Πέμπτη 15 Απριλίου 2021

39 Δον Χουάν Ηρακλείδης (κεφ.11β)

Οι Οθωμανοί είναι υποχρεωμένοι να διαπραγματευθούν ώστε η πολιορκία να λήξει σύντομα αλλιώς κινδυνεύουν να χάσουν μεγάλες περιοχές τους που επαναστάτησαν ή ετοιμάζονται να επαναστατήσουν. Στη ναυαρχίδα Ρεάλ έρχονται επισκέπτες και μια νέα έκτακτη συνεδρία της Αδελφότητας προσδιορίζει τους νέους στόχους.

*********************************



 

κεφ. 11β

..........................................


Με εξαίρεση αυτές τις επιδρομές και τους σποραδικούς κανονιοβολισμούς, το υπόλοιπο στράτευμα ήταν σε αδράνεια. Ευτυχώς, είχα συντροφιά την Φουέντε. Τα βράδια κοιμόμασταν μαζί και την υπόλοιπη μέρα γινόταν ο στρατιώτης Βιτόριο. Ήμουν κοντά στον Δον Χουάν που ήταν ίσως ο πιο δραστήριος κι ο πιο ανυπόμονος απ’ όλους στην ιδιότυπη πολιορκία. Την ημέρα των επιδρομών δεχτήκαμε στη «Ρεάλ» την επίσκεψη του Ιουστίνου. Ανέβηκε στο πλοίο και μίλησε με τον Δον Χουάν και τους ναυάρχους που συνήθως βρίσκονταν στη γαλέρα μας. Κάναμε μια βόλτα πάνω στο κατάστρωμα της ναυαρχίδας. Φτάσαμε μέχρι την πρύμνη από όπου βλέπαμε καθαρά τους μιναρέδες της πόλης.

«Η Πόλη στο έλεος των κανονιών μας!» είπα. «Ποιος να το φανταζόταν….!»

«Πίστευες ποτέ ότι θα φτάναμε ως εδώ;» αναρωτήθηκε ο Ιουστίνος.

«Εγώ όχι. Ξέρω κάποιον όμως που το πίστευε» είπα.

«Τον Ηρακλείδη, ε; Ναι. Ο Ιάκωβος ήταν ο πρώτος, αν όχι κι ο μόνος, που αυτό το πίστευε.»

«Το σχεδίασε και το πραγματοποίησε, έστω και μετά τον θάνατό του» είπα.

«Αν δεν υπήρχαν ο Ηρακλείδης για να το σχεδιάσει κι ο Δον Χουάν για να το εκτελέσει, δεν θα ήμασταν ποτέ εδώ» είπε ο Ιουστίνος.

«Η τύχη ήταν με το μέρος μας» είπα.

«Τύχη; Χρειάζεται βέβαια κι αυτή, όμως το σχεδιάσαμε, η Αδελφότητα δούλεψε γι αυτό, δεν ήταν τύχη.»

«Σχεδιάσαμε την σύγκρουση και την κυνηγήσαμε. Η νίκη, όμως, στη Ναύπακτο δεν ήταν θέμα μόνο σχεδιασμού, ήταν και θέμα τύχης.»

«Σε αυτό δεν έχεις άδικο» παραδέχτηκε ο Ιουστίνος. «Είχε δίκιο ο Ροντρίγκες που έλεγε ότι άγνωστες λεπτομέρειες καθορίζουν την τύχη μιας τέτοιας ναυμαχίας.»

«Αν δεν μας ευνοούσε ο αέρας στην αρχή δεν θα είχαμε τόση ορμή» είπα. «Αν ο Ουλούτζ υπερφαλάγγιζε τον Ντ’ Όρια, μπορεί να ήταν όλα διαφορετικά.»

«Τρόμαξα όταν έμαθα ότι ο Ουλούτζ είχε βυθίσει τα πλοία της Μάλτας κι είχε βρεθεί πίσω μας» είπε ο Ιουστίνος.

«Ευτυχώς για μας, ήταν ήδη αργά για τον Πασά όταν το κατάφερε. Εκμεταλλεύτηκε την ανοησία του Ντ’ Όρια ν’ αφήσει κενά στις γραμμές μας, αλλά, τελικά δεν μας έβλαψε. Κι αυτό ήταν θέμα τύχης. Γι αυτό σου λέω, τίποτε δεν είναι βέβαιο σε τέτοιες ναυμαχίες» του είπα.

«Όμως είχαμε τον Δον Χουάν, είχαμε τις γαλεάσες των Βενετών, είχαμε την εφεδρεία του Αλβάρο. Δεν ήταν λίγα όλα αυτά. Είχαμε πολλά πλεονεκτήματα που έσπρωξαν την τύχη να μας βοηθήσει, αλλιώς ούτε αυτή δεν θα έφτανε.»

«Συν Αθηνά και χείρα κίνει» είπα.

«Σημασία έχει ότι το απίστευτο μακελειό μας έβγαλε νικητές!» είπε ο Ιουστίνος. «Η σωστή οργάνωση του αγώνα μας μάς οδήγησε μέχρις εδώ.»

«Χωρίς την επιμονή του Χουάν και τις πληροφορίες απ’ την Πόλη για τον στόλο του Ουλούτζ, πάλι δεν θα ήμασταν εδώ. Η νίκη μας θα έμενε ανεκμετάλλευτη. Ο Φίλιππος βιαζόταν να πάρει τον στόλο του πίσω στην Ισπανία» του είπα.

«Πραγματικά, αν δεν ήταν ο Δον Χουάν να νικήσει για δεύτερη φορά τον τουρκικό στόλο δεν θα γινόταν τίποτε. Όσο για τις πληροφορίες ότι ο στόλος δεν είναι αξιόμαχος, έπαιξαν μεγάλο ρόλο. Το αναγνωρίζουν όλοι» είπε ο Ιουστίνος. «Τώρα πρέπει να γίνει τώρα ένας καλός χειρισμός που να μας βάλει κι εμάς στο παιχνίδι. Πιστεύω ότι ο πρίγκιπας θα τα καταφέρει. Δυναμώνει η επανάσταση, μεγαλώνει κι ο φόβος των Τούρκων για μια εξωτερική επέμβαση. Το δίκτυο που έχουμε απλώσει στις αυλές δουλεύει για την υπόθεσή μας! Πιστεύω ότι όλα αυτά θα αποδώσουν. Θέλω πολύ να αναπνεύσω λίγο ελεύθερα πριν πεθάνω!»

Ο Ιουστίνος Βαρδάτης βρισκόταν τώρα στα εξήντα έξι του. Όταν κάναμε μαζί το ταξίδι από το Ναύπλιο για Κέρκυρα ήταν τριανταπέντε. Από τότε είχαν περάσει πάνω από τριάντα χρόνια, μια ολόκληρη ζωή μου φαινόταν.

«Άραγε, τι να κάνουν τώρα στην Κωνσταντινούπολη οι δικοί μας άνθρωποι;» αναρωτήθηκα.

«Θα δουλεύουν για ένα συμβιβασμό. Είναι η κατάλληλη στιγμή τώρα» είπε ο Ιουστίνος. «Ο Σοκουλού είναι ο μόνος που διατηρεί την ψυχραιμία του στην Πόλη.»

«Πρέπει να τα βρουν με τον Σοκουλού και τον Νέζη. Αυτοί κατευθύνουν τις τύχες των Οθωμανών τώρα» είπα. «Πες μου όμως για την εξέγερση, τι ξέρεις;»

«Στη Ραιδεστό έμαθα τα νέα» μου είπε. «Έχει ξεσηκωθεί η Γραικία! Ένα στράτευμα Ισπανών και Βενετών αποβιβάστηκε στην Ήπειρο και βαδίζει προς Θεσσαλονίκη. Οι χώρες στη Μολδοβλαχία δέχονται επιθέσεις από τυχοδιώκτες που τους στηρίζει η Αυστρία. Η εξέγερση επεκτείνεται κι οι Οθωμανοί πρέπει τώρα να νιώθουν πολύ στριμωγμένοι.»

«Οι δικοί μας;»

«Ο Μενάγιας πρέπει να έχει φτάσει τώρα στη Θεσσαλία κι ο Τσόμης απ’ την Χιμάρα στην Αχρίδα. Όλη η Μάνη είναι ελεύθερη. Οι αδελφοί Μελισσηνοί ελευθέρωσαν τον Μοριά. Οι Κυκλάδες, η Ρόδος και τα νησιά έχουν ξεσηκωθεί. Ακόμα και στη Σμύρνη και στον Τσεσμέ έχει ξεσπάσει επανάσταση! Οι Τούρκοι είναι τρομοκρατημένοι, ζητούν στρατό και γενίτσαρους παντού, αλλά, ο Σουλτάνος δεν μπορεί να τους καλύψει. Θέλει τον στρατό εδώ, στην Ισταμπούλ αλλά δεν μπορεί να αφήσει όλα τα μπεηλίκια απροστάτευτα.»

«Τα πράγματα λοιπόν πάνε καλά» συμπέρανα.

Εκείνη την ώρα πλησίασε η Φουέντε ντυμένη Βιτόριο. Κοίταξε τον Ιουστίνο και του έκλεισε το μάτι. Εκείνος δεν την κατάλαβε αμέσως κι αναγκάστηκα να του εξηγήσω. Έμεινε με το στόμα ανοιχτό.

«Κόμισσα Φουέντε!» είπε και παραλίγο να της δώσει χειροφίλημα. «Τι έκπληξη! Ήξερα πως ο πρίγκιπας έχει πάντα συντροφιά στις εκστρατείες του, δεν ήξερα ότι αυτό ισχύει και για τους υπασπιστές του!»

«Ο Χάρμος είναι εξαίρεση, είπε η Φουέντε» κι έφυγε.

Έπρεπε να τηρεί κάποια προσχήματα. Οι εμφανίσεις της στο κατάστρωμα ήταν μετρημένες. Ο Ιουστίνος με μακάρισε για την τύχη μου κι αφού συζητήσαμε λίγο ακόμα για τις εξελίξεις, αποχώρησε για πλοίο του.

Πέρασα στην κουκέτα και ξάπλωσα δίπλα της. Είχε βγάλει την χάλκινη γυαλιστερή περικεφαλαία. Τα κόκκινα σγουρά μαλλιά της χύνονταν πάνω στους ώμους της και γύρω απ’ το πρόσωπό της. Καθώς έβγαζε τον χάλκινο θώρακα και την στολή, έβλεπα το όμορφο κορμί της και το στιλπνό λευκό δέρμα της. Ένιωθα για μια ακόμη φορά ευτυχής που μπορούσα να την απολαμβάνω ολοκληρωτικά. Την φίλησα τρυφερά στο λαιμό και στο στήθος. Ύστερα την πήρα αγκαλιά πολύ τρυφερά και ξαπλώσαμε.

«Δεν θέλω να σε χάσω» της είπα.

«Θα είμαι πάντα μαζί σου Χαρμονιόζο, μην ανησυχείς.»

«Φοβήθηκα στη ναυμαχία» της είπα. «Φοβήθηκα πολύ.»

«Δεν ήταν και λίγο. Ένιωσα πως πεθαίνω, όμως εσύ με πήρες στην αγκαλιά σου και με έσωσες!»

«Τι τρελές που ήσασταν κι οι δυο» είπα ταραγμένος στη σκέψη αυτού που είχε συμβεί στη ναυαρχίδα του Αλή Πασά. «Τι απίστευτη αποκοτιά ήταν αυτή. Πηδήσατε δυο γυναίκες στη ναυαρχίδα του εχθρικού στόλου σαν να είσαστε πειρατές! Τι τρομερή ανοησία!»

Η «Ρεάλ» κι η «Σουλτάνα» είχαν κολλήσει η μία πάνω στην άλλη. Ήταν αδύνατο να ξεμπλέξουν όσες μανούβρες κι αν δοκίμασαν οι πλοηγοί. Και τότε κάποιος έδωσε το σύνθημα της επίθεσης. Πρώτοι οι Οθωμανοί με ξίφη υψωμένα εισέβαλαν στη γαλέρα μας. Έγιναν μάχες σώμα με σώμα. Ο Δον Χουάν τραυματίστηκε στον ώμο αλλά οι εισβολείς αποκρούστηκαν. Σμήνη βελών και τυφεκισμών κι από τις δυο πλευρές άρχισαν να δημιουργούν βουνά από πτώματα νεκρών στρατιωτών. Κάποια στιγμή οι δικοί μας απέκρουσαν τους εισβολείς και χίμηξαν στη τουρκική ναυαρχίδα για να σκοτώσουν Ουλούτζ. Σκαρφάλωναν πάνω σε μια μικρή σκαλωσιά και χιμούσαν ορμητικά στο κατάστρωμα της «Σουλτάνας». Ανάμεσά τους είδα τις περικεφαλαίες και τις στολές του λοχία Μάριου και του Βιτόριο. Οι δυο τρελές γυναίκες, η Μαρία η χορεύτρια και η κόμισσα Φουέντε βούτηξαν στη μάχη. Κρατούσαν λόγχες κι ορμούσαν άφοβα στο κατάστρωμα της τουρκικής ναυαρχίδας φλερτάροντας με τον ένδοξο θάνατο.

«Έτρεξες όμως πίσω μου, Χαρμονιόζο» είπε η Φουέντε τρυφερά. «Με έσωσες όταν δέχτηκα από εκείνον τον γενίτσαρο το βέλος στο στήθος.»

«Δεν θα άντεχα κι άλλη απώλεια Φουεντίνα. Μαζί σου πέθαινα κι εγώ!» της είπα.

«Η Μαρία πολεμούσε ώσπου δεν έμεινε ένας Τούρκος ζωντανός στη ναυαρχίδα του Αλή Πασά! Ο Δον Χουάν είπε ότι την ζήλευε γι αυτό που είχε κάνει.»

«Γιατί ο ίδιος, όσο κι αν θα το ήθελε, δεν μπορούσε να κάνει τέτοια αποκοτιά!» είπα.

Γι αυτόν, φυσικά, κάτι τέτοιο απαγορευόταν! Να εκτεθεί τόσο πολύ σε κίνδυνο ο αρχηγός του στόλου ήταν ανεπίτρεπτο. Για εκείνον δεν μετρούσε ο θάνατος, για τον στράτευμα, όμως, η ακεραιότητά του ήταν ύψιστη προτεραιότητα.

«Ήταν θηρίο στο κλουβί ο πρίγκιπας» είπε η Φουέντε.

«Είδες, όμως, τι έπαθαν οι Τούρκοι; Με τον θάνατο του Αλή Πασά έχασαν τον έλεγχο. Η απώλεια του αρχηγού σε μια τέτοια μάχη είναι καταστροφή» της είπα.

Πραγματικά, από τη στιγμή που κυριέψαμε την εχθρική ναυαρχίδα, γλιτώνοντας την δική μας, η νίκη δεν απείχε πολύ. Η μάχη έκλινε προς το μέρος μας κι ως την παύση του πυρός, η ναυμαχία εξελίχθηκε σε μια φοβερή σφαγή των Τούρκων. Από τις σαράντα χιλιάδες χριστιανών, χάθηκε ένας στους τέσσερις. Από τις πενήντα χιλιάδες των Τούρκων χάθηκαν οι μισοί ενώ χιλιάδες πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Δεν ήταν ότι τους λυπόμουν, όμως κάτι με έκανε να νιώθω πολύ άσχημα όσο τα σκεφτόμουν όλα αυτά.

«Χαρμονιόζο, δεν μου αρέσει ο πόλεμος» μού ’πε με ένα λυπημένο τόνο στη φωνή της.

«Δεν τον απέφυγες, όμως, κοντέσα» της υπενθύμισα σαν να την μάλωνα γι αυτό.

«Όταν ορμήσαμε με την Μαρία στη «Σουλτάνα» ένιωθα σαν θηρίο. Δεν ήμουν άνθρωπος εκείνη τη στιγμή!»

«Κι όμως, ο κόσμος έτσι βαδίζει, Φουεντίνα.. Με φωτιά και τσεκούρι γίνονται όλα! Σ’ αυτό δεν έχουν αλλάξει πολλά εδώ και χιλιάδες χρόνια» της είπα.

«Σκοτώθηκαν τόσο πολλοί!» συνέχισε. «Η θάλασσα είχε κοκκινίσει εντελώς. Κάποιοι έπεφταν στο νερό για να σωθούν και πνίγονταν από το αίμα και τα πτώματα. Κι όταν τελείωσε η μάχη, όσους έβρισκαν ακόμη ζωντανούς τους σκότωναν εν ψυχρώ. Τι είδους χριστιανοί ήταν αυτοί; Τι άνθρωποι είμαστε κι εμείς;»

«Και τι είδους μουσουλμάνοι είναι οι άλλοι που έκαναν τα ίδια στην Κύπρο;» ψιθύρισα.

Το σκεφτόταν. Όχι ότι συνέκρινε τις δυο βαρβαρότητες, αλλά, τρόμαζε με την ευκολία που κι η ίδια είχε μετατραπεί σε μηχανή θανάτου.

«Αυτός είναι ο πόλεμος, Πηγίτσα» ψιθύρισα. «Σ’ αυτόν δεν υπάρχει ευγενικός ούτε φιλεύσπλαχνος άνθρωπος, όλοι σκοτώνουν ή σκοτώνονται!»

«Κράτησέ με σφιχτά» μου ζήτησε με ψιθυριστή φωνή στο αυτί μου. «Έτσι ήθελα πάντα να πεθάνω, μέσα σε μια μάχη, κοντά σε αγαπημένα μου πρόσωπα.»

«Να πεθάνεις; Τι είναι αυτά που λες;» είπα ταραγμένος καθώς την έβλεπα να ξεψυχά στην αγκαλιά μου. «Δεν είναι ο θάνατος για σένα Φουεντίνα» της ψιθύρισα.

Κούνησα το κεφάλι για να ξυπνήσω από τον εφιάλτη που με στοίχειωνε κι ήρθα στα συγκαλά μου. Μιλούσαμε και ξεχνούσαμε τον πόνο μας ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Ζούσα μέσα σ’ ένα όνειρο που δεν ξεχώριζε καθόλου από την πραγματικότητα. Ζούσαμε ένα όνειρο ή ονειρευόμασταν; Δεν ήμουν βέβαιος για το τι από τα δυο συνέβαινε. Οι εξελίξεις πάντως έτρεχαν στην πολιορκημένη Κωνσταντινούπολη. Το καταλάβαμε την άλλη μέρα. Μια μεγάλη βάρκα του οθωμανικού ναυτικού με μια λευκή σημαία πλεύρισε το πλοίο μας. Μια αντιπροσωπεία Τούρκων ανέβηκε στο «Ρεάλ» και παρέδωσε επιστολή του Σοκουλού στον Δον Χουάν. Εκείνος τους περίμενε στη βασιλική καμπίνα με τους άλλους ναυάρχους. Εγώ ήμουν γραμματέας και μεταφραστής. Ο επικεφαλής τους προχώρησε, έκανε μια υπόκλιση κι έδωσε στον Δον Χουάν ένα κύλινδρο με περγαμηνή. Τα μάτια του συναντήθηκαν στιγμιαία με τα δικά μου κι άνοιξαν διάπλατα από την έκπληξη!

Ο Δον Χουάν πρόσεξε το έκπληκτο ύφος του Τούρκου και σάστισε νομίζοντας ότι ο ίδιος του προξένησε την έκπληξη. Παραξενεύτηκε, αλλά, αμέσως με είδε και κατάλαβε. Εγώ, που στεκόμουν ακριβώς πίσω του, ήμουν η αιτία που ο Οθωμανός απεσταλμένος τα είχε χάσει. Για να σταματήσει τις γκριμάτσες απορίας στο πρόσωπο του αγγελιαφόρου, γύρισε προς το μέρος μου και με ρώτησε.

«Γνωρίζεσαι λοχαγέ με τον κύριο;»

«Υψηλότατε, ο κύριος είναι ο γενίτσαρος που με έπιασε αιχμάλωτο στη Λευκωσία. Αυτός που με άφησε ελεύθερο!»

«Ο βασανιστής που μετά από λίγο έγινε φίλος σου; Αυτός που δεν δέχτηκε λύτρα;»

«Έτσι ακριβώς Κύριε. Είναι ο σπουδαίος Μελέκ Αχμέτ!»

Ο Μελέκ Αχμέτ δεν καταλάβαινε τι ακριβώς λέγαμε. Άκουσε το όνομά του και κατανόησε ότι μιλούσαμε γι αυτόν. Ο δραγουμάνος του προσπάθησε να του πει τι περίπου λέγαμε με τον πρίγκιπα. Ο Μελέκ τον διέκοψε.

«Ρώτα τον Αρχιναύαρχο, δραγουμάνε. Έχω την άδεια του να απευθυνθώ στον αφέντη Χάρμο;»

Ζητούσε την άδεια του πρίγκιπα να μου μιλήσει. Ο Δον Χουάν με ένα χαμόγελο του έδειξε πως, φυσικά, μπορούσε. Ο Μελέκ στράφηκε προς το μέρος μου.

«Ρωμιέ, τι δουλειά έχεις εσύ εδώ πέρα;» είπε μιλώντας στη ποντιακή διάλεκτο, έκπληκτος αλλά εμφανώς χαρούμενος. «Είσαι υπασπιστής του Κυρ-Ιωάννη;»

«Εγώ πάντως χάρηκα που σε ξαναείδα Μελέκ Αχμέτ» του είπα. «Εσύ;»

«Τι ρωτάς γκιαούρη;» έκανε. «Δεν βλέπεις αν χάρηκα; Αν δεν ήταν όλοι αυτοί εδώ θα σε αγκάλιαζα.»

«Τελείωσε τη δουλειά σου και θα τα πούμε μετά» του είπα. «Θέλω κι εγώ να σε αγκαλιάσω.»

Ζήτησα συγνώμη από τον Δον Χουάν για την διακοπή και έκανα πίσω.

«Εντάξει λοχαγέ, καταλαβαίνω την έκπληξη και των δυο σας. Θα τα πείτε αργότερα. Διάβασέ μου, τώρα, τι λέει αυτή η επιστολή.»

«Είναι από τον Πασά Σοκουλού Μεχμέτ, τον Μεγάλο Βεζίρη, Υψηλότατε. Προτείνει να συμφωνήσετε ανακωχή τριών ημερών για εμπιστευτικές συνομιλίες. Σαν τόπο συνάντησης προτείνει την Πριγκιπόνησο. Αν συμφωνήστε, θα εκδοθεί ένα φιρμάνι του Πασά και θα εκδώσετε κι εσείς την ίδια διαταγή. Η ανακωχή θα ισχύει από αύριο και για τρεις ολόκληρες ημέρες. Θα είναι πλήρης και ιερή!»

«Η πρόταση για την Πριγκιπόνησο είναι προαιρετική» συμπλήρωσε ο Μελέκ Αχμέτ. «Αν ο Κυρ-Ιωάννης θέλει κάπου αλλού, ο μεγάλος Βεζίρης δεν έχει αντίρρηση.»

«Τι σημαίνει ότι η ανακωχή θα είναι πλήρης και ιερή;» ρώτησε ο Δον Χουάν.

«Θα ισχύει για όλους και για όλα!» είπε ο Μελέκ Αχμέτ. «Θα απαγορεύονται κάθε είδους εχθροπραξία ακόμα και σε ατομικό επίπεδο!»

Ο Δον Χουάν δεν χρειάστηκε πολύ για να αποφασίσει. Έριξε μια ματιά δίπλα του στους στρατηγούς του, που έδειξαν να συμφωνούν, κι απάντησε αμέσως.

«Εμείς αποδεχόμαστε» είπε ο Δον Χουάν. «Συμφωνείτε κι εσείς Κύριοι;»

«Συμφωνώ» είπε ο Βενιέρι. «Είναι χρήσιμο κι αναγκαίο για τις διαπραγματεύσεις.»

«Βεβαίως συμφωνώ κι εγώ» είπε ο Ντ’ Όρια.

Συμφώνησε κι ο Κολόνα με ένα νεύμα. Ο Δον Χουάν γύρισε προς εμένα.

«Λοχαγέ, ετοιμάστε μια δική μας επιστολή που να λέει ότι από αύριο έχουμε ιερή ανακωχή. Θα είναι για τρεις μέρες όπως μας πρότεινε ο μεγάλος Σουλτάνος. Αν κάποιος πειράξει αντίπαλο στη διάρκεια αυτής της ανακωχής, θα χάσει αμέσως το κεφάλι του. Η συνάντηση ας γίνει στην Πριγκιπόνησο, 12 και 13 Οκτωβρίου, όπως θέλει ο Σοκουλού Μεχμέτ. Θα είμαστε εγώ και τρεις ναύαρχοί μου. Ας είναι ο μεγάλος Βεζίρης και τρεις έμπιστοι της επιλογής του από την Υψηλή Πύλη. Γράψε τώρα αυτή την επιστολή.»

«Φιλοξενήστε τους απεσταλμένους» είπε ο Βενιέρι.

Διέταξε έναν λοχαγό της φρουράς, να τους φροντίσει μέχρι να ετοιμαστεί η περγαμηνή του Δον Χουάν. Φρόντισα να μεταφράσω στην σουλτανική αντιπροσωπεία την απάντηση του Δον Χουάν. Τους είπα να περιμένουν για να πάρουν το γραπτό μήνυμα για τον Σοκουλού. Χαλαρώνοντας από την ένταση και την επισημότητα, ο Μελέκ Αχμέτ με πλησίασε ανοίγοντας τα χέρια του. Του ανταπέδωσα την αγκαλιά και κρατηθήκαμε έτσι σαν δυο αδέλφια που ξαναβρίσκονταν.

Τον πήρα στην καμπίνα μου. Δεν είχαμε πολύ χρόνο αλλά ήθελα να τον κεράσω ένα ποτό. Η Φουέντε, ντυμένη ως Βιτόριο, μας κέρασε ρακί. Ο Μελέκ κοίταζε τον Βιτόριο με ένα βλέμμα περίεργο αλλά δεν είπε τίποτα. Ήπιαμε και μιλήσαμε λίγο.

«Μπορούσα, λοιπόν, να έχω βγάλει μια περιουσία από εσένα» είπε χαμογελώντας ο Αμπχάζιος. «Καλά μου τό ’χες πει! Χαλάλι όμως!»

«Σε είχα προειδοποιήσει αλλά εσύ ήθελες να είσαι ο ανοιχτοχέρης κι ο γαλαντόμος.»

«Έκανα πολύ σωστά που σε ελευθέρωσα, Ρωμιέ» μου είπε. «Οι γνωριμίες σου με έφεραν τώρα εδώ στη ναυαρχίδα του Κυρ-Ιωάννη. Έγινα μεσολαβητής χάρη στις συνεννοήσεις του Σεϊτάνογλου με τον Σοκουλού.»

«Τι συνεννοήθηκαν αυτοί οι δυο;» τον ρώτησα.

«Βρήκαν τον τρόπο να αποχωρήσει γρήγορα ο Κυρ-Ιωάννης με τον στόλο. Όσο μένει εδώ τα πράγματα γίνονται πολύ άσχημα για το σουλτανάτο» είπε ο Μελέκ.

«Τι σκοπεύουν να του δώσουν;» τον ρώτησα.

«Μια συνθήκη ειρήνης για πολλά χρόνια. Δέχονται να συζητήσουν για ένα υποτελές κράτος για εσάς τους Γραικούς. Έτσι μου είπαν ο Σεϊτάνογλου και η Ελένη.»

Μια άγρια χαρά με κυρίευσε. Τα ανταλλάγματα αυτά ήταν ό,τι ακριβώς ζητούσαμε. Ένα κράτος, έστω και υποτελές! Το όνειρο του Ιάκωβου, το όνειρο όλων μας ήταν πια πολύ κοντά στην υλοποίησή του…

«Αλήθεια; Συζητούν για ρωμαίικο κράτος;»

«Ναι ντε. Δεν μου λες Χάρμο, μήπως θέλεις να γίνεις και Βεζίρης;»

«Τέτοιες φιλοδοξίες τις αφήνω για σένα Μελέκ» είπα. «Εσύ έχεις βάλει πλώρη για Βεζίρης και στο εύχομαι.»

«Το ίδιο μου ευχήθηκαν κι οι καλοί σου φίλοι στην Ισταμπούλ» μου είπε γελώντας.

«Έγινες φίλος των φίλων μου τώρα, Μελέκ;»

«Είναι καλές και χρήσιμες γνωριμίες, μια μέρα θα με βοηθήσουν πολύ!»

Ο Βιτόριο μας έβαλε λίγη ρακί ακόμη. Ο Μελέκ κοίταξε τον καμαρότο καλά-καλά. Με κοίταξε με ένα βλέμμα από παράξενο ως πονηρό. Μόλις απομακρύνθηκε ο Βιτόριο έσκυψε και μου ψιθύρισε σαν να φοβόταν μη μας ακούσει.

«Τι είναι ετούτος, βρε, ο γυναικωτός;»

«Γιατί μιλάς σιγά γενίτσαρε;» τον ρώτησα. «Κανείς εδώ δεν ξέρει τουρκικά.»

«Πες μου, ρε άπιστε γκιαούρη, αυτός ο καμαρότος είναι κανένα γιουσουφάκι;»

Η αλήθεια είναι ότι η Φουέντε-Βιτόριο φερόταν πολύ διαφορετικά από ό,τι συνήθως. Δεν έκρυβε την γυναικεία της φύση όση ώρα πήγαινε κι ερχόταν μέσα στη καμπίνα μου. Είχε ακούσει ότι ο Οθωμανός ήταν φίλος μου κι είχε αποφασίσει η αθεόφοβη να παίξει μαζί του. Ο Μελέκ είχε καταλάβει ότι κάτι έτρεχε αλλά δεν μπορούσε να φανταστεί την αλήθεια. Γυναίκα σε ναυαρχίδα ήταν κάτι αδιανόητο. Στις τουρκικές ναυαρχίδες υπήρχαν γιουσουφάκια. Ήταν νεαρά αγόρια, σκλάβοι, ερωτικά αντικείμενα του πόθου των πασάδων.

«Γιατί το λες αυτό;» τον ρώτησα χαμογελώντας.

«Γιατί κουνιέται πολύ» μου απάντησε.

«Βιτόριο, έλα κοντά μας» είπα.

Η Φουέντε ήρθε κοντά και κάθισε δίπλα μου. Με άφησε να βγάλω από το κεφάλι της τον σκούφο που φορούσε όταν δεν είχε περικεφαλαία. Τα κόκκινα μαλλιά της χύθηκαν όμορφα στους ώμους της.

«Η κυρία είναι η κόμισσα Φουέντε» είπα κάνοντας τις συστάσεις. «Ο αφέντης από εδώ είναι φίλος μου, μελλοντικός βεζίρης της αυτοκρατορίας των Οθωμανών. Είναι ελευθερωτής μου κι αγάς των γενιτσάρων, ο Μελέκ Αχμέτ.»

Ο Οθωμανός έμεινε για άλλη μια φορά κάγκελο.

«Κυρία μου, Σινιόρα, enchanté» της είπε.

Σχεδόν δάγκωσε το χέρι της προσπαθώντας να δώσει χειροφίλημα όπως ήξερε ότι κάνουν στη Δύση.

«Εντάξει στρατηγέ, εντάξει. Tout est bien» είπε η Φουέντε τραβώντας το χέρι της προσεκτικά. «Χαίρομαι κι εγώ πολύ! enchanté aussi!»

Ο γενίτσαρος γύρισε προς το μέρος μου.

«Ρε αθεόφοβε, κουβαλάς αυτή την υπέροχη γυναίκα μαζί σου; Ο κυρ-Ιωάννης το ξέρει αυτό;»

«Ο Υψηλότατος έχει παρέα την Μαρία Μπαλαϊδόρα την χορεύτρια» του είπα. «Είναι μια υπέροχη εικοσάχρονη γυναίκα που είναι φίλη με την κόμισα.»

«Και … πώς μας νικήσατε, βρε;» απόρησε ο Μελέκ.

«Η τύχη πάει με τους τολμηρούς και τους νέους, φίλε μου» του είπα.

Προσπαθούσε να χωνέψει ότι ο Κυρ-Ιωάνης νίκησε τον οθωμανικό στόλο με γυναικεία συντροφιά στην καμπίνα του. Στα μάτια του, ο νεαρός πρίγκιπας ψήλωνε πολύ. Ίσως και να γινόταν ισοδύναμος του Μπαρμπαρόσα!

«Η αλήθεια είναι ότι ο κυρ-Ιωάννης είναι μεγάλος στρατηγός. Ο θρύλος του συγκρίνεται μόνο με τον Χαϊρεντίν!» είπε ο Μελέκ. «Εδώ στην Ισταμπούλ όλοι τον βρίζουν, αλλά, στα κρυφά τον εκτιμούν και τον θαυμάζουν!»

Η ώρα είχε περάσει. Η Μαρία ήρθε για να μου πει ότι με ήθελαν για την μετάφραση της απαντητικής επιστολής. Την είχαν συντάξει οι ναύαρχοι. Πριν φύγω είπα στην Μαρία να περάσει μέσα. Είχα καταλάβει ότι είχε χτυπήσει την πόρτα για να δει από κοντά πως είναι ένας γενίτσαρος όταν δεν πολεμά.

«Πέρνα μέσα Μαρία» της είπα. «Έλα να γνωρίσεις τον φίλο μου τον αφέντη Μελέκ.»

«Μάριο με λένε» έκανε μπαίνοντας.

«Σωστά, αλλά, βγάλε το σκούφο σου να δει ο φίλος μου τα όμορφα μαύρα μαλλιά σου!»

Η Μαρία που είχε δει τη Φουέντε με λυτά τα μαλλιά της στους ώμους, χαμογέλασε. Έβγαλε το σκούφο της, πέταξε και το μουστάκι που είχε κολλήσει στο χείλος της. Μια πανέμορφη νεαρή -βγαλμένη λες από πίνακα του Μποτιτσέλι- εμφανίστηκε μπροστά στα μάτια του Μελέκ. Τους σύστησα.

«Μαρία, ο φίλος μου Μελέκ Αχμέτ, άρχοντας από την Ισταμπούλ! Με αιχμαλώτισε στην Λευκωσία αλλά έγινε φίλος μου και με απελευθέρωσε χωρίς να πάρει δεκάρα για λύτρα! Μελέκ, από εδώ η Μαρία Μπαλαϊδόρα.»

«Χαίρω πολύ! enchanté» είπε ο γενίτσαρος τρελαμένος.

«Η Μαρία είναι φίλη μου κι ερωμένη του πρίγκιπα.»

«Είσαι πολύ όμορφη κι εσύ όπως και η φίλη σου» είπε ο Μελέκ προσπαθώντας να εκφραστεί ελεύθερα.

Είχε πάθει ένα πολιτισμικό σοκ. Έλεγε κομπλιμέντα κι εγώ τα μετέφραζα στα ισπανικά.

«Σε περιμένουν, λοχαγέ» μού θύμισε η Μαρία.

Γύρισε προς τον γενίτσαρο και μετά σε μένα και με παρακάλεσε να μεταφέρω τα λόγια της.

«Εσείς Κύριε» του είπε η Μαρία «ας περιμένετε εδώ. Οι ναύαρχοι ετοιμάζουν την απάντηση για τον Μεγάλο Βεζίρη.»

«Μα … δεν είναι σωστό» πήγε να πει ο Μελέκ.

«Ποιο πράγμα δεν είναι σωστό Κύριε» είπε η Φουέντε. «Ποιο το πρόβλημα να είστε με δυο στρατιώτες του ισπανικού στρατού. Ευκαιρία να μας πείτε μερικά μυστικά του πολέμου και του σουλτανικού χαρεμιού.»

«Αν είναι έτσι ...» είπε ο Μελέκ.

«Μιλάτε κάποια γλώσσα εκτός από τα τουρκικά;»

«Ποντιακά! … και λίγα αρμένικα.»

«Ξέρει δυο τρεις λέξεις γαλλικά αλλά είναι καλύτερα να συνεννοηθείτε με νοήματα» της είπα.

Ετοιμάσαμε την απάντηση όπως την ήθελε ο Δον Χουάν. Τρεις μέρες ανακωχή, ελευθερία μετακινήσεων και συζητήσεις στην Πριγκιπόνησο. Γύρισα στην καμπίνα όπου η Φουέντε και η Μαρία περνούσαν τον καημένο Μελέκ Αχμέτ από κανονική ανάκριση. Μιλούσαν με νοήματα, σχέδια και λίγα γαλλικά.

«Φεύγουμε» του είπα.

Οι δυο κοπέλες έβαλαν τους σκούφους και τα κράνη τους, τακτοποίησαν τα ρούχα τους. Η Μαρία ξανακόλλησε και το μουστάκι στο χείλος της. Βγήκαμε από την καμπίνα μου και συνοδέψαμε τον Μελέκ Αχμέτ στη βάρκα του.

«Μόλις υπογραφεί η συνθήκη ειρήνης, θα προσπαθήσω να έρθω στην Πόλη» του είπα. «Θα πάμε ξανά σε μια ταβέρνα. Όμως δεν ξέρω σίγουρα αν θα τα καταφέρω.»

«Θα σε πάω στο Αρναούτκιοϊ» μου είπε.

Γύρισε προς τις δυο κοπέλες.

«Κυρίες μου, δεν ξέρω αν θα μπορέσετε να βγείτε από το πλοίο, σας προσκαλώ, όμως, κι εσάς στην Ισταμπούλ. Αν έρθετε, εγώ θα βρω τρόπο να σας βάλω στο χαρέμι. Έχω γνωστό μου τον αρχιευνούχο!»

«Ίσως δεν μπορέσουμε, Μελέκ» του είπα. «Πρέπει να είμαι συνέχεια παρών στις συνομιλίες! Εσύ, μην πεις πουθενά για αυτά που είδες, δεν θα αρέσει καθόλου στον Δον Χουάν να τον σχολιάσουν εξ αιτίας μου.»

«Να με κάψει ο Αλλάχ αν ανοίξω το στόμα μου» είπε. «Θα σε περιμένω. Αν μπορέσεις θα έρθεις, αλλιώς θα βρεθούμε στο μέλλον, δεν θα χαθούμε Ρωμιέ!»

«Όπως το είπες, αν μπορέσω θα έρθω» υποσχέθηκα.

«Χαιρετώ τους Ισπανούς στρατιώτες» είπε προς τη Μαρία και τη Φουέντε. «Enchanté!»

«Σε χαιρετούμε κι εμείς Μελέκ Αχμέτ» του είπαν.

«Γεια σου φίλε μου» τον αποχαιρέτησα κι εγώ.

Δεν είπαμε λέξη για τη Διονυσία ή την Δηιάνειρα, αν κι η παρουσία του μου τις θύμιζε συνεχώς. Ίσως κι η Πόλη να μου τις θύμιζε έντονα γι αυτό και δεν σκόπευα να βγω έξω από το πλοίο. Εδώ είχα την Φουέντε να με παρηγορεί και τις εξελίξεις για να με κάνουν να ξεχνιέμαι.

...........(συνεχίζεται) .........

 

*********************************

Αύριο Παρασκευή το τελευταίο μέρος του 11ου κεφαλαίου.

Τετάρτη 14 Απριλίου 2021

38 Δον Χουάν Ηρακλείδης (κεφ.11α)

Στο τρίτο μέρος (κεφάλαια 11 και 12) η μυθοπλασία μας παρεκκλίνει από την πραγματική ιστορία. Δεν είναι τα πράγματα ΟΠΩΣ ΕΓΙΝΑΝ αλλά ΟΠΩΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ. Οι προϋποθέσεις υπήρχαν, η νίκη στη Ναύπακτο είχε ανοίξει διάπλατα τον δρόμο για την Κωνσταντινούπολη και σχέδια είχαν καταρτιστεί. Όμως το πολιτικό σκηνικό δεν επέτρεψε αυτή την προέλαση. Στο βιβλίο, υπάρχει μια αδελφότητα που το ελέγχει και κάνει τα πράγματα να λειτουργήσουν αλλιώς. Πάντοτε, σύμφωνα με την διήγηση του Χάρμου όπως αυτός καταγράφει τα γεγονότα που "βλέπει" και που "ζει".     

Ο χριστιανικός στόλος, μετά την Ναυμαχία της Ναυπάκτου και την συντριβή του στόλου των Οθωμανών δεν μένει άπραγος, όπως κατέγραψε η συμβατική ιστορία. Εξουδετερώνει τον νέο στόλο που έχρισε βιαστικά ο Σελίμ και με σχέδιο πλέει προς την ανυπεράσπιστη Κωνσταντινούπολη. Οι Οθωμανοί απειλούνται για πρώτη φορά στην ιστορία τους. Κι ο φόβος τους είναι δικαιολογημένος.

*****************************

Οι νικητές της ναυμαχίας της Ναυπάκτου, Δον Χουάν, Κολόνα και Ντ' Όρια

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11: ΣΤΟΝ ΒΟΣΠΟΡΟ

Η ναυαρχίδα «Ρεάλ» του ισπανικού στόλου μπήκε στο Βόσπορο αργά. Ελλιμενίστηκε σε σχετικά ρηχά νερά ακριβώς έξω από τον Κεράτιο κόλπο, όταν πια έπεφτε το βράδυ. Ήταν φωτισμένη παντού, με μια σειρά αναμένων πυρσών, στην πλώρη στην πρύμνη και στις κουπαστές. Πολλές βάρκες έπλεαν γύρω για προστασία από πυρπολικά που θα ήθελαν, ενδεχομένως, να την ανατινάξουν. Στο μεγάλο μπροστινό λευκό πανί της, ένας κόκκινος σταυρός τόνιζε τις προθέσεις της. Το μεγάλο γαλάζιο παπικό λάβαρο έδειχνε την προέλευσή της. Οι πυρσοί άναβαν πίσω από το λευκό πανί με τον κόκκινο σταυρό κι έφτιαχναν ένα φαντασμαγορικό σκηνικό.

Στο σκοτάδι της νύχτας, μπροστά στα τείχη της Πόλης, μέσα στη θάλασσα, στεκόταν ο τεράστιος κόκκινος σταυρός Έμοιαζε να πλέει φλεγόμενος στα ήσυχα νερά ζωντανεύοντας τα λάβαρα των θρυλικών σταυροφόρων. Ο Γοδεφρείδος ντε Μπουγιόν που ελευθέρωσε πρώτος την Ιερουσαλήμ το 1099 ήταν κάπου εδώ γύρω. Ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας, πρώτος Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης τριγύριζε κι αυτός εδώ κοντά. Πλάι στους νεκρούς, ο νέος σταυροφόρος που είχε φτάσει εδώ με την ναυαρχίδα του, ήταν ο Δον Χουάν της Αυστρίας. Αυτή η ναυαρχίδα όμως δεν ήταν μόνη. Γύρω από το «Ρεάλ» του Δον Χουάν άλλες διακόσιες γαλέρες είχαν ανάψει πυρσούς. Δεν ήταν τόσοι όσοι εκείνοι της ναυαρχίδας αλλά και πάλι ήταν αρκετοί να μοιάζουν με ένα τεράστιο φίδι μέσα στη νύχτα. Το φίδι περιέσφιγγε την πρωτεύουσα των Οθωμανών από τη θάλασσα κι απειλούσε να την πνίξει.

Ήταν ένα φθινοπωρινό Κυριακάτικο πρωινό στις 5 του Οκτώβρη του 1572. Τα πρώτα λευκά πανιά με τους κόκκινους σταυρούς είχαν φανεί καθαρά από την τρομοκρατημένη Πόλη. Είχαν μαθευτεί τα νέα που ήταν ακόμη χειρότερα. Η Ρούμελη(i) είχε επαναστατήσει σχεδόν ολόκληρη. Στόλος οθωμανικός δεν υπήρχε πουθενά κι ο στρατός δεν ήξερε σε ποιο μέτωπο να πολεμήσει πρώτα. Ποτέ άλλοτε η οθωμανική αυτοκρατορία δεν είχε βρεθεί σε τόσο δύσκολη θέση.

Τώρα το βραδάκι, είχαμε πιάσει θέσεις στρέφοντας τα κανόνια προς τα τείχη και προς τα ατείχιστα σημεία της Πόλης, Ανάψαμε τους φανούς επίτηδες για να κάνουμε εντυπωσιακό το θέαμα. Ο καιρός ήταν ακόμη ζεστός κι ο χειμώνας φαινόταν πως θα αργούσε να έρθει κι αυτή τη χρονιά. Ένας χρόνος είχε περάσει από την Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Εκεί οι δυνάμεις των Χριστιανών είχαν νικήσει κι είχαν εξοντώσει στην ιστορική ναυμαχία τον μουσουλμανικό στόλο. Μεθαύριο στις 7 Οκτώβρη γιορτάζαμε την επέτειο εκείνης της μεγάλης νίκης. Ήταν μια ναυμαχία αντάξια εκείνων της Σαλαμίνας και του Άκτιου με τις κοσμοϊστορικές συνέπειες. Ο Δον Χουάν κι η Αδελφότητα πιστεύαμε ότι η ναυμαχία στη Ναύπακτο θα είχε κι αυτή τις ίδιες συνέπειες. Δεν πίστευαν όμως το ίδιο ο Σουλτάνος κι ο Σοκουλού εδώ στην Πόλη, ούτε κι ο Φίλιππος στην μακρινή Μαδρίτη. Οι Οθωμανοί ηγέτες ήθελαν μιαν αναδιοργάνωση της αυτοκρατορίας τους. Ο Φίλιππος της Ισπανίας ζητούσε να τελειώσει η επικίνδυνη εμπλοκή του στόλου του τόσο βαθιά στην Ανατολή.

Αν δεν υπήρχαμε ο Δον Χουάν κι εμείς να αλλάξουμε ριζικά αυτές τις πεποιθήσεις, η ιστορία θά ’χε γραφτεί αλλιώς. Η ναυμαχία της Ναυπάκτου θα περνούσε στην ιστορία σαν «η μάχη που δεν οδήγησε πουθενά». Όμως όλα είχαν οργανωθεί καλά εδώ και πολλά χρόνια. Επικεφαλής των νικητών ήταν ο Δον Χουάν, με τις ικανότητες, την φιλοδοξία και την προσήλωσή του στον στόχο μας. Ήθελε την οριστική νίκη επί των Τούρκων και τη δημιουργία ενός ελληνικού κράτους. Η εξέγερση δεν έγινε για πλιάτσικο όπως τις άλλες φορές, ήταν μια συνειδητή προσπάθεια να βοηθηθεί η σταυροφορία.

Αν δεν υπήρχαν αυτά, οι εξελίξεις θα είχαν πάρει άλλο δρόμο. Η Οθωμανική αυτοκρατορία θα είχε απαλλαγεί από τον χριστιανικό στόλο με την εθελούσια αδράνειά του. Η εξέγερση των Ελλήνων και των σκλάβων του Οθωμανού θα είχε πνιγεί στο αίμα για μια ακόμη φορά. Η ήττα θα περνούσε ανώδυνα σαν μια ευκαιρία που κανείς δεν εκμεταλλεύτηκε.

Ο Σουλτάνος είχε φτιάξει με πραγματικά εκπληκτική ταχύτητα ένα νέο στόλο. Ήξερε πως δεν μπορούσε να αφήσει για πολύ καιρό τον θαλάσσιο δρόμο για την Κωνσταντινούπολη ανυπεράσπιστο. Ο νέος του στόλος, βέβαια, δεν ήταν σαν κι εκείνον που είχε χάσει. Δημιουργούσε όμως την εντύπωση ότι ο Σουλτάνος ήταν ακόμη κραταιός στην θάλασσα. Ο Φίλιππος, με τα κρατικά του ταμεία χρεωμένα, έψαχνε για πόρους στην αμερικανική ήπειρο. Ανησυχούσε μήπως κι εμπλακεί σε νέα πολεμική περιπέτεια. Η βόρεια Αφρική, η Τύνιδα και το Αλγέρι τον ένοιαζαν πολύ περισσότερο με Αγίους Τόπους σε σύγκριση με την Ρούμελη.

Ο Σοκουλού εκείνον τον χειμώνα του 1571 προς 1572 στήριξε τον σουλτάνο Σελίμ που το είχε μεγάλη ανάγκη. Η ήττα παρά λίγο να τον καταρρακώσει. Ο Σοκουλού έβαλε μπροστά ένα σχέδιο άμεσης κατασκευής γαλερών. Χρησιμοποίησε όλους τους διαθέσιμους πόρους της αυτοκρατορίας και τα κατάφερε. Μαζί με τα ογδόντα πλοία που είχαν διασωθεί από την συντριβή στη Ναύπακτο, έφτιαξε μιαν αξιοπρεπή δύναμη. Είχε περίπου διακόσιες πενήντα γαλέρες. Ο Καντακουζηνός κι η Ελένη παρακολούθησαν την ανακατασκευή του στόλου τους πρώτους μήνες του 1572. Κατάφεραν να μάθουν και να δώσουν πολύτιμες πληροφορίες στον Δον Χουάν. Ο Ουλούτζ Αλή, ο μόλις διασωθείς της Ναυπάκτου, είχε φέρει στην Ισταμπούλ το λάβαρο των ιπποτών της Μάλτας. Χάρη σε αυτό είχε γίνει ο νέος καπουδάν πασάς. Σώζοντας το γόητρο του Σουλτανάτου, πήρε το όνομα Κιλίτζ Αλή, δηλαδή «ρομφαιοφόρος». Ο νέος αρχικαπετάνιος ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1572 για τις δυτικές ελληνικές ακτές. Είχε τις διακόσιες πενήντα γαλέρες. Ανάμεσα σ’ αυτές οι οχτώ ήταν γαλεάσες, δηλαδή πλοία-μαούνες με την πολύ σημαντική ισχύ.

Ο Κιλίτζ Αλή διέσχισε την Προποντίδα και το Αιγαίο κι έφτασε στα όρια με το Ιόνιο πέλαγος. Ο σκοπός του ήταν να κάνει επίδειξη δύναμης στους σταυροφόρους. Ήθελε να στείλει το μήνυμα ότι η αυτοκρατορία είχε επιτυχώς επουλώσει τις πληγές της. Στόχος του ήταν να ανακτήσει την κυριαρχία στη θάλασσα ή, έστω, να αναχαιτίσει μια ναυτική επιδρομή στο Αιγαίο. Ήθελε να καθυστερήσει τους σταυροφόρους μέχρι να υποταχτούν οι εξεγερμένοι στην ξηρά.

Το δίλημμα στο χριστιανικό στρατόπεδο ήταν αν θα επιτίθεντο ή αν θα έκαναν πίσω. Αν κυνηγούσαν τις γαλέρες του Κιλίτζ Αλή θα επιβεβαίωναν την περσινή μεγάλη νίκη. Αν απέφευγαν τη μάχη, θα άφηναν τον πασά να γυρίσει πίσω και θα απεμπολούσαν το περσινό πλεονέκτημα. Ο χριστιανικός στόλος είχε ξεχειμωνιάσει στη νότια και δυτική Ελλάδα. Εκεί έφτασαν στα χέρια μου οι πληροφορίες για τις αδυναμίες του νέου οθωμανικού στόλου. Ήρθαν με ένα γρήγορο εμπορικό, ναυλωμένο από τον Καντακουζηνό για να μεταφέρει δήθεν μπαχαρικά και μετάξια. Πήρα επιστολές της Ελένης και του Μητροφάνη και τις έδωσα αμέσως στον Δον Χουάν. Φυσικά, υπήρχαν τα συγχαρητήρια για την νίκη κι οι ευχές για νέες νίκες των χριστιανικών στρατευμάτων. Ο Μητροφάνης έγραφε καθαρά ότι ο δρόμος προς την Πόλη ήταν πλέον ανοιχτός. Η επιστολή της Ελένης περιείχε μια πολύ αναλυτική περιγραφή των ελλείψεων του σουλτανικού στόλου.

«Είναι έτσι λοχαγέ;» με ρώτησε ο πρίγκιπας όταν τα διάβασε. «Μήπως οι Τούρκοι άφησαν να ξεφύγουν επίτηδες κάποιες λάθος πληροφορίες;»

«Μα … πώς θα φτιαχνόταν αυτός ο νέος στόλος εκ του μηδενός και τόσο γρήγορα, Υψηλότατε; Μέσα σε ένα χειμώνα εκατόν πενήντα γαλέρες είναι τεράστιο νούμερο. Δεν φαίνεται καθόλου παράξενο να υπάρχουν αυτές οι ελλείψεις.»

«Σωστό αυτό» είπε ο Δον Χουάν. «Δεν θα μπορούσε να έχει γίνει κι αλλιώς, είτε θα έχουν αυτές τις ελλείψεις ή κάποιες άλλες αναγκαστικά.»

«Οι πηγές τους είναι αξιόπιστες, εξάλλου δεν θα μας έλεγαν ψέματα ποτέ» του είπα.

Η αναφορά της Ελένης στηριζόταν σε συζητήσεις τους με έμπειρους Γενουάτες και Βενετούς εμπόρους. Επίσης είχαν μιλήσει και με τον πολύ πρεσβευτή των Γάλλων. Όλοι είχαν παρατηρήσει ελλείψεις. Τα ξύλα που είχαν χρησιμοποιηθεί στα ναυπηγεία ήταν ακόμη πράσινα, δηλαδή ακατάλληλα. Τα κανόνια ήταν χυμένα με υλικό που είχε σκουριές, επομένως θα ήταν προβληματικά. Οι κωπηλάτες δεν ήταν έμπειροι καθώς πολλοί από αυτούς δεν είχαν ξανακάνει σε γαλέρες. Οι Τούρκοι τους είχαν επιστρατεύσει από τα χωριά της υπαίθρου. Με τέτοιες αδυναμίες ο μουσουλμανικός στόλος θα ήταν εύκολη λεία για τον χριστιανικό. Οι σταυροφόροι προέρχονταν από μια μεγάλη νίκη, είχαν πίστη, ενθουσιασμό κα την εμπειρία μιας πραγματικής ναυμαχίας. Η αναφορά αυτή ήταν κρίσιμη για να πάρει ο Δον Χουάν τις αποφάσεις του.

Ο Κιλίτζ Αλή κρυβόταν στην Ελαφόνησο της Μάνης κι έβγαινε για μικρές επιδρομές. Ο Δον Χουάν έκανε ότι αναχωρεί για να βγάλει τον οθωμανικό στόλο από τον κρυψώνα του. Με μια αριστοτεχνική μανούβρα έπεσε πάνω του με ορμή. Οι Τούρκοι πανικοβλήθηκαν, έχασαν τη διάταξή τους κι έφυγαν. Τα κανόνια τους δεν σημάδευαν σωστά, τα πλοία δεν υπάκουαν όπως έπρεπε. Οι γαλεάσες-μαούνες δεν βρήκαν παρατεταγμένο στόλο σε ήρεμη θάλασσα και δεν εκμεταλλεύτηκαν την ισχύ τους. Οι κωπηλάτες δεν συντονίζονταν με αποτέλεσμα οι ελιγμοί των τουρκικών πλοίων να είναι προβληματικοί. Οι απώλειές τους δεν ήταν μεγάλες αλλά η ήττα τους ήταν και πάλι αναμφισβήτητη.

Πολλές τουρκικές γαλέρες εγκλωβίστηκαν στην Πύλο όπου κατέφυγαν κι αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Ένα μέρος του μουσουλμανικού στόλου διέφυγε προς τα δυτικά. Πενήντα γαλέρες βυθίστηκαν, ογδόντα αιχμαλωτίστηκαν, κι εβδομήντα διέφυγαν προς την Τυνησία. Ο υπόλοιπος στόλος με πλήρωμα άπειρο και όχι ετοιμοπόλεμο, εγκλωβίστηκε μεταξύ Πάτρας και Ζακύνθου. Εκατό γαλέρες υπό τον Ντε Γκαρθία του Τολέδο ήταν αρκετές για να κρατήσουν τον Κιλίτζ Αλή άπρακτο στο Ιόνιο. Ο δρόμος για την Κωνσταντινούπολη ήταν ορθάνοιχτος πλέον και χωρίς κανένα εμπόδιο!

Εκεί ήθελε να φτάσει ο ηγέτης της σταυροφορίας, ο Δον Χουάν. Εκεί θέλαμε κι εμείς να πάμε, αυτό ήταν το σχέδιο εξαρχής. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο δυνατό, χρειάστηκε ο Δον Χουάν να παρακούσει την εντολή του αδελφού του βασιλιά. Η εντολή του Φιλίππου ήταν απλή και σαφής: “Ο Βασιλιάς σας διατάζει: Επιστρέψτε αμέσως στη Μεσσήνη!”

Ο Δον Χουάν έπρεπε να διαλέξει έναν από δύο εντελώς αντίθετους δρόμους. Είτε θα εκινείτο δυτικά για την επιστροφή του στη Μεσσήνη της Σικελίας ή θα εκινείτο ανατολικά για την Κωνσταντινούπολη. Διάλεξε χωρίς κανένα δισταγμό τον δρόμο προς την Ανατολή. Ο Βασιλιάς αδελφός του στη Μαδρίτη έσκασε από το κακό του για την ανυπακοή του πρίγκιπα. Όταν το έμαθε, όμως, ήταν πολύ αργά για να αλλάξει κάτι. Ο Χουάν είχε ήδη καταδιώξει τον δεύτερο στόλο των μουσουλμάνων κι ήταν έτοιμος να μπει στο Αιγαίο. Η διαταγή του Βασιλιά για επιστροφή στην Μεσσήνη έφτασε όταν είχε πια διαπλεύσει το ακρωτήριο του Μαλέα. Ο στόλος έφτανε στην πολιορκημένη από τους Μανιάτες Μονεμβασία.

Μάζεψε πάνω στη ναυαρχίδα «Ρεάλ» τους ναυάρχους. Ο Κολόνα, ο Βενιέρι, ο Ντ’ Όρια, ο Ροντρίγκες, ο Ρεκένσες κι ο Μπαρμπαρίγκο συνεδρίασαν πάλι σε πολεμικό συμβούλιο. Ήταν κι ο Αλβάρο κι ο Ντε Γκαρσία. Ο Αλβάρο Ντε Μπαζάν ήταν ο ναύαρχος των εφεδρικών δυνάμεων στη Ναύπακτο κι έπαιξε ρόλο στην μεγάλη νίκη. Ο Ντε Γκαρσία του Τολέδο δεν άντεχε στην απραξία κι είχε ενωθεί μαζί μας.

Ο Δον Χουάν τους διάβασε την επιστολή του Φίλιππου. Ήταν μια ρητή και μη αποδεχόμενη παρερμηνείας εντολή για να επιστρέψουν. Ο πρίγκιπας είχε σκοπό να την ανατρέψει έτσι κι αλλιώς, αλλά προτιμούσε την συναίνεση.

«Η επιστολή αυτή γράφτηκε πριν να ενημερωθεί ο Φίλιππος για τις κινήσεις μας» είπε ο Δον Χουάν. «Ίσως ο αδελφός μου φοβάται τον νέο στόλο των Οθωμανών.»

«Οφείλουμε να σεβόμαστε τις εντολές του Βασιλιά» είπε ο Ντε Γκαρσία. «Βέβαια, πρέπει να βλέπουμε και τις συνθήκες υπό τις οποίες δόθηκαν αυτές οι εντολές.»

«Η νέα ναυμαχία από την οποία προσπαθεί να μας αποτρέψει έχει ήδη διεξαχθεί. Κι όχι μόνο διεξήχθη, αλλά, την έχουμε κιόλας κερδίσει!» συνέχισε ο Δον Χουάν.

«Διασκορπίσαμε τον στόλο τους. Δεν έχουμε εμπόδιο μπροστά μας στον δρόμο μέχρι την Κωνσταντινούπολη» τόνισε ο Βενιέρι. «Ο Βασιλιάς όλα αυτά δεν τα γνωρίζει ακόμα.»

«Με όσα ξέρει, λογικό είναι να ζητά την επιστροφή μας» είπε ο Αλβάρο ντε Μπαζάν.

«Αν ήξερε όμως την πραγματικότητα, θα άλλαζε κι εκείνος γνώμη» είπε ο Κολόνα.

«Ο Βασιλιάς πρέπει να μάθει ότι το σχέδιο που έχει στα συρτάρια του εκτελείται στην εντέλεια. Είναι αυτό που του είχε στείλει ο Ιάκωβος Παλαιολόγος. Ολόκληρη η χερσόνησος έχει ήδη ελευθερωθεί» είπε ο Ροντρίγκες.

«Δεν είναι πρέπον να αγνοείται μια βασιλική εντολή. Ωστόσο το δικό μας συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει αλλιώς σταθμίζοντας τις καταστάσεις» είπε ο Μάρκο Βενιέρι.

«Αν ήταν εδώ ο Φίλιππος δεν θα διάλεγε την επιστροφή στην Μεσσήνη. Είμαι απόλυτα βέβαιος γι αυτό» επέμεινε πάλι ο Μαρκαντόνιο Κολόνα

Οι Βενετοί δεν ήθελαν να ακούσουν ούτε λέξη για μιαν επιστροφή. Ήταν η ώρα της νίκης και της εκδίκησης. Μόνος προβληματισμένος ήταν φυσικά ο Τζιαν Αντρέα Ντ’ Όρια όπως ήταν αναμενόμενο.

«Η εντολή του Φίλιππου είναι σαφής. Δεν μας αφήνει περιθώρια» είπε ο Ντ’ Όρια. «Ο Φίλιππος δεν είναι εδώ για να αλλάξει γνώμη, οι εντολές του όμως είναι πεντακάθαρες, δεν γίνεται να αγνοηθούν.»

«Όπως είπατε ναύαρχε» πετάχτηκε τότε ο Ρεκένσες «ο Βασιλιάς δεν μπορεί να διορθώσει την εντολή. Μια εντολή που δόθηκε χωρίς να γνωρίζει τι έχουμε κάνει. Αν επιστρέψουμε, υπακούοντας αυτή την εντολή, τότε άθελά του, θα χρεωθεί ο βασιλιάς με μια πράξη δειλίας!»

«Δειλός θα ήταν όποιος θα υποχωρούσε από εδώ που είμαστε» είπε ο Ροντρίγκες.

«Κύριοι, θέλω να ψηφίσετε» ζήτησε ο Δον Χουάν.

«Είναι θέμα ψηφοφορίας αυτό;» ρώτησε ο Ντ’ Όρια. «Έχουμε βασιλική εντολή!»

«Δεν είναι μόνη η Ισπανία στην σταυροφορία, Ναύαρχε» του θύμισε ο Κολόνα

«Θα ψηφίσουμε» επέμεινε ο Δον Χουάν.

Μόνο ο Ντ’ Όρια μειοψήφησε. Είπε πως δεν ψηφίζει ούτε την οπισθοχώρηση ούτε την προέλαση. Ο Δον Χουάν, ο Κολόνα κι ο Βενιέρι ψήφισαν προέλαση, η απόφαση επομένως ήταν καθαρή. Ο στόλος ξεκίνησε για την Κωνσταντινούπολη με βάση το σχέδιο του Μαρκαντόνιο Κολόνα(ii), χωρισμένος σε δυο μοίρες. Η ανατολική μοίρα θα πήγαινε στη Ρόδο και μετά στη Χίο και τη Μυτιλήνη. Δεν θα καθυστερούσε με πολιορκίες κι αν ήταν εύκολο θα καταλάμβανε τα νησιά και ίσως και τη Σμύρνη. Η δυτική μοίρα θα κατευθυνόταν προς την Χαλκίδα και στη συνέχεια προς την Θεσσαλονίκη. Οι δύο μοίρες θα συναντούσαν η μία την άλλη έξω από τον Ελλήσποντο. Θα καταλάμβαναν την Καλλίπολη και θα έφταναν στον Βόσπορο για να πολιορκήσουν την Ισταμπούλ.

Ο Δον Χουάν εκτέλεσε ακριβώς το σχέδιο του Κολόνα. Οι ισπανικές γαλέρες που ήταν ο μισός στόλος κατευθύνθηκαν προς τη Ρόδο και την Χίο. Οι Βενετικές μαζί με τις Παπικές των Ιπποτών κατευθύνθηκαν για Εύβοια και Θεσσαλονίκη. Στο μεταξύ οι εξεγερμένοι(iii) οπλαρχηγοί, είχαν απελευθερώσει την Μάνη, τον Κορινθιακό και τα παράλια της Ηπείρου. Με την βοήθεια του χριστιανικού στόλου ήταν έτοιμοι να επιτεθούν στην Αθήνα, την Χαλκίδα και την Θεσσαλονίκη.

Σε ολόκληρη την αυτοκρατορία επικρατούσε πανικός. Για πρώτη φορά στην ιστορία τους οι Οθωμανοί ένιωθαν τέτοια απειλή. Τα αήττητο των όπλων του Σουλτάνου ήταν παρελθόν. Ιμάμηδες και ουλεμάδες προσεύχονταν για τη σωτηρία του κράτους. Οι Οθωμανοί γνώριζαν πως ήταν μικρή μειοψηφία στην ευρωπαϊκή τους επικράτεια. Μια γενική εξέγερση του πληθυσμού θα τους έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση. Ο στρατός είχε να προστατέψει εκτεταμένα σύνορα από εχθρούς που καιροφυλακτούσαν. Η έλλειψη του ναυτικού θα τόνιζαν την αδυναμία των Οθωμανών.

Ο κλοιός θα έσφιγγε πολύ περισσότερο γύρω τους όταν γινόταν αντιληπτό σε πόσο δύσκολη θέση βρίσκονταν. Στο βορά ο Φερδινάνδος δεν θα έχανε την ευκαιρία να εισβάλει. Οι Πολωνοί κι οι Ούγγροι θα ξεθάρρευαν. Οι Πέρσες δεν θα έχαναν την ευκαιρία να χτυπήσουν στην ανατολή. Θα εκδηλώνονταν χωριστικά κινήματα στην Αίγυπτο, τη βόρεια Αφρική και την Υεμένη. Οι πόροι της αυτοκρατορίας ήταν αστείρευτοι όσο ο Σουλτάνος μπορούσε να δείχνει την δύναμή του. Όσο μπορούσε να προκαλεί τον φόβο εισέπραττε. Σε καιρούς αδυναμίας, όμως, η είσπραξη των φόρων κι η επιστράτευση ανδρών γινόταν προβληματική. Η αυτοκρατορία χωρίς πόρους κι εφεδρείες και περικυκλωμένη από εξωτερικούς εχθρούς κινδύνευε να χαθεί. Με την πρωτεύουσά της να απειλείται άμεσα από τον ξένο στόλο, ζούσε έναν εφιάλτη. Για τον Σουλτάνοι, όλα κρέμονταν πλέον από μια κλωστή.

Βρισκόμασταν στον Βόσπορο και νιώθαμε την ανάσα της Πόλης. Βλέπαμε τα φανάρια των σπιτιών και των παλατιών όπως κι εκείνοι έβλεπαν τους δικούς μας φανούς. Ο τρόμος επικρατούσε τώρα στην ανυπεράσπιστη από τα κανόνια μας Βασιλεύουσα. Ο στρατός που υπεράσπιζε την πόλη ήταν πολύ μεγαλύτερος από τον δικό μας, κι όμως, εμείς πλεονεκτούσαμε. Μπορούσαμε να αποβιβαζόμαστε όπου θέλαμε, να κάνουμε καταλήψεις, δηώσεις, καταστροφές και να γυρνάμε στα πλοία. Χωρίς ναυτικό και με δεκάδες χιλιάδες Χριστιανούς κατοίκους της έτοιμους να επαναστατήσουν, η Πόλη ήταν στο έλεός μας, Αυτό συνέβαινε για πρώτη φορά στην ιστορία των Οθωμανών. Ως τώρα οι Τούρκοι είχαν μάθει μόνο να απειλούν και να κατακτούν. Είχαν εκπορθήσει μεγάλες πόλεις είχαν απειλήσει τη Βιέννη τη Βενετία και τη Ρώμη. Νά όμως που βρίσκονταν εκείνοι απειλούμενοι. Πολύ γρήγορα κατάλαβαν ότι έπρεπε να διαπραγματευτούν μια ειρηνική αποχώρησή μας. Είχαμε φτάσει κάτω απ’ τη μύτη τους ανενόχλητοι. Ήταν ανυπεράσπιστοι μετά την ήττα του Αλή Πασά στη Ναύπακτο. Αυτό χειροτέρεψε μετά την ανεπιτυχή προσπάθεια απάντησης του Ουλούτζ ή Κιλίτζ Αλή στη Μάνη. Τώρα ήταν πια πολύ αργά για οτιδήποτε άλλο από διαπραγματεύσεις.

Αν ξεκινούσε η πολιορκία ποιος μπορούσε να εγγυηθεί ότι δεν θα ξεσηκώνονταν οι Χριστιανοί της Πόλης; Και πώς θα αμύνονταν οι Οθωμανοί σε δυο μέτωπα; Η αποφασιστική κίνηση του Δον Χουάν να έρθει με τον στόλο στον Βόσπορο είχε δημιουργήσει ένα θαύμα. Είχε φέρει το σουλτανάτο στην πιο δύσκολη θέση που είχε βρεθεί ποτέ το κράτος του Οσμάν. Και για να σωθεί, έπρεπε κάτι να δώσει. Αυτό ακριβώς το τίμημα θα προσδιόριζαν οι διαπραγματεύσεις,

Οι Οθωμανοί έβλεπαν τον κίνδυνο της διάλυσης αλλά δεν ήξεραν πώς να ενεργήσουν. Κανείς δεν είχε ένα ξεκάθαρο σχέδιο διαφυγής εκτός, ίσως, από τον Μεγάλο Βεζίρη. Μόνο ο Σοκουλού είχε καθαρή σκέψη. Έπεισε τον Σουλτάνο να μιλήσει με τους πολιορκητές για έναν γρήγορο και έντιμο συμβιβασμό. Ο Σοκουλού είχε τη γνώμη ότι η ειρήνευση έπρεπε να είναι ακαριαία κι όσο γινόταν πιο άμεση. Για να αποτρέψουν την διάλυση της αυτοκρατορίας έπρεπε να φύγει ο χριστιανικός στόλος από την Ισταμπούλ. Έτσι θα ειρήνευε η σουλτανική επικράτεια. Η διάλυση έπρεπε να σταματήσει στο ξεκίνημά της. Αν η αρρώστια εξαπλωνόταν, μετά τίποτε δεν θα την συγκρατούσε πια.

Στο μεταξύ η πολιορκία της Πόλης είχε αρχίσει με κάποιες εχθροπραξίες. Αν η πρώτη ημέρα μας στον Βόσπορο ήταν μια επίδειξη δύναμης, η επόμενη ήταν ημέρα ηρεμίας. Κανείς δεν έκανε την παραμικρή κίνηση ούτε απ’ τον στόλο ούτε απ’ την Πόλη. Την τρίτη μέρα οι Τούρκοι άρχισαν να κανονιοβολούν από τα τείχη και προξένησαν ζημιές σε πλοία μας. Εμείς ανταποδώσαμε πυρά. Οι καπνοί γέμισαν τον ουρανό και μαζί με την συννεφιά εκείνης της μέρας όλο το τοπίο έγινε από θλιβερό μέχρι τρομακτικό. Την επομένη, στις 8 του μηνός, δυο μοίρες του στόλου έκαναν επιδρομές στα περίχωρα της Πόλης. Αποβίβασαν στρατεύματα, προέβησαν σε δηώσεις και καταστροφές, πήραν εφόδια κι αιχμαλώτους κι επέστρεψαν. Ο Ροντρίγκες κι ο Κολόνα ήταν οι επικεφαλής των επιδρομών που έγιναν στο Τοπχανέ και στο Ντολμά Μπαχτσέ. Ήθελαν να καταδείξουν πόσο ανασφαλής θα ήταν πλέον η ζωή για τους Τούρκους έξω από τα τείχη. 

.........( συνεχίζεται) ..................

παραπομπές:  

i Για τους Οθωμανούς όλο το ευρωπαϊκό τμήμα της αυτοκρατορίας λεγόταν “Ρούμελη”

ii Το σχέδιο πλεύσης, σε περίπτωση νίκης, από δύο δρόμους προς την Ισταμπούλ το είχε υποβάλει ο Μαρκαντόνιο Κολόνα στον Πάπα και τον Δόγη της Βενετίας (ΠΗΓΗ: Ιστορία Ελληνικού Έθνους τόμος Ι’ σελ. 322)

iii Η εξέγερση που ακολούθησε την Ναυμαχία της Ναυπάκτου περιγράφεται σε όλες τις ιστορικές πηγές, όπως π.χ. στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος Ι’ σελ. 320-323, και χάρτης των επαναστατημένων περιοχών στη σελ. 310 του τόμου Ι

 *****************************

Αύριο Πέμπτη 15/4 η συνέχεια της πολιορκίας της Πόλης από τον στόλο της Ιεράς Συμμαχίας στο 11β μέρος και την Παρασκευή 16/4 ολοκληρώνεται το 11ο κεφάλαιο με το 11γ.  

Τρίτη 13 Απριλίου 2021

37 Δον Χουάν Ηρακλείδης (κεφ.10δ)

Η κορυφαία στιγμή του 16ου αιώνα και του βιβλίου βεβαίως. Οι δυο στόλοι, ο σταυροφορικός της Ιερής Αντιτουρκικής Συμμαχίας και ο μουσουλμανικός στόλος των Οθωμανών συγκρούονται έξω από την Ναύπακτο. Μετά το τέλος του 10ου κεφαλαίου, υπάρχει κι ένας σύντομος επίλογος για το Β' μέρος.

Το Α' Μέρος ήταν ο Ηρακλείδης και οι προσπάθειες από το 1555 ως το 1563. Το Β' μέρος ήταν ο Δον Χουάν και οι προσπάθειες από το 1565 ως το 1570.

***************************


κεφ. 10δ

.............................

Ο χορός στη Γένοβα ήταν σπουδαίο κοινωνικό γεγονός. Όσοι μετείχαν ή έμαθαν για αυτό θα το θυμούνταν σε όλη τους τη ζωή. Μαζεύτηκε όλη η καλή κοινωνία της Γένοβας και του δουκάτου της Σαβοΐας αλλά των γειτόνων της. Απ’ το Μιλάνο, την Φλωρεντία, την Πίζα, την Σιένα, ακόμα κι απ’ τη Λοζάννη και τη Γαλλία ήρθαν ευγενείς για μετάσχουν. Γιόρταζαν την ενότητα των Χριστιανών ενάντια στην τουρκική απειλή. Ο Δον Χουάν κατέπληξε τους πάντες με την χάρη και την ομορφιά του. Το άστρο του έλαμψε για μιαν ακόμη φορά. Οι τρόποι του, το χιούμορ του, οι λεπτές κινήσεις του, το πνεύμα του ενέπνεαν αρχοντιά κι ευαισθησία. Καμιά γυναικεία καρδιά δεν έμεινε ασυγκίνητη. Ο χορός εξελίχτηκε σε θρίαμβο του πρίγκιπα. Οι ελπίδες των Χριστιανών για απαλλαγή από τους Οθωμανούς είχαν βρει στο πρόσωπό του τον εκφραστή τους.

Τον ακολουθήσαμε στη βασιλική γαλέρα του. Η Μαρία κι η Φουέντε ήταν ανακατεμένες με την προσωπική του φρουρά ντυμένες σαν Ισπανοί στρατιώτες, Εγώ είχα το διπλανό απ’ την κουκέτα του γραφείο. Ο Δον Χουάν, υπέρλαμπρο αστέρι, ήταν πότε στην πλώρη και πότε στην πρύμνη. Αγνάντευε το πέλαγος και την δόξα που ερχόταν αγκαλιά με την ταπείνωση. Η δόξα της νίκης κι η ντροπή της ήττας, ο θρίαμβος κι η καταστροφή, απείχαν ελάχιστα στις ναυμαχίες του 16ου αιώνα. Τα κωπήλατα δυσκίνητα πλοία, συγκρούονταν σε κάτι ναυμαχίες ισοδυνάμων σχεδόν αντιπάλων. Ήταν φορτωμένα με χιλιάδες στρατιώτες. Αρκούσε ένας απρόσμενος αέρας ευνοϊκός στη μια πλευρά, ή μια απρόσεκτη κίνηση ενός πλοίου να παρασύρει τα υπόλοιπα. Από αυτή την λεπτομέρεια μπορούσε να κριθεί μια ναυμαχία. Μικρές λεπτομέρειες έγερναν την πλάστιγγα υπέρ του ενός ή του άλλου. Κι όταν έγερνε, ο κίνδυνος της καταστροφής ήταν κοντά. Έτσι είχαν νικήσει οι Οθωμανοί στην Τζέρμπα και στην Πρέβεζα. Έτσι μπορεί να κρινόταν κι η επερχόμενη σύγκρουση, η μητέρα όλων των ναυμαχιών. Ο Δον Χουάν το ήξερε. Του το είχαν πει ο Ροντρίγκες, ο Ρεκένσες κι οι έμπειροι ναύαρχοι. Δεν άφηνε καμιά λεπτομέρεια να του ξεφύγει.

Στην Τσιβιταβέκκια τον υποδέχτηκε με μεγαλοπρέπεια η Ρώμη. Ο ίδιος ο Πάπας ευλόγησε τα όπλα του. Στη Νάπολη τον υποδέχτηκαν με χορούς. Ήθελαν να ξεπεράσουν τον χορό της Γένοβας, αλλά αυτό, βέβαια, ήταν αδύνατο. Παντού δάφνες και κόσμος που είχε τρελαθεί από την χαρά του. Ενθουσιασμός, λαϊκά συλλαλητήρια, λείψανα αγίων, εικόνες, και κάθε είδους ξόρκι προσφέρονταν με συγκίνηση κι ελπίδα. Η πορεία προς την Μεσσήνη ήταν θριαμβευτική. Ο Πάπας Πίος Ε’ έστειλε, με μια κίνηση γεμάτη ειρωνεία, τον Γκρανβέλ να ευλογήσει την αναχώρηση του στόλου. Βέβαια, όλα αυτά σήμαιναν τραγικές καθυστερήσεις. Οι Τούρκοι ρήμαζαν Κέρκυρα και Δαλματία κι απειλούσαν την ίδια τη Βενετία όσο εμείς πλέαμε με γιορτές και φανφάρες. Η σταυροφορία όμως είχε ξεκινήσει. Έστω και αργά η ιστορία της Μεσογείου και του γνωστού κόσμου είχε πάρει θέση μάχης. Άραγε να είχε σημάνει ταυτόχρονα και η ώρα της Ελλάδας;

Η Φουέντε ήταν εγκαταστημένη στην καμπίνα μου, ένα στενό γραφειάκι δίπλα στην βασιλική καμπίνα του Δον Χουάν. Κάθε μέρα μού προσέφερε ηδονή κι απόλαυση. Το ίδιο έκανε η Μαρία με τον Δον Χουάν. Ήταν σαν κρουαζιέρα στα νησιά. Κι όμως είχαμε όλοι συναίσθηση ότι επρόκειτο για μια μεγάλη και σοβαρή προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το Ισλάμ. Απ’ τον καιρό της πρώτης σταυροφορίας είχε να γίνει κάτι τόσο μεγάλο. Τότε, το 1099, είχαν απελευθερωθεί η Ιερουσαλήμ κι οι Άγιοι Τόποι. Σχεδόν πεντακόσια χρόνια μετά, ταξιδεύαμε και πάλι προς ανατολάς έτοιμοι για μάχη. Σκοπεύαμε να αναμετρηθούμε με έναν μεγάλο αντίπαλο που, ως τότε, ήταν αήττητος σε θάλασσα και σε στεριά.

Η Sacra Liga Antiturca, η αντιτουρκική ιερή συμμαχία, είχε τριακόσια πολεμικά πλοία. Τα διακόσια ήταν γαλέρες και τα άλλα φρεγάτες, ενώ υπήρχαν και κάποια βοηθητικά κι έξι γαλεάσες. Αυτές οι γαλεάσες ήταν κάτι τεράστιες ορθογώνιες μαούνες, με πλατιά πλώρη και πολλά κανόνια στις τέσσερις πλευρές. Γυρνούσαν γύρω από τον εαυτό τους και κάθε πλευρά προλάβαινε να γεμίσει τα κανόνια και να πυροβολεί. Ήταν ένα καταστροφικό όπλο που άλλαζε τον συσχετισμό δύναμης και πυρός στην πρώτη γραμμή. Πάνω στα πλοία είμασταν τριάντα οχτώ χιλιάδες άνδρες. Οι πληροφορίες μας έλεγαν ότι απέναντί μας θα είχαμε ένα στόλο λίγο μεγαλύτερο από τον δικό μας. Οι Τούρκοι είχαν πενήντα χιλιάδες άντρες. Δεκαπέντε χιλιάδες άνδρες στον δικό μας στόλο κι άλλοι τόσοι στον οθωμανικό, ήταν Έλληνες. Οι Οθωμανοί, ήταν λίγο περισσότεροι, όμως θα ήταν εξουθενωμένοι από το κυνήγι λείας και καταστροφών όλο το καλοκαίρι. Σε αυτό επιδίδονταν στα παράλια της Ιταλίας όσο καιρό εμείς χορεύαμε στις σάλες της Γένοβας ή της Νάπολης. Εμείς αυτοθαυμαζόμασταν κι αυτοί μάζευαν λεία αλλά και κουράζονταν.

Ξεκινήσαμε από την Μεσσήνη για το Ιόνιο, στις 16 του Σεπτεμβρίου 1571. Σε λίγο χειμώνιαζε. Δεν υπήρχε χρόνος για να πάμε στην Αμμόχωστο να βοηθήσουμε τους πολιορκημένους. Στα τέλη Σεπτεμβρίου βρισκόμασταν στην Ηγουμενίτσα κι ο Τουρκικός στόλος ήταν κοντά, στη Ναύπακτο.

Η τάση του Ντ’ Όρια για αναθεώρηση των στόχων μας κι επιστροφή στη βάση, αντιμετωπίστηκε από τον Δον Χουάν. Ο πρίγκιπας δεν θα άφηνε την ευκαιρία να του ξεφύγει. Ήθελε τον πόλεμο και ποθούσε μια χριστιανική νίκη. Ήξερε πώς να αντιμετωπίσει τον τουρκικό στόλο καθώς είχε μαζί του μια έμπειρη ομάδα, τον αφρό της χριστιανοσύνης. Είχε τον Μάρκο Βενιέρι επικεφαλής των Ενετών, έμπειρο ναύαρχο. Είχε τον Μαρκαντόνιο Κολόνα επικεφαλής των παπικών στρατευμάτων και πλοίων. Είχε και τον Αντρέα Ντ’ Όρια επικεφαλής των Γενοβέζικων κι Ισπανικών πλοίων. Όταν χρειάστηκε έκανε και ηγετικές κινήσεις. Είχε τολμήσει να αντικαταστήσει τον μεγάλο Βενιέρι με τον Μπαρμπαρίγκο. Είχε προκληθεί ένα επεισόδιο ανάμεσα σε Ισπανούς και Βενετούς χωρίς ο ναύαρχος να το σταματήσει άμεσα με τη βία. Ο Δον Χουάν τον έβγαλε από την θέση του. Ήταν αποφασισμένος να μην αφήσει τις λεπτομέρειες να του χαλάσουν το σχέδιο. Είχε μαζί του τον Ροντρίγκες και γερόλυκους των θαλασσών να τον συμβουλεύουν. Ήταν έτοιμος να δώσει την μεγάλη μάχη και να γίνει ο θρύλος της Ευρώπης. Μαζί με όλα, ελπίζαμε πως θα αναγεννούσε από την τέφρα της και την σκλαβωμένη ρωμιοσύνη.

Φτάσαμε απέναντι από τον οθωμανικό στόλο στις αρχές Οκτωβρίου. Βρισκόμασταν έξω από την Ναύπακτο, στα νησιά Κουρζολάρις που οι Έλληνες τα λένε Εχινάδες. Στις 4 του Οκτώβρη μάθαμε από ένα πλοίο που ερχόταν από την Κύπρο ότι η Αμμόχωστος είχε πέσει. Προκλήθηκε αναταραχή. Ο Ντ’ Όρια άρπαξε την ευκαιρία και ζήτησε ξανά να επιστρέψουμε πίσω. Η εκστρατεία χωρίς την Κύπρο δεν είχε πλέον κανένα νόημα. Είδαμε και μια κίνηση του τουρκικού στόλου που εκλήφθηκε ως επιθυμία τους να μην γίνει η μάχη.

Πήγε να επικρατήσει σύγχυση αλλά οι Βενετοί δεν το άφησαν έτσι. Αφιονίστηκαν με όσα έμαθαν για την τύχη της Αμμοχώστου και του διοικητή Μπραγκαντίν Μπαρμπαρίγκο. Ο γενναίος τοποτηρητής, αντέταξε ηρωική άμυνα για δυο μήνες. Όταν ξέμεινε από όπλα κι εφόδια αποφάσισε να παραδώσει την πόλη. Έκανε την συμφωνία, όμως, οι Τούρκοι βρήκαν ένα πρόσχημα κι αθέτησαν την υπόσχεσή τους.

Σκότωσαν τους αξιωματικούς του και διαπόμπευσαν τον ίδιο αφού τον βασάνισαν φριχτά για δεκαπέντε μέρες. Κατόπιν γέμισαν το σώμα του με άχυρο και τον περιέφεραν στα καράβια τους. Η εικόνα του Μπραγκαντίν στοίχειωσε τους Βενετούς που ζητούσαν εδώ και τώρα εκδίκηση. Παρά την γκρίνια του Ντ’ Όρια και των Ισπανών φτάσαμε μέχρι την έξοδο του Πατραϊκού κόλπου. Απέναντί μας ήταν οι Τούρκοι. Το βραδάκι της 6ης Οκτωβρίου ήταν γλυκό σαν καλοκαιρινό. Κοιμηθήκαμε λίγο με την Φουεντίνα στην αγκαλιά μου εγώ και με την Μαρία την χορεύτρια στην αγκαλιά του ο Χουάν. Την άλλη μέρα θα κάναμε επιθετική κίνηση για να μην αφήσουμε περιθώριο στους Οθωμανούς να αναβάλουν την μάχη.

Το πρωινό της 7ης Οκτωβρίου ήταν σαν ανοιξιάτικο. Οι αντίπαλοι στόλοι πήραν θέσεις μάχης. Ο οθωμανικός στόλος αναπτυσσόταν σε απόσταση γύρω στα τέσσερα με πέντε μίλια μακριά. Φαινόταν κάπως μεγαλύτερος από τον δικό μας. Λίγο πριν την μάχη είχαμε όλοι παγώσει. Η ώρα της κρίσης είχε φτάσει κι όλοι ένιωθαν ένα ρίγος. Ο Βενιέρι είχε πάψει να φωνάζει «επίθεση» κι «επίθεση». Ήταν κι αυτός σκεπτικός ενώ ο Ντ’ Όρια ήταν ιδιαίτερα ανήσυχος. Με σήματα μας έδειξαν ότι έπρεπε να μιλήσουμε. Ο Δον Χουάν συγκάλεσε αμέσως μια σύσκεψη στο «Ρεάλ».

Ο πρίγκιπας προέδρευε της συζήτησης. Ήρθαν όλοι οι επικεφαλής. Ο Βενιέρι κι ο Μπαρμπαρίγκο από τους Βενετούς, ο Ντ’ Όρια για τους Ισπανούς κι ο Κολόνα για τον Παπικό στρατό. Ήμουν κι εγώ παρών στη σύσκεψη ως υπασπιστής και γραμματέας του Δον Χουάν ενώ ο Ροντρίγκες ήταν σύμβουλός του. Τρεις στους επτά ήμασταν μέλη της Αδελφότητας. Ο Τζιαν Αντρέα Ντ’ Όρια μίλησε πρώτος από όλους ζητώντας άμεσα την αποχώρηση(i) του στόλου μας.

«Η Αμμόχωστος έχει πέσει και δεν μπορούμε πια να την βοηθήσουμε» είπε. «Δεν γίνονται ναυμαχίες τον Οκτώβρη! Οι Τούρκοι δείχνουν ότι θέλουν να αποφύγουν τη μάχη. Θα πούμε ότι υποχώρησαν κι ότι νικήσαμε!»

«Νομίζουμε ότι πρέπει να επιτεθούμε» είπε ο Βενιέρι αλλά ήταν κι αυτός κάπως διστακτικός.

«Εγώ σας δηλώνω Κύριοι ότι, αν ατιμάσουμε την Ιερά Συμμαχία, θα επιτεθώ μόνος μου» είπε ο Μπαρμπαρίγκο. «Στη Βενετία κρέμασαν τον ναύαρχο Ζάνε για την περσινή ολιγωρία. Δεν θα κάνουμε το ίδιο και πάλι!»

Ο Δον Χουάν εκείνη τη στιγμή υπενθύμισε το δικαίωμά του να αποφασίζει ως αρχιναύαρχος. Τους είπε, όμως, ότι δεν θα το χρησιμοποιούσε. Θα έβαζε έναν διαιτητή που μπορούσε να είναι πιο ψύχραιμος εκείνη τη στιγμή.

«Προτείνω να ρωτήσουμε τον Ιππότη Ροντρίγκες» είπε. «Αφού έχουμε διαφωνία, καλύτερα να ακούσουμε τη γνώμη του, και να την ακολουθήσουμε όποια κι αν είναι αυτή. Έχει κανείς αντίρρηση;»

Οι άλλοι δεν μίλησαν και, πριν ο Ντ’ Όρια προλάβει να πει κάτι, ο Δον Χουάν γύρισε προς το μέρος του Ροντρίγκες. Με επισημότητα τού απηύθυνε τον λόγο.

«Ποια είναι η γνώμη σας, Ματίας; Εσείς δεν είστε ούτε με τους Ενετούς ούτε με τους Γενοβέζους. Είστε στρατιώτης του Θεού και γνωρίζετε καλύτερα από όλους μας από θάλασσες και ναυμαχίες. Εγώ δεσμεύομαι ενώπιον όλων να ακολουθήσω τη γνώμη σας σαν να είναι μια γνώμη που μας έρχεται από τον ουρανό!»

Ο Ροντρίγκες κοίταξε τα πρόσωπα όλων των στρατηγών που ήταν δίπλα του. Ο Βενιέρι δεν μιλούσε, μόνο άκουγε. Ο Μπαρμπαρίγκο κοιτούσε μια προς τον Βενιέρι και μια προς τον Ροντρίγκες. Ο Κολόνα έγνεψε καταφατικά, έδειξε ότι δεχόταν την πρόταση του Δον Χουάν. Ο Ντ’ Όρια μονάχα τον κοιτούσε συνοφρυωμένος. Ο Ματίας Ροντρίγκες πλησίασε την άκρη του πλοίου κι έδειξε στους ναυάρχους τον τεράστιο στόλο που τους περιτριγύριζε.

«Κύριε» είπε γυρίζοντας προς τον Δον Χουάν με ύφος θεατρικό. «Αυτό που έχω να σας πω, είναι αυτό που θα σας έλεγε κι ο πατέρας σας, ο αυτοκράτορας Κάρολος, αν ήταν μαζί μας.»

«Σε ακούμε Ιππότη» είπε ο Δον Χουάν. «Και σεβόμαστε ακόμα περισσότερο τον λόγο σου όταν αναφέρεσαι στον μεγάλο πατέρα μου!»

Ο Ντ’ Όρια θυμόταν ότι ο Κάρολος είχε υποχωρήσει στην Κορώνη και στην Πρέβεζα απέναντι στον σουλτανικό στόλο. Αυτό, λοιπόν, θα έπρεπε να πει τώρα ο Ροντρίγκες και να τον δικαιώσει. Ο Βενιέρι κι ο Κολόνα έδειχναν πολύ σκεπτικοί ενώ ο Μπαρμπαρίγκο ήταν έτοιμος να διαμαρτυρηθεί.

«Αν υποθέσουμε ότι ο αυτοκράτορας πατέρας σας είχε την ευκαιρία να αντικρίσει ένα τέτοιο στόλο. Αν ο στόλος του ήταν τόσο ένδοξος, δυνατός κι ευλογημένος από τον ίδιο τον Πάπα. Αν είχε σταυρούς στα πανιά του και το γαλάζιο λάβαρο της Ιερής Συμμαχίας για σημαία του. Αν ήταν ναύαρχος αυτού του στόλου ο αυτοκράτορας, σας λέω με βεβαιότητα ότι ξέρω καλά τι θα έκανε. Δεν θα άφηνε την ευκαιρία να διαλύσει τους Τούρκους. Και δεν θα σταματούσε η πορεία του παρά μόνο έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης!»

Αυτά είπε ο Ματίας Ροντρίγκες, ο μεγάλος κουρσάρος της Μεσογείου απαντώντας στον Δον Χουάν.

«Δηλαδή πιστεύετε ότι μπορούμε να νικήσουμε, κύριε Ροντρίγκες;» ρώτησε ο Βενιέρι απελευθερωμένος από το άγχος.

«Με ευκολία Κύριε!» απάντησε με μια ολύμπια ηρεμία και σιγουριά ο Ροντρίγκες.

«Εννοείς Ιππότη ότι πρέπει να πολεμήσουμε;» ρώτησε δυνατά ο Δον Χουάν.

«Μάλιστα Κύριε, αυτό ακριβώς εννοώ!»

«Ωραία λοιπόν» είπε ο Δον Χουάν. «Θα πολεμήσουμε!»

Ο κύβος ερρίφθη, σκέφτηκα. Η διαταγή αυτή του Δον Χουάν έτσι όπως ακούστηκε δεν σήκωνε ούτε αντίρρηση ούτε αμφισβήτηση. Οτιδήποτε άλλο αυτή τη στιγμή θα μπορούσε να θεωρηθεί εσχάτη προδοσία. Ο Ντ’ Όρια μάζεψε τις αντιρρήσεις του κι υποκλίθηκε στον αρχηγό του στόλου, τον Δον Χουάν της Αυστρίας. Ο Βενιέρι τον κοίταξε με βλέμμα γεμάτο θαυμασμό για τον χειρισμό του θέματος, βλέμμα σχεδόν πατρικής αγάπης. Ο Δον Χουάν τον είχε υποβιβάσει πριν μερικές μέρες. Του είχε αφαιρέσει την αρχηγία του ενετικού στόλο,υ αλλά, ο Μάρκο Βενιέρι αντιλαμβανόταν ποιο ήταν το πρωτεύον. Σε μια τέτοια εκστρατεία το πιο σημαντικό ήταν να κρατήσει ο αρχηγός τη θέση του και να πατάξει τα φαινόμενα ασυμφωνίας.

«Να πηγαίνουμε» είπαν ο Βενιέρι κι ο Μπαρμπαρίγκο.

Υποκλίθηκαν κι έφυγαν να ετοιμάσουν τα πλοία τους.

«Ήταν έξοχο αυτό που κάνατε, Υψηλότατε» του είπα χαμηλόφωνα.

«Ήξερα καλά τι ήθελα να κάνω, λοχαγέ» απάντησε. «Προτίμησα όμως αυτόν τον τρόπο.»

«Δεν είναι πως δεν τα εννοούσα όσα είπα, Υψηλότατε» είπε ο Ροντρίγκες. «Όμως, μ’ αναγκάσατε να γίνω θεατρίνος με τον ρόλο που μου δώσατε!»

«Δεν είδα όμως να σ’ ενοχλεί και πολύ αυτό, αγαπητέ Ματίας. Παρά λίγο θα μας τραγουδούσατε άριες έτσι που ακουμπούσατε στην κουπαστή.»

«Τα πίστευα αυτά που έλεγα. Αυτή ήταν η αληθινή μου γνώμη. Όχι βέβαια πως δεν θα έλεγα και ψέματα ακόμη εκείνη τη στιγμή χωρίς τύψεις!»

«Θα κερδίσουμε, Ματίας. Το νιώθω, το αναπνέω παντού στον αέρα» είπε ο Δον Χουάν. «Ανυπομονώ να αρχίσουμε.»

«Δεν θα αργήσουμε πολύ Κύριε» είπε ο Ροντρίγκες.

Οι οδηγίες της μάχης είχαν δοθεί έτσι κι αλλιώς από πριν. Ο χριστιανικός στόλος θα προσπαθούσε να κρατηθεί στις συμφωνημένες γραμμές. Αντίστοιχοι ελιγμοί γίνονταν κι απ’ τον οθωμανικό στόλο. Η «Σουλτάνα», η ναυαρχίδα του Αλή Πασά, βρισκόταν απέναντι από την «Ρεάλ». Ένα δυτικό αεράκι φύσηξε και φάνηκε να μας ευνοεί ελαφρά. Οι Ιμάμηδες προσεύχονταν στο τουρκικό στόλο όπου ανέμιζε η τεράστια πράσινη και σουλτανική σημαία. Οι καθολικοί ιερείς εξομολογούσαν τον στόλο με την μεγάλη γαλάζια παπική σημαία. Ο Αλή Πασάς έριξε το πρώτο βλήμα για να αρχίσει η μάχη. Ο Δον Χουάν απάντησε με μια βολή. Ήμασταν ακριβώς στην έναρξη της πιο μεγάλης ναυμαχίας όλων των αιώνων. Εμπλέκονταν και στις δυο πλευρές πάνω από 130.000 πολεμιστές και κωπηλάτες και πάνω από 600 πλοία. Εδώ είχαν συγκεντρωθεί σχεδόν τα τρία τέταρτα του συνολικού ναυτικού δυναμικού της Μεσογείου. Κι εκείνη τη στιγμή, στο κέντρο αυτής της δίνης, ο Δον Χουάν έκανε κάτι ασυνήθιστο. Έκανε κάτι που εξέπληξε τους πάντες, το οποίο, όμως, τον χαρακτήριζε πάντα.

Με την εκθαμβωτική ασημένια και χρυσή πανοπλία του έλαμπε εκτυφλωτικά στο δυνατό φως του μεσημεριανού ήλιου. Γονάτισε και ευχήθηκε να του δώσει ο θεός τη νίκη. Αμέσως μετά σηκώθηκε κι έριξε ένα βλέμμα στην Μαρία τη χορεύτρια. Ήταν ντυμένη σαν στρατιώτης του ισπανικού στρατού αλλά το βλέμμα της έκαιγε γι αυτόν. Προς έκπληξη όλων, έριξε, έναν χορό, μια γκαγιάρντ, υπό τους ήχους ενός φλάουτου που έπαιζε ένας στρατιώτης. Φλαουτίστας ήταν ο Βιτόριο, που κάτω από την περικεφαλαία του έκρυβε το φλογισμένο πρόσωπο της Φουέντε. Τελειώνοντας τον χορό, ο νεαρός πρίγκιπας σήκωσε ψηλά το σπαθί κι ο στόλος ξεκίνησε.

Η ναυμαχία της Ναυπάκτου έμεινε στην ιστορία. Εκείνη η τρομερή μέρα, κρίθηκε όταν σε κάποια φάση της μάχης οι δυο ναυαρχίδες επιτέθηκαν η μία στην άλλη. Στα δυο ενωμένα καταστρώματα δόθηκαν μάχες με απίστευτη αγριότητα. Ο τουρκικός στρατός χίμηξε και μπήκε πρώτος στο κατάστρωμα του “Ρεάλ”. Ο Δον Χουάν τραυματίστηκε ελαφρά αλλά κράτησε. Η επίθεση των Τούρκων αναχαιτίστηκε. Η απειλή, μάλιστα, αντιστράφηκε καθώς ο ισπανικός στρατός χίμηξε πάνω στην “Σουλτάνα”. Δόθηκαν κι εκεί φονικές μάχες. Ήταν ένα σφαγείο όπου παίζονταν όλα. Ο ναύαρχος του τουρκικού στόλου Αλή Πασάς έπεσε σε εκείνη την επιδρομή. Αυτό έκρινε, κατά μεγάλο ποσοστό, την τελική έκβαση της μάχης.

Υπήρξαν κι άλλα κρίσιμα σημεία σ’ αυτή την ναυμαχία. Ο Ουλούτζ Αλή κτύπησε σε κάποια στιγμή την πλευρά των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη. Είχε σκοπό να περικυκλώσει τον υπόλοιπο χριστιανικό στόλο. Οι Ιππότες υπερασπίστηκαν τις θέσεις τους με τρομερές θυσίες. Ο Ουλούτζ κατάφερε να πάρει το λάβαρο του τάγματος δεν κατάφερε όμως να σπάσει τις γραμμές τους. Δεν μπόρεσε να βγει πίσω από την χριστιανική αρμάδα. Μια άλλη κίνηση του τουρκικού στόλου πήγε να αλλάξει τον ρου της μάχης. Προσπάθησε να ξεπεράσει τους Ενετούς πλέοντας κοντά στα ρηχά. Ούτε κι αυτή η κίνηση δεν είχε αίσιο τέλος. Ο τουρκικός στόλος τελικά καταστράφηκε. Μόνο ογδόντα πλοία υπό τον Ουλούτζ Αλή ξέφυγαν ενώ πάνω από διακόσια βυθίστηκαν στο Ιόνιο πέλαγος.

Η μάχη κράτησε τέσσερις με πέντε φονικές ώρες. Τα αστραφτερά κράνη των Χριστιανών και τα τουρμπάνια των μουσουλμάνων ανακατεύτηκαν πολύ γρήγορα. Οι μάχες που έδιναν απλώνονταν στα καταστρώματα των πλοίων. Αυτά εμβόλιζαν το ένα το άλλο και κολλούσαν αναμεταξύ τους. Έτσι έφτιαχναν πλωτές εξέδρες όπου οι στρατιώτες έδιναν τις μάχες τους. Τα κανόνια χτυπούσαν, τα βέλη έσκιζαν τον αέρα και μετά τα σπαθιά μιλούσαν στις μάχες σώμα με σώμα. Πριν ακόμα ο ήλιος αρχίσει να πέφτει, η θάλασσα είχε γίνει κόκκινη από το αίμα των δεκάδων χιλιάδων νεκρών. Κι οι δυο πλευρές είχαν απώλειες, η συντριπτική πλειοψηφία, όμως, ήταν από την πλευρά των Οθωμανών. Η ζωή εκείνη τη μέρα δεν άξιζε τίποτε. Τα επιπλέοντα κορμιά το έδειχναν αυτό περίτρανα. Τα καμένα ξύλα και τα πανιά των τσακισμένων πλοίων συμπλήρωναν το εφιαλτικό τοπίο.

Ήταν η πιο μεγάλη μέρα της χριστιανοσύνης. Ήταν η πρώτη κι η πιο μεγάλη ήττα των Τούρκων. Ήταν ο απόλυτος θρίαμβος του νεαρού Δον Χουάν. Το όνομά του, μετά από αυτό, δίκαια εκτοξεύτηκε στην κορυφή του κόσμου.

=== 


ΕΠΙΛΟΓΟΣ Β’ ΜΕΡΟΥΣ

Η ιστορία κατέγραψε την ναυμαχία της Ναυπάκτου της 7ης Οκτωβρίου του 1571 σαν μια μεγάλη ναυτική σύγκρουση. Ήταν μια από τις μεγαλύτερες που έγιναν ποτέ στην Μεσόγειο από τα πανάρχαια χρόνια. Η ιστορία την τοποθέτησε δίπλα στις άλλες μεγάλες και κρίσιμες, για την τύχη του τότε γνωστού κόσμου ναυμαχίες. Την έβαλε δίπλα στη ναυμαχία της Σαλαμίνας του 480 π.Χ και σ’ εκείνην του Άκτιου, του 31 π.Χ. Στην πρώτη από αυτές, η δύση, μέσω των Ελλήνων, νίκησε την ανατολή που την εκπροσωπούσαν οι Πέρσες. Στην δεύτερη, η δύση και πάλι, μέσω του Οκταβιανού, νίκησε την ανατολή του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας. Αυτή η τρίτη μεγάλη ναυμαχία, με την ήττα των Οθωμανών, ανέκοψε την επιθετικότητά τους κι έσωσε οριστικά την Ρώμη.

Ήταν η τελευταία ναυμαχία που δόθηκε με πλοία που κινούνταν εξολοκλήρου με κωπηλάτες στη διάρκεια της μάχης. Μετά από αυτήν οι μάχες γίνονταν από πλοία πιο εξελιγμένα, ιστιοφόρα, με τρόπους διαφορετικούς κι άλλες στρατηγικές.

Σύμφωνα με την τρέχουσα εκδοχή της ιστορίας (ή μια απ’ τις τρέχουσες) η μεγάλη αυτή νίκη τελικά δεν αξιοποιήθηκε. Γιορτάστηκε μεν έξαλα σε όλες τις πρωτεύουσες της δύσης, ωστόσο, δεν είχε συνέχεια. Δεν έγινε η άμεση προέλαση των χριστιανικών δυνάμεων μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Αυτό θα έπρεπε να έχει κάνει η Αντιτουρκική Ιερή Συμμαχία. Εξάλλου, αυτό προέβλεπαν πολλά σχέδια που είχαν έγκαιρα κατατεθεί στις μεγάλες βασιλικές αυλές της δύσης. Η αδράνεια των δυτικών επέτρεψε στους Οθωμανούς να φτιάξουν πολύ γρήγορα ένα στόλο, έστω και πρόχειρο. Τον έστειλαν το 1572 στη νότια Πελοπόννησο για να αποτρέψουν την δυτική προέλαση στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την ήττα τους φοβήθηκαν πολύ αυτό το ενδεχόμενο που ήταν πιθανό, δυνατό και σχετικά εύκολο να συμβεί. Ο χριστιανικός στόλος δεν φρόντισε να διαλύσει αυτόν τον νέο οθωμανικό στόλο κι επέστρεψε στις βάσεις του. Απέφυγε, έτσι, να επιβάλει στους Οθωμανούς τους όρους του.

Στο Γ’ μέρος παρουσιάζεται μια άλλη εκδοχή.

Η τρέχουσα εκδοχή της ιστορίας δεν γνωρίζει καμιά ελληνική “Αδελφότητα για την ελευθερία”. Η ύπαρξή της όμως αλλάζει τους συσχετισμούς και ανατρέπει όλα τα δεδομένα της συγκυρίας εκείνης. Αυτή η Αδελφότητα, κινητοποιώντας τις δυνάμεις του ελληνισμού οδήγησε τις δυτικές δυνάμεις προς τα εμπρός. Τα σχέδια εφαρμόζονται γιατί υπάρχουν αυτοί που τα κυνηγούν και επισπεύδουν για την πραγματοποίησή τους. Έτσι ο χριστιανικός στόλος δεν επιτρέπει στον βιαστικά φτιαγμένο οθωμανικό να ανακάμψει. Τον διαλύει εύκολα και προελαύνει προς την Κωνσταντινούπολη. Στα κρίσιμα χρόνια 1572-73 η Ιερά Αντιτουρκική Συμμαχία καταφέρνει να πραγματοποιήσει το όνειρο της Αδελφότητας. Δημιουργείται ένα ανεξάρτητο ελληνικό κράτος στο σύνορο των δύο κόσμων, τον οθωμανικό και τον χριστιανικό.

Την ένδοξη αυτή πορεία, μέσα απ’ τα μάτια του Χάρμου Γεωργιάδη, περιγράφει το Γ’ μέρος που ακολουθεί.

****************

παραπομπές:

i Ο Ρότζερ Κρόουλυ περιγράφει έτσι την σκηνή και τους διαλόγους βασισμένος σε πρωτογενείς πηγές (απομνημονεύματα) με τον Ματουρέν Ρομέγκας στη θέση του μυθιστορηματικού προσώπου Ματίας Ροντρίγκες

***************************

Από αύριο Τετάρτη 14/4 μπαίνουμε στο  Γ' Μέρος του βιβλίου και στο 11ο κεφάλαιο. Η ιστορία αλλιώς.