Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

Περί δημοκρατίας (αληθινής) συνέχεια


Συνεχίζοντας το άρθρο του Γιάννη Παναγιωτόπουλου από το ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ σήμερα θα καταχωρήσω τα διάφορα αξιώματα στα οποία κληρώνοινταν οι πολίτες και με τα οποία ασκούσαν την εξουσία, έλεγχαν τη διοίκηση (γραφειοκρατία) και τις άλλες εξουσίες, δίκαζαν, έλυναν τις διαφορές τους ή έπαιρναν αποφάσεις για το μέλλον τους.
Ξέρω πως κι αυτό θα είναι ένα κουραστικό άρθρο για τους πολλούς, όμως θα το παραθέσω καθώς θέλω να είναι διαθέσιμο για όποιον εδνιαφέρεται. Εννοείται πως δεν είναι άρθρο-σχόλιο ώστε να υπόκειται σε αυτοπεριορισμό της έκτασής του αλλά παράθεση πληροφοριών στις οποίες κανείς δεν είναι υποχεωμένος να ενσκύψει. Εννοείται πως κάνω επιλογή παραγράφων από το αρχικό κείμενο που είναι πολύ μεγαλύτερο.

Οι αρχαίοι είχαν τρεις βασικούς πολυπληθείς θεσμούς, την Εκκλησία του Δήμου (όλοι οι Πολίτες), την Βουλή των 500 (κληρώνονταν 1000 (50 από κάθε δήμο) κι εξ αυτών και πάλι με κλήρωση οι 500, και την Ηλιαία των 6.000 δικαστών εκ των οποίων δίκαζαν οι 500-600 κάθε φορά που κι αυτοί επιλέγονταν πάλι με νέα κλήρωση, το ίδιο το πρωί της δίκης μάλιστα!
Σε Βουλή και Ηλιαία κληρωνόταν κανείς για ένα μόνο χρόνο. Για το αξίωμα του βουλευτή δεν ξανάμπαινε κανείς στην κληρωτίδα αν δεν είχαν περάσει προηγουμένως από εκεί όλοι οι άλλοι πολίτες, ίσως λοιπόν να ξαναγινόταν κάποιος βουλευτής μετά από πολλά χρόνια, στην Ηλιαία πάλι κληρωνόταν για ένα χρόνο αλλά εκεί του προέκυπτε να ξαναμπεί κι άλλες φορές στην κληρωτίδα σε μετικά χρόνια γιατί οι δικαστές ήταν πολλοί.
Από εκεί και πέρα υπήρχαν πάμπολλοι θεσμοί ελέγχων αλλά και διοίκησης που ασκούνταν από όλους για ένα πάντα χρόνο (ή λιγότερο) και πάντα χωρίς δικαίωμα να κληρωθεί κανείς στο ίδιο αξίωμα δεύτερη φορά. Μόνο σε μερικά πολύ σημαντικά αξιώματα η θητεία ήταν μικρότερη και στο ανώτατο (σαν να λέμε Πρόεδρος της Δημοκρατίας) έφτανε να διαρκεί μόλις μία (1) ημέρα!

Είναι τόσο συναρπαστικά όλα αυτά που όταν κανείς τα διαβάζει έχει την αίσθηση ότι διαβάζει έργο επιστημονικής φαντασίας! Υπήρξαν πραγματικά άνθρωποι που λειτούργησαν έτσι; Υπήρξε ποτέ τέτοιο δημοκρατικό σύστημα, απόλυτα ελεύθερο, διαφανές, ισότιμο, ισοκρατικό; Απίστευτο φαίνεται, τόσο απίστευτο όσο κι ο πολιτισμός που δημιουργήθηκε εκείνα τα χρόνια που από τότε δεν ξεπεράστηκε ποτέ (πλην των τεχνολογικών επιτευγμάτων της εποχής μας).
Ας περάσουμε, όμως, στο άρθρο:

*******************************************
ΘΕΣΜΟΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Επιτροπές της Βουλης , άλλες επιτροπές, ειδικοί άρχοντες και αξιωματούχοι
Η βουλή είχε εκτεταμένες ελεγκτικές αρμοδιότητεςκι ήταν το κύριο συντονιστικό της όργανο της πολιτείας.
Φρόντιζε:
Για την καλή κατάσταση του στόλου (πλοία, "νεώσοικοι" και εξοπλισμός). Από μέλη της εκλέγονταν:
* Οι δέκα "τριηροποιοί" που επέβλεπαν τις ναυπηγήσεις απο τους "αρχιτέκτονας επι τάς ναύς", τους οποίους είχε κληρώσει ο δήμος.
* Οι δέκα "έπιμελόμενοι του νεωρίου"
Ως εκπρόσωποι του δήμου στα ιερά και ναούς κληρώνονταν διάφορες κατηγορίες "ίεροποιών" όπως:
* Οι δέκα "ίεροποιοί επί τά εκθύματα", για την προπαρασκευή των εξιλαστηρίων θυσιών.
* Οι δέκα "ίεροποιοί κατ' ενιαυτόν", για τις συνήθεις θυσίες.
Κληρωτοί θρησκευτικοί άρχοντες ήταν και:
* Οι δέκα "αθλοθέται", με 4ετή θητεία, για την προετοιμασία των αγώνων και της πομπής στα μεγάλα Παναθήναια.
* Οι τέσσερις "επιμεληταί των Μυστηρίων", για την επίβλεψη του ιερού της Ελευσίνος.
* Οι επτά "επιστάται της Ελευσίνος".
Για τον έλεγχο των εισόδων στην Εκκλησία του δήμου, κατά τις συνεδρίες, βοηθούσαν την πρυτανεύουσα φυλή:
* Οι τριάντα "συλλογείς", τρεις από κάθε φυλή, κληρωτοί από το δήμο.
Για τη διενέργεια της "ευθύνης", του ελέγχου δηλαδή των αρχόντων μετά τη λήξη της θητείας τους, όσον αφορά τη διαχείριση του δημόσιου Χρήματος, κληρώνονταν από μέλη της Βουλής
* Οι δέκα "λογισταί".
Το πόρισμα υποβαλλόταν στο δικαστήριο, όπου οι άρχοντες λογοδοτούσαν για τις πράξεις τους. Μετά την απαλλαγή τους από το δικαστήριο, ακολουθούσε η διαδικασία των "Δέκα ευθύνων".
Οι "ευθύνοι", κληρωτοί από το δήμοαπάλλασσαν ή παρέπεμπαν το θέμα στα "κατά δήμους δικαστήρια" ή τους "θεσμοθέτας", ανάλογα με το αδίκημα (ιδιωτικής ή δημόσιας φύσης)
Στον τομέα των δημοσίων οικονομικών, η Βουλή συνεργαζόταν στενά με όλες τις οικονομικές και τεχνικές αρχές. Σπουδαιότερες απ' αυτές ήταν:
* Οι δέκα "Ελληνοταμίοι"υπεύθυνοι για τη διαχείριση του συμμαχικού ταμείου.
* Οι δέκα "ταμίαι της Αθηνάς"
* Οι δέκα "ταμίαι τών άλλων θεών"

(και οι τριάντα παραπάνω κληρωτοί από τους πεντακοσιομέδιμνους)
* Ο ταμίας "έπι τό θεωρικόν" αιρετός από το δήμο.
* Οι δέκα "αποδέκται", κληρωτοί από το δήμο, για την είσπραξη των περισσοτέρων ετησίων εσόδων του κράτους.
* Οι δέκα "πωληταί", κληρωτοί από το δήμο, υπεύθυνοι για την εκχώρηση των εισαγωγικών δασμών, την παραχώρηση εκμετάλλευσης ορυχείων, την ενοικίαση ιερών κτημάτων κ. ά.
* Ανά δέκα "έπιμεληταί τού έμπορίου", "αγορανόμοι", "μετρονόμοι", "σιτοφύλακες" κ.ά., όλοι κληρωτοί από τον δήμο που επέβλεπαν την ομαλή λειτουργία της αγοράς
* Οι δέκα "αστυνόμοι", κληρωτοί από το δήμο.
* Οι πέντε "οδοποιοί", οι δέκα "ιερών επισκευασταί", οι "νεωροί" κ.ά., επίσης κληρωτοί από τον δήμο.
* Οι "επιστάται", επιθεωρητές των δημοσίων έργων (2-5, ανάλογα με το έργο) που ορίζονταν ονομαστικά από τη Βουλή από τους καταλόγους των πολιτών. 

· Οι "συγγραφείς" ειδική επιτροπή εμπειρογνωμόνων κληρωτών από το δήμο για την υποβολή προβουλευμάτων στην Εκκλησία.
* Ο "επιμελητής επί τών υδάτων καί τών κρηνών" αιρετός από το δήμο.
Οι Εννέα άρχοντες
Οι εννέα άρχοντες, υπόλειμμα της παλαιάς εξουσίας των αριστοκρατών, παρέμειναν για παραδοσιακούς λόγους, όμως το αξίωμά τους απογυμνώθηκε από κάθε ουσιαστική εξουσία.
Από κάθε φυλή αναδεικνύονταν με κλήρωση δέκα υποψήφιοι ("πρόκριτοι") και με νέα κλήρωση μεταξύ τους ένας. Είχαν αρμοδιότητες τυπικές προήδρευαν σε συνεδριάσεις δικαστηρίων για ορισμένες υποθέσεις, διενεργούσαν την προανάκριση των αντιδίκων, κλήρωναν τους δικαστές και έκαναν μερικές θρησκευτικές τελετές εν ονόματι της πόλης. Ειδικώτερα:
Ο "επώνυμος άρχων" αναφερόταν και τώρα στα ψηφίσματα της Εκκλησίας και της Βουλής, παραμένοντας έτσι ως χρονολογικός δείκτης για τον προσδιορισμό του έτους. Κλήρωνε και όρκιζε τους κριτές των δραματικών ανώνων και φρόντιζε για άλλες λεπτομέριες της ίδιας εορτής.
Ο "άρχων βασιλεύς" διατήρησε την προεδρία του Αρείου Πάγου
Ο "πολέμαρχος" δεν είχε καμμία εξουσία καθαρά πολεμικού χαρακτήρα, επιστατούσε δε μόνο στις δημόσιες ταφές των νεκρών του πολέμου.
Οι έξη "Θεσμοθέται" και ο "γραμματεύς" τους είχαν αφ' υψηλού αρμοδιότητες σχετικές με τους νόμους και τη δικαιοσύνη. 


Οι δέκα στρατηγοί - Οι λοιποί στρατιωτικοί άρχοντες.
Η στρατηγία προϋπέθετε, κατ' αρχήν, ειδικές γνώσεις και πείρα στα πολεμικά. Για το λόγο αυτό εξαιρέθηκε από το γενικό κανόνα της κλήρωσης και ήταν ένα από τα ελάχιστα αιρετά αξιώματα. Έγινε, τελικά, το σπουδαιότερο και ουσιαστικότερο αξίωμα για την πορεία της πολιτείας.
Οι δέκα στρατηγοί εκλέγονται από την Εκκλησία του δήμου (και κατά το γενικό κανόνα, ένας από κάθε φυλή) για ετήσια, όπως και σε όλες τις άλλες αρχές, θητεία. Επιδιωκόταν, ασφαλώς, οι στρατηγοί να διαθέτουν στρατιωτικές, πολιτικές και ηγετικές ικανότητες.
Όλοι οι στρατηγοί είχαν την ίδια εξουσία. Κατά τη διάρκεια μιάς εκστρατείας, τα καθήκοντα καθενός προσδιορίζονταν με κλήρο και άλλαζε καθημερινά ο αρχιστράτηγος. Μόνο η Εκκλησία του δήμου είχε το δικαίωμα να αναθέσει σε ένα συγκεκριμένο στρατηγό το γενικό πρόσταγμα στις επιχειρήσεις μιάς εκστρατείας. Σε ορισμένες, μάλιστα. εξαιρετικές περιπτώσεις, ο δήμος χορηγούσε, εντελώς προσωρινά, ειδικά προνόμια σε έναν ή περισσότερους στρατηγούς, ονομαζοντάς τους "στρατηγούς αυτοκράτορας". Αυτό συνέβαινε κυρίως σε μακρινές εκστρατείες, οπότε έπρεπε, εκ των πραγμάτων, οι στρατηγοί να έχουν τη δυνατότητα να ενεργούν με δική τους πρωτοβουλία, χωρίς προσυνεννόηση με την Εκκλησία. Οπωσδήποτε, επιστρέφοντας από την εκστρατεία ή στο τέλος της θητείας τους, έδιναν λόγο των πράξεών τους, όπως και όλοι οι άλλοι άρχοντες.
Για τη διοίκηση του πεζικού εκλέγονταν οι δέκα "ταξίαρχοι", για το ιππικό οι δύο "ίππαρχοι" και οι δέκα "φύλαρχοι" και για την οικονομική διαχείριση ο "ταμίας τών στρατιωτικών".

Η Ηλιαία - Λοιπές δικαστικές αρχές
(ΣΣ: Επειδή τα δικαστήρια και το δικαστικό σύστημα είναι μια πολύ σπουδαία υπόθεση, για την Ηλιαία θα γράψω ένα τρίτο και τελευταίο ξεχωριστό άρθρο)


Η Ηλιαία ήταν το κύριο δικαστήριο της πολιτείας, αποτελούμενο από 6.000 δικαστές ("ηλιασταί"), 600 από κάθε φυλή. Μέλος της μπορούσε να γίνει κάθε πολίτης που είχε συμπληρώσει το 30ό έτος της ηλικίας του και δεν εκκρεμούσε εναντίον του κατηγορία.
Με νέα κλήρωση, η Ηλιαία χωριζόταν σε 10 τμήματα των 600 δικαστών, κατά τρόπο ώστε οι πολίτες των δέκα φυλών να αντιπροσωπεύονται εξ ίσου σε κάθε τμήμα. Πρόεδροι των τμημάτων ήταν άρχοντες (οι Εννέα άλλοι), που κληρώνονταν στην αρχή του χρόνου και είχαν παρά-λληλα ως έργο τη μελέτη της υπόθεσης, την προδικασία και την προανάκριση.
Η Ηλιαία συνεδρίαζε συνήθως κατά τμήματα των 600 και χρειαζόταν η παρουσία τουλάχιστον 501 μελών για να συνεδριάσει το τμήμα.

Η κοινωνική πολιτική της δημοκρατίας
Δεν υπάρχει καμμία υπερβολή αν λεχθεί ότι η "Αθηναίων Πολιτεία" ήταν, όχι μόνο το μοναδικό δημοκρατικό πολίτευμα σε ολόκληρη την ιστορία της ανθρωπότητας μέχρι και σήμερα, αλλά ταυτόχρονα και το μοναδικό "σοσιαλιστικό".
Βασική υποχρέωση της πολιτείας ήταν η εξασφάλιση της ελευθερίας και της ζωής των πολιτών. Μέλημά της όχι μόνο η προστασία των πολιτών απο εξωτερικό εχθρό αλλά και εξασφάλιση της ατομικής ελευθερίας και της ισότητας όλων, καθώς και η κάλυψη των καθημερινών αναγκών των πολιτών.


Με το σύστημα των "λειτουργιών" οι οικονομικά ισχυρότεροι ήταν υποχρεωμένοι να προσφέρουν στην πολιτεία τη δυνατότητα να οργανώνει δραματικούς ή μουσικούς αγώνες, δημόσια γεύματα κ.τ.λ. ή να εξοπλίζει τις τριήρεις της. Ηταν δηλαδή ένα σύστημα άμεσης (και βαριάς θα λέγαμε σήμερα) φορολογίας των πλουσίων. Κυριότερες "λειτουργίες" ήταν:
* Η "τριηραρχία". Οι "τριήραρχοι" αναλάμβαναν τη συντήρη και γενικώτερα, τη φροντίδα ενός πλοίου, στρατολογώντας ή πληρώνοντας και το προσωπικό του. Οι τριήραρχοι συμμετείχαν και στις εκστρατείες, εγκαταλείπτοντας τις εργασίες τους.
* Η "χορηγία", η ανάληψη δηλαδή της δαπάνης για την εκπαίδευση και τον εφοδιασμό του "χορού" που θα μετείχε σε δραματικούς η λυρικούς αγώνες (Παναθήναια, Θαργήλια, Λήναια, Διονύσια "εν άστει").
* Η "γυμνασιαρχία" , για τη διατροφή και εγκύμναση αθλητών που θα επαιρναν μέρος σε γυμνικούς αγώνες .
* Η "εστίαση" για την πραγματοποίηση δημοσίου γεύματος στα μέλη της φυλής σε περίοδο εορτών ή αγώνων.
* Η "αρχιθεωρία" για την αποστολή αθηναϊκής αντιπροσωπείας σε μια απο τις μεγάλες πανελλήνιες εορτές η σε ένα μαντείο.
* Η "αρρηφορία" , ειδική δαπάνη που κατέβαλλαν οι γονείς των αρρηφόρων νεανίδων, για τα έξοδα συμμετοχής τους στα Αρρηφόρια .
Ιδιότυποι θεσμοί 
Οι βασικοί θεσμοί της δημοκρατίας, όπως αναφέρθηκαν προηγουμένως, συμπληρώνονταν με ένα πλέγμα άλλων, ειδικών θεσμών, οι οποίοι όχι μόνο στήριζαν τους υπόλοιπους θεσμούς και εξασφάλιζαν την εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος αλλά και έδιναν την αναγκαία διέξοδο εκτόνωσης σε ειδικές περιπτώσεις, ώστε να αποφεύγονται εκρηκτικές, καταστάσεις. Σπουδαιότεροι από τους θεσμούς αυτούς ήταν οι ακόλουθοι.


Ο "οστρακισμός". Ηταν μέτρο προστασίας της πολιτείας από κάθε απόπειρα επιβολής τυραννίας. Κάθε χρόνο, στην έκτη πρυτανεία και με την προϋπόθεση απαρτίας (τουλάχιστον 6.000 παρόντες), η Εκκλησία του δήμου αποφάσιζε αν έπρεπε να εφαρμοστεί ο νόμος του ''οστρακισμού''. Αν η απόφαση ήταν καταφατική γινόταν η ''οστρακοφορία''. Κάθε πολίτης έγραφε επάνω σε ''όστρακο'' (θραύσμα αγγείου) το όνομα του πολιτικού του οποίου η απομάκρυνση από την πόλη ήταν κατά τη γνώμη του απαραίτητη για τη σωτηρία της πολιτείας. Ο ''οστρακιζόμενος'' έπρεπε μέσα σε δέκα ημέρες να εγκαταλείψει την πόλη και να παραμείνει στην εξορία επί μία δεκαετία. 


Η "γραφή παρανόμων"
Πρόκειται για αγωγή ή καταγγελία, με αστικές αλλά και ποινικές ευθύνες, που κάθε πολίτης είχε δικαίωμα να εγείρει, εντός προθεσμίας ενός έτους απο την έκδοσή τους, κατά διοικητικών πράξεων, προβουλευμάτων της Βουλής ή ακόμη και νόμων-ψηφισμάτων, τόσο για ουσιαστικούς όσο και τυπικούς (δικονομικούς) λόγους.
Αν επειχειρούσε κανείς να μεταφέρει την "γραφή παρανόμων" στα σημερινά δεδομένα, παραλληλίζοντάς την με το θεσμό του Συμβουλίου Επικρατείας ή του Συνταγματικού Δικαστηρίου και των δημοψηφισμάτων λαϊκής πρωτοβουλίας άλλων χωρών, η σύγκριση θα προκαλούσε βαθιά θλίψη. Όχι απλώς και μόνο διότι η κυβερνητική εξουσία στην Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να αγνοεί, ατιμωρητί, ορισμένες αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας, αλλά κυρίως διότι ούτε στην Ελλάδα ούτε και σε άλλες χώρες προβλέπεται δικαστικός έλεγχος και τιμωρία όσων εισηγήθηκαν ένα νόμο ή εξέδωσαν μια διοικητική πράξη, όταν ο νόμος αυτός ή η πράξη ακυρωθούν από τα θεσμοθετημένα ελεγκτικα σώματα.
Όσο για τα δημοψηφίσματα λαϊκής πρωτοβουλίας που γίνονται σήμερα σε άλλες χώρες (προφανώς ωριμότερες από την Ελλάδα) αυτά διενεργούνται μόνον όταν τα ζητήσουν πολλές δεκάδες η εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών και κρίνονται με καθολική ψηφοφορία. Ενώ τα "δημοψηφίσματα" (ας τα ονομάσουμε έτσι) της "γραφής παρανόμων" της αθηναϊκής δημοκρατίας προκαλούνται από ένα μόνο πολίτη, κρίνονται από 1.000 μόνο πολίτες-δικαστές και, το σημαντικότερο, μπορούν να επισύρουν το δικαστικό έλεγχο και τιμωρία των εισηγητών των νόμων ή εκδοτών των διοικητικών πράξεων που θα ακυρωθούν.


Η "αντίδοσις"
Κάθε χρόνο, ο επώνυμος άρχων υποδείκνυε τους εύπορους πολίτες που θα αναλάμβαναν τις διάφορες λειτουργίες. Οταν κάποιος πολίτης που υποδεικνυόταν δυστροπούσε, με τον ισχυρισμό ότι υπήρχε άλλος Αθηναίος, πλουσιώτερος απ' αυτόν, που θα έπρεπε να αναλάβει τη σχετική δαπάνη, ο άρχων καλούσε το δεύτερο να αναλάβει τη λειτουργία. Αν είχε και ο δεύτερος αντιρρήσεις, έπρεπε σε διάστημα τριών ημερών να υποβάλουν και οι δύο στον άρχοντα ένορκη κατάσταση της περιουσίας τους, οπότε θα αποφάσιζε σχετικά το δικαστήριο. Αν ο ενάγων (ο πρώτος πολίτης) καταδικαζόταν, ο εναγόμενος είχε δικαίωμα να ζητήσει απ' αυτόν ανταλλαγή περιουσιών ("αντίδοσιν").


Η "άδεια"
Για να λειτουργήσει η δημοκρατία, ήταν ανάγκη όχι μόνο να τηρούνται οι νόμοι, αλλά και το περιεχόμενό τους, όπως και οι κρίσεις της Εκκλησίας, να βρίσκονται εκτός πεδίου δημόσιας κριτικής και συζητήσεων. Όμως, υπήρχε και η γνώση ότι κανένα ανθρώπινο δημιούργημα δεν είναι τέλειο. Ετσι, στη μία από τις τρεις "νόμιμες" Εκκλησίες (την "ταίς ικετηρίαις") κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να ζητήσει την "άδεια", βεβαίωση ατιμωρησίας δηλαδή, ώστε να μπορεί να μιλήσει ελεύθερα προς το δήμο για θέματα που ήταν αντίθετα σε νόμο που υπήρχε, ή σε απόφαση που είχε ήδη πάρει η Εκκλησία.


Η "εισαγγελία"
Πρόκειται για καταγγελία επί εσχάτη προδοσία (και μόνο), που κάθε πολίτης είχε δικαίωμα να κάνει σε κάθε "κυρία Εκκλησία", κατά οποιουδήποτε άλλου πολίτη.


Επίλογος
"Απάντων αυτός αυτόν πεποίηκεν ο δήμος κύριον, και πάντα διοικείται ψηφίσμασι και δικαστηρίοις, έν οίς ο δήμός έστιν ο κρατών. Καί τούτο δοκούσι ποιείν ορθώς ευδιαφθορώτεροι γάρ ολίγοι των πολλών εΙσιν, καί κέρδει καί χάρισιν. "
(Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία)

Ο Αριστοτέλης διατυπώνει την πιο πάνω φράση με ιδιαίτερη φρόνηση. Δεν λέει ότι ο λαός είναι αδιάφθορος. Διότι πιστεύει ότι μπορεί να διαφθαρεί με τις "Χάριτες" και τα "Κέρδη" (ή με τις προεκλογικές υποσχέσεις, στα καθ' ημάς). Όμως λέει ότι διαφθείρεται δυσκολώτερα από ότι οι "ολίγοι".
Αυτή η σημαντική διαπίστωση, που πάντοτε ίσχυε και θα ισχύει σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες, παίρνει μια ιδιαίτερη διάσταση στη σημερινή εποχή της γενικευμένης συναλλαγής, του "κέρδους" και των "χαρίτων". Και μάλλον αρκεί από μόνη της για να απαντήσει στο καίριο ερώτημα, αν δηλαδή πρέπει να είναι "ό δήμος ό κρατών" ή οι "ολίγοι" (αντιπρόσωποί του).

******************************

Αυτά πάνω κάτω έγραψε στο Τετρακτύς ο Γιάννης Παναγιωτόπουλος. Τα γράφει πολύ αναλυτικότερα και με πολλά σχόλια ο Αλέξανδρος Κόντος στο πρόσφατο "Αριστοτέλους: Αθηναίων Πολιτεία" και στα παλαιότερα "Δημοκρατία: έναάγωστο πολίτευμα". Γράφουν και άλλοι. Σημασία όμως έχει πόσοι διαβάζουν και πόσοι ενστερνίζονται. Ελπίζω να βοηθάω κι εγώ να γίνουν περισσότεροι.
Με τις δυο αναρτήσεις είδαμε σε γενικές γραμμές τι θα πει δημοκρατία (με κλήρωση), δηλαδή ΟΛΟΥ του ΛΑΟΥ κι όχι αντιπροσωπευτική, δηλαδή των ΟΛΙΓΩΝ.
Θα εξετάσουμε σε μια τρίτη ανάρτηση και το δικαστικό σύστημα και μετά μπορούμε να κάνουμε τα σχόλιά μας, συντομότερα βεβαίως περιεκτικότερα και με επικέντρωση στα σημαντικά αυτής της υπόθεσης που δεν αφορά μόνο στο παρελθόν αλλά και στο μέλλον μας!

Παρασκευή 12 Μαΐου 2017

Θεσμοί της Δημοκρατίας

Κατά καιρούς έχω ασχοληθεί με την δημοκρατία. Μιλάω πάντα όχι την κοινοβουλευτική, την αντιπροσωπευτική, την λαϊκή ή όλες τις άλλες δημοκρατίες που έχουν εφευρεθεί αλλά για την δημοκρατία των Ελλήνων, την αθηναϊκή δημοκρατία όπως μας την έχουν περιγράψει ο Αριστοτέλης κι οι άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, που ήταν ίδια με τη δημοκρατία όλων των πόλεων της Ελλάδας πριν την καταλύσουν ο Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του κι αργότερα οι Ρωμαίοι.
Έχω αναφερθεί σε πολλά κείμενα του Αλέξανδρου Κόντου για την "Δημοκρατία, το άγνωστο πολίτευμα" καθώς ελάχιστοι γνωρίζουν πως λειτουργούσε αυτό το πολίτευμα και πόσο μακριά από αυτό βρισκόμαστε σήμερα.
Στα πλαίσια αυτά θα αρχίσω να δημοσιεύω κι άλλα κείμενα, τρίτων ή και δικά μου, για να γνωστοποιήσω καλύτερα το πολίτευμα της δημοκρατίας και να εξηγήσω πως αυτή είναι και η μόνη διέξοδος ακόμα και σήμερα για την ανθρωπότητα αν θέλει να ξαναφέρει τον κόσμο μας στα μέτρα του ανθρώπου κι όχι στα μέτρα των ρομπότ.

Για σήμερα επιλέγω ένα κείμενο του Γιάννη Παναγιωτόπουλου, ενός εραστή της άμεσης δημοκρατίας και μελετητή της αθηναϊκής δημοκρατίας. Το παίρνω από το περιοδικό "Τετρακτύς" (Σ.Σ.: η επιλογή των αποσπασμάτων είναι με δική μου ευθύνη)

ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΘΑΥΜΑ


Η γένεση της δημοκρατίας 


Η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία είναι το πολίτευμα που δικαιούνται κυριολεκτικά και απόλυτα να αποκαλείται δημοκρατία. Μόνο σ' αυτό ο "δήμος" (λαός) "κρατεί" (έχει, την εξουσία). Κανένα άλλο σημερινό δεν δικαιούται κάτι τέτοιο. Αρκετές πλάνες συνδέουν την αθηναϊκή δημοκρατία με τον Περικλή. Οι τρεις, πιο διαδεδομένες, είναι ότι ο Περικλής εγκαθίδρυσε τη δημοκρατία, ήταν για πολλά χρόνια "πρόεδρος" ή "πρωθυπουργός" της και διοικούσε περίπου δικτατορικά (το τελευταίο επειδή ο Θουκυδίδης, αυτός ο ανυπέρβλητος δάσκαλος της πολιτικής και ιστορικής σκέψης, γράφει ότι "εγίγνετό τε λόγω μεν δημοκρατία, έργω δε υπό του πρώτου ανδρός αρχή").
Ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα τις πλάνες αυτές.
Ο Περικλής ολοκλήρωσε, ασφαλώς, τους δημοκρατικούς θεσμούς και συνέβαλε αποφασιστικά, ως πράγματι μέγας πολιτικός άνδρας, στην άψογη λειτουργία τους κατά το μακρό χρόνο της θητείας του. Ομως οι "πατέρες της δημοκρατίας", που προηγήθηκαν, ήταν ο Σόλων, ο Κλεισθένης και ο Εφιάλτης (καμμία σχέση με τον προδότη των Θερμοπυλών), κυρίως δε οι δύο τελευταίοι. Ο Περικλής δεν ήταν "πρόεδρος" ή "πρωθυπουργός" (τέτοια αξιώματα δεν υπήρχαν στην αθηναϊκή δημοκρατία). Εκλεγόταν ως στρατηγός (μαζί με άλλους 9) για ένα μόνο χρόνο θητείας και επανεκλεγόταν από το λαό στο αξίωμα αυτό επί δεκαετίες. Και, βέβαια, δεν φανταζόταν ότι μερικοί θα τον αποκαλούσαν κάποτε "δικτάτορα". Οπως δεν το φανταζόταν κι ο Θουκιδίδης, όταν κατέγραφε το γεγονός της "υπό του πρώτου ανδρός αρχής" σε μία παράγραφο όπου αποτιμά τις εξαιρετικές πολιτικές ικανότητες και την αρετή του Περικλή.Η "ενός ανδρός αρχή" του Περικλή είχε την παρατεταμένη και κατ' έτος ανανεούμενη έγκριση του λαού. Άλλωστε ο Θουκιδίδης επιφυλάσσει μόνο στον Περικλή τη μοναδικότητα της "δημηγορίας" (δημόσιας πολιτικής ομιλίας) χωρίς αντίλογο -όλες οι άλλες δημηγορίες είναι αμφίπλευρες- κι αυτό λέει πολλά για την εκτίμηση του Θουκυδίδη στο πρόσωπό του.


Η δημοκρατία δεν "φύτρωσε" ξαφνικά στην ελληνική πολιτική σκέψη. Τα πρώτα σπέρματά της ανάγονται στην αυγή της εμφάνισης του λαού αυτού, στη μυθολογία του. Δεν είναι του παρόντος να αρχίσουμε από εκεί. Θα σταθούμε μόνο σε ένα γεγονός: η "εκκλησία του δήμου" (λαϊκή συνέλευση θα λέγαμε σήμερα) υπάρχει και λειτουργεί πολύ πριν εμφανιστεί η δημοκρατία. Έστω και αν οι δικαιοδοσίες της είναι, ακόμη, πολύ περιορισμένες: να εγκρίνει ή όχι τις προτάσεις των βασιλέων ή άλλων αρχόντων. Δεν είναι, επίσης, του παρόντος να υπεισέλθουμε και στους προηγηθέντες θεσμούς της σπαρτιατικής κοινωνίας. Μιάς κοινωνίας που πιστεύεται από πολλούς (άλλη μεγάλη πλάνη) ως άκρως στρατοκρατική και ανελεύθερη, ενώ είχε κι αυτή δημοκρατική δομή, έστω κι αν δεν έφτασε ποτέ στην αθηναική τελείωση.Τέλος, δεν θα αναφερθούμε στα δημοκρατικά πολιτεύματα άλλων "πόλεων" (κρατών) της περιόδου εκείνης. Διότι η Αθήνα δεν ήταν, τότε, η μοναδική δημοκρατική πολιτεία. Όμως το υπόδειγμα που προσέφερε ήταν τόσο τέλειο, που περιττεύει η αναφορά και σε άλλα.

Ο Σόλων ήταν ο πρώτος που αναμόρφωσε ριζικά τους πολιτικοκοινωνικούς θεσμούς στην Αθήνα (594-593 π.Χ.) .... Δίκαια θεωρήθηκε από πολλούς ως "πατέρας της δημοκρατίας" (ο Αριστοτέλης γράφει ότι -από τον Σόλωνα "αρχή δημοκρατίας εγένετο"). 
Ο Κλεισθένης ήταν αυτός που μεταρρύθμισε ριζικά το αθηναϊκό πολίτευμα (508-507 π.Χ.) και σφράγισε το δημοκρατικό του χαρακτήρα ...
Μένει να εξασφαλιστεί η "ισοκρατία" (ισότητα ισχύος των πολιτών) πράγμα που ολοκλήρωσε ο Εφιάλτης, αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης (υπαρχηγός ο Περικλής).
Η δημοκρατία ολοκληρώνεται. Γίνεται "άκρακτος" (αμιγής, ανόθευτη). Ο λαός γίνεται κυρίαρχος σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής ζωής. Χωρίς την έγκρισή του τίποτε δεν μπορεί να γίνει.
Από εκεί και πέρα, αναλαμβάνει ο Περικλής να ενισχύσει τη δημοκρατία με όσους θεσμούς ακόμη χρειάζεται, για την εύρυθμη λειτουργία της. Προ παντός δε, να τη στηρίξει με τις προσωπικές του ικανότητες, ώστε να φτάσει στην τελειότητα και να γίνει παγκόσμιο σύμβολο, που θαυμάζεται πάντοτε από τότε γιατί ποτέ δεν ξεπεράστηκε.
Και μόνο για το γεγονός ότι ανταποκρίθηκε, για τόσο μακρό χρονικό διάστημα, στα αιτήματα του μεγαλοφυέστερου αλλά ταυτόχρονα και απαιτητικώτερου και δυσκολώτερου δήμου, που εγνώρισε ποτέ η ανθρώπινη ιστορία, ο Περικλής ξεφεύγει, κατά πολύ από τα κοινά μέτρα και είναι πράγματι ένας μεγάλος, τέλεια ολοκληρωμένος άνθρωπος και ιδιοφυής πολιτικός.


Θεσμοί της δημοκρατίας


Θεμελιώδη χαρακτηριστικά της αθηναϊκής δημοκρατίας των κλασικών χρόνων είναι η ελευθερία, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ισοπολιτεία. Και βασικό όργανο για τη διαφύλαξή τους, η δυνατότητα ελέγχου του κάθε πολίτη από το σύνολο των πολιτών, όπως και του συνόλου από τον οποιοδήποτε πολίτη. Με την ελευθερία που παρέχει το πολίτευμα (ελευθερία, όμως, προσδιορισμένη από το νόμο), ήταν τόσο μεγάλη η ανάγκη να ελέγχονται οι πάντες από τους πάντες, ώστε αφ' ενός διαμορφώθηκε ένα πλέγμα θεσμών για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της δημόσιας ζωής και των προσώπων που συμμετείχαν σ' αυτήν, αφ' ετέρου μεταβιβάστηκε η δικαστική εξουσία εξ ολοκλήρου στο λαό και αυξήθηκαν οι συνεδριάσεις των δικαστηρίων.
Όλες οι εξουσίες πηγάζουν και ελέγχονται απ' ευθείας από το λαό, το σώμα της Εκκλησίας του δήμου. Και οι αρχές είναι προσιτές σε κάθε πολίτη.
Οι σύγχρονες έννοιες της πολιτικής "αντιπροσώπευσης" και του "αντιπροσώπου" του λαού (περίπου αυτονόητες και εκτός αμφισβητήσεως για το σημερινό άνθρωπο) ήταν, για τους Αθηναίους, εντελώς αδιανόητες και απαράδεκτες. Διότι πίστευαν ότι, από τη στιγμή που κάποιος αναθέτει, αμετάκλητα και για ορισμένο χρονικό διάστημα, την εξουσία σε οποιουσ-δήποτε άλλους, έχει ήδη αλλοτριωθεί πολιτικά.
Το ίδιο αδιανόητη και απαράδεκτη ήταν και η αντιπροσώπευση ενός πολίτη, στην Εκκλησία του δήμου, από άλλον.
Ολες οι αρχές είναι κληρωτές, με εύλογη εξαίρεση ελάχιστες ειδικές αρχές (στρατηγοί, ταμίες) που είναι αιρετές αλλά και ανά πάσα στιγμή ανακλητές. Η κλήρωση αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο, την πεμπτουσία της δημοκρατίας. Χωρίς κλήρωση, δημοκρατία δεν νοείται. 
Οι εκλογές, όπως τις γνωρίζουμε εμείς, είναι, για την αρχαία ελληνική αντίληψη από τον Ηρόδοτο ως τον Αριστοτέλη, θεσμός αριστοκρατικός. Ζήτημα ανάδειξης με εκλογή μπαίνει μόνον όπου υπάρχει ειδική τεχνική αρμοδιότητα, οπότε και έχει νόημα να διαλέξει κανείς τον καλύτερο τεχνίτη. Στον πολιτικό τομέα, αρμόδιοι δεν υπάχουν. Η γνώμη όλων βαραίνει το ίδιο.
Και όλες οι αρχές είναι πολυπρόσωπες. Ετσι η πολιτική εξουσία διασπείρεται όχι μόνο στις διάφορες αρχές αλλά και στα πρόσωπα που υπηρετούν σε καθεμιά απ' αυτές. Καμμία αρχή, κανένας δημόσιος λειτουργός δεν μπορεί, εκμεταλλευόμενος την πρόσκαιρη συμμετοχή του στην κατανομή της εξουσίας, να συγκεντρώσει μεγάλη και, κυρίως, ανεξέλεγκτη δύναμη.
Τέλος, είναι υποχρεωτική η εναλλαγή των προσώπων στις διάφορες αρχές. Με εξαίρεση τους στρατηγούς (βλ. πιο κάτω), δεν επιτρεπόταν να υπηρετήσει εκ νέου ο ίδιος πολίτης στην ίδια αρχή, πριν περάσουν από την αρχή αυτή και όλοι οι άλλοι πολίτες. Κανένας πολίτης δεν μπορεί να παγιωθεί σε ένα δημόσιο λειτούργημα, ως "ειδικός" ή "επαγγελματίας".

Το πλήθος των θεσμών αφ' ενός και το πολυπρόσωπο και η ετήσια εναλλαγή των αρχών αφ' ετέρου, επιτρέπουν τη συμμετοχή όλων των πολιτών στη διακυβέρνηση της πολιτείας.
Αυτό συντελεί αποφασιστικά στην ανάπτυξη βαθύτατου αισθήματος πολιτικής ευθύνης στα άτομα. Ο δήμος, έχοντας όλες τις εξουσίες στα χέρια του, γίνεται ταυτόχρονα και υπεύθυνος για την πιστή τήρηση των νόμων. Αντιλαμβάνεται ότι έχει χρέος να διαφυλάσσει μόνος του την ελευθερία του και να πορεύεται προς το μέλλον με σύνεση και χωρίς ακρότητες, διατηρώντας πάντοτε άθικτα τα μέγιστα αγαθά της δημοκρατίας: την ισηγορία, την ισονομία, την ισοκρατία.
Πολύ πριν αρχίσουν οι νεώτεροι πολιτικοί φιλόσοφοι να ασχολούνται με τη διάκριση των εξουσιών, ο Θουκιδίδης έχει ορίσει με τρείς μόνο λέξεις τις βασικές πολιτικές εξουσίες κάθε ελεύθερου δήμου: "αυτόνομος" (καθορίζει ο ίδιος τους θεσμούς και τους νόμους του), "αυτόδικος" (αποφασίζει με τα δικά του δικαστήρια για κάθε αμφισβήτηση), "αυτοτελής" (διαχειρίζεται ο ίδιος κάθε θέμα της πολιτικής ζωής).

Ξενίζει, με την τρέχουσα αντίληψη των πραγμάτων, αυτή η παντοδυναμία του δήμου.
ερώτημα 1ον: Πώς είναι δυνατόν οποιοιδήποτε πολίτες, χωρίς "τεχνοκρατικές" ή άλλες "περγαμηνές", να ασκούν υψηλά δημόσια λειτουργήματα;
ερώτημα 2ον: Πώς είναι δυνατόν οι ίδιοι αυτοί πολίτες να επιλέγουν τον καλύτερο στρατηγό-πολιτικό, ή να αποτιμούν σωστά το έργο ενός κορυφαίου δημόσιου λειτουργού με τη "δοκιμασία"
ερώτημα 3ον: Πώς είναι δυνατόν ο δήμος να ασκεί ανεξέλεγκτα όλες τις εξουσίες, χωρίς να φτάσει στην υπερβολή ή την αυθαιρεσία;
Αν μπορούσε να θέσει κανείς το πρώτο ερώτημα σε ένα Αθηναίο πολίτη, πιθανώτατα θα εισέπραττε μια ειρωνική αντερώτηση: πώς είναι δυνατόν σεις να απασχολείτε ένα διακεκριμένο πολίτη με τη διοίκηση ενός δημόσιου οργανισμού; εμείς θα αναθέταμε το έργο αυτό σε έναν επιδέξιο δούλο. Διότι πράγματι, στην αρχαία Αθήνα, η τρέχουσα διοίκηση των πραγμάτων είχε κατά μέγα μέρος ανατεθεί σε δούλους.
Στό δεύτερο ερώτημα, που διαρκώς επανέρχεται, η απάντηση όλων, ακόμη και του Πλάτωνα (κάθε άλλο παρά ένθερμου θιασώτη των δημοκρατικών διαδικασιών), είναι πάντοτε η ίδια: αρμόδιος να επιλέξει τον καλύτερο τεχνίτη και να αποτιμήσει το έργο του δεν είναι ένας άλλος ομότεχνός του αλλά αυτός που χρησιμοποιεί το προϊόν της εργασίας του. Και στην περίπτωση του πολιτικού λειτουργού, αυτός που χρησιμοποιεί τις πολιτικές ικανότητές του, δηλαδή ο λαός.
Στο τρίτο απαντά κατά χαρακτηριστικό τρόπο η ιστορία της "στρατηγίας" κατά την κλασική εποχή. Πράγματι, παρουσιάζεται τότε το φαινομενικά παράδοξο (θα εξηγηθεί πιο κάτω γιατί δεν είναι) η στρατηγία να διαθέτει τόση δύναμη, που όχι μόνο να φαίνεται ότι έρχεται σε αντίθεση με τη δημοκρατική δομή της πολιτείας, αλλά και να περικλείει (για τη δική μας αντίληψη, που απορρέει από τη νεώτερη πολιτική ιστορία) κινδύνους για το πολίτευμα.
'Ομως, κανένας άρχων δεν είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί τη δύναμη, που του παραχωρεί ο δήμος. Για να επανεκλεγεί, πρέπει ο τρόπος που διαχειρίστηκε το αξίωμά του να κριθεί επιτυχής, με τη "δοκιμασία" του απολογισμού. Και ένας ευφυής πολίτης, όπως πρέπει να είναι ο κάθε στρατηγός, αφού γνωρίζει τις απόψεις του δήμου, δεν θα σκεπτόταν ποτέ να κάνει κατάχρηση της εξουσίας του. Αλλά κι αν το επιχειρούσε, ολόκληρος ο στρατός και το ναυτικό αποτελούν τόσο συνειδητά και υπεύθυνα μέλη της ολότητας, που ποτέ δεν θα δέχονταν να συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε ενέργεια κατά της πολιτείας. Η ιστορία του 5ου αιώνα δεν αναφέρει κανένα απολύτως περιστατικό όπου στρατηγός έκανε κατάχρηση της εξουσίας του, ή διανοήθηκε να επιχειρήσει να στραφεί εναντίον της πολιτείας, στηριζόμενος στη δύναμη που του είχε εμπιστευθεί ο δήμος.

Η Εκκλησία του δήμου.
Είναι το κυρίαρχο σώμα της δημοκρατίας (γενική συνέλευση των πολιτών, θα λέγαμε σήμερα) στο οποίο μετέχουν όλοι οι πολίτες που περιλαμβάνονται στον "έκκλησιαστικόν πίνακα" (από το 20ό έτος της ηλικίας τους και μετά, οπότε έχουν λήξει και οι διετείς στρατιωτικές τους υποχρεώσεις). Αποκλείονται μόνον όσοι έχουν κηρυχθεί "άτιμοι" (έχουν χάσει τα πολιτικά και αστικά τους δικαιώματα).
Έχει απεριόριστες δικαιοδοσίες. Μεταξύ αυτών:
*Ψηφίζει τους νέους νόμους, αφού της υποβληθεί προηγουμένως το σχετικό προβούλευμα (εισήγηση) από τη Βουλή των πεντακοσίων. Οι νόμοι όριζαν να μην συζητείται "μηδέν απροβούλευτον" ώστε να υπάρχει η ασφάλεια για το δήμο ότι η Βουλή έχει ήδη ελέγξει και κρίνει σε πρώτη φάση τα θέματα. Η Βουλή δεν είχε δικαίωμα να αρνηθεί να υποβάλει προβούλευμα για κάποιο ζήτημα, εάν δεν συμφωνούσε. Αναλύοντας πώς ακριβώς είχε ακριβώς κατά την κρίση της, το ζήτημα, άφηνε στο δήμο την τελική απόφαση με την τυπική φράση "ό,τι άν αυτώ δοκεί άριστον είναι".
* Εκλέγει τους αιρετούς άρχοντες.
* Ασκεί τον έλεγχο της διοίκησης.
* Επιβάλλει την ποινή της εξορίας και της δήμευσης της περιουσίας.
* Εχει τον κύριο λογο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής:
- Αποφασίζει για τις συμμαχίες, τη σύναψη ειρήνης ή την κήρυξη πολέμου.
- Δέχεται τους πρέσβεις ή κήρυκες άλλων πόλεων, μετά την επίδοση των "διαπιστευτηρίων" τους στη βουλή, για να ακουστεί από το δήμο ο σκοπός της αποστολής τους.
- Εκλέγει τους πρέσβεις της αθηναϊκής πολιτείας και τους δίνει οδηγίες για τις ενέργειες που πρέπει να κάνουν, κατόπιν δέχεται τις αναφορές τους για τις πράξεις τους, όταν επιστρέφουν στην Αθήνα, και τους κρίνει ανάλογα.
* Εχει, επίσης, τον κύριο λόγο σε στρατιωτικά ζητήματα:
- Εκλέγει τους στρατηγούς και όλες τις άλλες πολεμικές αρχές.
- Σε πολεμικές περιόδους, αποφασίζει για τον αριθμό των επιστράτων πολιτών και βοηθητικών ανδρών (μετοίκων ή δούλων) στο πεζικό και τον στόλο.
- Υποδεικνύει τους στρατηγούς που θα έχουν την αρχηγία των δυνάμεων και τους δίνει οδηγίες για τις πολεμικές επιχειρήσεις, χαράσσοντας και τη γραμμή που θα τηρήσουν στον πόλεμο, έπειτα κρίνει τους στρατηγούς που είχαν ηττηθεί, ακόμη και τους νικητές που δεν είχαν τηρήσει τα "νόμιμα".
* Ασκεί οικονομική πολιτική:
-Ψηφίζει νόμους για το νόμισμα, τα μέτρα και σταθμά, τα τελωνεία.
-Αποφασίζει για τις πολεμικές δαπάνες, καθώς και τις δαπάνες κατασκευής δημοσίων κτιρίων και αποστολής πρεσβειών.
* Αποφασίζει για θέματα της επίσημης θρησκείας (ίδρυση νέων ναών, εισαγωγή της λατρείας ξένων θεοτήτων, μισθός ιερέων και ιερειών, εισαγωγή νέου τελετουργικού στις επίσημες λατρείες).
Όλοι οι νόμοι αρχίζουν με τη φράση "έδοξε τη βουλή καί τω δήμω" Κι αυτό σημαίνει ότι το κείμενο που ακολουθεί δεν προέρχεται από κάποια "επιστημονική" ανάλυση, ούτε είναι έργο ειδικών "τεχνοκρατών" (ή ηλεκτρονικών υπολογιστών). Αποφασίστηκε γιατί έτσι φάνηκε σωστό, "έδοξε", στο δήμο.

Ολες οι αποφάσεις παίρνονται από τον δήμο. Ακόμη και οι πιο σημαντικές, όπως η υιοθέτηση της ιδέας του Θεμιστοκλή για την κατασκευή του στόλου που οδήγησε στη νίκη της Σαλαμίνας - αυτές που, όπως λέει χαρακτηριστικά ο Κορνήλιος Καστοριάδης, "εμείς σήμερα, εν τη βλακεία μας, αναθέτουμε σε ειδικούς, στην κρίση των οποίων και μόνο επαφιόμαστε". Στη δημοκρατία, όλες οι καίριες αποφάσεις παίρνονται από τους πολλούς. Οι ειδικοί εκτελούν. 

Η Εκκλησία συνερχόταν σε 4 τακτικές συνεδριάσεις στη διάρκεια κάθε "πρυτανείας" (βλ. πιο κάτω) δηλαδή 40 φορές το χρόνο.....
Κάθε πολίτης που ζητάει το λόγο, φοράει στο κεφάλι του στεφάνι από μυρτιά, για να είναι απαραβίαστος. Πρέπει, πάντως, να έχει πλήρη συνείδηση της ευθύνης του και να προσέχει πολύ τις εισηγήσεις του, διότι σε κάθε ψήφισμα αναφερόταν ποιός το είχε προτείνει ("ό τάδε είπεν") και ήταν δυνατόν, αργότερα, αν η εισήγησή του παρέσυρε το δήμο σε εσφαλμένη απόφαση, να τιμωρηθεί.
Στις αποφάσεις του δήμου δεν γινόταν κανένας έλεγχος. Όμως, με το πλέγμα των λοιπών επί μέρους θεσμών, μερικοί από τους οποίους αναφέρθηκαν ήδη, είχε ληφθεί μέριμνα ώστε η κυριαρχία που χάριζε στο δήμο το πολίτευμα, να μην αποβαίνει εις βάρος του. Και ήταν πράγματι σκληρές οι τιμωρίες για εκείνους που επιχειρούσαν να εκμεταλλευτούν την ισηγορία, για να επιτύχουν αποφάσεις αντίθετες προς το συμφέρον της πολιτείας.


Η Βουλή των πεντακοσίων
Η Βουλή αποτελεί τον κύριο φρουρό του πολιτεύματος και τον στενώτερο παραστάτη της Εκκλησίας. Επεξεργάζεται όλα τα θέματα καθώς και τους νόμους που πρόκειται να συζητηθούν από το δήμο, καταρτίζοντας τα "προβουλεύματα", απαραίτητα για την εισαγωγή οποιουδήποτε ζητήματος για συζήτηση και απόφαση στην Εκκλησία. Επειδή προετοιμάζει, κατά τον τρόπο αυτό, τις εργασίες της κυρίαρχης Εκκλησίας του δήμου, η Βουλή έχει λόγο σε όλα τα ζητήματα της πολιτείας, Επειδή δε έχει και την εποπτεία και τον έλεγχο των αρχών της πολιτείας, παρακολουθεί επίσης την εκτέλεση των αποφάσεων της Εκκλησίας.
Οι βουλευτές ήταν πολίτες ηλικίας 30 ετών και άνω και είχαν ετήσια θητεία.
Κάθε χρόνο, κληρώνονταν από τους δήμους καθεμιάς από τις δέκα φυλές 50 πολίτες ως βουλευτές, με αναλογική αντιστοιχία του αριθμού των βουλευτών στον πληθυσμό κάθε δήμου, άρα 500 συνολικά βουλευτές από όλες τις φυλές,
Με σειρά που οριζόταν επίσης με κλήρο, οι 50 βουλευτές κάθε φυλής γίνονταν "πρυτάνεις" (ένα είδος κυβέρνησης, δηλαδή) για διάστημα ίσο προς το 1/10 του έτους (35/36 ημέρες στα κανονικά, 38/39 στα εμβόλιμα) και η φυλή τους "πρυτανεύουσα" για το ίδιο διάστημα. Από τους πρυτάνεις αναδεικνυόταν, και πάλι με κλήρο, ανά ένας "έπιστάτης τών πρυτάνεων" για καθεμιά από τις ημέρες της πρυτανείας της φυλής, ο οποίος κρατούσε τη δημόσια σφραγίδα και τα κλειδιά των ιερών με το θησαυρό και τα αρχεία της πολιτείας και πρόηδρευε στη βουλή (καθώς και στην Εκκλησία του δήμου, εφ' όσον γινόταν την ημέρα που ήταν επιστάτης) . Hταν, δηλαδή, για μιά μόνο ημέρα, ό,τι περίπου ο σημερινός πρόεδρος της δημοκρατίας και ο πρωθυπουργός μαζί. Και αφού δεν υπήρχε ταξικός ή άλλος φραγμός στην εκλογή των βουλευτών, κάθε Αθηναίος πολί-της μπορούσε να υπολογίζει ότι στη διάρκεια της ζωής του ίσως έπαιρνε το υψη-λό αυτό αξίωμα.

Το αξίωμα του βουλευτή επιζητούσαν όλοι οι πολίτες, ως ιδιαίτερα τιμητικό. Και όχι ως προσοδοφόρο. Διότι ο "βουλευτικός μισθός" ήταν πολύ χαμηλός -πέντε οβολοί στην εποχή του Αριστοτέλη. Ηταν μια εργασία ιδιαίτερα επίπονη, με καθημερινή πολύωρη απασχόληση και το σπουδαιότερο, σε υψηλό βαθμό υπεύθυνη Γι αυτόν ακριβώς το λόγο κάθε βουλευτής, πριν αναλάβει υπηρεσία, περνούσε από ειδικό έλεγχο της προηγούμενης Βουλής, τη "δοκιμασία", όπου ελέγχονταν όλα όσα τον αφορούσαν: αν ήταν γνήσιος πολίτης, αν ήταν έντιμος, αν πλήρωνε τακτικά τους φόρους του, αν ήταν ευσεβής προς τους θεούς , αν είχε πάρει μέρος σε εκστρατείες και, τέλος, αν ήταν άψογη η συμπεριφορά του απέναντι των γονέων του. Μόνον αν αποδεικνυόνταν οτι πληρούσε όλες αυτές τις προυποθέσεις, κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, ακολουθούσε η "ψήφος" (έγκριση), οπότε ορκιζόταν και αναλάμβενε υπηρεσία. 
Με τη λήξη της θητείας τους λογοδοτούσαν όπως όλοι οι άρχοντες. .......................

Η Βουλή συνερχόταν καθημερινά (εκτός από τις εορτάσιμες και αποφράδες ημέρες), ενώ αν υπήρχε ανάγκη συνεδρίαζε και εκτάκτως, ακόμη και τη νύκτα, χωρίς περιορισμό χρόνου.
Το πολύπλευρο έργο της Βουλής υποστήριζε σειρά ολόκληρη υπαλλήλων και υπηρετών. Σπουδαίο πρόσωπο μεταξύ αυτών, που συμμετείχε και στις συνεδριάσεις της, ήταν ο γραμματέας της Βουλής ("γραμματεύς ό κατά πρυτανείαν"), θεματοφύλακας των κρατικών μυστικών. Το όνομά του αναφερόταν και στα ψηφίσματα ("ο τάδε έγραμμάτευεν"). Ηταν ο γενικός αρχειοφύλακας της πολιτείας (ψηφίσματα της Εκκλησίας και της Βουλής, δημόσια έγγραφα εν γένει), επίσημος πρακτικογράφος των αποφάσεων της Εκκλησίας και της Βουλής και υπεύθυνος για την πιστή αναγραφή των νόμων και των ψηφισμάτων στις μαρμάρινες στήλες.
Στη δικαιοδοσία και τα καθήκοντα της βουλής και των πρυτάνεων, ήταν η εποπτεία των πολυάριθμων ειδικών επιτροπών της πολιτείας, η επίβλεψη των αρχόντων και η στενή συνεργασία με τους στρατηγούς και τους άλλους ανώτατους άρχοντες.
Είχε δικαιοδοσία στην εξωτερική πολιτική και τη διπλωματία,  οικονομικές αρμοδιότητες, ασκούσε τον έλεγχο των "αδυνάτων" (αναπήρων και ατόμων με ειδικές ανάγκες, θα λέγαμε), είχε, όμως, την κύρια φροντίδα του ναυτικού κλπ.
Στη δικαιοδοσία της ανήκε η πρώτη φάση της δοκιμασίας των εννέα αρχόντων, πλην του "γραμματέως τών θεσμοθετών" (η δεύτερη φάση, όπως και η δοκιμασία του "γραμματέως των θεσμοθετών" και των λοιπών αρχόντων, εκτός από τους εννέα, γινόταν από τα δικαστήρια). Αν ο υποψήφιος δεν εγκρινόταν από τη Βουλή, δεν επιτρεπόταν να αναλάβει το αξίωμα. Αν εγκρινόταν, ακολουθούσε νέα ψηφοφορία στο δικαστήριο και εφ' όσον ήταν κι αυτή θετική, επιτρεπόταν στον άρχοντα να αναλάβει τα καθήκοντά του.
Ο έλεγχος των αρχόντων έδινε μεγάλο κύρος στη Βουλή. Οποιοσδήποτε πολίτης μπορούσε να καταγγείλει έναν άρχοντα στη Βουλή. Ομως η κρίση της δεν ήταν οριστική. Είχε θεσπιστεί και το δικαίωμα της έφεσης ενώπιον της Εκκλησίας ή των δικαστηρίων.

Ξέρω πως το άρθρο αυτό ήταν μακροσκελές. Δεν ήταν όμως άρθρο γνώμης αλλά μελέτη, κατάθεση πληροφοριών. Νομίζω πως όποιος το διάβασε θα το βρήκε ενδιαφέρον είτε σαν κάτι καινούριο είτε σαν κάτι που βρισκόταν μπροστά στα μάτια του αλλά δεν το είχε προσέξει. 
Σε επόμενη ανάρτηση θα δημοσιεύσω κι ένα ακόμε μέρος της μελέτης του  Γιάννη Παναγιωτόπουλου (από το ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ) με τα δημόσια αξιώματα που κληρώνονταν και τα οποία υπηρετούσαν οι πολίτες ασκώντας έτσι στην πράξη το "Άρχειν και Άρχεσθαι" σαν υπεύθυνοι πολίτες.
Κι αφού δώσουμε (ίσως και με άλλα άρθρα) το περίγραμμα αυτής της εκπληκτικής διαδικασίας την οποία εφάρμοσαν οι αρχαίοι Έλληνες (σε όλες τις πόλεις επαναλαμβάνω) θα δούμε τον τρόπο που αυτή ακριβώς η διαδικασία καθόρισε και το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΑΥΜΑ, πως δηλαδή  μπόρεσε να συμβεί αυτή η εκπληκτική άνθιση των τεχνών και των επιστημών και της φιλοσοφίας, μόνον εδώ και μονον εκείνα τα χρόνια. Πως, δηλαδή, για την μοναδική φωτεινή στιγμή στην ιστορία της ανθρωπότητας ευθύνεται ακριβώς αυτή η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ των Ελλήνων.

ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΣΤΟΝ ΥΔΑΤΟΠΥΡΓΟ

Διοργανώνει ο πολιτιστικός σύλλογος "Τερψη-χώρος"

ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΣΤΟΝ ΥΔΑΤΟΠΥΡΓΟ, ΑΥΡΙΟ, ΣΤΙΣ 11πμ

Το Σάββατο 13 Μάη, στις 11πμ ο Σύλλογος ΤΕΡΨΗΧΩΡΟΣ, θα πραγματοποιήσει ενημερωτικό περίπατο στο χώρο των Λιπασμάτων, 

για να "ξαναθυμηθούμε" το μεγάλο ζητούμενο για την πόλη μας, 
την ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ, 
ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ, 
και ΚΥΡΙΩΣ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΜΟΛΥΝΣΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ ΣΕ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΣΧΕΔΟΝ ΒΑΣΗ, ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΔΙΥΛΙΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΖΑΝΙΩΝ ΠΟΥ ΖΟΥΝ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΑΣ.

Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Ένα καινούριο βιβλίο για το 2017, "Η Αργυρή Εποχή των Ανθρώπων"


Ξεκίνησε ήδη η επιμέλεια και θα ακολουθήσει η έκδοση από τον εκδοτικό οίκο "Ν&Σ Μπατσιούλας" (είναι ο ίδιος που εξέδωσε το "Φονιάς των Αθηνών" το 2016) ενός καινούριου βιβλίου μου με τίτλο: "Η Αργυρή εποχή των ανθρώπων". 

Είναι ένα βιβλίο του 2010, το πρώτο μυθιστόρημα που έγραψα ποτέ, κι ίσως το πιο περίεργο από όλα που ακολούθησαν μια και είναι ένα "Επικό μυθιστόρημα της Προϊστορικής Εποχής".

Η εποχή στην οποία διαδραματίζονται τα γεγονότα του μύθου είναι το 9.600 πΧ και το 3.600 πΧ, εποχές προϊστορικές της Ύστερης Παλαιολιθικής (9600 πΧ) και της Ύστερης Νεολιθικής (3600 πΧ) εποχής, λίγο πριν μπει η εποχή του Χαλκού.

Έχω ακούσει πολύ καλές κριτικές από πολλούς που το έχουν διαβάσει, μερικές ενθουσιώδεις και υπερβολικές θα έλεγα, ωστόσο στους εκδοτικούς οίκους "Λιβάνη" και "Ψυχογιού" που το πήγα η απάντηση που πήρα (ανεπισήμως) ήταν ότι για ένα τέτοιο βιβλίο δεν υπάρχει αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα.

Εγώ πιστεύω πως υπάρχει αναγνωστικό κοινό και ότι διψά για ένα τέτοιο βιβλίο και γι αυτό συνέχισα να το προτείνω, και τώρα ο "Μπατσιούλας" το εκδίδει. Ελπίζω πως η πορεία του θα δικαιώσει την εκτίμησή μου.

Τρίτη 2 Μαΐου 2017

Ιζαντόρας Ντάνκαν συνέχεια

Μου άρεσε η προχθεσινή μου ανάρτηση για την Ιζαντόρα Ντάνκαν, άρεσε και σε αρκετούς που μου έστειλαν e-mail και λέω να συνεχίσω για μιαν ακόμη φορά, παραθέτοντας ένα-δυο κομμάτια από την αυτοβιογραφία της.
Πάω απ' ευθείας στο σημείο όπου έχουν βρει το κτήμα όπου θα κτίσουν τον ναό τους, το "Αγαμέμνονος Μέλαθρον" (στον Κοπανά, στον Βύρωνα, τότε έρημα μέρη). Θα ευλογήσει ο παπάς τον θεμέλιο λίθο. Διαβάζουμε:

Τέλος, έφτασε η μέρα που θα τοποθετούσαμε τον ακρογωνιαίο λίθο του Ναού μας. Αισθανόμαστε πως ένα τόσο μεγάλο γεγονός έπρεπε να το γιορτάσουμε με μιαν αντάξια τελετή. Ο Θεός ξέρει πως δεν εκκλησιαστήκαμε ποτέ, αλλά σκεφτήκαμε πως θα ήταν σωστό να τοποθετήσουμε τον γωνιακό λίθο με την ελληνική συνήθεια και με έναν Έλληνα παπά. Εκαλέσαμε όλα τα γύρω χωριά από μίλια πέρα να λάβουν μέρος στη γιορτή.
Ένας γέροντας παπάς έφτασε με μαύρα ράσα κι ένα μαύρο πέπλο κυμάτιζε από το καλυμμαύχι του. Ο παπάς ζήτησε έναν μαύρο κόκορα για θυσία. Είναι ένα έθιμο που πέρασε στους Βυζαντινούς από τα χρόνια του ιερού του Απόλλωνα. Με κάποιες δυσκολίες βρήκαμε τον κόκορα και τον παραδώσαμε στον ιερέα με το μαχαίρι της θυσίας. Στο μεταξύ παρέες με χωριάτες φτάνανε από παντού καθώς και μερικοί κομψευόμενοι από την Αθήνα. Ως το ηλιοβασίλεμα μαζεύτηκε λαός στον Κοπανά.
Με μεγάλη επισημότητα άρχισε την τελετή ο ιερέας. Μας ζήτησε να του δείξουμε το σχέδιο των θεμελίων του σπιτιού. Του το δείξαμε χορεύοντας σε ενα τετράγωνο στη γη που το είχε χαράξει ο Ρέϋμον. Τότε εβρήκε το γωνιακό λιθάρι κοντά στο σπίτι και ακριβώς την ώρα που έδυε ο ήλιος έσφαξε τον μαύρο κόκορα και το κόκκινο αίμα του τινάχτηκε πάνω στο λιθάρι. Κρατώντας με το 'να χέρι τον κόκορα και με το άλλο το μαχαίρι, έκανε τρεις φορές το γύρο του θεμέλιου. Ακολούθησαν προσευχές και ψαλμοί. Ευλόγησε τους λίθους της οικοδομής, ζήτησε τα ονόματά μας και συχνά στην προσευχή του ακούγαμε τα ονόματα Ιζαντόρα (η μητέρα μου) Όγκουστιν, Ρέϋμον, Ελίζαμπεθ και η μικρή Ιζαντόρα, και διαρκώς μας ικέτευε να ζούμε ειρηνικά και μ' ευλάβεια σ' αυτό το σπίτι. Όταν τελείωσε τις προσευχές ήρθαν οι μουσικοί με τα πρωτόγονα όργανα του τόπου. Ανοίχτηκαν μεγάλα βαρέλια με κρασί και με ρακί. Μια λαμπαδιαστή πυρά μούγκριζε πάνω στον λόφο κι εμείς με τους γειτόνους μας χορεύαμε και πίναμε ολονυχτίς.
Αποφασίσαμε να μείνουμε για πάντα στην Ελλάδα. Κι όχι μόνο αυτό αλλά, όπως λέει ο Άμλετ, ορκιστήκαμε πως δεν θα κάναμε ποτέ γάμους. "Αυτοί που έχουν παντρευτεί ας μείνουν παντρεμένοι ... κτλ". Δεχτήκαμε τη γυναίκα του Ογκουστίν με κακόβουλη επιφύλαξη. Εμείς όμως συντάξαμε ένα σχέδιο σ' ένα σημειωματάριο όπου αποκλείσαμε τους πάντες εκτός από τη γενιά των Ντάνκαν κι εκεί καταγράψαμε τους κανόνες της ζωής που θα ζούσαμε στον Κοπανά. Κατά κάποιον τρόπο ήτανε το ίδιο ύφος με τη "δημοκρατία του Πλάτωνα". Ψηφίσαμε να ξυπνάμε με το ηλιοχάραμα. Θα χαιρετούσαμε την ανατολή με τραγούδια και χορούς. Έπειτα θα πίναμε ένα μικρό φλιτζάνι κατσικίσιο γάλα. Τα πρωινά θα τ' αφιερώναμε να μάθουν οι κάτοικοι χορό και τραγούδι, να δοξάζουν τους Έλληνες θεούς και να πετάξουν τα φριχτά μοντέρνα κοστούμια. Έπειτα, μετά το λιτό φαγητό με χόρτα, γιατί αποφασίσαμε να γίνουμε χορτοφάγοι, τ' απογέματα θα τ' αφιερώναμε στο στοχασμό και τα βράδια σε παγανιστικές τελετουργίες με ανάλογη μουσική.
Έπειτα άρχισε το κτίσιμο του Κοπανά. ....
.............................
Έπειτα από πολλές εβδομάδες με μάταιες αναζητήσεις για νερό στον Κοπανά, πήγαμε στην Αθήνα να ζητήσουμε συμβουλή απ' τα προφητικά πνεύματα που κατοικούσαν σίγουρα στην Ακρόπολη. Εξασφαλίσαμε μια ειδική άδεια από την πόλη για να πηγαίνουμε στις σεληνόφωτες νύχτες στο αμφιθέατρο του Διονύσου όπου ο Όγκουστιν θα απάγγελνε ελληνικές τραγωδίες και όπου συχνά χορεύαμε.
Ήμασταν εντελώς αυτάρκεις. Δεν ανακατευτήκαμε καθόλου με τους Αθηναίους. Κι όταν ακόμη μάθαμε απ' τους χωρικούς, πως ο βασιλιάς της Ελλάδας ήρθε να δει τον Ναό μας, δεν συγκινηθήκαμε. Γιατί εζούσαμε στο βασίλειο άλλων βασιλιάδων, του Αγαμέμνονα, του Μενέλαου και του Πρίαμου.

Θα τελειώσω με ένα από τα στιγμιότυπα που περιγράφει η Ισιδώρα και το οποίο συνέβη μια από τις ημέρες της στην Αθήνα. Συνέπεσε με τα "Ορεστειακά", τις ταραχές που ξέσπασαν στην Αθήνα όταν οι φοιτητές απαίτησαν να μην παίζονται οι τραγωδίες σε μετάφραση αλλά στα αρχαία ελληνικά. Ήταν η δεκαπεντάχρονη μόλις Μαρίκα Κοτοπούλη που απάγγειλε τότε την "Ορέστεια" του Αισχύλου. Γράφει η Ισιδώρα Ντάνκαν:

Η Αθήνα ήταν τότε, όπως πάντα, σε επανάσταση. Αυτή τη φορά επρόκειτο για μια επανάσταση μεταξύ του παλατιού και των φοιτητών για τη γλώσσα που θα χρησιμοποιούσαν στο θέατρο, την αρχαία ή την σύγχρονη. Πλήθος φοιτητών παρελαύνανε με σημαίες για την αρχαία γλώσσα. Την ημέρα που επιστρέφαμε από τον Κοπανά, τριγύρισαν το αμάξι μας και ζητωκραύγαζαν για τα ελληνικά μας ιμάτια και μας ζητούσαν να τους ακολουθήσουμε στις παρελάσεις τους, όπου επήγαμε ευχρίστως, για την αρχαία Ελλάδα. Απ' αυτή τη συνάντηση ετοίμασαν οι φοιτητές μια παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο. Τα δέκα Ελληνόπουλα με τον παπαδάκο (ΣΗΜ δική μου: είχε φτιάξει μια χορωδία με δέκα ελληνάκια κι έναν νεαρό παπά) ντυμένοι με πολύχρωμες χλαμύδες, τραγούδησαν τα χορικά του Αισχύλου στα αρχαία ελληνικά κι εγώ τους χόρεψα. Όλοι οι φοιτητές παραληρούσαν απο τη χαρά τους.
Τότε ο βασιλιάς Γεώργιος όταν έμαθε αυτή την εκδήλωση εζήτησε να επαναληφθεί η παράσταση στο Βασιλικό Θέατρο. Αλλά η παράσταση μπροστά στη βασιλική οικογένεια και όλες τις πρεσβείες των Αθηνών, δεν είχε την ίδια θέρμη και τον ενθουσιασμό του λαϊκού θεάτρου για τους φοιτητές. Τα χειροκροτήματα από τα γαντοφορεμένα χέρια δεν ενέπνεαν τον χορό μου. Όταν ο βασιλιάς ήρθε στο καμαρίνι μου και μου ζήτησε να επισκεφθώ την βασίλισσα στο βασιλικό θεωρείο, αν και φαίνονταν πολύ ευχαριστημένοι, κατάλαβα πως δεν υπήρχε πνευματική αγάπη ή κατανόηση για την τέχνη μου. Το μπαλέτο θα είναι ο κατεξοχήν χορός για τα βασιλικά πρόσωπα.

Αυτά και για σήμερα, παρέα με την σπουδαία χορεύτρια των αρχών του αιώνα μας.

Κυριακή 30 Απριλίου 2017

Για την Ισιδώρα Ντάνκαν ο λόγος


Σε ένα από τα ανέκδοτα βιβλία που έχω γράψει (το 2013), το οποίο είχε τίτλο "Το Δίδυμο Άστρο", η ιστορία πλεκόταν στις αρχές του 20ου αιώνα (το 1906) και μέσα στο ιστορικό πλαίσιο σημαντικό ρόλο έπαιζε η παρουσία της Ισιδώρας Ντάνκαν στην Ελλάδα. Μιλάμε για μια χορεύτρια που χόρευε με αυτοσχδιασμούς έναν ελεύθερο χορό που άλλαξε την ιστορία αυτής της τέχνης. Στην Ευρώπη την θαύμαζαν.
Το 1903 οι Ντάνκαν είχαν έρθει οικογενειακώς εδώ για να αποτίσουν φόρο τιμής στην Ελλάδα που ήταν γι αυτούς ένα ιδανικό! Με σχέδια του αδελφού της Ραϋμόνδου, αντιγράφοντας το ανάκτορο των Μυκηνών, η Ισιδώρα Ντάνκαν είχε φτιάξει το "Αγαμέμνονος Μέλαθρον", ένα παλατάκι στον λόφο του Κοπανά στον Βύρωνα και χόρευε με την ελευθερία των αρχαίων θεών που λάτρευε. Η παρουσία της στην Ελλάδα είχε να κάνει με την εκπληκτικά έντονη, απόλυτη αγάπη της για την αρχαιότητα και τον τρόπο που έβλεπαν οι άνθρωποι τότε τη ζωή. Κι ο ελεύθερος χορός της αυτό ήθελε να αναδείξει και να συμβολίσει.
Από την αυτοβιογραφία της θα σας δώσω μερικά κομμάτια σήμερα. Και ξεκινάω με ένα μέρος του προλόγου της, όπου -εισαγωγικά, πριν μπει στο θέμα- αντιμετωπίζει το πρόβλημα της συγγραφικής δουλειάς. Λέει η Ιζαντόρα Ντάνκαν:

«Χρειάστηκα αρκετά χρόνια με αγωνία, σκληρή δουλειά και αναζήτηση για να μάθω να κάνω μιαν απλή κίνηση και γνωρίζω αρκετά για την τέχνη της συγγραφής για να καταλάβω πως θα μου χρειάζονταν ακριβώς άλλα τόσα χρόνια συγκέντρωσης και προσπάθειας για να γράψω μιαν απλή κι όμορφη φράση.
Πόσες φορές δεν υποστήριξα πως ένας άνθρωπος που θα 'χε παλαίψει στον Ισημερινό και θα 'χε κάνει συγκλονιστικά κατορθώματα με λιοντάρια και τίγρεις, όταν θα προσπαθούσε να τα γράψει θα μπορούσε να έχει αποτύχει, ενώ κάποιος άλλος που δεν κούνησε από την ταράτσα του μπορούσε να έχει γράψει για το κυνήγι της τίγρης μέσα στη ζούγκλα με τέτοιο τρόπο που να κάνει τον αναγνώστη να αισθανθεί πως βρίσκεται ο ίδιος εκεί και να υποφέρει από αγωνία και φόβο, να μυρίζει τα λιοντάρια και να ακούει το σύρσιμο του φοβερού κροταλία.
Τιποτε δεν υπάρχει έξω από τη φαντασία μας και όλα τα θαυμάσια που μου συνέβησαν θα μπορούσαν να χάσουν τη γεύση τους γιατί δεν κατέχω την πένα του Θερβάντες ή έστω και του Καζανόβα.»

Αφήνω τα φιλολογικά και περνάω στην ουσία. Θα γράψω και μιαν ακόμη παράγραφο αφιέρωμα στην αιθέρια γυναίκα μιας πολύ παλιάς εποχής που με ενέπνευσε να γράψω εκείνο το μυθιστόρημα που έχει να κάνει περισσότερο με τον Πειραιά, τη Δραπετσπώνα, τα Βούρλα παρά με την τέχνη του χορού. Λέει λοιπόν κάπου παρακάτω:

«Αισθάνομαι μιαν ευγνωμοσύνη που, όταν είμαστε παιδιά, η μητέρα μου ήταν φτωχιά. Δεν μπορούσε να έχει υπηρέτες και γκουβερνάντες στα παιδιά της και σ' αυτό χρωστώ την αυθόρμητη ζωή που έκανα από παιδί και δεν την άλλαξα ποτέ. Η μητέρα μου ήταν μουσικός κι εδίδασκε μουσική για να ζούμε, κι όπως έδινε τα μαθήματα στα σπίτιΑξίζει τον κόπο να διαβάσουμε ένα ακόμη απόσπασμα από τον τρόπο που έφτασαν οι Ντάνκαν στην Ελλάδα. Είχαν φτάσει με καίκι, κι όχι με πλοίο της γραμμής, από το Μπρίντιζι στην Αγία Μαύρα (Λευκάδα). Παραθέτω αυτούσια την περιγραφή της Ισιδώρας όπως την έζησε:
α των μαθητών της, όλη την ημέρα έλειπε από το σπίτι και αρκετές ώρες και τη νύχτα. Όποτε μπορούσα να το σκάσω από τη φυλακή του σχολείου ήμουνα ελεύθερη να πλανιέμαι πλάι στη θάλασσα κι έκανα ό,τι μ' άρεσε. Πόσο λυπάμαι τα παιδιά που διαρκώς τα προσέχουν οι νταντάδες, τα φροντίζουν και τα προστατεύουν και είναι και κομψά ντυμένα. Τι μέλλον μπορούνε να 'χουν στη ζωή!
Η μητέρα είχε τόσες έγνοιες που δεν άδειζε να σκεφτεί τους κινδύνους που διατρέχουν τα παιδιά, έτσι τα δυο μου αδέλφια κι εγώ ήμαστε ελεύθεροι ν' αλητεύουμε και κάποτε να' χουμε τέτοιες περιπέτειες που αν τις μάθαινε θα τρελαινότανε από ανησυχία. Ευτυχώς ήταν μακαρίως ανεύθυνη. Το "ευτυχώς" που λέω είναι για μένα, γιατί είναι βέβαιο πως σ' αυτή την ελεύθερη παιδική ζωή μου χρωστώ την έμπνευση του χορού που δημιούργησα, που δεν είναι παρά η έκφραση της ελευθερίας. Ποτέ δεν ήμουν υποταγμένη στο "μην κάνεις αυτό ή εκείνο" που κάνει τη ζωή των παιδιών μιαν αθλιότητα.»

Αξίζει τον κόπο να διαβάσουμε ένα ακόμη απόσπασμα από τον τρόπο που έφτασαν οι Ντάνκαν στην Ελλάδα. Είχαν φτάσει με καίκι, κι όχι με πλοίο της γραμμής, από το Μπρίντιζι στην Αγία Μαύρα (Λευκάδα). Παραθέτω αυτούσια την περιγραφή της Ισιδώρας όπως έζησε την μετάβαση από την Λευκάδα στην Αμφιλοχία (τον Καρβασαρά). Η Πρέβεζα ήταν ακόμη μέρος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας:

«Νοικιάζοντας ένα ψαρικάικο ο Ρέϋμον (αδελφός της) εξήγησε με πολλές παντομίμες και λίγα αρχαία ελληνικά πως επιθυμούσαμε το ταξίδι μας να μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο με το ταξίδι του Οδυσσέα. Ο ψαράς βέβαια δεν καταλάβαινε και πολλά για τον Οδυσσέα, αλλά οι πολλές δραχμές τον έπεισαν ν' ανοίξει πανιά, αν κι ήτανε απρόθυμος να πάει μακριά κι έδειχνε πολλές φορές τον ουρανό λέγοντας "μπουμ μπουμ" και με τα χέρια του έδειχνε τη θύελλα για να μας πει ότι η θάλασσα ήτανε προδοτική. Η αλλαξοκαιριά είναι συνηθισμένη στο Ιόνιο πέλαγος. Ριψοκινδυνέψαμε την πολύτιμη ζωή μας που μπορούσε να μοιάσει πολύ μ' εκείνη του Οδυσσέα.
Σταματήσαμε στην μικρή τουρκόπολη, την Πρέβεζα, στην ηπειρωτική ακτή, και κάναμε αρκετές προμήθειες: ένα πελώριο κατσικίσιο τυρί, μπόλικες ελιές και μπακαλιάρο. Καθώς δεν υπήρχε τέντα στο καίκι, δεν θα ξεχάσω ποτέ, ως την ημέρα του θανάτου μου, τη μυρωδιά αυτού του τυριού και του μπακαλιάρου, εκτεθειμένα ολημερίς στον καυτερό ήλιο, καθώς το καραβάκι έπλεε αργά και με άγρια σκαμπανεβάσματα. Συχνά σταματούσε το αεράκι και τότε πιάναμε τα κουπιά. Τελικά με το σούρουμπο φτάσαμε στον Καρβασαρά (Αμφιλοχία). Όλοι οι κάτοικοι κατεβήκανε στην παραλία να μας χαιρετίσουν και μείνανε άφωνοι από την περιέργεια όταν είδανε τον Ρέϋμον να γονατίζει και να φιλάει το χώμα. Σίγουρα η απόβαση του Χριστόφορου Κολομβου στην Αμερική δεν θα είχε καταπλήξει περισσότερο τους ιθαγενείς.
Η αλήθεια είναι πως είμαστε μισότρελοι απ' τη χαρά μας. Θέλαμε να φιλήσουμε όλους τους κατοίκους και να φωνάξουμε: "Επιτέλους, φτάσαμε στην ιερή χώρα, την Ελλάδα, αφού περιπλανηθήκαμε τόσο πολύ. Χαίρε Ολύμπιε Δία και Απόλλωνα και Αφροδίτη! Ετοιμαστείτε, Μούσες, να μπείτε πάλι στον χορό. Το τραγούδι μας μπορεί να ξυπνήσει τον Διόνυσο και τις κοιμώμενες Βάκχες του!"
Δεν υπήρχε ξενοδοχείο ούτε σιδηρόδρομος στον Καρβασαρά. Τη νύχτα κοιμηθήκαμε σε μια κάμαρα, τη μοναδική στο χάνι. Όχι πως κοιμηθήκαμε πολύ. Πρώτα γιατί ο Ρέϋμον συνδιαλεγότανε όλη τη νύχτα με τη σοφία του Σωκράτη και την ουράνια τελειότητα του Πλατωνικού έρωτα, δευτερο γιατί τα κρεβάτια ήτανε απλές σανίδες, πολύ σκληρές και, τρίτον, η Ελλάδα είχε χιλιάδες κοριούς που έπρεπε να χορτάσουν από μας.
Τα χαράματα φύγαμε από το χωριό, βάλαμε τη μητέρα και τις βαλίτσες μας σ' ένα κάρο κι εμεις με κλαδιά δάφνης τη συνοδεύαμε. Όλο το χωριό μας συνόδεψε αρκετά μακριά. Πήραμε τον παλιό δρόμο που είχε διασχίσει ο Φίλιππος ο Μακεδόνας με τον στρατό του, πάνω από 2.000 χρόνια πρωτύτερα.»

Αυτά για την Ισιδώρα (Ιζαντόρα) Ντάνκαν και την ελληνική της περιπέτεια σύμφωνα με την αυτοβιογραφία της.
Ελπίζω να είχε ενδιαφέρον και για σας.

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Σώπα ρε που δε σ' αρέσει!

Ένα ενδιαφέρον και όμορφο άρθρο θα φιλοξενήσω σήμερα. Είναι γραμμένο από τον φίλο μου Φάνη στην ιστοσελίδα "Σταγόνα" κι αφορά τα "ωραίο" και "μου αρέσει" για τα έργα τέχνης.
Το άρθρο:

Σώπα ρε που δε σ' αρέσει!”


Ο ολιγόλεπτος, τρυφερός διάλογος, έγινε μ' ένα φίλο μου αγαπητό, κοιτάζοντας τον διάσημο ζωγραφικό πίνακα του Πικάσο "Γκουέρνικα" στον τοίχο του μαγαζιού που πίναμε καφέ.
-Αριστούργημα δεν είναι; είπε.
-Δεν μ' αρέσει, είπα.
-Σοβαρά μιλάς; Δεν σ' αρέσει ένα έργο που αρέσει σε όλη την υφήλιο; είπε.
-Εμένα δεν μου αρέσει, είπα.
-Καλά, ξέρεις τι απεικονίζει αυτό το εμβληματικό ποίημα; ρώτησε.
-Ξέρω αλλά δε μου αρέσει, απάντησα.
Λίγο μετά.
-Χάλια ο καφές, είπε.
-Εγώ τον βρίσκω εξαιρετικό, είπα.
Όταν γύρισα σπίτι, μού 'ρθε να γράψω κάποιες παλιές μου σκέψεις γύρω από την Τέχνη. Απόψεις ανυπολόγιστης αξίας που λέει ο λόγος.
Κάθε φορά που παρακολουθούμε ένα, πρωτίστως κατανοητό, καλλιτεχνικό δημιούργημα , - Μουσική, Κινηματογράφο, Θέατρο, Λογοτεχνία, Εικαστικά και άλλα -, αυτομάτως και χωρίς να μεσολαβήσει καν ο μηχανισμός της κρίσης μας, χωρίς την παρεμβολή του λογικού μας και χωρίς καμία σκέψη μας, μάς κυριεύει ένα κάποιο αίσθημα: χαρά , λύπη, έκπληξη, συμπάθεια, αντιπάθεια, γενικά μια συγκίνηση, ίσως και κλάμα.
Για ελάχιστο ή περισσότερο χρόνο, είμαστε μονάχοι μας, εμείς και το αγνώστου καταγωγής, αίσθημα.
Είναι εξακριβωμένο, ότι κατόπιν, όσο κι αν  προσπαθήσουμε, μα και ο θεός να κατέβει, είναι αδύνατον να εξηγήσουμε τι έγινε και νοιώσαμε αυτά που νοιώσαμε. Και αυτό σημαίνει ότι ένα έργο Τέχνης, (οποιοδήποτε ) ακαριαία μας αρέσει ή ακαριαία δεν μας αρέσει, χωρίς να ξέρουμε ούτε το γιατί, ούτε το πώς. Όπως ακριβώς δεν ξέρουμε γιατί μας αρέσει, ας πούμε, ένα ηλιοβασίλεμα, μια μαϊμού, μια παπαρούνα, ένα σπουργίτι στο τζάμι του παραθύρου. Όπως ακριβώς, η αχνιστή φασολάδα μια κρύα μέρα του χειμώνα, ή τα κιτρινισμένα φθινοπωρινά φύλλα πεσμένα στο δρόμο.
Μας αρέσουνε! Αυτό μόνο και έτερον ουδέν.
Όμως η πιο ενδιαφέρουσα ανακάλυψη σ' αυτή την παράλληλη ζωή μας που την λέμε Τέχνη, είναι η ακόλουθη:
Έχει διαπιστωθεί ότι αν, λόγου χάριν, έρθεις εσύ σε επαφή με ένα καλλιτεχνικό έργο κι αυτό δεν σου αρέσει διόλου, τότε, ο κόσμος να γυρίσει ανάποδα, δεν πρόκειται ν' αλλάξει αυτό που εσύ ένοιωσες. Δεν υπάρχει περίπτωση να σου αρέσει με τίποτα, με καμία κυβέρνηση, ακόμα κι αν το έργο αυτό αρέσει στους φιλότεχνους ολόκληρου του πλανήτη, ακόμα κι αν τα βραβεία του είναι αμέτρητα ή η αξία του ανεκτίμητη.
Όλα αυτά μας πείθουν αποστομωτικά, ότι η Τέχνη ούτε νόμους έχει, ούτε κανόνες ανέχεται, ούτε σε φιρμάνια υπακούει.
Ας μας πει λοιπόν κάποιος, πού πατάνε όλοι αυτοί οι αυτόκλητοι δικαστές ( κριτικοί και παρόμοιοι ) και αφρόσυνα επιμένουν να ανακρίνουνε τα έργα και της ημέρες της; 
Πού βασίζονται και αδιάκριτα χώνονται ανάμεσα σε μας, τους κυνηγούς συγκινήσεων και στα καλλιτεχνικά δημιουργήματα; Εμείς πότε θα αξιωθούμε να ρωτηθούμε, τυπικά έστω, αν μας αρέσει κάποιο μικρό ή μεγάλο έργο, ο Παρθενώνας  ας πούμε;
Με κάποιο τρόπο οι πάσης φύσεως ιθύνοντες αρκούνται να μας υπενθυμίζουν ότι, ως Έλληνες , οφείλουμε μόνο να μας αρέσει και μόνο να τον θαυμάζουμε εσαεί.
Έχουν γραφτεί και έχουν ειπωθεί τόσα πολλά που αρχίζω να βλέπω, με καχυποψία εξαπατηθέντος τον Ναό της Παρθένου Αθηνάς. Ρε μπας και δεν θα μου άρεσε αν δεν με κατηχούσανε μια ζωή ότι είναι γέννημα και σύμβολο της Δημοκρατίας, ότι οι κολώνες του είναι στραβές  για να τις βλέπουμε ίσιες, ότι ο Φειδίας, για να σχεδιάσει τα γλυπτά του, έμεινε τρεις μήνες νηστικός και δύο άυπνος, ότι οι αναλογίες του οικοδομήματος και η θέση του πάνω στον ιερό βράχο είναι σαν από χέρι θεού και χίλια άλλα;
Ομολογώ ότι δεν θα ήθελα να βάλω μια τέτοια καινούργια σκοτούρα στο κεφάλι μου. Όμως για χάρη του Παρθενώνα λύγισα κι επειδή τρώγομαι με τα ρούχα μου θέλω να παραφράσω την ρήση του Κλεμανσό για τον πόλεμο και τους στρατιωτικούς, αυθαδιάζοντας όσο λιγότερο μπορώ:
Η Τέχνη είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την εμπιστευτούμε στους κριτικούς της Τέχνης.
Μ' όλα αυτά τα αρκετά περιπεπλεγμένα, μακάρι να ξεχωρίσει κάτι, για να μας συνετίζει που και που, ώστε να μην απορρίπτουμε με την ευκολία παντογνώστη ό, τι δεν μας αρέσει, επιβραβεύοντας και προβάλλοντας άλλα,  επειδή μας αρέσουνε. Για παράδειγμα οι απαράδεκτες, προσβλητικές, οργισμένες κριτικές-δηλώσεις κάποιων συνθετών και στιχουργών για το "χάλι" τον "ξεπεσμό" και την "κατάντια" μεγάλου κομματιού του ελληνικού τραγουδιού. Νόμιζα  ότι οι σωτήρες, μάς είχανε τελειώσει.
Στην άλλη πλευρά του φεγγαριού, επείγει η προώθηση μιας παράκλησης υπέρ κάποιων σιωπηλών αντιφρονούντων:  Σε όσους δεν αρέσουνε ζωγραφικές τύπου "Γκουέρνικα", κινηματογραφικές ταινίες τύπου Αγγελόπουλου, τραγούδια μη κατανοητά τύπου "Μαλαματένια λόγια στο μαντήλι" και γενικά ό ,τι ακαταλαβίστικο, ας τους επιτρέπουμε να ζούνε κι αυτοί κοντά μας, δίχως σνομπισμούς, χωρίς παρακολουθήσεις, χωρίς φακελώματα, χωρίς το φόβο του αναμορφωτηρίου και προς θεού, όχι λοβοτομές.
Τελικά την πήρα την απόφαση μου:
Ο Παρθενώνας μου αρέσει επειδή μου αρέσει.
Για να κοιμάμαι το βράδυ ήσυχος.
Για να πάψει να με τρώει ότι μπορεί και να 'ζησα μια ζωή ξεγελασμένος.