Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2020

30 "ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΑΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ" 30η συνέχεια

Είμαστε στην τρίτη από τοις τρεις μέρες που συγκλόνισαν την Αθήνα. Είναι το πρωινό της 11ης Ιουνίου ή τρίτης φθίνοντος Θαργηλιώνος και τα περιθώρια για τον Δημήτριο έχουν στενέψει. Ό,τι είναι να γίνει πρέπει να γίνει γρήγορα. 

*******************************

 

11η Ιουνίου 307 π.Χ. πρωί

Ζ' Τρίτη φθίνοντος Θαργηλιώνος(*), πρωί

Δεν χόρτασε ύπνο εκείνο το τελευταίο αθηναϊκό βράδυ του ο Δημήτριος Φαληρέας. Κάπου τον κατανικούσε η κούραση από το έντονο διήμερο που είχε προηγηθεί αλλά αμέσως ξυπνούσε. Άλλοτε είχε εφιάλτες κι άλλοτε προβληματισμούς. Και τα δυο είδη αφύπνισης ήταν τρομακτικά. Του φαίνονταν εξίσου δυσβάστακτα μαρτύρια: Το ένα ξύπνημα ερχόταν από εφιάλτες πραγματικούς. Αφορούσαν τα αληθινά αδιέξοδά του: Η Θήβα, η Αίγυπτος, το Μουσείο που δεν θα γινόταν στην Αθήνα, οι τυραννοκτόνοι κι οι ανδριάντες του που έπεφταν. Το άλλο ξύπνημα ήταν από εφιάλτες που μετάλλαζαν τα υπαρκτά θέματα. Γίνονταν φανταστικές περιπέτειες. Τεράστια κήτη κι αμμώδεις νερόλακκοι τον κατάπιναν. Έψαχνε απεγνωσμένα για την έξοδο, για μιαν ανάσα παραπάνω. Οι εφιάλτες του τον ταλαιπώρησαν ολόκληρο το βράδυ.

Όταν αποφάσισε να σηκωθεί από το κρεβάτι μόλις που είχε αρχίσει να χαράζει. Ο ήλιος πίσω από τον Υμηττό φώτιζε τον ουρανό και τον έκανε γαλάζιο. Δεν υπήρχε σύννεφο στον ορίζοντα. Το χτεσινό αεράκι είχε πάρει την αχλή της θάλασσας κι ο αέρας όπως κι ο ορίζοντας ήταν πεντακάθαρος. Παρά το γκρίζο χρώμα της αυγής, η ατμόσφαιρα ήταν τόσο καθαρή που λες και θα άγγιζες τα απέναντι βουνά. Θα έπιανες την Αίγινα αν άπλωνες το χέρι. Είχε μιαν ανακουφιστική δροσιά τριγύρω κι οι ευωδιές που έρχονταν από παντού, έσπαγαν τη μύτη.

Πώς θα αποχωριζόταν το μέρος αυτό που λάτρευε; Πού θα πήγαινε αυτός ο από πολλές γενιές Αθηναίος, απόγονος των Λαπιθών, ο απ’ τα αρχαία χρόνια Φαληρέας; Ποια χώρα θα μπορούσε να αναπληρώσει ετούτη εδώ την απώλεια; Ήξερε πως καμία γη, όσο εύφορη κι αν ήταν, όσο λαμπρά κτίσματα κι αν διέθετε, δεν θα ξεπερνούσε αυτή την πόλη. Ήξερε πως όσο λαμπρούς και καλούς ανθρώπους κι αν είχε, δεν θα μπορούσε ποτέ να φτάσει τους Αθηναίους. Καμιά χώρα δεν θα γεννούσε μέσα του την λατρεία που του γεννούσε αυτή εδώ η Αττική γη. Εδώ ήταν η γη του κι η γη των πατέρων του.

Απέναντι από το αρχοντικό του, μέσα στη μεγάλη έπαυλη, υπήρχε το κτίσμα όπου έμεναν οι δικοί του. Εκεί ήταν ο πατέρας, η μητέρα του κι οι αδελφές του. Είδε κάποιον στην βεράντα να κουνά το χέρι. Ήταν ο Φανόστρατος, ο πατέρας του. Είχε ξυπνήσει κι αυτός απ’ τα χαράματα. «Τι όμορφη στιγμή» σκέφτηκε κι αναπόλησε τα παιδικά του χρόνια. Πότε θα τα έβλεπε ξανά όλα αυτά; Ίσως ποτέ! Ήξερε πως το ταξίδι που θα έκανε τώρα, δεν ήταν όπως τότε, πριν ένδεκα χρόνια, ως απέναντι, στη Μουνιχία. Τότε η εξέγερση στηριζόταν σε έναν γέροντα στρατηγό διάδοχο του Αντίπατρου που είχε τάξει ελευθερία κι ισοκρατία. Όμως ο στρατηγός ήταν μακριά κι οι υποσχέσεις του δεν ήταν εύκολο να τηρηθούν. Τότε δεν είχε παρά να περιμένει την επιστροφή του. Τώρα, όμως, εξοριζόταν μακριά γιατί κι ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Τώρα ο γιος του Αντίγονου, είχε καταλάβει την Αθήνα και πολύ σύντομα θα έπαιρνε και τη Μουνιχία. Δεν υπήρχε κανένα ασφαλές μέρος στην Αττική, έπρεπε να φύγει.

Νοστάλγησε την οικογένειά του που την αποχωριζόταν, ίσως και για πάντα. Έγνεψε στον πατέρα του κι έφυγε από το μπαλκόνι. Με ανυπομονησία πήγε απέναντι, στο προσωπικό. Κανείς δεν κοιμόταν εκεί. Τους αγκάλιασε και τους φίλησε όλους. Τους είπε ότι έπρεπε να φύγει, κι εκείνοι του είπαν πως τον καταλάβαιναν. Τους είπε ότι είναι εξασφαλισμένοι. Άφηνε περιουσία στον δήμο για να φερθεί καλά στους ανθρώπους του. Άφηνε και σε εκείνους χρήματα. Τους χαιρέτισε κι έδωσε υποσχέσεις πως, οπωσδήποτε, θα επέστρεφε.

Ξαναγύρισε στο μπαλκόνι. Ο ήλιος είχε φανεί, ανέβαινε πίσω από τον Υμηττό. Όλα γίνονταν χρυσοκόκκινα κι ήταν όλο και πιο δύσκολο να τα αποχαιρετίσει. Αγαπούσε αυτό εδώ το κτήμα, όπως αγαπούσε την Αθήνα, το λιμάνι, τα βουνά και τους αγαπημένους φίλους. Αγαπούσε τον Περίπατο, τις όμορφες γυναίκες και τις εταίρες που τον είχαν αγαπήσει κι αυτές. Αγαπούσε τους πολίτες που τον είχαν -τόσο ανεξήγητα- μισήσει. Ήταν δύσκολο να φύγει χωρίς να πάρει κάτι από όλα αυτά, ίσως το πιο πολύτιμο, τη Δάφνη! Που ήταν βυθισμένη σε κώμα όλο το βράδυ δίπλα του.

Μέσα στην πλήρη ησυχία και την γαλήνη του τοπίου, τα βήματα ενός αλόγου ακούστηκαν. Μαζί του ακούστηκε κι ο θόρυβος των τροχών μιας άμαξας, που σερνόταν πίσω του. Ο ήχος ήταν παράταιρος, δεν ταίριαζε στην ησυχία του τοπίου. Είδε την άμαξα να σταματά στην πύλη και τον επισκέπτη να μιλά με τον Αγακάτη. Κατόπιν, την είδε να μπαίνει στην μεγάλη αυλή. Είχε έρθει ο Μεγάλος Μύστης. Ήταν ο επικεφαλής της ορφικής οργάνωσης που τού ’χε υποσχεθεί -ανεπιτυχώς μέχρι στιγμής- την καρδιά της. Η υπόσχεση συνοδευόταν από κάποια ανταλλάγματα, βεβαίως, που ο Μύστης είχε έρθει να εισπράξει. Δεν θα έπαιρνε τίποτε έτσι που πήγαινε. Κοίταξε πίσω του την Δάφνη. Κοιμόταν βυθισμένη στα πιο βαθιά όνειρα εξ αιτίας των πολλών ναρκωτικών με τα οποία την είχαν ποτίσει. Ήταν παρθένα ακόμη, χωρίς την στάμπα που θα την έδενε μαζί του για πάντα. «Άχρηστοι ορφικοί!» σκέφτηκε. «Έχουν δίκιο που σας λένε τσαρλατάνους!»

Προτίμησε να τον υποδεχτεί στο δωμάτιο συμποσίων, στο ισόγειο. Κατέβηκε φορώντας έναν κόκκινο μανδύα κι ένα δάφνινο στεφάνι στο κεφάλι. Με την εμφάνισή του ήθελε να θυμίζει στο Μύστη ποιος ήταν ο συνομιλητής του. Κανείς δεν ήξερε ακόμα ότι ετοίμαζε την φυγή του κι ότι δεν είχε πια στα χέρια του καμιά εξουσία. Δυο τύποι που συνόδευαν τον Μύστη έμειναν έξω από την πόρτα. Κάθισαν σε ένα πεζούλι και τον περίμεναν. Εκείνος έσπρωξε την μισάνοιχτη πόρτα και μπήκε μέσα στο δωμάτιο. Ο Δημήτριος Φαληρέας, ντυμένος στην τρίχα ως Επιμελητής, τον υποδέχτηκε εγκάρδια.

«Καλή σου μέρα άρχοντα Δημήτριε» είπε ο Μύστης.

«Καλή μέρα και για σένα» είπε ο Δημήτριος.

Δεν τον χώνευε τον τύπο, άσχετα αν τον είχε προσλάβει γιατί είχε πάρει τις καλύτερες συστάσεις γι αυτόν. «Με τα βότανά του μπορεί να κάνει θαύματα» του είχαν πει. «Με φάρμακα κι εξορκισμούς ένας ορφικός εξαλείφει προπατορικές αδικίες. Γητεύει γαμπρούς για να πάρουν νύφες χωρίς προίκα. Γιατί να μην κερδίσω κι εγώ την καρδιά μιας κοπέλας με τα κόλπα τουείχε σκεφτεί. Δεν ήταν τόσο ανοήτη η σκέψη του όσο εξ αρχής φαινόταν. Ας του έφερναν αυτοί οι απατεώνες την Δάφνη πρόθυμη στο κρεβάτι του και μετά ήξερε αυτός να ενεργήσει. Όμως, φαίνεται, πως είχαν κάνει λάθος στην δόση. Την είχαν κοιμίσει κι ένα ολόκληρο βράδυ αυτός ξεροστάλιαζε ανήμπορος δίπλα της!

«Πέρασα από το Λύκειο» είπε ο Μύστης. «Ο Θεόφραστος απ’ τη νύχτα ακόμη ετοιμάζεται να έρθει να σε βρει».

«Χμ... θα έχει φοβηθεί πολύ φαίνεται».

«Επιτέθηκαν κάποιοι θρασείς στο Λύκειο και κάποιοι άλλοι ενόχλησαν ακόμα και την Ακαδημία»

«Αυτά έχει η ισοκρατία! Όταν ο όχλος γίνεται ίσος με τους φιλόσοφους νομίζει ότι μπορεί να γκρεμίσει τη φιλοσοφία όπως γκρεμίζει ένα άγαλμα» είπε ο Δημήτριος.

«Γιατί δεν βγάζεις τους τοξότες και τους Σκύθες να τους βάλουν στη θέση τους;» ρώτησε ο Μεγάλος Μύστης.

«Γιατί δεν τους ελέγχω» είπε ο Δημήτριος. «Μόνον ο Αγακάτης κι οι Σκύθες μου έμειναν πιστοί»

Ο Μύστης άκουσε τα λόγια του, είδε και το πρόσωπό του και κατάλαβε. Αυτός που στεκόταν απέναντί του δεν ήταν πια ο ισχυρός Επιμελητής, αλλά, ένας φοβισμένος κι αδύναμος άνθρωπος. Έκανε γρήγορα υπολογισμούς και τις αναγκαίες ανακατατάξεις στο μυαλό του.

«Αν είναι έτσι, πρέπει να φύγεις» του είπε.

«Αυτό θα κάνω» είπε ο Δημήτριος. «Εσένα περίμενα να μου το πεις; Τα δικά σου τώρα: Το ξέρεις ότι ο Ιεροφάντης κι η ιέρειά σου απέτυχαν; Το κορίτσι έπεσε σε κώμα, την νάρκωσαν και δεν έγινε τίποτα!»

«Μπορεί ακόμα να γίνει αν το θέλεις».

«Και βέβαια το θέλω. Φρόντισέ το!»

«Θα πρέπει να συζητήσουμε τα ανταλλάγματα».

Τι ήθελε να πει τώρα ο Μύστης; Αφού είχαν συζητήσει τα ανταλλάγματα, θα ήταν η έγκριση της αντίδοσης για τρεις πλούσιους. Με την υπογραφή του έχαναν τις περιουσίες τους υπέρ των ανθρώπων που είχε καθορίσει η οργάνωση. «Τι άλλο θέλει τούτος εδώ;» σκέφτηκε ο Φαληρέας.

«Ισχύει ακόμη η υπογραφή σου;» ρώτησε ο Μύστης.

«Και βέβαια ισχύει. Είμαι ακόμα Επιμελητής».

«Κι όταν φύγεις σε λίγο; Θα ισχύει ακόμα; Μήπως αν δείξω αύριο την υπογραφή σου στη πρυτανεία θα με πάνε και μένα σε δίκη;»

«Δεν ξέρω τι θα κάνεις. Αυτό συμφωνήσαμε».

«Θα αλλάξουμε τη συμφωνία μας» είπε ο Μύστης.

«Τι ζητάς;» τον ρώτησε απελπισμένα ο Φαληρέας.

«Αυτήν εδώ την έπαυλη» είπε ο Μύστης κι έδειξε γύρω.

«Αγακάτη!» έβαλε μια φωνή ο Δημήτριος.

Ο Σκύθης εμφανίστηκε στο λεπτό. Ήταν κάπου κοντά και παρακολουθούσε αν ο Μύστης θα ήταν ήσυχος απέναντι στον επιμελητή.

«Πάρ' τον από εδώ, διώξ' τον από το σπίτι μου!»

«Όπως διατάζεις επιμελητή» είπε αυτός.

Η συνεργασία τους είχε λήξει άδοξα κι ο Αγακάτης δεν θα αστειευόταν. Ο Μεγάλος Μύστης έδειξε στον Σκύθη πως δεν έπρεπε να τον αγγίξει. Δεν χρειαζόταν. Με αξιοπρέπεια γύρισε και βγήκε από τον οίκο του Φαληρέα. Αποχωρώντας, τού ζήτησε λίγο χρόνο για να μιλήσει πρώτα με τους δικούς του ανθρώπους.

«Έχει δίκιο» είπε ο Φαληρέας. «Οι δικοί του βρίσκονται στο απέναντι σπίτι, στου πατέρα μου. Πήγαινέ τον εκεί. Ας τους πάρει μαζί του, δεν τους χρειάζομαι»

Γύρισε στο δωμάτιό του, στον πάνω όροφο του σπιτιού. Η Δάφνη εξακολουθούσε να κοιμάται στο κρεβάτι του. Ήταν ακόμα νωρίς, μόλις είχε βγει ο ήλιος, αλλά δεν μπορούσε να περιμένει άλλο, δεν είχε υπομονή.

«Ξύπνα γλυκό μου κορίτσι» της ψιθύρισε.

Ουδεμία ανταπόκριση. Την ταρακούνησε. Όπως εκείνη δεν αντιδρούσε της έριξε ένα ελαφρύ χαστούκι.

«Ξύπνα αγάπη μου γλυκιά» της είπε πιο δυνατά.

Εις μάτην. Της φώναξε στο αυτί. Τίποτα! Την κούνησε.

«Ξύπνα λοιπόν άτιμο θηλυκό!» της φώναξε.

Αν συνέχιζε να κοιμάται έτσι του καλού καιρού, θα την ξυπνούσε με δυνατά χαστούκια. Δεν είχε πια την άνεση να την περιμένει, δεν ήταν ήρεμος όπως άλλες φορές. Άφηνε τον χρόνο να κυλά κι απολάμβανε την κίνηση μέσα στην αλλαγή. Να αλλάζουν όλα γύρω σου κι εσύ να μένεις ακίνητος. Ν’ ανοίγει τα φύλλα του το τριαντάφυλλο, ο ήλιος να κινείται πάνω από το κεφάλι σου, να κρύβεται το φεγγάρι. Να πορεύονται οπλίτες σε εκστρατείες και πλοία σε θάλασσες κι εσύ να μένεις εκεί, σταθερό σημείο στον χώρο. Να γλιστράς μονάχα στον χρόνο, τέλειο ακίνητο ον χωρίς τα μικροσκοπικά αεικίνητα άτομα των Ιώνων φυσικών. Μια αιθέρια μείξη των πλατωνικών ιδεών και του αριστοτελικού νου, ψυχή χωρίς υλική υπόσταση.

«Πότε θα ηρεμήσω άραγε για να μπορέσω να απολαύσω και πάλι τη ζωή;» αναρωτήθηκε ο Δημήτριος. Ας τελείωνε πια το μαρτύριο της μετάβασής του από την απόλυτη δράση στην απόλυτη αδράνεια. «Ας πάρουν την εξουσία ναύτες, ψαράδες και γεωργοί να την μοιράσουν μεταξύ τους όπως θέλουν. Ας μου αφήσουν εμένα τη ζωή μου, τις ιδέες και τα όνειρά μου» σκεφτόταν.

Ο Θεόδωρος μπήκε στο δωμάτιό του, αφού του χτύπησε την πόρτα, και τον έβγαλε από τις σκέψεις του.

«Ξύπνησες, βλέπω, πρωί-πρωί» του είπε ο Θεόδωρος.

«Δεν ξέρω αν κοιμήθηκα καθόλου, ούτε και πότε» είπε ο Δημήτριος.

«Έγινε τίποτα;» ρώτησε ο Θεόδωρος δείχνοντας με το βλέμμα του στο κορίτσι πάνω στο κρεβάτι.

«Κοιμάται βαθιά λες και δεν ανασαίνει. Τι της δώσανε;»

«Πρέπει να ξέφυγε η δόση. Θέλαν να την χαλαρώσουν. Εξάλλου ... τους ξέρεις ..».

Ο Θεόδωρος καθόλου δεν τους συμπαθούσε.

«Μη με στραβοκοιτάς. Τέτοιες δουλειές, δεν γίνονται παρά με τέτοιους ανθρώπους» είπε ο Φαληρέας.

«Και τι σκοπεύεις να κάνεις;»

«Θα περιμένω».

«Με την περιουσία σου, εννοώ. Θα στην πάρει ο Δήμος αν δεν προλάβεις να την χαρίσεις εσύ».

«Τα είπαμε αυτά. Έδωσα ήδη ένα τρίτο στην Ευρυδίκη. Θα αφήσω ένα τρίτο στον δήμο για να μην πειράξουν το σπίτι και την οικογένειά μου. Θα δώσω το υπόλοιπο ένα τρίτο στο προσωπικό».

«Μπράβο άρχοντα, είσαι σωστός. Αυτό να κάνεις!»

«Έλα να με βοηθήσεις να τα ετοιμάσω».

Έκατσαν μαζί και μοίρασαν ακριβοδίκαια ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του Δημήτριου στο προσωπικό. Είχε δυο οίκους, έναν εδώ κι έναν στο Άστυ. Έφτιαξε τις βεβαιώσεις. Ελευθέρωνε κάποιους απ’ τους δούλους ενώ άλλους τους άφηνε ως δημόσιους. Όταν τελείωσε η μοιρασιά, υπέγραψε κι αυτό το έγγραφο σε πάπυρο και τον έκλεισε σε μια θήκη από δέρμα.

«Αυτό θα πάει στον Δημοχάρη, τον εμπιστεύομαι» είπε ο Δημήτριος.

«Με τον Μύστη τι έγινε;»

«Τον έδιωξα! Όταν είδε ότι δεν μετρά η υπογραφή μου, μου ζήτησε περιουσία. Ήθελε το αγρόκτημα. Τον πέταξα έξω από το σπίτι».

«Το είδα και ... φοβήθηκα. Είναι ικανός να σε σκοτώσει και να παριστάνει τον τυραννοκτόνο!»

«Το ίδιο φοβήθηκε κι ο Αγακάτης, γιατί καθόταν εκεί πίσω, σαν σκιά μου».

«Καλά έκανε! Ο Μύστης τώρα έχει πάει απέναντι, είναι στου πατέρα σου».

«Εκεί είναι οι δικοί του, τους μαζεύει για να φύγουν».

«Και με τη Δάφνη, τι θα κάνεις;»

«Χαμένη υπόθεση!» είπε απογοητευμένος ο Δημήτριος.

«Καλύτερα για σένα ... νομίζω» είπε ο Θεόδωρος.

«Τι είναι καλύτερο για μένα, άσε Θεόδωρε, να το ξέρω καλύτερα εγώ!» φώναξε θυμωμένος ο Δημήτριος.

Ήταν φανερό ότι τον πείραζε πολύ που θα εγκατέλειπε την Δάφνη φεύγοντας. Η μανία του να την πάρει μαζί του, όπου κι αν πήγαινε, ήταν κάτι περισσότερο από την επιθυμία για μια γυναίκα μόνο. Θα ήταν ένα κομμάτι της Αθήνας, το καλύτερο! Θα ήταν η σύνδεσή του με το παρελθόν, η πιο τρανή απόδειξη ότι η ζωή του είχε συνέχεια.

«Θεόδωρε, αν ο Μύστης δεν τα βρει με τους δικούς του, ίσως μπορέσεις να κάνεις εσύ μια συμφωνία μαζί τους».

«Τι συμφωνία;»

«Να με βοηθήσουν με τη Δάφνη κι ας πάρουν ό,τι βρουν από εδώ μέσα. Έχω χρυσαφικά κι ωραίες χρυσές κούπες σαν αυτές εδώ. Τι λες;»

«Θα το δω. Ας κάνουμε μια τελευταία προσπάθεια».

Παραπομπή:

(*) Όπως προαναφέρθηκε ο Θαργηλιών αντιστοιχεί στο διάστημα από τα μέσα Μαΐου έως τα μέσα Ιουνίου και «Τρίτη Φθίνοντος» ήταν η τρίτη μέρα πριν φύγει ο μήνας δηλαδή η 11η Ιουνίου (307 πΧ)

*******************************

Αύριο Τρίτη η συνέχεια 

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2020

Η Χρυσή Αυγή είναι ακόμα παντού γύρω μας


 
Για όσους πιστεύουν ότι με την φυλάκιση της ΧΑ τελειώσαμε, παραθέτω τα λόγια του Βαρουφάκη. Έζησε κι επιβεβαίωσε προσωπικά το γεγονός ότι η ΧΑ είναι ακόμα εδώ, είναι παντού τριγύρω μας.
********
Λέει ο Γιάννης Βαρουφάκης:
 
«Το αφήγημα της Χρυσής Αυγής κυριαρχεί παντού. Ουσιαστικά έχει εμπεδωθεί σε μία κοινωνία φοβική, μία κοινωνία που μετά από την ανατροπή του ΟΧΙ του Ιουλίου του 2015, έχει στραφεί στον εαυτό της, έχει εξατομικευτεί, έχει γίνει πλέον ακόμα πιο ανοιχτή στην ξενοφοβία, στον ρατσισμό και γενικά σε όλο το αφήγημα της Χρυσής Αυγής. Μπορεί αυτοί, λοιπόν, να μπήκαν στην φυλακή αλλά οι ιδέες τους έχουν μεταφερθεί στα νομοσχέδια της κυβέρνησης και μέσα στην Ολομέλεια της Βουλής και να μην σου πω (Σ.Σ. μιλά σε δημοσιογράφο) ότι είναι και πλειοψηφικό ρεύμα οι ιδέες τους.
Και μιας και αναφέρθηκες στο περιστατικό, το είδαμε αυτό και μπροστά μας. Δεν ήταν αναπάντεχο. Όποιος έχει πάει σε διαδήλωση στην Ελλάδα τα τελευταία τριάντα χρόνια το ξέρει αυτό. Απλά όταν ένας αστυνομικός τον ΜΑΤ ο οποίος έριχνε δακρυγόνα στην πλάτη την ώρα που προσπαθούσαν να φύγουν, και μάλιστα άνθρωποι ηλικιωμένοι, οι οποίοι προσπαθούσαν απλά να φύγουν, να πάνε προς τον Λυκαβηττό, να αποφύγουν τα δακρυγόνα, τον σταματάω και του λέω
«Μην ρίχνετε, φεύγουν. Σκορπίζουν».
Και γυρνάει και με βρίζει με τον χυδαιότατο τρόπο που περιμένει κανείς, αλλά εντάξει αυτό δεν ήταν το αναπάντεχο, το απρόσμενο. Το ενδιαφέρον ήταν ότι όταν έβγαλα τη μάσκα και του έδειξα ότι είμαι βουλευτής και με την βουλευτική μου ταυτότητα, μου λέει:
«Άλλος ένας λόγος να σε…».
Οπότε, αυτό, η στοχοποίηση του κοινοβουλευτισμού είναι ακρογωνιαίος λίθος του φασισμού και της Χρυσής Αυγής. Και ήταν φοβερή ειρωνεία και πάρα πολύ ενδιαφέρον ότι την ώρα που ανακοινωνόταν η καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης και ο κόσμος έξω γιόρταζε, γιορτάζαμε, γι’ αυτό είχαμε μαζευτεί, η αστυνομία όχι μόνο χτύπησε, αλλά μέσα από το στόμα αυτού του συγκεκριμένου ανθρώπου των ΜΑΤ, βλέπεις ότι είναι διαποτισμένη η Αστυνομία και το Κράτος και τελικά και η Βουλή, τουλάχιστον η πλειοψηφία της αν κρίνεις από τη Νέα Δημοκρατία με την ιδεολογία του αυγού του φιδιού.»

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

Μείωση των Δημοτικών Τελών

Τον Νοέμβρη κάθε έτους καθορίζονται τα δημοτικά τέλη για τις κατοικίες, τις επιχειρήσεις και τις μεγάλες βιομηχανίες. Εν όψει αυτού, σήμερα Σάββατο, τελευταία μέρα του Οκτώβρη, καταθέτουμε την δική μας πρόταση για μείωση των δημοτικών τελών κατά 20% για τις οικίες και τις μικρές επιχειρήσεις. 

Να επιχειρηματολογήσουμε γιατί τα δημοτικά τέλη των οικιών σε περιοχές όπως η δική μας πρέπει να μειωθούν, περιττεύει. Η κρίση λόγω χρεοκοπίας, η κρίση λόγω κορωνοϊού και η φτώχεια που χτυπά την πόρτα των λαϊκών στρωμάτων και των μη ευνοημένων συνοικιών, είναι λόγοι γνωστοί και καθολικά παραδεκτοί.

Μπορούν τα δημοτικά τέλη να μειωθούν χωρίς να χτυπήσει διάλυση ο δήμος;

Η απάντηση είναι ΝΑΙ, αυτό γίνεται. Μπορεί να γίνει μετά την ρύθμιση του 2018 σύμφωνα με την οποία σχεδόν τριπλασιάστηκαν (διπλασιάστηκαν σε ύψος και διευρύνθηκαν σε πλάτος επιβολής) τα τέλη που εισπράττει ο δήμος από τις μεγάλες κυρίως αλλά και τις μεσαίες επιχειρήσεις. Τα έσοδα του δήμου αυξήθηκαν κατά τέσσερα εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Ενάμιση τουλάχιστον εξ αυτών μπορούσε να το διαθέσει για τα πληττόμενα νοικοκυριά και τα μικρά καταστήματα. Αυτό περιλάμβανε η πρόταση που καταθέσαμε με άλλους συνδυασμούς τον Νοέμβριο του 2019, αλλά, δεν έγινε δεκτή από την Διοίκηση.

Σήμερα επαναλαμβάνουμε την πρόταση. Καταθέσαμε εκ νέου την πρότασή μας για μείωση κατά 20% του τέλους οικιών, επικαιροποιημένη, στις 13 Οκτωβρίου 2020. Όλο αυτό το διάστημα η Διοίκηση κάνει σαν να μην την είδε. Κι όμως είναι μια πρόταση εφικτή όσο και αναγκαία. Μάλιστα, ακόμα κι αυτή πρέπει να συμπληρωθεί σήμερα με την ανακούφιση των μικρών μαγαζιών που δεν προβλεπόταν στην περσινή μας πρόταση.

Προτείνουμε:

  • Μείωση του συντελεστή για τις κατοικίες από 1,61 ευρώ ανά τ.μ. που είναι σήμερα στο 1,30. Πρόκειται για μείωση 20% (για την ακρίβεια 19,25%)
  • Μείωση του τέλους των μικρών επιχειρήσεων (που φτάνει από το τριπλάσιο του τέλους οικιών) κατά 20% επίσης.

Ζητάμε από την Διοίκηση να εισάγει την πρότασή μας για συζήτηση στην Οικονομική Επιτροπή και καλούμε την αντιπολίτευση στο σύνολό της (όπως έκανε και πέρυσι) να την ψηφίσει στο Δημοτικό Συμβούλιο.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ

Γιώργος Τσιρίδης


Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

29 "ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΑΝ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ" συνέχεια 29η

Τελειώνει κι η δεύτερη μέρα από τις τρεις που συγκλόνισαν την Αθήνα.

Αύριο ο Δημήτριος Φαληρέας φεύγει και θέλει μαζί του την Δάφνη, ο Δημήτριος Αντιγονίδης εισέρχεται θριαμβευτής, κι η ιστορία μας συνεχίζεται με τις προσπάθειες να αποκαλυφθούν οι ορφικοί και να σωθούν ο Ιάσων και η Δάφνη.

****************************************


 (Τέλος του απογεύματος της 10ης Ιουνίου)

 

Ο Αντιγονίδης είχε άγχος. Αναμφισβήτητος θριαμβευτής στα όπλα, ήθελε να νικήσει και τις καρδιές των Αθηναίων. Θαύμαζε την πόλη, αθηναϊκή ήταν η μόρφωσή του, Αθηναίοι κι αυτοί που τον είχαν διδάξει. Απ' τη δόξα της Αθήνας αντλούσε δύναμη και κύρος ο πολιτισμός του βασιλείου του πατέρα του. Από τον νέο ελληνικό κόσμο που είχε ξεπηδήσει μετά τον Αλέξανδρο, αυτός εδώ ο Δημήτριος ήταν το πιο ωραίο φρούτο. Έπαιρνε πάνω του το περισσότερο φως. Συγκέντρωνε σε μια συσκευασία Ελλάδα κι ανατολή, μακεδονισμό κι ελληνισμό. Εδώ πια ένιωθε να έχει φτάσει στην κορφή του κόσμου, κοντά στους θεούς, στα παλάτια τους στον Όλυμπο. Απολάμβανε με τρόπο μεθυστικό την κάθε του στιγμή κι ένιωθε ευτυχής με όλα όσα του συνέβαιναν.

Ο Δημήτριος λάτρευε τη φήμη του νικητή στα πεδία των μαχών αλλά ήθελε να δοξαστεί σαν αναμορφωτής του κόσμου. Ο χτεσινός θρίαμβός του ήταν μια μοναδική κι ανεπανάληπτη νίκη. Οι οπλίτες Αθηναίοι πέταξαν τις ασπίδες και σήκωσαν τα χέρια κραυγάζοντας κι ονομάζοντάς τον «ελευθερωτή». Όμως τις εξετάσεις θα τις έδινε στο Άστυ, στη Βασίλειο Στοά και στην Πνύκα. Εκεί ήθελε να γοητεύσει τους Αθηναίους. Όχι με προσφορές, ξυλείας ή αποικιών αλλά με τη λογική και την πειθώ. Ύστερα θα ζητούσε τη βοήθειά τους. Τους ήθελε για να πολιορκήσει τη Μουνιχία. Τους χρειαζόταν για να ελευθερώσει και τους Μεγαρίτες. Του είχαν ζητήσει κι αυτοί βοήθεια για να απαλλαγούν απ’ τον Κάσσανδρο.

«Να τονίσεις, Δημήτριε, ότι δεν θα γίνουν από κανέναν πράξεις αντεκδίκησης» του θύμισε ο Αριστόδημος.

«Να είσαι εγκρατής. Ο Δημοχάρης κι ο Στρατοκλής θα συναγωνίζονται ποιος θα σου κάνει την μεγαλύτερη τιμή. Ο ένας θα σε ονομάσει "σωτήρα" κι ο άλλος "θεό". Εσύ, σκέψου τι από όλα θα δεχτείς».

«Λέω να τα δεχτώ όλα» είπε ο Δημήτριος. «Γιατί να αρνηθώ τις τιμές; Θα πω όχι στις αντεκδικήσεις».

«Δεν είναι μόνο για σένα οι τιμές, Δημήτριε. Τα ίδια ετοιμάζουν και για τον πατέρα σου. Μιλούν για Αντίγονο και Δημήτριο, θεούς και σωτήρες των Αθηνών!»

«Γνωρίζουν πόσο μεγάλη αδυναμία τού έχω. Το κάνουν ακόμα πιο δύσκολο να αρνηθώ» είπε ο Δημήτριος.

«Δημήτριε, έμαθα ότι ο Φαληρέας αναχώρησε από το Άστυ. Μάλλον στην Μουνιχία βρίσκεται» είπε ο Πολεμίων.

«Ας πάει όπου θέλει. Αφού μας άδειασε το Άστυ θα δούμε εκεί τους πρυτάνεις».

«Στην Πνύκα θα είναι αρκετοί» είπε ο Πολεμίων.

«Είναι αργά, όσοι μένουν μακριά θα έχουν επιστρέψει στα σπίτια τους» είπε Αριστόδημος.

«Θα τους ήθελα όλους στην ομιλία» είπε ο Δημήτριος.

Σκεφτόταν να αναβάλει την πρώτη του εμφάνιση στους Αθηναίους, όχι γιατί φοβόταν ή κόμπιαζε. Θα ήταν μεγάλος ο θρίαμβος αν είχε εξαλειφθεί κι η φρουρά της Μουνιχίας.

«Σκέφτεσαι την αναβολή;» τον ρώτησε ο Αριστόδημος.

«Ναι, ίσως είναι πιο σώφρον. Ας μη με δουν ακόμη. Στο κάτω-κάτω έτσι θα ανυπομονούν και θα με θέλουν όλο και πιο πολύ» είπε ο Δημήτριος γελώντας.

Ένιωθε πολύ σίγουρος για τον εαυτό του. Πάντα ήταν τυχερός στα γεγονότα της ζωής του. Ήταν ακόμη πιο τυχερός που είχε φανεί άξιος του πατέρα του κι εύκολος κατακτητής των Αθηνών. Πάντοτε ένιωθε πως ένα μέρος της καλοτυχίας του έπρεπε να το μοιράζεται με άλλους, κι εδώ, «άλλοι» ήταν οι Αθηναίοι. Ήθελε να τους δώσει την ελευθερία που ζητούσαν. Ας μετείχαν όλοι στην εξουσία, χωρίς διακρίσεις, με την θεά Τύχη να μοιράζει τα αξιώματα.

Για τον ίδιο αυτό ήταν φενάκη. Αφού δεν είχαν δική τους δύναμη, πλοία και στρατό, η δημοκρατία θα ήταν πάντοτε θνησιγενής. Δεν θα είχαν ποτέ αρκετή δύναμη για να έχουν και ανεξαρτησία όσο παρέμεναν μια πόλη. Χωρίς μεγάλο βασίλειο ή αυτοκρατορία θα ήταν πάντοτε εξαρτημένοι.

Όμως «περί ορέξεως ..». σκεφτόταν ο Δημήτριος. Αφού αυτό ήθελαν, το πάτριο πολίτευμά τους, ας το είχαν. Εκείνος, κι ο πατέρας του, το μόνο που τους ζητούσαν ήταν να έχουν μια καλή κι έντιμη συμμαχία. Ήθελαν την βοήθειά τους κόντρα στον Κάσσανδρο. Αυτό ήθελε για όλες τις πόλεις στην Ελλάδα. Ελευθερία, ισοκρατία και συμμαχία με τον Αντίγονο ενάντια σε Κάσσανδρο και Πτολεμαίο. Αυτό θα πρότεινε παντού. Όσο για την ισοκρατία, δεν φοβόταν μήπως επηρεάσει τους Μακεδόνες. Δεν κινδύνευε από το μικρόβιο της ισοκρατίας η δική τους κοινωνία. Αυτοί είχαν πάντα βασιλιάδες έστω κι αν οι εταίροι κι η συνέλευση του στρατού είχαν αποφασιστικό λόγο.

«Θα έβλεπες και την Ευρυδίκη αν γινόταν η συνάντηση στη Πνύκα» είπε ο Πολεμίων.

«Την ανιψιά του Περικλή; Έχω ακούσει γι αυτήν».

«Είναι λίγο μεγάλη για σένα αλλά θα είναι χρήσιμη. Θα σε συμπαθήσουν πιο πολύ οι Αθηναίοι αν σε δουν με μια δική τους. Θα χρειαστεί και στις συνεννοήσεις με τον Πτολεμαίο ή την Κρατησίπολη(*)» συνέχισε ο Πολεμίων.

«Θα την δω αργότερα, όπως και την Κρατησίπολη».

«Κανείς δεν αμφιβάλει γι αυτό» είπε ο Αριστόδημος.

«Μου αρέσει όταν ανακατεύουμε τις γυναίκες με την πολιτική» είπε ο Δημήτριος.

«Εδώ που ήρθαμε» είπε ο Αριστόδημος γκρινιάζοντας, «πολύ δύσκολα θα το αποφύγουμε αυτό».

«Αριστόδημε, έχε μου εμπιστοσύνη» είπε ο Δημήτριος.

Ήξερε πως τούτη τη στιγμή ο σκοπός του συμβάδιζε με την ευτυχία των Αθηναίων.

«Είμαι αισιόδοξος και το αποφάσισα. Μέχρι να πάρουμε και τη Μουνιχία δεν θα ανέβω στο Άστυ» κατέληξε.

«Να ετοιμαστούμε για μάχη;»

«Φτιάξτε τις καλύτερες πολιορκητικές μηχανές. Δεν θα προσφέρουμε στους Αθηναίους μόνο τη Μουνιχία αλλά και μπόλικο θέαμα».

Ο Δημήτριος ήταν ένας Αλέξανδρος αλλά όχι μέγας. Άφηνε τις φιλοδοξίες του να ξεπερνάνε τα πολιτικά του σχέδια και την προσωπική του ευχαρίστηση να γίνεται οδηγός του. Σκοπός του δεν ήταν η ιστορία αλλά ο εαυτός του. Οι μάχες, οι νίκες του κι οι θρίαμβοί του ήταν για την απόλαυση κι όχι για μιαν αποστολή. Ήταν συναρπαστικός σαν τον Αλέξανδρο αλλά ανίκανος να κατακτήσει τον κόσμο.

Προς το παρόν ο αέρας φυσούσε πρίμα στα πανιά του και δεν υπήρχε η παραμικρή ένδειξη ότι αυτό θα άλλαζε. Μόνο ο δούλος του Φαληρέα, εκείνος ο Ρόδιος, είχε κάνει αρνητική πρόβλεψη. Του είχε πει ότι η αγάπη των Αθηναίων μπορούσε να γίνει μίσος. Όχι, δεν θα το επέτρεπε αυτό. Ήθελε να είναι Αθηναίος κι αυτός, πολίτης της πιο ένδοξης πόλης, κι όταν θα ερχόταν ο καιρός θα έδινε τις εξετάσεις του.

....................................................

Η Ιππαρχία, ο Ζείκρατος κι ο Μύρων συζητούσαν καθώς πλησίαζαν στον τάφο που περίμενε τον Ερμόδωρο. Είχαν ήδη προσπεράσει το έλος κι είχαν βγει από την όμορφη δενδρόφυτη πύλη του Αφροδίσιου. Ο κόσμος ήταν λίγος κι η κούραση από την πεζοπορία μεγάλη. Σταματούσαν σε τάφους γνωστών κι έκαναν χαιρετισμούς αφήνοντας λουλούδια. Ο Φαληρέας είχε απαγορεύσει τα επιβλητικά επιτάφια μνημεία με τα μαρμάρινα συμπλέγματα και με τα αγάλματα. Μια τράπεζα μόνο, λίγα επιγράμματα πάνω της και μια λιτή επιτύμβια στήλη. Όλα αυτά ήταν αρκετά για να συνοδεύσουν τον νεκρό. Συζητούσαν για τα γεγονότα που τους συντάρασσαν.

«Μου μίλησε πιο πριν ο Φανοκράτης» είπε ο Ζείκρατος. «Πήγε κι έψαξε στην επιμελητεία για τον Χρηστία. Κάποιος Λοξίας από τον Κεραμικό έχει καταγγείλει και τον Χρηστία και ζητά αντίδοση περιουσιών».

«Αυτό σημαίνει οριστικά πλέον πως υπάρχει σχέδιο και πως οι νεκροί δεν πέθαναν τυχαία» είπε η Ιππαρχία.

«Σε αυτό έχουμε καταλήξει από χτες» είπε ο Μύρων, «όμως δεν φτάνει για να βρούμε τους ενόχους».

«Πρέπει να ξεσκεπάσετε την συμμορία» είπε η Ιππαρχία.

«Ξέρουμε μόνο τους τρεις που ζητάνε και τα ρέστα από τους συγγενείς των νεκρών» είπε ο Ζείκρατος. «Αυτό που μας επείγει είναι η εξαφάνιση του Ιάσονα και της Δάφνης».

«Έμαθα πως έχουν χαθεί από χτες. Περίεργο! Για τον Φαληρέα γνωρίζεις;» τον ρώτησε η Ιππαρχία.

«Τι εννοείς; Τι να γνωρίζω;»

«Μίλησα με τον Ανθέστη και μου είπε πως ο Φαληρέας τού γύρεψε την κόρη του για γάμο» είπε η Ιππαρχία.

«Για γάμο; Αυτό είναι πολύ ...».

«Ο Ιάσων επιτέθηκε με μανία να σκοτώσει τον Φαληρέα στην κηδεία. Παρά λίγο θα γινόταν τυραννοκτόνος από ερωτική αντιζηλία».

«Το έμαθα κι εγώ, δεν ήμουν μπροστά, μου το είπε όμως ο Φανοκράτης» είπε ο Μύρων.

Ο Ζείκρατος είχε μείνει έκπληκτος.

«Να δεις που κι ο Δημήτριος θα ψάχνει τώρα να τον βρει κι αυτός» είπε η Ιππαρχία.

«Ή ... τον έχει βρει και τον κρατά αν δεν τον έχει ήδη σκοτώσει!» είπε ο Ζείκρατος με φρίκη. «Το υποθέταμε πως οι Σκύθες, άρα ο Δημήτριος, μπορούσαν να τους έχουν πιάσει. Τώρα, όμως, είμαι βέβαιος».

«Και τι θα κάνετε;»

«Τώρα βραδιάζει, δεν προλαβαίνουμε. Αύριο το πρωί, όμως, πρέπει να πάμε σε όλα τα σπίτια του Δημήτριου, από τη Βασιλική Στοά και το Άστυ ως το Φάληρο ... παντού! Κάπου τους έχει και τους κρύβει».

Ο Μύρων είδε λίγο πιο εκεί την Κλεοτίμα με την Νικάτα και τις πλησίασε. Η Ιππαρχία έμεινε για λίγο μόνη της με τον Ζείκρατο και τον ρώτησε ευθέως:

«Σου αρέσει αυτό το κορίτσι, ε;»

Του έδειξε μπροστά τους, την Νικάτα.

«Μόλις την γνωρίσαμε. Ακόμη δεν την ξέρω καλά-καλά. Πώς γίνεται να μ’ αρέσει;» είπε ο Ζείκρατος.

«Το διορθώνω λοιπόν» είπε η Ιππαρχία. «Σου αρέσει η ιδέα να την γνωρίσεις καλύτερα, ε;»

«Σ' αυτό δεν θα έλεγα όχι» είπε εκείνος χαμογελώντας.

«Θα σώσεις την περιουσία της οικογένειάς της και θα γίνεις ο ήρωάς της» του είπε η Ιππαρχία.

«Ομολογώ πως θα ήθελα να γίνω ήρωας, έστω κι αν με κοροϊδεύεις. Πάντως πρέπει να το λύσουμε αυτή την απάτη με τις αντιδόσεις. Όχι μόνο για τον Ερμόδωρο, αλλά, και για την Νικάτα και για τον τρίτο νεκρό».

«Φαίνεται πως η ίδια συμμορία τα έχει οργανώσει όλα» είπε η Ιππαρχία.

«Κι εγώ αυτό πιστεύω».

«Τώρα θα είναι εύκολο να αντικρούσεις τα παράλογα αιτήματα. Θα μιλήσουν η Ηλιαία κι ο δήμος. Δεν θα κλείσουν την υπόθεση εν κρυπτώ στην επιμελητεία».

«Εννοείται! Τα καλά της ισοκρατίας, Ιππαρχία» της είπε.

«Εμείς είμαστε κατά των θεών και των τυράννων αλλά ούτε και την ισοκρατία θεοποιούμε» είπε η Ιππαρχία. «Ο όχλος δεν διστάζει να συμπεριφέρεται συχνά χωρίς αρετή όταν είναι στην εξουσία».

«Εσείς οι κυνικοί πάτε την κριτική σας τόσο μακριά που δεν αφήνετε χώρο ούτε για την πόλη να υπάρξει».

«Μιλάς για μια πόλη που γίνεται εύκολα το βασίλειο ενός τυράννου;»

«Κι όμως, η πολιτεία είναι το κοινό μας σπίτι και πρέπει να νοιάζει κι εσάς πώς οργανώνεται ή προοδεύει. Η αναρχία δίνει μια σπουδαία ατομική ελευθερία στον καθένα, επιτρέπει όμως σε επιτήδειους να την εκμεταλλεύονται. Η ισοκρατία έχει στόχο την ευτυχία των πολιτών» είπε ο Ζείκρατος.

«Αυτά τα περί ισονομίας και ισοκρατίας τα αφήνω στον φίλο σου τον Επίκουρο. Έμαθα πως τον καλείτε να έρθει στην Αθήνα, τώρα που άλλαξαν τα πράγματα»

«Νομίζω πως θα το θέλει πολύ κι αυτός. Η αλήθεια είναι πως εμείς τον θέλουμε ακόμα περισσότερο!»

«Μακάρι να μας έρθει» είπε η Ιππαρχία. «Μ’ αρέσει ο Επίκουρος κι ας διαφωνούμε. Εμείς θα τον καλωσορίσουμε. Το Λύκειο κι η Ακαδημία δεν θα χαρούν ιδιαίτερα».

Πλησίασε ξανά προς το μέρος τους ο Μύρων.

«Έχω μια πληροφορία!» τους είπε. «Ο Φαληρέας έφυγε από την Βασίλειο Στοά για τη Μουνιχία. Εκεί πρέπει να είναι και τώρα που μιλάμε».

«Δηλαδή εκεί θα μείνει αυτό το βράδυ; Φοβήθηκε τόσο πολύ, λοιπόν, που το έσκασε;»

«Πληροφορίες, που έχουν πηγή τον Λυκανία, λένε ότι μετά τη Μουνιχία θα πάει με τη συνοδεία του στο Φάληρο. Θα βγάλει τη νύχτα στο πατρικό του».

«Προλαβαίνουμε να πάμε κι εμείς;» ρώτησε ο Ζείκρατος.

«Αν δεν θέλεις να χαλάσουμε την περιφορά της κηδείας τώρα στο τέλος της ... όχι!» του είπε ο Μύρων.

«Πάμε αύριο πρωί-πρωί» είπε η Ιππαρχία.

«Φοβάμαι μήπως αύριο είναι αργά» είπε σκεπτικός ο Ζείκρατος.

Έβλεπε ότι απόψε δεν μπορούσε να γίνει τίποτε. Σε λίγο θα σκοτείνιαζε καθώς ο ήλιος έπεφτε πια. Έπρεπε να θάψουν τον Ερμόδωρο, να πουν ευχές πάνω από τον τάφο και, μετά, να γυρίσουν πίσω. Ο δρόμος για το Φάληρο θα ήταν φωτισμένος στο αγρόκτημα, όμως, έξω θα επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι. Ούτε το φεγγάρι θα έβγαινε σήμερα νωρίς.

..............................................................

Ο Φαληρέας με τον Αγακάτη έφτασαν στο πατρικό του αργά το απόγευμα όταν η μέρα κόντευε να τελειώσει. Διέσχισε το μεγάλο αγρόκτημα και μπήκε φουριόζος στο σπίτι.

«Είναι όλα έτοιμα;» ρώτησε τον Ιεροφάντη.

«Έτοιμα άρχοντά μου, η μικρή είναι στο δωμάτιό σου» του είπε ο Ιεροφάντης. «Εσένα περιμένει».

Ο Φαληρέας ανέβηκε βιαστικά, έκανε ένα μπάνιο κι έβαλε αρώματα. Έτοιμος για όλα μπήκε στο δωμάτιο. Η Δάφνη, ημίγυμνη και ναρκωμένη δεν κοιμόταν. Ερεθισμένη από τα βότανα, χωρίς να βλέπει ποιος ήταν, μυρίζοντας όμως άντρα, τον περίμενε πρόθυμη.

Ο Φαληρέας ξάπλωσε δίπλα της και προσπάθησε. Όχι πως εκείνη έφερε αντίρρηση -δεν ήταν σε θέση- αλλά σχεδόν χωρίς δυνάμεις, έσβησε στην αγκαλιά του. Πριν γίνει κάτι, οτιδήποτε, ανάμεσά τους, η Δάφνη αποκοιμήθηκε. Χάθηκε σε έναν ύπνο βαθύ, σαν θάνατο. Είχε πέσει σε κώμα. Ο Φαληρέας χάλασε τον κόσμο. Η Πανδότη έτρεξε αμέσως στο δωμάτιο κι ο Ιεροφάντης προσπάθησε να τον καθησυχάσει. Εις μάτην όλα! Η Δάφνη είχε βυθιστεί και θα αργούσε πολύ να ξυπνήσει. Όχι πάντως πριν από από αύριο.

«Δυστυχώς άρχοντα Δημήτριε, το κορίτσι σε θέλει αλλά εσύ θα πρέπει να περιμένεις λίγο» του είπε η Πανδότη.

«Ιεροφάντη, κάνε κάτι αλλιώς θα αντιμετωπίσεις την οργή μου!» τον απείλησε ο Φαληρέας.

Τίποτα δεν μπορούσε να γίνει και τίποτα δεν έγινε. Ούτε και καμιά υπογραφή έβαλε ο Επιμελητής εκείνο το βράδυ. Αφού η Δάφνη κοιμόταν κι αυτός έμενε σύξυλος, ας περίμενε μαζί του κι η οργάνωση!

Αυτό το δεύτερο βράδυ μετά την εξέγερση, ο Ιάσων στο υπόγειο κι η Δάφνη στον γυναικωνίτη έριξαν βαθιούς ύπνους. Είδαν περίεργα όνειρα, βυθισμένοι στην αλλόκοτη δράση των ναρκωτικών της Πανδότης. Ο Δημήτριος Φαληρέας, άντρας από γενιά ξεχωριστός, περνούσε την τελευταία του νύχτα στην Αθήνα. Κανείς δεν ήξερε αν θα ξαναγύριζε ποτέ. Ανήσυχος, εκνευρισμένος και φοβισμένος δεν μπόρεσε να κοιμηθεί αυτό το βράδυ παρά ελάχιστες μόνον ώρες.

......................

παραπομπή:

(*) Η Κρατησίπολις πήρε την εξουσία στην Κόρινθο, την Σικυώνα κι όλη την Πελοπόννησο όταν πέθανε ο άντρας της που ήταν κύριος της Ελλάδας μετά τον Αντίπατρο. Πολέμησε με τον Πτολεμαίο και κατόπιν συνθηκολόγησε μαζί του. Κάποια στιγμή είχε κι αυτή ειδύλλιο με τον Δημήτριο Ελευθερωτή (πολιορκητή). Ο Δημήτριος έμεινε ξακουστός για την δράση του με τις γυναίκες . Παντρεύτηκε το 306 πΧ την Ευρυδίκη κι έκαναν ένα παιδί.


****************************************

Την Δευτέρα η συνέχεια με το πρωινό της τελευταίας μέρας (11η Ιουνίου 307πΧ.)

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2020

Πολεοδόμηση και Περιοχή Ανάπλασης

Μια περιοχή ενός δήμου μπορεί να πολεοδομηθεί για πολλούς λόγους. Για να γίνουν τακτοποιήσεις και μικρές μεταβολές στο σχέδιο πόλης, για τακτοποίηση αυθαιρέτων, για διάνοιξη δρόμου κ.τ.λ. Το σχετικό πολεοδομικό "εργαλείο" είναι κυρίως το άρθρο 7 του βασικού νόμου 2508/97, καθώς και το άρθρο 4 που μιλά για το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (Γ.Π.Σ στο εξής). Το άρθρο 7 προβλέπει:

α)  Να γίνει μια πρώτη πρόταση από τον Φορέα (Δήμος) που θα την δει (εγκρίνει αρχικά) το δημοτικό συμβούλιο και μετά θα την δουν και οι ιδιοκτήτες γης της περιοχής. Η πρόταση περιέχει συντελεστή δόμησης, διάταξη χώρων, χρήσεις γης χώρους πρασίνου και κοινόχρηστα.

β) Την πρόταση αυτή, που πρέπει να είναι ισορροπημένη, θα την ψηφίσει το Δημοτικό Συμβούλιο και θα την στείλει στο ΣΧΟΠ (συμβούλιο χωροταξίας) που θα γνωμοδοτήσει προς το Υπουργείο.

γ) Αν την εγκρίνει κι ο Υπουργός, τότε έχουμε Πολεοδομική Μελέτη που γίνεται ΦΕΚ και εφαρμόζεται.

Όταν η περιοχή είναι ειδικού ενδιαφέροντος, όπως είναι η δική μας πρώην βιομηχανική ζώνη, τότε υπάρχουν άλλα άρθρα, πιο προχωρημένα. 

Με το άρθρο 8 του ίδιου νόμου μπορεί μια τέτοια περιοχή να χαρακτηριστεί ως "Περιοχή Ανάπλασης", ονομασία που της δίνει ο νόμος. Τότε αντί για το άρθρο 7 της απλής πολεοδομικής μελέτης φτιάχνεται με βάση τα άρθρα 9 έως 11 του ίδιου νόμου ένα "Πρόγραμμα Ανάπλασης" κι η διαδικασία είναι η εξής:

α) Φτιάχνεται μια Προκαταρκτική Πρόταση από τον Φορέα (τον Δήμο) που εγκρίνεται από το δημοτικό συμβούλιο. Η πρόταση συμπληρώνεται με μελέτες εφικτότητας και βιωσιμότητας του έργου, υποχρεώσεις των ιδιοκτητών γης κτλ. και φυσικά περιλαμβάνει και τις απόψεις των ιδιοκτητών γης. Εγκρίνεται από τον Δήμο, πάει στο ΣΧΟΠ και τον Υπουργό και γίνεται ΦΕΚ. 

β) Με βάση τα παραπάνω, φτιάχνεται "Πρόγραμμα Ανάπλασης" (άρθρο 9) με Φορέα Ανάπλασης τον Δήμο που κάνει όλες τις αναγκαίες μελέτες και κινήσεις για χρηματοδότηση έργων, προσέλκυση επενδυτών ή δημόσιων ή ευρωπαϊκών προγραμμάτων χρηματοδότησης με συγκεκριμμένα χρονοδιαγράμματα. 

γ) Μόλις γίνουν αυτά, τότε φτιάχνεται "Μελέτη Ανάπλασης" (άρθρο 10) που περιλαμβάνει όλες τις μελέτες, την Πολεοδομική, την Οικονομοτεχνική, μια ειδική Αρχιτεκτονική και τις κτιριακές μελέτες.

Έτσι γίνεται η Ανάπλαση.

Αυτή είναι και η θέση της Δημοκρατικής και Προοδευτικής Κίνησης "Η δική μας πόλη". Εκφράστηκε προεκλογικά και συνεχίζει να είναι οδηγός μας.

Προσοχή: Όταν λέμε "ανάπλαση" δεν κάνουμε έναν ευφημισμό όπως λέμε "ανάπλαση Καστρακίου" ή "ανάπλαση της Πανεπιστημίου" κτλ. Ανάπλαση είναι όρος πολεοδομικός και νομικός που καθορίζεται από τα παραπάνω που σας ανέφερα (άρθρο 8 του 2508/97). Και είναι φανερό ότι είναι ένα ισχυρό πολεοδομικό εργαλείο που μπορεί να μας βοηθήσει να αλλάξουμε την μοίρα της πόλης μας.

Για την περιοχή της τέως (δυστυχώς και νυν) βιομηχανικής ζώνης Δραπετσώνας-Κερατσινίου πρέπει να εφαρμοστούν τα παραπάνω. Πρέπει να χαρακτηριστεί "Περιοχή Ανάπλασης". Να σημειωθεί ότι αυτό είχε γίνει ήδη από το 1997 με την απόφαση  του ΟΡΣΑ της 9ης Απριλίου 1997 με χαρακτηρισμό (τότε) της περιοχής ως "κέντρου πόλης". Πάντως από τότε είναι "Περιοχή Ανάπλασης" και όλες οι τροποποιήσεις του ΓΠΣ την χαρακτηρίζουν ως "μητροπολιτική περιοχή" και "περιοχή ανάπλασης". Ίσως πρέπει τώρα να επαναβεβαιώσουμε τον χαρακτηρισμό και να προχωρήσουμε.

Δυστυχώς η δημοτική αρχή δεν θέλει να προχωρήσει σε αυτόν τον δρόμο. Θέλει να πάει με την απλή πολεοδομική μελέτη του άρθρου 7 παρ' όλο που ο νόμος του 2015 της επιβάλλει να κάνει "Πολεοδομική μελέτη Ανάπλασης". Ο τότε Υπουργός Παναγιώτης Λαφαζάνης, που έφτιαξε τον νόμο του 2015, ήξερε για ποιο πράγμα μιλούσε, σαν μέλος που ήταν της Παμπειραϊκής Επιτροπής για την Βιομηχανική Ζώνη. Ήξερε ότι εδώ δεν αρκούσε μια οποιαδήποτε πολεοδομική μελέτη λες και θα τακτοποιήσουμε μερικά τετράγωνα αλλά μια Μελέτη Ανάπλασης γιατί έχουμε να κάνουμε με κάτι μεγάλο. 

Τέλος πάντων, δεν υπάρχει λόγος να διαφωνούμε τώρα. Αφού η δημοτική αρχή θέλει να αρχίσει με το άρθρο 7 ας φτιάξει με προμελέτη με τους όρους δόμησης που ισχύουν (Σ.Δ. 0,15 και χρήσεις τις γνωστές) και ας την φέρει στο Δ.Σ. Μέχρι τότε υπάρχει χρόνος να πεισθεί πως θα πρέπει να την αναβαθμίσει σε "Προκαταρκτική Πρόταση Ανάπλασης" για να μπουν μπροστά οι σωστές διαδικασίες.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΉ ΚΑΙ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΙΡΙΔΗΣ