. Επεξεργάζεται όλα τα θέματα καθώς και τους νόμους που πρόκειται να συζητηθούν από το δήμο, καταρτίζοντας τα "προβουλεύματα", απαραίτητα για την εισαγωγή οποιουδήποτε ζητήματος για συζήτηση και απόφαση στην Εκκλησία. Επειδή προετοιμάζει, κατά τον τρόπο αυτό, τις εργασίες της κυρίαρχης Εκκλησίας του δήμου, η Βουλή έχει λόγο σε όλα τα ζητήματα της πολιτείας, Επειδή δε έχει και την εποπτεία και τον έλεγχο των αρχών της πολιτείας, παρακολουθεί επίσης την εκτέλεση των αποφάσεων της Εκκλησίας.
Οι βουλευτές ήταν πολίτες ηλικίας 30 ετών και άνω και είχαν ετήσια θητεία.
Κάθε χρόνο, κληρώνονταν από τους δήμους καθεμιάς από τις δέκα φυλές 50 πολίτες ως βουλευτές, με αναλογική αντιστοιχία του αριθμού των βουλευτών στον πληθυσμό κάθε δήμου, άρα 500 συνολικά βουλευτές από όλες τις φυλές,
Με σειρά που οριζόταν επίσης με κλήρο, οι 50 βουλευτές κάθε φυλής γίνονταν "πρυτάνεις" (ένα είδος κυβέρνησης, δηλαδή) για διάστημα ίσο προς το 1/10 του έτους (35/36 ημέρες στα κανονικά, 38/39 στα εμβόλιμα) και η φυλή τους "πρυτανεύουσα" για το ίδιο διάστημα. Από τους πρυτάνεις αναδεικνυόταν, και πάλι με κλήρο, ανά ένας "έπιστάτης τών πρυτάνεων" για καθεμιά από τις ημέρες της πρυτανείας της φυλής, ο οποίος κρατούσε τη δημόσια σφραγίδα και τα κλειδιά των ιερών με το θησαυρό και τα αρχεία της πολιτείας και πρόηδρευε στη βουλή (καθώς και στην Εκκλησία του δήμου, εφ' όσον γινόταν την ημέρα που ήταν επιστάτης) . Hταν, δηλαδή, για μιά μόνο ημέρα, ό,τι περίπου ο σημερινός πρόεδρος της δημοκρατίας και ο πρωθυπουργός μαζί. Και αφού δεν υπήρχε ταξικός ή άλλος φραγμός στην εκλογή των βουλευτών, κάθε Αθηναίος πολί-της μπορούσε να υπολογίζει ότι στη διάρκεια της ζωής του ίσως έπαιρνε το υψη-λό αυτό αξίωμα.
Το αξίωμα του βουλευτή επιζητούσαν όλοι οι πολίτες, ως ιδιαίτερα τιμητικό. Και όχι ως προσοδοφόρο. Διότι ο "βουλευτικός μισθός" ήταν πολύ χαμηλός -πέντε οβολοί στην εποχή του Αριστοτέλη. Ηταν μια εργασία ιδιαίτερα επίπονη, με καθημερινή πολύωρη απασχόληση και το σπουδαιότερο, σε υψηλό βαθμό υπεύθυνη Γι αυτόν ακριβώς το λόγο κάθε βουλευτής, πριν αναλάβει υπηρεσία, περνούσε από ειδικό έλεγχο της προηγούμενης Βουλής, τη "δοκιμασία", όπου ελέγχονταν όλα όσα τον αφορούσαν: αν ήταν γνήσιος πολίτης, αν ήταν έντιμος, αν πλήρωνε τακτικά τους φόρους του, αν ήταν ευσεβής προς τους θεούς , αν είχε πάρει μέρος σε εκστρατείες και, τέλος, αν ήταν άψογη η συμπεριφορά του απέναντι των γονέων του. Μόνον αν αποδεικνυόνταν οτι πληρούσε όλες αυτές τις προυποθέσεις, κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, ακολουθούσε η "ψήφος" (έγκριση), οπότε ορκιζόταν και αναλάμβενε υπηρεσία. Με τη λήξη της θητείας τους λογοδοτούσαν όπως όλοι οι άρχοντες. .......................
Η Βουλή συνερχόταν καθημερινά (εκτός από τις εορτάσιμες και αποφράδες ημέρες), ενώ αν υπήρχε ανάγκη συνεδρίαζε και εκτάκτως, ακόμη και τη νύκτα, χωρίς περιορισμό χρόνου.
Το πολύπλευρο έργο της Βουλής υποστήριζε σειρά ολόκληρη υπαλλήλων και υπηρετών. Σπουδαίο πρόσωπο μεταξύ αυτών, που συμμετείχε και στις συνεδριάσεις της, ήταν ο γραμματέας της Βουλής ("γραμματεύς ό κατά πρυτανείαν"), θεματοφύλακας των κρατικών μυστικών. Το όνομά του αναφερόταν και στα ψηφίσματα ("ο τάδε έγραμμάτευεν"). Ηταν ο γενικός αρχειοφύλακας της πολιτείας (ψηφίσματα της Εκκλησίας και της Βουλής, δημόσια έγγραφα εν γένει), επίσημος πρακτικογράφος των αποφάσεων της Εκκλησίας και της Βουλής και υπεύθυνος για την πιστή αναγραφή των νόμων και των ψηφισμάτων στις μαρμάρινες στήλες.
Στη δικαιοδοσία και τα καθήκοντα της βουλής και των πρυτάνεων, ήταν η εποπτεία των πολυάριθμων ειδικών επιτροπών της πολιτείας, η επίβλεψη των αρχόντων και η στενή συνεργασία με τους στρατηγούς και τους άλλους ανώτατους άρχοντες.
Είχε δικαιοδοσία στην εξωτερική πολιτική και τη διπλωματία, οικονομικές αρμοδιότητες, ασκούσε τον έλεγχο των "αδυνάτων" (αναπήρων και ατόμων με ειδικές ανάγκες, θα λέγαμε), είχε, όμως, την κύρια φροντίδα του ναυτικού κλπ.
Στη δικαιοδοσία της ανήκε η πρώτη φάση της δοκιμασίας των εννέα αρχόντων, πλην του "γραμματέως τών θεσμοθετών" (η δεύτερη φάση, όπως και η δοκιμασία του "γραμματέως των θεσμοθετών" και των λοιπών αρχόντων, εκτός από τους εννέα, γινόταν από τα δικαστήρια). Αν ο υποψήφιος δεν εγκρινόταν από τη Βουλή, δεν επιτρεπόταν να αναλάβει το αξίωμα. Αν εγκρινόταν, ακολουθούσε νέα ψηφοφορία στο δικαστήριο και εφ' όσον ήταν κι αυτή θετική, επιτρεπόταν στον άρχοντα να αναλάβει τα καθήκοντά του.
Ο έλεγχος των αρχόντων έδινε μεγάλο κύρος στη Βουλή. Οποιοσδήποτε πολίτης μπορούσε να καταγγείλει έναν άρχοντα στη Βουλή. Ομως η κρίση της δεν ήταν οριστική. Είχε θεσπιστεί και το δικαίωμα της έφεσης ενώπιον της Εκκλησίας ή των δικαστηρίων.
Ξέρω πως το άρθρο αυτό ήταν μακροσκελές. Δεν ήταν όμως άρθρο γνώμης αλλά μελέτη, κατάθεση πληροφοριών. Νομίζω πως όποιος το διάβασε θα το βρήκε ενδιαφέρον είτε σαν κάτι καινούριο είτε σαν κάτι που βρισκόταν μπροστά στα μάτια του αλλά δεν το είχε προσέξει.
Σε επόμενη ανάρτηση θα δημοσιεύσω κι ένα ακόμε μέρος της μελέτης του Γιάννη Παναγιωτόπουλου (από το ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ) με τα δημόσια αξιώματα που κληρώνονταν και τα οποία υπηρετούσαν οι πολίτες ασκώντας έτσι στην πράξη το "Άρχειν και Άρχεσθαι" σαν υπεύθυνοι πολίτες.
Κι αφού δώσουμε (ίσως και με άλλα άρθρα) το περίγραμμα αυτής της εκπληκτικής διαδικασίας την οποία εφάρμοσαν οι αρχαίοι Έλληνες (σε όλες τις πόλεις επαναλαμβάνω) θα δούμε τον τρόπο που αυτή ακριβώς η διαδικασία καθόρισε και το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΑΥΜΑ, πως δηλαδή μπόρεσε να συμβεί αυτή η εκπληκτική άνθιση των τεχνών και των επιστημών και της φιλοσοφίας, μόνον εδώ και μονον εκείνα τα χρόνια. Πως, δηλαδή, για την μοναδική φωτεινή στιγμή στην ιστορία της ανθρωπότητας ευθύνεται ακριβώς αυτή η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ των Ελλήνων.