Τρίτη 13 Απριλίου 2021

37 Δον Χουάν Ηρακλείδης (κεφ.10δ)

Η κορυφαία στιγμή του 16ου αιώνα και του βιβλίου βεβαίως. Οι δυο στόλοι, ο σταυροφορικός της Ιερής Αντιτουρκικής Συμμαχίας και ο μουσουλμανικός στόλος των Οθωμανών συγκρούονται έξω από την Ναύπακτο. Μετά το τέλος του 10ου κεφαλαίου, υπάρχει κι ένας σύντομος επίλογος για το Β' μέρος.

Το Α' Μέρος ήταν ο Ηρακλείδης και οι προσπάθειες από το 1555 ως το 1563. Το Β' μέρος ήταν ο Δον Χουάν και οι προσπάθειες από το 1565 ως το 1570.

***************************


κεφ. 10δ

.............................

Ο χορός στη Γένοβα ήταν σπουδαίο κοινωνικό γεγονός. Όσοι μετείχαν ή έμαθαν για αυτό θα το θυμούνταν σε όλη τους τη ζωή. Μαζεύτηκε όλη η καλή κοινωνία της Γένοβας και του δουκάτου της Σαβοΐας αλλά των γειτόνων της. Απ’ το Μιλάνο, την Φλωρεντία, την Πίζα, την Σιένα, ακόμα κι απ’ τη Λοζάννη και τη Γαλλία ήρθαν ευγενείς για μετάσχουν. Γιόρταζαν την ενότητα των Χριστιανών ενάντια στην τουρκική απειλή. Ο Δον Χουάν κατέπληξε τους πάντες με την χάρη και την ομορφιά του. Το άστρο του έλαμψε για μιαν ακόμη φορά. Οι τρόποι του, το χιούμορ του, οι λεπτές κινήσεις του, το πνεύμα του ενέπνεαν αρχοντιά κι ευαισθησία. Καμιά γυναικεία καρδιά δεν έμεινε ασυγκίνητη. Ο χορός εξελίχτηκε σε θρίαμβο του πρίγκιπα. Οι ελπίδες των Χριστιανών για απαλλαγή από τους Οθωμανούς είχαν βρει στο πρόσωπό του τον εκφραστή τους.

Τον ακολουθήσαμε στη βασιλική γαλέρα του. Η Μαρία κι η Φουέντε ήταν ανακατεμένες με την προσωπική του φρουρά ντυμένες σαν Ισπανοί στρατιώτες, Εγώ είχα το διπλανό απ’ την κουκέτα του γραφείο. Ο Δον Χουάν, υπέρλαμπρο αστέρι, ήταν πότε στην πλώρη και πότε στην πρύμνη. Αγνάντευε το πέλαγος και την δόξα που ερχόταν αγκαλιά με την ταπείνωση. Η δόξα της νίκης κι η ντροπή της ήττας, ο θρίαμβος κι η καταστροφή, απείχαν ελάχιστα στις ναυμαχίες του 16ου αιώνα. Τα κωπήλατα δυσκίνητα πλοία, συγκρούονταν σε κάτι ναυμαχίες ισοδυνάμων σχεδόν αντιπάλων. Ήταν φορτωμένα με χιλιάδες στρατιώτες. Αρκούσε ένας απρόσμενος αέρας ευνοϊκός στη μια πλευρά, ή μια απρόσεκτη κίνηση ενός πλοίου να παρασύρει τα υπόλοιπα. Από αυτή την λεπτομέρεια μπορούσε να κριθεί μια ναυμαχία. Μικρές λεπτομέρειες έγερναν την πλάστιγγα υπέρ του ενός ή του άλλου. Κι όταν έγερνε, ο κίνδυνος της καταστροφής ήταν κοντά. Έτσι είχαν νικήσει οι Οθωμανοί στην Τζέρμπα και στην Πρέβεζα. Έτσι μπορεί να κρινόταν κι η επερχόμενη σύγκρουση, η μητέρα όλων των ναυμαχιών. Ο Δον Χουάν το ήξερε. Του το είχαν πει ο Ροντρίγκες, ο Ρεκένσες κι οι έμπειροι ναύαρχοι. Δεν άφηνε καμιά λεπτομέρεια να του ξεφύγει.

Στην Τσιβιταβέκκια τον υποδέχτηκε με μεγαλοπρέπεια η Ρώμη. Ο ίδιος ο Πάπας ευλόγησε τα όπλα του. Στη Νάπολη τον υποδέχτηκαν με χορούς. Ήθελαν να ξεπεράσουν τον χορό της Γένοβας, αλλά αυτό, βέβαια, ήταν αδύνατο. Παντού δάφνες και κόσμος που είχε τρελαθεί από την χαρά του. Ενθουσιασμός, λαϊκά συλλαλητήρια, λείψανα αγίων, εικόνες, και κάθε είδους ξόρκι προσφέρονταν με συγκίνηση κι ελπίδα. Η πορεία προς την Μεσσήνη ήταν θριαμβευτική. Ο Πάπας Πίος Ε’ έστειλε, με μια κίνηση γεμάτη ειρωνεία, τον Γκρανβέλ να ευλογήσει την αναχώρηση του στόλου. Βέβαια, όλα αυτά σήμαιναν τραγικές καθυστερήσεις. Οι Τούρκοι ρήμαζαν Κέρκυρα και Δαλματία κι απειλούσαν την ίδια τη Βενετία όσο εμείς πλέαμε με γιορτές και φανφάρες. Η σταυροφορία όμως είχε ξεκινήσει. Έστω και αργά η ιστορία της Μεσογείου και του γνωστού κόσμου είχε πάρει θέση μάχης. Άραγε να είχε σημάνει ταυτόχρονα και η ώρα της Ελλάδας;

Η Φουέντε ήταν εγκαταστημένη στην καμπίνα μου, ένα στενό γραφειάκι δίπλα στην βασιλική καμπίνα του Δον Χουάν. Κάθε μέρα μού προσέφερε ηδονή κι απόλαυση. Το ίδιο έκανε η Μαρία με τον Δον Χουάν. Ήταν σαν κρουαζιέρα στα νησιά. Κι όμως είχαμε όλοι συναίσθηση ότι επρόκειτο για μια μεγάλη και σοβαρή προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το Ισλάμ. Απ’ τον καιρό της πρώτης σταυροφορίας είχε να γίνει κάτι τόσο μεγάλο. Τότε, το 1099, είχαν απελευθερωθεί η Ιερουσαλήμ κι οι Άγιοι Τόποι. Σχεδόν πεντακόσια χρόνια μετά, ταξιδεύαμε και πάλι προς ανατολάς έτοιμοι για μάχη. Σκοπεύαμε να αναμετρηθούμε με έναν μεγάλο αντίπαλο που, ως τότε, ήταν αήττητος σε θάλασσα και σε στεριά.

Η Sacra Liga Antiturca, η αντιτουρκική ιερή συμμαχία, είχε τριακόσια πολεμικά πλοία. Τα διακόσια ήταν γαλέρες και τα άλλα φρεγάτες, ενώ υπήρχαν και κάποια βοηθητικά κι έξι γαλεάσες. Αυτές οι γαλεάσες ήταν κάτι τεράστιες ορθογώνιες μαούνες, με πλατιά πλώρη και πολλά κανόνια στις τέσσερις πλευρές. Γυρνούσαν γύρω από τον εαυτό τους και κάθε πλευρά προλάβαινε να γεμίσει τα κανόνια και να πυροβολεί. Ήταν ένα καταστροφικό όπλο που άλλαζε τον συσχετισμό δύναμης και πυρός στην πρώτη γραμμή. Πάνω στα πλοία είμασταν τριάντα οχτώ χιλιάδες άνδρες. Οι πληροφορίες μας έλεγαν ότι απέναντί μας θα είχαμε ένα στόλο λίγο μεγαλύτερο από τον δικό μας. Οι Τούρκοι είχαν πενήντα χιλιάδες άντρες. Δεκαπέντε χιλιάδες άνδρες στον δικό μας στόλο κι άλλοι τόσοι στον οθωμανικό, ήταν Έλληνες. Οι Οθωμανοί, ήταν λίγο περισσότεροι, όμως θα ήταν εξουθενωμένοι από το κυνήγι λείας και καταστροφών όλο το καλοκαίρι. Σε αυτό επιδίδονταν στα παράλια της Ιταλίας όσο καιρό εμείς χορεύαμε στις σάλες της Γένοβας ή της Νάπολης. Εμείς αυτοθαυμαζόμασταν κι αυτοί μάζευαν λεία αλλά και κουράζονταν.

Ξεκινήσαμε από την Μεσσήνη για το Ιόνιο, στις 16 του Σεπτεμβρίου 1571. Σε λίγο χειμώνιαζε. Δεν υπήρχε χρόνος για να πάμε στην Αμμόχωστο να βοηθήσουμε τους πολιορκημένους. Στα τέλη Σεπτεμβρίου βρισκόμασταν στην Ηγουμενίτσα κι ο Τουρκικός στόλος ήταν κοντά, στη Ναύπακτο.

Η τάση του Ντ’ Όρια για αναθεώρηση των στόχων μας κι επιστροφή στη βάση, αντιμετωπίστηκε από τον Δον Χουάν. Ο πρίγκιπας δεν θα άφηνε την ευκαιρία να του ξεφύγει. Ήθελε τον πόλεμο και ποθούσε μια χριστιανική νίκη. Ήξερε πώς να αντιμετωπίσει τον τουρκικό στόλο καθώς είχε μαζί του μια έμπειρη ομάδα, τον αφρό της χριστιανοσύνης. Είχε τον Μάρκο Βενιέρι επικεφαλής των Ενετών, έμπειρο ναύαρχο. Είχε τον Μαρκαντόνιο Κολόνα επικεφαλής των παπικών στρατευμάτων και πλοίων. Είχε και τον Αντρέα Ντ’ Όρια επικεφαλής των Γενοβέζικων κι Ισπανικών πλοίων. Όταν χρειάστηκε έκανε και ηγετικές κινήσεις. Είχε τολμήσει να αντικαταστήσει τον μεγάλο Βενιέρι με τον Μπαρμπαρίγκο. Είχε προκληθεί ένα επεισόδιο ανάμεσα σε Ισπανούς και Βενετούς χωρίς ο ναύαρχος να το σταματήσει άμεσα με τη βία. Ο Δον Χουάν τον έβγαλε από την θέση του. Ήταν αποφασισμένος να μην αφήσει τις λεπτομέρειες να του χαλάσουν το σχέδιο. Είχε μαζί του τον Ροντρίγκες και γερόλυκους των θαλασσών να τον συμβουλεύουν. Ήταν έτοιμος να δώσει την μεγάλη μάχη και να γίνει ο θρύλος της Ευρώπης. Μαζί με όλα, ελπίζαμε πως θα αναγεννούσε από την τέφρα της και την σκλαβωμένη ρωμιοσύνη.

Φτάσαμε απέναντι από τον οθωμανικό στόλο στις αρχές Οκτωβρίου. Βρισκόμασταν έξω από την Ναύπακτο, στα νησιά Κουρζολάρις που οι Έλληνες τα λένε Εχινάδες. Στις 4 του Οκτώβρη μάθαμε από ένα πλοίο που ερχόταν από την Κύπρο ότι η Αμμόχωστος είχε πέσει. Προκλήθηκε αναταραχή. Ο Ντ’ Όρια άρπαξε την ευκαιρία και ζήτησε ξανά να επιστρέψουμε πίσω. Η εκστρατεία χωρίς την Κύπρο δεν είχε πλέον κανένα νόημα. Είδαμε και μια κίνηση του τουρκικού στόλου που εκλήφθηκε ως επιθυμία τους να μην γίνει η μάχη.

Πήγε να επικρατήσει σύγχυση αλλά οι Βενετοί δεν το άφησαν έτσι. Αφιονίστηκαν με όσα έμαθαν για την τύχη της Αμμοχώστου και του διοικητή Μπραγκαντίν Μπαρμπαρίγκο. Ο γενναίος τοποτηρητής, αντέταξε ηρωική άμυνα για δυο μήνες. Όταν ξέμεινε από όπλα κι εφόδια αποφάσισε να παραδώσει την πόλη. Έκανε την συμφωνία, όμως, οι Τούρκοι βρήκαν ένα πρόσχημα κι αθέτησαν την υπόσχεσή τους.

Σκότωσαν τους αξιωματικούς του και διαπόμπευσαν τον ίδιο αφού τον βασάνισαν φριχτά για δεκαπέντε μέρες. Κατόπιν γέμισαν το σώμα του με άχυρο και τον περιέφεραν στα καράβια τους. Η εικόνα του Μπραγκαντίν στοίχειωσε τους Βενετούς που ζητούσαν εδώ και τώρα εκδίκηση. Παρά την γκρίνια του Ντ’ Όρια και των Ισπανών φτάσαμε μέχρι την έξοδο του Πατραϊκού κόλπου. Απέναντί μας ήταν οι Τούρκοι. Το βραδάκι της 6ης Οκτωβρίου ήταν γλυκό σαν καλοκαιρινό. Κοιμηθήκαμε λίγο με την Φουεντίνα στην αγκαλιά μου εγώ και με την Μαρία την χορεύτρια στην αγκαλιά του ο Χουάν. Την άλλη μέρα θα κάναμε επιθετική κίνηση για να μην αφήσουμε περιθώριο στους Οθωμανούς να αναβάλουν την μάχη.

Το πρωινό της 7ης Οκτωβρίου ήταν σαν ανοιξιάτικο. Οι αντίπαλοι στόλοι πήραν θέσεις μάχης. Ο οθωμανικός στόλος αναπτυσσόταν σε απόσταση γύρω στα τέσσερα με πέντε μίλια μακριά. Φαινόταν κάπως μεγαλύτερος από τον δικό μας. Λίγο πριν την μάχη είχαμε όλοι παγώσει. Η ώρα της κρίσης είχε φτάσει κι όλοι ένιωθαν ένα ρίγος. Ο Βενιέρι είχε πάψει να φωνάζει «επίθεση» κι «επίθεση». Ήταν κι αυτός σκεπτικός ενώ ο Ντ’ Όρια ήταν ιδιαίτερα ανήσυχος. Με σήματα μας έδειξαν ότι έπρεπε να μιλήσουμε. Ο Δον Χουάν συγκάλεσε αμέσως μια σύσκεψη στο «Ρεάλ».

Ο πρίγκιπας προέδρευε της συζήτησης. Ήρθαν όλοι οι επικεφαλής. Ο Βενιέρι κι ο Μπαρμπαρίγκο από τους Βενετούς, ο Ντ’ Όρια για τους Ισπανούς κι ο Κολόνα για τον Παπικό στρατό. Ήμουν κι εγώ παρών στη σύσκεψη ως υπασπιστής και γραμματέας του Δον Χουάν ενώ ο Ροντρίγκες ήταν σύμβουλός του. Τρεις στους επτά ήμασταν μέλη της Αδελφότητας. Ο Τζιαν Αντρέα Ντ’ Όρια μίλησε πρώτος από όλους ζητώντας άμεσα την αποχώρηση(i) του στόλου μας.

«Η Αμμόχωστος έχει πέσει και δεν μπορούμε πια να την βοηθήσουμε» είπε. «Δεν γίνονται ναυμαχίες τον Οκτώβρη! Οι Τούρκοι δείχνουν ότι θέλουν να αποφύγουν τη μάχη. Θα πούμε ότι υποχώρησαν κι ότι νικήσαμε!»

«Νομίζουμε ότι πρέπει να επιτεθούμε» είπε ο Βενιέρι αλλά ήταν κι αυτός κάπως διστακτικός.

«Εγώ σας δηλώνω Κύριοι ότι, αν ατιμάσουμε την Ιερά Συμμαχία, θα επιτεθώ μόνος μου» είπε ο Μπαρμπαρίγκο. «Στη Βενετία κρέμασαν τον ναύαρχο Ζάνε για την περσινή ολιγωρία. Δεν θα κάνουμε το ίδιο και πάλι!»

Ο Δον Χουάν εκείνη τη στιγμή υπενθύμισε το δικαίωμά του να αποφασίζει ως αρχιναύαρχος. Τους είπε, όμως, ότι δεν θα το χρησιμοποιούσε. Θα έβαζε έναν διαιτητή που μπορούσε να είναι πιο ψύχραιμος εκείνη τη στιγμή.

«Προτείνω να ρωτήσουμε τον Ιππότη Ροντρίγκες» είπε. «Αφού έχουμε διαφωνία, καλύτερα να ακούσουμε τη γνώμη του, και να την ακολουθήσουμε όποια κι αν είναι αυτή. Έχει κανείς αντίρρηση;»

Οι άλλοι δεν μίλησαν και, πριν ο Ντ’ Όρια προλάβει να πει κάτι, ο Δον Χουάν γύρισε προς το μέρος του Ροντρίγκες. Με επισημότητα τού απηύθυνε τον λόγο.

«Ποια είναι η γνώμη σας, Ματίας; Εσείς δεν είστε ούτε με τους Ενετούς ούτε με τους Γενοβέζους. Είστε στρατιώτης του Θεού και γνωρίζετε καλύτερα από όλους μας από θάλασσες και ναυμαχίες. Εγώ δεσμεύομαι ενώπιον όλων να ακολουθήσω τη γνώμη σας σαν να είναι μια γνώμη που μας έρχεται από τον ουρανό!»

Ο Ροντρίγκες κοίταξε τα πρόσωπα όλων των στρατηγών που ήταν δίπλα του. Ο Βενιέρι δεν μιλούσε, μόνο άκουγε. Ο Μπαρμπαρίγκο κοιτούσε μια προς τον Βενιέρι και μια προς τον Ροντρίγκες. Ο Κολόνα έγνεψε καταφατικά, έδειξε ότι δεχόταν την πρόταση του Δον Χουάν. Ο Ντ’ Όρια μονάχα τον κοιτούσε συνοφρυωμένος. Ο Ματίας Ροντρίγκες πλησίασε την άκρη του πλοίου κι έδειξε στους ναυάρχους τον τεράστιο στόλο που τους περιτριγύριζε.

«Κύριε» είπε γυρίζοντας προς τον Δον Χουάν με ύφος θεατρικό. «Αυτό που έχω να σας πω, είναι αυτό που θα σας έλεγε κι ο πατέρας σας, ο αυτοκράτορας Κάρολος, αν ήταν μαζί μας.»

«Σε ακούμε Ιππότη» είπε ο Δον Χουάν. «Και σεβόμαστε ακόμα περισσότερο τον λόγο σου όταν αναφέρεσαι στον μεγάλο πατέρα μου!»

Ο Ντ’ Όρια θυμόταν ότι ο Κάρολος είχε υποχωρήσει στην Κορώνη και στην Πρέβεζα απέναντι στον σουλτανικό στόλο. Αυτό, λοιπόν, θα έπρεπε να πει τώρα ο Ροντρίγκες και να τον δικαιώσει. Ο Βενιέρι κι ο Κολόνα έδειχναν πολύ σκεπτικοί ενώ ο Μπαρμπαρίγκο ήταν έτοιμος να διαμαρτυρηθεί.

«Αν υποθέσουμε ότι ο αυτοκράτορας πατέρας σας είχε την ευκαιρία να αντικρίσει ένα τέτοιο στόλο. Αν ο στόλος του ήταν τόσο ένδοξος, δυνατός κι ευλογημένος από τον ίδιο τον Πάπα. Αν είχε σταυρούς στα πανιά του και το γαλάζιο λάβαρο της Ιερής Συμμαχίας για σημαία του. Αν ήταν ναύαρχος αυτού του στόλου ο αυτοκράτορας, σας λέω με βεβαιότητα ότι ξέρω καλά τι θα έκανε. Δεν θα άφηνε την ευκαιρία να διαλύσει τους Τούρκους. Και δεν θα σταματούσε η πορεία του παρά μόνο έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης!»

Αυτά είπε ο Ματίας Ροντρίγκες, ο μεγάλος κουρσάρος της Μεσογείου απαντώντας στον Δον Χουάν.

«Δηλαδή πιστεύετε ότι μπορούμε να νικήσουμε, κύριε Ροντρίγκες;» ρώτησε ο Βενιέρι απελευθερωμένος από το άγχος.

«Με ευκολία Κύριε!» απάντησε με μια ολύμπια ηρεμία και σιγουριά ο Ροντρίγκες.

«Εννοείς Ιππότη ότι πρέπει να πολεμήσουμε;» ρώτησε δυνατά ο Δον Χουάν.

«Μάλιστα Κύριε, αυτό ακριβώς εννοώ!»

«Ωραία λοιπόν» είπε ο Δον Χουάν. «Θα πολεμήσουμε!»

Ο κύβος ερρίφθη, σκέφτηκα. Η διαταγή αυτή του Δον Χουάν έτσι όπως ακούστηκε δεν σήκωνε ούτε αντίρρηση ούτε αμφισβήτηση. Οτιδήποτε άλλο αυτή τη στιγμή θα μπορούσε να θεωρηθεί εσχάτη προδοσία. Ο Ντ’ Όρια μάζεψε τις αντιρρήσεις του κι υποκλίθηκε στον αρχηγό του στόλου, τον Δον Χουάν της Αυστρίας. Ο Βενιέρι τον κοίταξε με βλέμμα γεμάτο θαυμασμό για τον χειρισμό του θέματος, βλέμμα σχεδόν πατρικής αγάπης. Ο Δον Χουάν τον είχε υποβιβάσει πριν μερικές μέρες. Του είχε αφαιρέσει την αρχηγία του ενετικού στόλο,υ αλλά, ο Μάρκο Βενιέρι αντιλαμβανόταν ποιο ήταν το πρωτεύον. Σε μια τέτοια εκστρατεία το πιο σημαντικό ήταν να κρατήσει ο αρχηγός τη θέση του και να πατάξει τα φαινόμενα ασυμφωνίας.

«Να πηγαίνουμε» είπαν ο Βενιέρι κι ο Μπαρμπαρίγκο.

Υποκλίθηκαν κι έφυγαν να ετοιμάσουν τα πλοία τους.

«Ήταν έξοχο αυτό που κάνατε, Υψηλότατε» του είπα χαμηλόφωνα.

«Ήξερα καλά τι ήθελα να κάνω, λοχαγέ» απάντησε. «Προτίμησα όμως αυτόν τον τρόπο.»

«Δεν είναι πως δεν τα εννοούσα όσα είπα, Υψηλότατε» είπε ο Ροντρίγκες. «Όμως, μ’ αναγκάσατε να γίνω θεατρίνος με τον ρόλο που μου δώσατε!»

«Δεν είδα όμως να σ’ ενοχλεί και πολύ αυτό, αγαπητέ Ματίας. Παρά λίγο θα μας τραγουδούσατε άριες έτσι που ακουμπούσατε στην κουπαστή.»

«Τα πίστευα αυτά που έλεγα. Αυτή ήταν η αληθινή μου γνώμη. Όχι βέβαια πως δεν θα έλεγα και ψέματα ακόμη εκείνη τη στιγμή χωρίς τύψεις!»

«Θα κερδίσουμε, Ματίας. Το νιώθω, το αναπνέω παντού στον αέρα» είπε ο Δον Χουάν. «Ανυπομονώ να αρχίσουμε.»

«Δεν θα αργήσουμε πολύ Κύριε» είπε ο Ροντρίγκες.

Οι οδηγίες της μάχης είχαν δοθεί έτσι κι αλλιώς από πριν. Ο χριστιανικός στόλος θα προσπαθούσε να κρατηθεί στις συμφωνημένες γραμμές. Αντίστοιχοι ελιγμοί γίνονταν κι απ’ τον οθωμανικό στόλο. Η «Σουλτάνα», η ναυαρχίδα του Αλή Πασά, βρισκόταν απέναντι από την «Ρεάλ». Ένα δυτικό αεράκι φύσηξε και φάνηκε να μας ευνοεί ελαφρά. Οι Ιμάμηδες προσεύχονταν στο τουρκικό στόλο όπου ανέμιζε η τεράστια πράσινη και σουλτανική σημαία. Οι καθολικοί ιερείς εξομολογούσαν τον στόλο με την μεγάλη γαλάζια παπική σημαία. Ο Αλή Πασάς έριξε το πρώτο βλήμα για να αρχίσει η μάχη. Ο Δον Χουάν απάντησε με μια βολή. Ήμασταν ακριβώς στην έναρξη της πιο μεγάλης ναυμαχίας όλων των αιώνων. Εμπλέκονταν και στις δυο πλευρές πάνω από 130.000 πολεμιστές και κωπηλάτες και πάνω από 600 πλοία. Εδώ είχαν συγκεντρωθεί σχεδόν τα τρία τέταρτα του συνολικού ναυτικού δυναμικού της Μεσογείου. Κι εκείνη τη στιγμή, στο κέντρο αυτής της δίνης, ο Δον Χουάν έκανε κάτι ασυνήθιστο. Έκανε κάτι που εξέπληξε τους πάντες, το οποίο, όμως, τον χαρακτήριζε πάντα.

Με την εκθαμβωτική ασημένια και χρυσή πανοπλία του έλαμπε εκτυφλωτικά στο δυνατό φως του μεσημεριανού ήλιου. Γονάτισε και ευχήθηκε να του δώσει ο θεός τη νίκη. Αμέσως μετά σηκώθηκε κι έριξε ένα βλέμμα στην Μαρία τη χορεύτρια. Ήταν ντυμένη σαν στρατιώτης του ισπανικού στρατού αλλά το βλέμμα της έκαιγε γι αυτόν. Προς έκπληξη όλων, έριξε, έναν χορό, μια γκαγιάρντ, υπό τους ήχους ενός φλάουτου που έπαιζε ένας στρατιώτης. Φλαουτίστας ήταν ο Βιτόριο, που κάτω από την περικεφαλαία του έκρυβε το φλογισμένο πρόσωπο της Φουέντε. Τελειώνοντας τον χορό, ο νεαρός πρίγκιπας σήκωσε ψηλά το σπαθί κι ο στόλος ξεκίνησε.

Η ναυμαχία της Ναυπάκτου έμεινε στην ιστορία. Εκείνη η τρομερή μέρα, κρίθηκε όταν σε κάποια φάση της μάχης οι δυο ναυαρχίδες επιτέθηκαν η μία στην άλλη. Στα δυο ενωμένα καταστρώματα δόθηκαν μάχες με απίστευτη αγριότητα. Ο τουρκικός στρατός χίμηξε και μπήκε πρώτος στο κατάστρωμα του “Ρεάλ”. Ο Δον Χουάν τραυματίστηκε ελαφρά αλλά κράτησε. Η επίθεση των Τούρκων αναχαιτίστηκε. Η απειλή, μάλιστα, αντιστράφηκε καθώς ο ισπανικός στρατός χίμηξε πάνω στην “Σουλτάνα”. Δόθηκαν κι εκεί φονικές μάχες. Ήταν ένα σφαγείο όπου παίζονταν όλα. Ο ναύαρχος του τουρκικού στόλου Αλή Πασάς έπεσε σε εκείνη την επιδρομή. Αυτό έκρινε, κατά μεγάλο ποσοστό, την τελική έκβαση της μάχης.

Υπήρξαν κι άλλα κρίσιμα σημεία σ’ αυτή την ναυμαχία. Ο Ουλούτζ Αλή κτύπησε σε κάποια στιγμή την πλευρά των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη. Είχε σκοπό να περικυκλώσει τον υπόλοιπο χριστιανικό στόλο. Οι Ιππότες υπερασπίστηκαν τις θέσεις τους με τρομερές θυσίες. Ο Ουλούτζ κατάφερε να πάρει το λάβαρο του τάγματος δεν κατάφερε όμως να σπάσει τις γραμμές τους. Δεν μπόρεσε να βγει πίσω από την χριστιανική αρμάδα. Μια άλλη κίνηση του τουρκικού στόλου πήγε να αλλάξει τον ρου της μάχης. Προσπάθησε να ξεπεράσει τους Ενετούς πλέοντας κοντά στα ρηχά. Ούτε κι αυτή η κίνηση δεν είχε αίσιο τέλος. Ο τουρκικός στόλος τελικά καταστράφηκε. Μόνο ογδόντα πλοία υπό τον Ουλούτζ Αλή ξέφυγαν ενώ πάνω από διακόσια βυθίστηκαν στο Ιόνιο πέλαγος.

Η μάχη κράτησε τέσσερις με πέντε φονικές ώρες. Τα αστραφτερά κράνη των Χριστιανών και τα τουρμπάνια των μουσουλμάνων ανακατεύτηκαν πολύ γρήγορα. Οι μάχες που έδιναν απλώνονταν στα καταστρώματα των πλοίων. Αυτά εμβόλιζαν το ένα το άλλο και κολλούσαν αναμεταξύ τους. Έτσι έφτιαχναν πλωτές εξέδρες όπου οι στρατιώτες έδιναν τις μάχες τους. Τα κανόνια χτυπούσαν, τα βέλη έσκιζαν τον αέρα και μετά τα σπαθιά μιλούσαν στις μάχες σώμα με σώμα. Πριν ακόμα ο ήλιος αρχίσει να πέφτει, η θάλασσα είχε γίνει κόκκινη από το αίμα των δεκάδων χιλιάδων νεκρών. Κι οι δυο πλευρές είχαν απώλειες, η συντριπτική πλειοψηφία, όμως, ήταν από την πλευρά των Οθωμανών. Η ζωή εκείνη τη μέρα δεν άξιζε τίποτε. Τα επιπλέοντα κορμιά το έδειχναν αυτό περίτρανα. Τα καμένα ξύλα και τα πανιά των τσακισμένων πλοίων συμπλήρωναν το εφιαλτικό τοπίο.

Ήταν η πιο μεγάλη μέρα της χριστιανοσύνης. Ήταν η πρώτη κι η πιο μεγάλη ήττα των Τούρκων. Ήταν ο απόλυτος θρίαμβος του νεαρού Δον Χουάν. Το όνομά του, μετά από αυτό, δίκαια εκτοξεύτηκε στην κορυφή του κόσμου.

=== 


ΕΠΙΛΟΓΟΣ Β’ ΜΕΡΟΥΣ

Η ιστορία κατέγραψε την ναυμαχία της Ναυπάκτου της 7ης Οκτωβρίου του 1571 σαν μια μεγάλη ναυτική σύγκρουση. Ήταν μια από τις μεγαλύτερες που έγιναν ποτέ στην Μεσόγειο από τα πανάρχαια χρόνια. Η ιστορία την τοποθέτησε δίπλα στις άλλες μεγάλες και κρίσιμες, για την τύχη του τότε γνωστού κόσμου ναυμαχίες. Την έβαλε δίπλα στη ναυμαχία της Σαλαμίνας του 480 π.Χ και σ’ εκείνην του Άκτιου, του 31 π.Χ. Στην πρώτη από αυτές, η δύση, μέσω των Ελλήνων, νίκησε την ανατολή που την εκπροσωπούσαν οι Πέρσες. Στην δεύτερη, η δύση και πάλι, μέσω του Οκταβιανού, νίκησε την ανατολή του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας. Αυτή η τρίτη μεγάλη ναυμαχία, με την ήττα των Οθωμανών, ανέκοψε την επιθετικότητά τους κι έσωσε οριστικά την Ρώμη.

Ήταν η τελευταία ναυμαχία που δόθηκε με πλοία που κινούνταν εξολοκλήρου με κωπηλάτες στη διάρκεια της μάχης. Μετά από αυτήν οι μάχες γίνονταν από πλοία πιο εξελιγμένα, ιστιοφόρα, με τρόπους διαφορετικούς κι άλλες στρατηγικές.

Σύμφωνα με την τρέχουσα εκδοχή της ιστορίας (ή μια απ’ τις τρέχουσες) η μεγάλη αυτή νίκη τελικά δεν αξιοποιήθηκε. Γιορτάστηκε μεν έξαλα σε όλες τις πρωτεύουσες της δύσης, ωστόσο, δεν είχε συνέχεια. Δεν έγινε η άμεση προέλαση των χριστιανικών δυνάμεων μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Αυτό θα έπρεπε να έχει κάνει η Αντιτουρκική Ιερή Συμμαχία. Εξάλλου, αυτό προέβλεπαν πολλά σχέδια που είχαν έγκαιρα κατατεθεί στις μεγάλες βασιλικές αυλές της δύσης. Η αδράνεια των δυτικών επέτρεψε στους Οθωμανούς να φτιάξουν πολύ γρήγορα ένα στόλο, έστω και πρόχειρο. Τον έστειλαν το 1572 στη νότια Πελοπόννησο για να αποτρέψουν την δυτική προέλαση στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την ήττα τους φοβήθηκαν πολύ αυτό το ενδεχόμενο που ήταν πιθανό, δυνατό και σχετικά εύκολο να συμβεί. Ο χριστιανικός στόλος δεν φρόντισε να διαλύσει αυτόν τον νέο οθωμανικό στόλο κι επέστρεψε στις βάσεις του. Απέφυγε, έτσι, να επιβάλει στους Οθωμανούς τους όρους του.

Στο Γ’ μέρος παρουσιάζεται μια άλλη εκδοχή.

Η τρέχουσα εκδοχή της ιστορίας δεν γνωρίζει καμιά ελληνική “Αδελφότητα για την ελευθερία”. Η ύπαρξή της όμως αλλάζει τους συσχετισμούς και ανατρέπει όλα τα δεδομένα της συγκυρίας εκείνης. Αυτή η Αδελφότητα, κινητοποιώντας τις δυνάμεις του ελληνισμού οδήγησε τις δυτικές δυνάμεις προς τα εμπρός. Τα σχέδια εφαρμόζονται γιατί υπάρχουν αυτοί που τα κυνηγούν και επισπεύδουν για την πραγματοποίησή τους. Έτσι ο χριστιανικός στόλος δεν επιτρέπει στον βιαστικά φτιαγμένο οθωμανικό να ανακάμψει. Τον διαλύει εύκολα και προελαύνει προς την Κωνσταντινούπολη. Στα κρίσιμα χρόνια 1572-73 η Ιερά Αντιτουρκική Συμμαχία καταφέρνει να πραγματοποιήσει το όνειρο της Αδελφότητας. Δημιουργείται ένα ανεξάρτητο ελληνικό κράτος στο σύνορο των δύο κόσμων, τον οθωμανικό και τον χριστιανικό.

Την ένδοξη αυτή πορεία, μέσα απ’ τα μάτια του Χάρμου Γεωργιάδη, περιγράφει το Γ’ μέρος που ακολουθεί.

****************

παραπομπές:

i Ο Ρότζερ Κρόουλυ περιγράφει έτσι την σκηνή και τους διαλόγους βασισμένος σε πρωτογενείς πηγές (απομνημονεύματα) με τον Ματουρέν Ρομέγκας στη θέση του μυθιστορηματικού προσώπου Ματίας Ροντρίγκες

***************************

Από αύριο Τετάρτη 14/4 μπαίνουμε στο  Γ' Μέρος του βιβλίου και στο 11ο κεφάλαιο. Η ιστορία αλλιώς.

Δευτέρα 12 Απριλίου 2021

36 Δον Χουάν Ηρακλείδης (κεφ.10γ)

Κεφάλαιο 10ο μέρος 10γ σήμερα και 10δ αύριο. Παρακολουθούμε σήμερα το ξεκίνημα της σταυροφορίας που έμενε να είναι και η τελευταία από όσες εξαπέλυσε η δύση κατά των μουσουλμάνων. Αύριο είναι η εμπλοκή στην ναυμαχία της Ναυπάκτου.

***********************

Ο Δον Χουάν παίρνει την ευλογία του Πάπα για να ηγηθεί της σταυροφορίας.


κεφ. 10γ

.............

Βρεθήκαμε στη βίλα της Φουέντε. Στο Ποντιφικό κράτος υπήρχε συνωστισμός και δεν μπορούσε να μας φιλοξενήσει ο Φραγκίσκος. Ήμασταν δεκατρείς παρόντες στο Λίντο Ντ’ Όστια της Ρώμης, στην πέμπτη συνεδρίαση. Η πρώτη έγινε το ’55 στην Αυγούστα, ακολούθησε το ’62 το Ιάσιο, το ’69 η Βενετία και το 70 η Κωνσταντινούπολη. Συμμετείχαν ο Ιουστίνος, ο Μορμόρης, η Φουέντε, η Μαργαρίτα, η Σοφία, ο Φραγκίσκος, ο Μενάγιας κι ο Καλλέργης. Επίσης ο Τσόμης, ο Συγκλητικός κι οι Ιππότες, ο Ροντρίγκες κι ο Βαλέρης. Έλειπαν πολλοί και κυρίως έλειπε ο νέος μας αρχηγός ο Δον Χουάν. Έλειπαν ακόμα οι πολύτιμοι νεκροί μας που έφυγαν όλα αυτά τα χρόνια από κοντά μας. Έλειπαν οι Κωνσταντινουπολίτες η Ελένη, ο Καντακουζηνός κι ο Μητροφάνης. Έλειπε η Χριστίνα που είχε επιστρέψει στην Πολωνία κι η Αλεξάνδρα που είχε μείνει στην Πόλη. Έλειπαν ακόμη τα νέα μέλη που είχαν εν τω μεταξύ ορκιστεί καθώς οι μυήσεις είχαν αυξηθεί κατακόρυφα. Η ανάγκη, όμως, να γίνει μια έκτακτη Συνεδρία ήταν μεγάλη.

Το κλίμα της συνεδρίασης ήταν εορταστικό. Η Φουέντε είχε ετοιμάσει πολλά φαγητά και ποτά για να μας ευχαριστήσει. Προέδρευσε ο Ιουστίνος ενώ εγώ θα κρατούσα τα πρακτικά. Μιλήσαμε για τις εξελίξεις αφού ήταν η ώρα της δράσης και των αποφάσεων. Ενημερώσαμε ο καθένας για τον τομέα και τον χώρο του. Διαπιστώσαμε ότι τα συνδεδεμένα μέλη είχαν γίνει πάρα πολλά. Ήταν ώρα πια να γίνουν κανονικά μέλη της Αδελφότητας και να συντονιστούν για να πετύχουμε καλύτερα αποτελέσματα. Είχαμε πλήρη συνείδηση της σπουδαιότητας που είχε η στιγμή. Η σταυροφορία ξεκινούσε, η επανάσταση άρχιζε κι εμείς δεν έπρεπε να χάσουμε χρόνο.

«Θα πάω στην Βενετία να ενσωματώσω τις δυνάμεις μου στον Βενετικό στόλο» είπε ο Ιουστίνος.

«Εγώ θα βρίσκομαι στον χριστιανικό στόλο στις γαλέρες των Ιπποτών της Μάλτας» είπε ο Βαλέρης. «Εμείς θα είμαστε ο σ στόλος του Πάπα.»

«Χάρμο, εσείς, εγώ κι η κόμισσα θα ταξιδέψουμε για Γένοβα. Ο πρίγκιπας θέλει να τον συναντήσουμε εκεί και να συνενωθούμε μαζί του» μου είπε ο Ροντρίγκες. «Έχουμε πολύ σημαντικές δουλειές να κάνουμε σε αυτό το ταξίδι. Κυρίως θα προσέχουμε τον Ντ’ Όρια που έχει μοναδικό του στόχο να φρενάρει την σταυροφορία. Θα προτιμούσε να την μετατρέψει σε υγιεινό περίπατο.»

«Ο Ντ’ Όρια είναι δύσκολη κι εντελώς δική σας δουλειά, Κύριε» του είπα. «Εγώ θα προσπαθώ να συμβουλεύω σωστά τον Υψηλότατο, αν με ακούει βέβαια.»

«Θα είμαστε κι οι δυο στο στενό επιτελείο του Δον Χουάν. Εσύ σαν υπασπιστής του» μου είπε ο Ροντρίγκες.

«Ο κύριος Συγκλητικός και πολλά άλλα νέα μέλη μας θα ενσωματωθούν στον στόλο της Βενετίας» είπε ο Ιουστίνος. «Θα φροντίσω να έχουν καλές θέσεις εκεί και να μπορούν να αποδεσμευθούν όποτε τους χρειαστούμε.»

«Ιουστίνε, λέω να πάω στην Κέρκυρα. Ο σουλτανικός στόλος θα κάνει επιδρομές, όπως το ’38» είπε ο Μορμόρης.

«Εσύ, Μανολιό, θα κινητοποιήσεις τις δυνάμεις μας στην Ήπειρο, απέναντι» του είπε ο Ιουστίνος.

«Θα περάσω στην Πάργα και το Μαργαρίτι μόλις θα ασφαλίσουμε την άμυνα της Κέρκυρας.»

«Εκεί θα είμαι κι εγώ» είπε ο Μενάγιας. «Προορισμός μου είναι η Άρτα και τα Γιάννινα.»

«Αντρέα, εσύ;» ρώτησε ο Ιουστίνος, «τι έχεις αναλάβει;»

«Θα συναντήσω τον στόλο στην Κεφαλονιά» είπε ο Καλλέργης. «Θα ενταχθώ στην ενετική μοίρα αλλά πιο πριν θα περάσω απ’ τη Μάνη να ορκίσω τους αδελφούς Μελισσηνούς. Έχουν ήδη ξεσηκώσει τον τόπο. Μιλούν με τους Βενετούς αλλά θα περιμένουν δικό μας νεύμα για να επιτεθούν στην Τρίπολη και στο Ναύπλιο.»

«Η Μάνη θα είναι και πάλι προπύργιο του αγώνα» είπε ο Συγκλητικός.

«Κι η Χιμάρα!» συμπλήρωσε ο Καλλέργης «η οποία ήδη είναι ελεύθερη.»

«Έχουμε εμείς τον έλεγχο εκεί;» ρώτησε ο Ιουστίνος.

Ο Τσόμης ήξερε αυτά τα μέρη πολύ καλά είχε όλες τις πληροφορίες που μας ήταν χρήσιμες.

«Στη Χιμάρα και το Σοποτό πήγαν πρώτα πράκτορες των Βενετών. Τους ξεσήκωσαν με χρήματα και με αξιώματα. Τάξαν πολλά» είπε ο Τσόμης. «Ξεσήκωσαν ήδη τους Αλβανούς και τους Γραικούς οπλαρχηγούς κι αυτοί έδιωξαν μεμιάς τους Τούρκους. Οι μυημένοι αγωνιστές θα ακολουθήσουν τις δικές μας εντολές κι όχι των Βενετών.»

«Είναι βέβαιο;» ρώτησε ο Καλλέργης. «Θα χρειαστούμε συντονισμένη προσπάθεια κι όχι μερικές απλές επιδρομές για πλιάτσικο.»

«Μαζί με τον Μενάγια θα μαζέψουμε την κατάσταση, μην ανησυχείτε» είπε ο Τσόμης.

«Θα ’μαι κι εγώ με τον Τσόμη» είπε ο Μενάγιας. «Έχουμε πολλούς οπλαρχηγούς για να στηριχτούμε. Θα συνεννοηθούν με εμάς κι όχι με τους Βενετούς. Δεν θέλουν να γίνουν και πάλι θύματα των δυτικών που θα τους εγκαταλείψουν όταν θα τα βρουν με τον Σουλτάνο! Το πάθημα τούς έχει γίνει μάθημα. Με εμάς ξέρουν ότι η εξέγερση θα είναι γενική και ότι κανείς δεν θα τους πουλήσει στο τέλος.»

Ήταν πολλοί οι οπλαρχηγοί κι οι πρόκριτοι που ήταν ήδη μιλημένοι στην Κέρκυρα, την Ήπειρο και τον Μοριά. Πυρήνες ετοιμάζονταν στην Χαλκιδική, στη Θεσσαλία, στη Μακεδονία, στα νησιά, παντού. Σε όλη την χέρσο Ελλάδα και στα νησιά κυριαρχούσε πολεμικό κλίμα. Αν η χριστιανική ναυτική δύναμη κατάφερνε να νικήσει τους Οθωμανούς, τότε θα χρειάζονταν οι επιχειρήσεις της στεριάς. Η Ιερά Συμμαχία μας προσέφερε όσα όπλα, πολεμοφόδια και χρήματα χρειαζόμασταν. Ο Φραγκίσκος στη Ρώμη, οι Γκριμάλντι στο Τουρίνο, ο Βαρδάτης στη Βενετία κι ο Δον Χουάν φρόντιζαν γι αυτό.

Υπήρχαν πολλά αναπάντητα «αν» στο εγχείρημά μας, δεν μπορούσε όμως να γίνει αλλιώς. Δεν γινόταν χωρίς ρίσκο. Το πρώτο μεγάλο ερωτηματικό ήταν η νίκη της χριστιανικής αρμάδας στην επικείμενη ναυμαχία. Θα νικούσαν οι δυτικοί; Αν έχαναν ο δρόμος μας γινόταν δύσβατος έως ακατόρθωτος. Τότε ερχόταν το δεύτερο μεγάλο ερωτηματικό. Αν νικούσαν, θα συνέχιζαν την προέλαση; Μήπως αποσύρονταν αφήνοντας τη νίκη τους ανεκμετάλλευτη; Ελπίζαμε ότι ο Δον Χουάν κι η δική μας εξέγερση θα επέβαλαν να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί μια τέτοια νίκη. Τότε το κλειδί των εξελίξεων θα μεταφερόταν στην Πόλη. Εκεί θα παιζόταν και το παιχνίδι της ανακωχής κι εκεί ορθωνόταν το τρίτο μεγάλο ερωτηματικό. Θα έμπαινε στο τραπέζι το θέμα της δημιουργίας ενός ελληνικού κράτους; Ο Μητροφάνης, η Ελένη κι ο Καντακουζηνός θα επιστράτευαν ικανότητες και γνωριμίες. Έπρεπε να πείσουν τον Σοκουλού και τον Νέζη ότι ένα τέτοιο κράτος χωρούσε μέσα στα σχέδια της αυτοκρατορίας. Χρειαζόμασταν όμως τη συναίνεση της Ρώμης, του Φιλίππου και των Βενετών κι εδώ θα έπαιζε ρόλο ο Δον Χουάν. Θα τα καταφέρναμε όλα αυτά; Τα τρία μεγάλα «Αν» θα είχαν την επιθυμητή για μας έκβαση;

«Πολλά κρέμονται από μια κλωστή κι από την τύχη» είπε ο Ιουστίνος. «Θα παλέψουμε όμως και θα νικήσουμε!»

«Έχουμε δουλέψει πολύ και για πολλά χρόνια» είπε ο Φραγκίσκος. «Κάναμε μια φοβερή προσπάθεια. Ελπίσουμε πως ο Θεός θα θελήσει την νίκη των χριστιανών και την σωτηρία του γένους μας. Με τη βοήθειά Του θα νικήσουμε!»

«Γραικοί σύντροφοι» είπε ο Ροντρίγκες με τα σπασμένα ελληνικά του και πολλά ισπανικά που τα μετέφραζα. «Κάνατε ως τώρα κάτι εκπληκτικό. Οργανώσατε μια επανάσταση κάτω από την μύτη πανίσχυρων κυβερνήσεων που τις χρησιμοποιείτε για τους σκοπούς σας. Σας βγάζω το καπέλο. Εγώ ο κουρσάρος των θαλασσών δεν θα μπορούσα να φανταστώ ένα τέτοιο σχέδιο. Πάτε να κουρσέψετε αυτοκρατορίες και να φτιάξετε μια πατρίδα από το μηδέν. Να είστε βέβαιοι για τον εαυτό σας ότι θα πετύχετε. Η τύχη βοηθάει τους τολμηρούς κι εσείς έχετε τολμήσει το αδύνατο. Θα νικήσουμε! Είμαστε πειρατές κι αυτοί μπροστά μας είναι γυναικόπαιδα!»

Μας γέμισε ενθουσιασμό. Ο Ροντρίγκες κατάφερνε να διαλύει τους φόβους μας.

«Τα “αν” που συνοδεύουν το εγχείρημά μας είναι πολλά» είπε η Μαργαρίτα. «Η θέληση, όμως, για να πετύχουμε είναι ακόμη πιο ισχυρή.»

«Νυν υπέρ πάντων αγών, λοιπόν» είπε ο Ιουστίνος.

Αμέσως μετά τη λήξη της συνεδρίασης στην Όστια έφυγα μαζί με τον Ροντρίγκες και την Φουέντε για την Γένοβα. Ο πρίγκιπας ξεκινούσε κι εκείνος από Μαδρίτη για Βαρκελώνη και μετά Μασσαλία, Γένοβα, Ρώμη, Μεσσήνη και Κέρκυρα. Θα συναντιόμασταν στην Γένοβα. Θέλαμε να είμαστε μαζί του από την αρχή για την κατάρτιση των λεπτομερειών της εκστρατείας. Θα τον βρίσκαμε πριν φτάσει στη Ρώμη και πριν συγκεντρώσει τον στόλο στην Μεσσήνη.

Αρχές Ιουνίου ήμασταν στην Γένοβα. Μας φιλοξένησε η Μαργαρίτα διαθέτοντάς μας άνετα διαμερίσματα. Ο Ροντρίγκες η Φουέντε κι εγώ γνωριστήκαμε καλύτερα με τον Εμμανουήλ Φιλιβέρτο. Γνωρίσαμε και μέλη του οίκου της Σαβοΐας και τον Τζιαν Αντρέα Ντ’ Όρια. Ο ισπανικός στόλος με τον Δον Χουάν έφτασε στη Γένοβα στο τέλος Ιουλίου! Ήταν μια καθυστέρηση δυο ολόκληρων μηνών που μπορεί να απέβαινε εγκληματική για την εξέλιξη της εκστρατείας. Η ισπανική διστακτικότητα βγήκε ολόκληρη στην επιφάνεια. Αν δεν ήταν ο Δον Χουάν τόσο ανυπόμονος, μπορεί να αργούσαν κι άλλον ένα μήνα κι η εκστρατεία να μην άρχιζε καν.

Η άκαρπη διαμονή στην Γένοβα ήταν ένα υποχρεωτικό διάλειμμα ξεγνοιασιάς λίγο πριν την μάχη. Η Φουέντε ήταν πολύ καλή και θερμή μαζί μου. Τηρούσαμε τα προσχήματα και κρατούσαμε διαφορετικά δωμάτια, βέβαια. Πάντως τίποτε δεν μπορούσε να μένει για πολύ καιρό εντελώς κρυφό. Υπηρέτες κι οικονόμοι τριγυρνούσαν σε όλο το σπίτι, τα παρατηρούσαν όλα κι έδιναν αναφορά.

«Μου αρέσει πολύ να κοιμόμαστε και να ξυπνάμε μαζί» μου έλεγε η Ισπανίδα.

Ήταν πολύ γλυκιά και δεν μπορούσα να αντισταθώ στον πειρασμό να είμαι συνέχεια μαζί της. Την περνούσα δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια αλλά κοντά της ένιωθα νέος και ξεχνούσα ό,τι με βασάνιζε. Το κορμί της με έκαιγε και τα μάτια της με τρέλαιναν.

«Θέλω κι εγώ να ξυπνάμε μαζί Πηγίτσα» της έλεγα. «Φοβάμαι μόνο μήπως σε νοιάζουν τα σχόλια. Έτσι κι αλλιώς βρισκόμαστε πολλές ώρες μαζί.»

«Το ξέρεις ότι ο Χουάν θα έχει μαζί του την Μαρία την χορεύτρια;» μου είπε.

«Ε, και λοιπόν; Μήπως εννοείς ότι…;»

«Ναι, Χαρμονιόζο, αυτό ακριβώς εννοώ!» μου δήλωσε αποφασισμένη. «Θα του ζητήσω να μπω στην προσωπική του φρουρά! Και να το ξέρεις, θα με πάρει!»

«Έχεις συνειδητοποιήσει ότι εκεί πάμε για πόλεμο;»

«Και λοιπόν, τι μου λες; Προτιμάς να σκοτωθείς μόνος σου, Χαρμονιόζο; Δεν θέλεις να πεθάνουμε μαζί;»

Μου θύμιζε τον θάνατο της Διονυσίας και της μικρής μου Δηιάνειρας και την αποκοτιά μου να μην τις προφυλάξω.

«Φουεντίνα, σε παρακαλώ να μην το προσπαθήσεις!» της είπα. «Δεν θέλω να έρθεις στο σφαγείο που ετοιμάζουμε. Δεν θέλω να χάσω κανέναν άλλον πια!»

«Ω θεέ μου» έκανε εκείνη. «Έθιξα πληγή χωρίς να το σκεφτώ. Τι ανόητη που είμαι!»

«Δεν πειράζει, δεν είσαι εσύ η ανόητη, εγώ είμαι!»

«Έλα, Χαρμονιόζο» μου είπε και μ’ αγκάλιασε σφιχτά. «Θα έρθω μαζί σας και δεν θέλω να στενοχωριέσαι

Την αγκάλιασα και της χάιδεψα το μάγουλο. Είχε ένα πρόσωπο γεμάτο με διαβολική εξυπνάδα και θεϊκή αθωότητα μαζί. Η ταραχή μου είχε κάνει τα μάτια να βουρκώσουν. Τώρα ήταν πολύ πιο όμορφη. Ήταν μια φύση περιπετειώδης, γυναίκα αμαζόνα που δεν κολλούσε πουθενά και δεν θα έχανε αυτή την ευκαιρία. Ζούσε εντελώς αντισυμβατικά, μια επαναστάτρια της πράξης, όχι της θεωρίας.

«Αλήθεια, τι κάνεις μαζί μου Φουεντίνα;» τη ρώτησα.

«Περνάω την ώρα μου, Χαρμονιόζο» μου απάντησε με ένα πλατύ χαμόγελο

«Θα ταίριαζες πιο πολύ με τον Δον Χουάν παρά με ένα γέρο σαν εμένα» της είπα.

«Έχω τα διπλά χρόνια από τον πρίγκιπα, Νιώθω πιο πολύ σαν μητέρα του παρά σαν υποψήφια ερωμένη» μου είπε. «Μη συγχέεις την φιλική σχέση μας με τίποτα άλλο γλυκέ μου. Είμαι κάτι σαν μεγάλη αδελφή του και ξέρω πως του αρέσει πολύ αυτό!»

«Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές κι εγώ νιώθω σαν να είμαι μάλλον ένας πατέρας του.»

«Σου πάει αυτός ο ρόλος» μου είπε χαμογελώντας με ένα παιχνιδιάρικο ύφος. «Μοιάζεις εξ άλλου με τον Κάρολο, έχετε το ίδιο ξερό κεφάλι!»

«Μου αρέσει που κάνουμε παρέα» της είπα κοιτώντας την στα μάτια. «Αυτό το ξερό κεφάλι θα είχε τρελαθεί χωρίς εσένα, Φουεντίνα.»

«Παρέα; Ώστε παρέα κάνουμε, ε; Δεν το είχα σκεφτεί αυτό. Ωραίος τρόπος για να περιγράφει κανείς ακριβώς αυτό που κάνουμε εμείς οι δυο.»

«Έλα τώρα» της είπα. «Απλά φοβάμαι να το πω αλλιώς. Βλέπεις, σήμερα είμαστε μαζί αλλά, αύριο, εσύ μπορεί να είσαι στη μια άκρη του κόσμου κι εγώ στην άλλη.»

Δεν έφερε αντίρρηση. Ήξερε κι εκείνη ότι αν δεν ήταν ακριβώς αυτή η αλήθεια, ωστόσο δεν ήταν ούτε και ψέμα. Τι είμασταν εμείς οι δυο; Φερόμασταν σαν ζευγάρι ερωτευμένων, ξέραμε, όμως, ότι ζούσαμε στην αιχμή του χρόνου. Μεσολάβησε ένα διάστημα εύγλωττης σιωπής. Τότε την ρώτησα.

«Αλήθεια, πες μου τι βρίσκεις σε μένα; Σε περνάω τόσα χρόνια. Εσύ είσαι τόσο ελεύθερη, θα μπορούσες να έχεις όποιον άντρα επιθυμείς. Τι σε κάνει να έρχεσαι να βρεις έναν γέρο σαν εμένα στη Βιλαμπίγια ή στη Ρώμη;»

«Δεν είσαι γέρος κι ας με περνάς μερικά χρόνια. Όμως, εσύ τι πρόβλημα έχεις;»

Με κοιτούσε με τα μεγάλα όμορφα μάτια της.

«Μου αρέσει πολύ που είσαι μαζί μου» της είπα. «Όμως θα ήθελα κιόλας να καταλαβαίνω και το γιατί!»

«Στην εποχή μας, αγάπη μου, ελεύθερη γυναίκα θα πει πόρνη ή μάγισσα. Δεν το ξέρεις;»

«Νόμιζα πως αυτό το έχεις ξεπεράσει.»

«Εγώ το ‘χω ξεπεράσει, όχι όμως οι άνθρωποι γύρω μου, κυρίως οι άντρες! Εσύ κι ο Χουάν είστε από τους ελάχιστους άντρες που δεν με κάνετε να νιώθω πόρνη ή μάγισσα. Δεν θα με κλείνατε φυλακή ούτε θα με στέλνατε στην πυρά.»

«Κανείς δεν θα το τολμούσε αυτό για σένα, Πηγίτσα.» «Εννοείς ότι κανείς δεν θα το τολμούσε γιατί είμαι μία κόμισσα, γιατί είμαι δυνατή και με φοβούνται. Όμως μέσα τους έτσι σκέφτονται. Κανείς δεν σέβεται μια ελεύθερη γυναίκα, κανείς δεν της αναγνωρίζει αυτό το δικαίωμα. Η βαθιά τους πεποίθηση όταν με βλέπουν, είναι ότι είμαι σκουπίδι.»

«Εγώ ποτέ ...»

«Το ξέρω ότι “εσύ ποτέ”» με διέκοψε. «Γι αυτό και σε διαλέγω, γιατί μαζί σου είμαι και γυναίκα και άνθρωπος. Κι αν έχεις τα χρονάκια σου, ε, ούτε κι εγώ είμαι νεαρό κορίτσι πια. Μ’ αρέσουν τα γένια και τα γκρίζα σου μαλλιά!»

«Με διαλέγεις γιατί είμαι ένας από τους λίγους που σε αποδέχονται;» τη ρώτησα.

«Καλό είναι που με αποδέχεσαι, αλλά, δεν θα έφτανε αυτό για να πέσω στην αγκαλιά κάποιου

«Επομένως;» ρώτησα επίμονα. «Ξαναρχόμαστε στο ίδιο ερώτημα. Τι βρίσκεις σε μένα Πηγίτσα;»

«Δεν σου αρκεί ένα “μ’ αρέσεις” που θα ήταν αρκετό σε κάθε άντρα;»

«Περιμένω να μου πεις κάτι περισσότερο, γλυκιά μου.»

«Να στο πω, λοιπόν. Μ’ αρέσει που είσαι συνεχώς μέσα σε μια κατάσταση ήρεμης θλίψης, πίστης και σκεπτικισμού» μου είπε. «Τώρα βγάζεις άκρη;»

«Δεν ήμουν πάντα έτσι, Φουεντίνα, είχα και πιο καλές περιόδους στη ζωή μου.»

«Μα δεν μιλάω για τώρα. Σε θυμάμαι κι όταν ήσουν στη Μαδρίτη πιο παλιά.»

«Ποια ήταν η “ήρεμη θλίψη”; Ποια ήταν η “πίστη” που έβλεπες σε μένα;»

«Μ’ αρέσουν, Χαρμονιόζο, εκείνοι που αντιμετωπίζουν τη ζωή με μελαγχολία και εγκαρτέρηση. Μ’ αρέσουν αυτοί που είναι γεμάτοι από μια παράλογη, σταθερή πίστη σε ανθρώπους και σε πράγματα. Εσύ, γλυκέ μου, αυτά τα στοιχεία τα έχεις άφθονα. Αυτά βγαίνουν στο πρόσωπό σου και με τραβάνε σε σένα. Ακόμη, μ’ αρέσει ο τρόπος που με κοιτάς, ο τρόπος που μ’ αγαπάς. Όλα αυτά μ’ αρέσουν.»

Τι να έλεγα; οι γυναίκες ήταν περίεργα πλάσματα και ποτέ μου δεν τις είχα καταλάβει εντελώς. Ούτε κατανοούσα όλα όσα μου έλεγε, ήταν όμως πολύ γλυκά

«Λες να έχει μαζί του την Μαρία την Μπαλαϊδόρα ο Δον Χουάν;» αναρωτήθηκα.

«Αν την έχει, πάντως» είπε η Φουέντε «θα του ζητήσω να έρθω κι εγώ μαζί σας.»

«Κι αν δεν δεχτεί;»

«Δεν θα θυμώσω με τον Χουάν αν δεν με δεχτεί, γιατί ξέρω πως είναι δύσκολο. Θα θυμώσω όμως πολύ με τον εαυτό μου αν δεν του το ζητήσω.»

«Είσαι υπέροχη γυναίκα κοντέσα» της είπα.

«Μ’ αρέσει που με λες υπέροχη, Χαρμονιόζο. Θέλω να ακούω τα κομπλιμέντα σου.»

«Δεν έχω συναντήσει στη ζωή μου άλλη γυναίκα σαν εσένα Φουεντίνα! Είσαι τόσο ελεύθερη, τόσο αυθεντική και τόσο όμορφη!»

«Με αγαπάς… λίγο;» με ρώτησε ψιθυριστά.

«Νομίζω ότι σε αγαπάω, πολύ!» της είπα χαμηλόφωνα στο αυτί κι ένιωσα πως πρόδιδα την Διονυσία.

Οι δυο μήνες που περάσαμε στην Γένοβα περιμένοντας τον στόλο ήταν ίσως οι καλύτεροι της ζωής μου. Το θλιβερό παρελθόν μετασχηματιζόταν από την απίστευτη Ισπανίδα σε ενέργεια. Το κόκκινο χρώμα που την περιτύλιγε και το σκούρο μπλε των ματιών της με ταξίδευαν. Το θαυμαστό πρόθυμο κορμί της με τα τρυφερά λόγια της άλλαζαν τις διαστάσεις του κόσμου μου. Η σκληρότητα της οθωμανικής σκλαβιάς ξεχνιόταν όπως κι η μιζέρια της θρησκόληπτης οικουμένης. Ξεθώριαζε για τα καλά η πνευματική φτώχεια της κοινωνίας όταν ήμουν μαζί της. Όλα άλλαζαν κι ο κόσμος γινόταν όμορφος. Σκλαβιά και θρησκοληψία γίνονταν μακρινοί εφιάλτες και κάθε νέα μέρα επιφύλασσε μιαν ευχάριστη έκπληξη.

Η Μαργαρίτα είχε αντιληφθεί τη σχέση μου με την Φουέντε. Για να μας ευχαριστήσει, μας παραχώρησε μια βίλα που είχε η οικογένειά της στη Λα Σπέτσια. Ήταν ένα χωριό με κάστρο και λιμάνι έξω από τη Γένοβα. Ο Ροντρίγκες ταξίδεψε για να συναντήσει τον Δον Χουάν στη Νίκαια κι εγώ με την Φουέντε μείναμε εκεί μόνοι μας, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων. Μαγειρεύαμε μόνοι, περπατούσαμε, διαβάζαμε, αγναντεύαμε το κάστρο και τη θάλασσα, μιλούσαμε και κάναμε έρωτα. Απολαύσαμε τη ζωή απομονωμένοι από όλον τον κόσμο και τις έγνοιες του. Ποτέ άλλοτε δεν βούτηξα μέσα στην αληθινή ζωή με τόση λαχτάρα και τόσο αχόρταγα.

Αν έπρεπε να διαλέξω ένα κομμάτι της ζωής μου για να το ξαναζήσω θά ’ταν αυτό. Αν ήθελα ένα “μπιζ” στο τέλος της παράστασης που είναι ο βίος μας, θα διάλεγα αυτές τις μέρες. Ήταν μήνες απόλυτης ξεγνοιασιάς, έρωτα, ευτυχίας αλλά και προσμονής οι μέρες στη Λα Σπέτσια. Το μελαγχολικό φόντο των απωλειών που με είχαν σημαδέψει τα τελευταία χρόνια, εκεί, ξεθώριαζε. Η αναμονή της μάχης που θα ζωντάνευε τα όνειρά μας προσέθετε χρώμα και ελπίδα στην καθημερινότητά μου. Κάθε μέρα που ξυπνούσα, αναρωτιόμουν αν άξιζα τόση ευτυχία. Θα ήθελα εκεί, σε αυτή την κορύφωση, να τελείωνε η ζωή μου. Ο μόνος λόγος για να συνεχίζω ήταν για την μητέρα όλων των μαχών και την επανάσταση. Έρχονταν όλα αυτά με τα πλοία του Δον Χουάν από την Βαρκελώνη.

Όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν. Ο ισπανικός στόλος έφτασε κι ο πρίγκιπας με τον Ροντρίγκες μας υποδέχτηκαν στη ναυαρχίδα, το «Ρεάλ». Ο Δον Χουάν χάρηκε που μας είδε. Του είχαμε λείψει παρ’ όλο που δεν ήταν χωρίς παρέα όλον αυτόν τον καιρό. Είχε φύγει από την Μαδρίτη στις αρχές Ιουνίου, κι έφτασε στη Βαρκελώνη ταξιδεύοντας αργά. Παρ’ όλα αυτά περίμενε εκεί περίπου ένα μήνα να συγκεντρωθεί ο στόλος και να δοθεί το σήμα για τον απόπλου. Έφυγαν απ’ την Βαρκελώνη στις 20 Ιουλίου με τον Λουίς ντε Ρεκένσες που τον είχε βάλει ο Φίλιππος για να τον προσέχει. Μαζί του ήταν κι η Μαρία η Μπαλαϊδόρα, ντυμένη σαν “λοχίας Μάριο”. Με τα μαλλιά της κουρεμένα και χωμένα στο κράνος και με ένα πρόσθετο αδιόρατο μουστάκι έμοιαζε με νεαρό. Είχε ανακατευτεί με την προσωπική του φρουρά, που ήξερε να τον προστατεύει τόσο από εχθρούς όσο κι από φήμες.

«Χαίρομαι που σας βλέπω όλους μαζί εδώ» μας είπε μετά τα χειροφιλήματα και τις χειραψίες.

Δεν παρέλειψε να μας κάνει κάποια νοήματα από αυτά που έκαναν τα μέλη της Αδελφότητας για αναγνώριση. Τα είχε μάθει από εμένα μαζί με τα σύμβολα και την σφραγίδα που του παρέδωσα όταν ανέλαβε την αρχηγία.

«Υψηλότατε» είπε ο Ροντρίγκες εκ μέρους όλων μας «χαιρόμαστε που σας βλέπουμε επικεφαλής! Οι ελπίδες της χριστιανοσύνης είναι στα χέρια σας. Συγχαρητήρια!»

«Συγχαρητήρια, Υψηλότατε» είπα κι εγώ. «Επιτέλους Υψηλότατος κι επιτέλους Αρχιναύαρχος.»

«Προσπαθήσαμε όλοι γι αυτό!» είπε ταπεινά ο Χουάν τονίζοντας το “όλοι”.

«Αν δεν σας έδιναν την αρχηγία ολόκληρη η Ευρώπη θα βούιζε. Είναι κοινή παραδοχή ότι κανέναν δεν θεωρούν καλύτερο από εσάς!» είπε ο Ροντρίγκες.

«Εκτός απ’ τον βασιλιά αδελφό μου, βέβαια, που ακόμα διαφωνεί» είπε ο Δον Χουάν.

«Φαίνεται πως είσαι πολυέξοδος, Χουάν, κι εκείνος σε θέλει οικονόμο» είπε η Φουέντε σαρκαστικά.

«Ακόμα δεν τον έχει χρίσει Ινφάντε» είπε ο Ροντρίγκες.

«Τα ξέρουμε αυτά, τα έχουμε ξαναπεί. Αυτά δείχνουν την διστακτικότητά του να δει την πραγματικότητα γρήγορα» είπε ο Δον Χουάν. «Μετράει την κάθε του κίνηση εκατό φορές! Δείτε τώρα, αρχίζει πια ο Αύγουστος, οι Τούρκοι λεηλατούν τα παράλια της Βενετίας κι εμείς είμαστε ακόμη στη Γένοβα. Και μέσα σε όλα αυτά, ο Ντ’ Όρια μας ετοιμάζει χορούς, ζητά να καθυστερήσουμε κι άλλο!»

«Είναι στο χέρι σου, Χουάν, να επιταχύνεις τον ρυθμό» είπε ο Ροντρίγκες. «Ο Λούις Ρεκένσες δεν θα είναι και τόσο αρνητικός σε αυτό.»

«Ο Λούις είναι ένας θετικός άνθρωπος και τον εκτιμώ» είπε ο Δον Χουάν. «Όμως ο Ρεκένσες θα παίρνει αποφάσεις με βάση τις οδηγίες του αδελφού μου. Σας λέω λοιπόν, ότι αν ήταν στο χέρι του, ο Φίλιππος θα μας γύριζε πίσω ακόμα κι από ’δώ που φτάσαμε. Σέβομαι τον Λούις, δεν τον αγνοώ, όμως, αυτή είναι μια δική μου επιχείρηση και θα την ολοκληρώσω όπως θέλω εγώ!»

Αυτή ήταν μια φράση που την είχα ακούσει πολλές φορές στο παρελθόν και θα την συναντούσα πάλι στο μέλλον. Έδειχνε την θέλησή του να προχωρήσει με τον δικό του τρόπο. Δεν θα υποτασσόταν στις εντολές της Μαδρίτης που, ως συνήθως, ήταν εκτός τόπου και χρόνου. 

........ (συνεχίζεται) ......... 

***********************

Αύριο Τρίτη το 10δ μέρος και η ιστορική ναυμαχία που έγινε έξω από την Ναύπακτο το 1570 μΧ..


Σάββατο 10 Απριλίου 2021

ΓΛΥΚΙΑ ΜΟΥ ΕΛΠΙΔΑ. Ένα τραγούδι του Θερβάντες

Στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, το 1570 μΧ., όταν ο σταυροφορικός στόλος τους Ιερής Αντιτουρκικής Συμμαχίας με επικεφαλής τον Δον Χουάν νίκησε τους Τούρκους, στον ισπανικό στρατό ήταν κι ο Μιγκέλ Θερβάντες, ο περίφημος συγγραφέας του Δον Κιχώτη.

Γράφοντας τον Δον Χουάν Ηρακλείδη, και καθώς η δράση έχει κορυφωθεί και φτάνουμε μεθαύριο στην ναυμαχία της Ναυπάκτου όπου πήρε μέρος ο Θερβάντες, θα κάνω ένα δημιουργικό διάλειμμα. Θα σας δώσω ένα τραγούδι των Γιάννη Πατεράκη και String Theory (θεωρία των χορδών). Το τραγούδι αυτό λέγεται "Γλυκιά μου ελπίδα" και είναι σε στίχους του Μιγκέλ ντε Θερβάντες μεταφρασμένους από τον Κ.Καθραίο.

Οι στίχοι στα ελληνικά (και κατόπιν στα ισπανικά) λένε τα εξής:

Γλυκιά, γλυκιά μου ελπίδα 

που πάνω από τα ενάντια 

κι αδύνατα περνώντας 

το δρόμο σου κρατείς, 

ω, μη λιγοψυχήσεις 

που, όπου σταθείς, 

μπροστά σου τον θάνατο θωρείς. 

 Για τους οκνούς δεν είναι 

του θριάμβου τα στεφάνια, 

μήτε τα νικητήρια 

γι' αυτούς, μήτε η χαρά. 

Κι ούτε γι' αυτούς 

που σκύβουν στην τύχη 

μπρος τα μάτια, μ' αδύναμη καρδιά. 

Ναι, η δόξα της αγάπης 

χιλιάκριβα αποχτιέται, 

μα σαν κι αυτήν στον κόσμο 

δεν είν' άλλο καλό. 

Και ποιος δεν το γνωρίζει 

πως ό,τι δεν αξίζει μονάχα 

είναι φτηνό. 

Η επιμονή σου, αγάπη, 

τ' άφθαστα κατορθώνει 

γι' αυτό, κι αν η καρδιά μου 

τ' αδύνατο ζητεί, 

δεν χάνω την ελπίδα 

πως θα χαρώ μια μέρα 

τον ουρανό στη γη. 


Dulce esperanza mía, que rompiendo imposibles y malezas sigues firme la vía que tú mesma te finges y aderezas: no te desmaye el verte a cada paso junto al de tu muerte No alcanzan perezosos honrados triunfos ni vitoria alguna, ni pueden ser dichosos los que, no contrastando a la fortuna, entregan desvalidos al ocio blando todos los sentidos. Que amor sus glorias venda caras, es gran razón y es trato justo, pues no hay más rica prenda que la que se quilata por su gusto, y es cosa manifiesta que no es de estima lo que poco cuesta. Amorosas porfías tal vez alcanzan imposibles cosas; y, ansí, aunque con las mías sigo de amor las más dificultosas, no por eso recelo de no alcanzar desde la tierra el cielo